Το ΠΑΣΟΚ αποτελεί τον κυρίαρχο της Μεταπολίτευσης. Από την ίδρυση και την ανάληψη της εξουσίας, μέχρι το «Βρώμικο ‘89» και τον «εκσυγχρονισμό» του Κώστα Σημίτη, ο Πέτρος Πιζάνιας, καθηγητής Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο μιλάει στο Tvxs.gr για την άνοδο και την πτώση του κόμματος που πρωταγωνίστησε στην Ελλάδα για τέσσερις δεκαετίες, στο πλαίσιο του πολυήμερου αφιερώματος για την συμπλήρωση 40χρόνων από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας.

Ads

Ο Ανδρέας Παπανδρέου επιστρέφει στην Ελλάδα στα μέσα Αυγούστου του 1974, σχεδόν ένα μήνα μετά την πτώση της Χούντας και την άφιξη του Κωσταντίνου Καραμανλή στην Αθήνα (24 Ιουλίου). Στις 3 Σεπτεμβρίου του 1974 θα ιδρύσει το ΠΑΣΟΚ με βάση τέσσερις αρχές, όπως παρουσιάστηκαν στην ιδρυτική διακήρυξη: «Εθνική Ανεξαρτησία, Λαϊκή Κυριαρχία, Κοινωνική Απελευθέρωση, Δημοκρατική διαδικασία».

Οι βάσεις του ΠΑΣΟΚ, όπως εξηγεί ο κ. Πιζάνιας, βρίσκονται στη δεκαετία του ’60. «Ήταν τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’60 όταν εμφανίστηκε ένα είδος ‘ριζοσπαστικής πτέρυγας’ στο πλαίσιο της Ένωσης Κέντρου. Τότε κάνουν την εμφάνισή τους ορισμένα συνδικαλιστικά και πολιτικά στελέχη. Μετά το Πραξικόπημα του ’67 κάποια από αυτά τα στελέχη θα ενταχθούν στο ΠΑΚ (* Πανελλήνιο Απελευθερωτικό Κίνημα – οργάνωση που ίδρυσε ο Παπανδρέου στο πλαίσιο του αντιδικτατορικού αγώνα). Το ΠΑΚ δεν ήταν καμία σπουδαία αντιστασιακή οργάνωση. Εξάλλου με εξαίρεση τον Ρήγα Φεραίο καμία αντιδικτατορική οργάνωση δεν ήταν ιδιαίτερα μεγάλη».

Με την πτώση τους Χούντας εμφανίζεται, ιδρυτικά πλέον, το ΠΑΣΟΚ, το οποίο εντάσσει στην πολιτική ζωή τον όρο «Σοσιαλιστικό». «Αυτό ήταν και το στοιχείο που ενισχύει την επιρροή του», σημειώνει ο Πέτρος Πιζανίας και συνεχίζει: «Μέχρι εκείνη την περίοδο η πόλωση ερχόταν από τον εμφύλιο και ήταν ανάμεσα σε Κομμουνιστές και Δεξιούς. Το ΠΑΣΟΚ με τον όρο ‘Σοσιαλιστικό’ εμφανίζεται ως η νέα Κεντροαριστερά χωρίς όμως να έχει σχέση με τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα της Ευρώπης εκείνης της περιόδου. Ήταν θα λέγαμε ένα ριζοσπαστικό κόμμα και δεν είναι τυχαίο πως με τις πρώτες εκλογές παίρνει ποσοστό 13,5%, που αντιστοιχούσε σε 15 βουλευτές. Με την πρώτη εμφάνισή του εδραιώνεται ως ένα κόμμα ριζοσπαστικό, σοσιαλιστικό και λαϊκό», δηλαδή ένα κόμμα με απήχηση σε λαϊκά στρώματα.

Ads

Την ίδια περίοδο τα δύο κομμουνιστικά κόμματα (ΚΚΕ Εσωτερικού και ΚΚΕ) συνεργάζονται και δημιουργούν τον συνασπισμό της Ενωμένης Αριστεράς. «Θεωρώ πως η ένωση με το ΚΚΕ ήταν ένα μεγάλο λάθος του ΚΚΕ εσωτερικού και προσωπικά του Λεωνίδα Κύρκου. Το ΚΚΕ εκείνη την περίοδο ήταν πάρα πολύ αδύναμο, οριακά ανύπαρκτο, και πέρα από τη συνεργασία ο Λεωνίδας Κύρκος παραχωρεί στην ουσία όλα τα σύμβολα στο ΚΚΕ. Ήταν μια κίνηση ακατανόητη πολιτικά δεδομένου ότι ακύρωνε αφενός την πολύ θετική διάσπαση του ενιαίου ΚΚΕ το 1968 και κυρίως ακύρωνε στην πράξη τον ευρωκομμουνιστικό προσανατολισμό του ΚΚΕ Εσωτερικού. Ήταν φυσικό συνεπώς ότι η Ενωμένη Αριστερά αντιμετωπίστηκε αρνητικά από ένα μεγάλο μέρος του Αριστερού κόσμου, που προέρχονταν από την ΕΔΑ και το ριζοσπαστικό τμήμα του Κέντρου και άφησε πολύ χώρο κοινωνικής επιρροής στο ΠΑΣΟΚ ».

Στα χρόνια που ακολούθησαν τις πρώτες εκλογές της Μεταπολίτευσης το ΠΑΣΟΚ δυναμώνει. Στις εκλογές του 1977 θα διπλασιάσει το ποσοστό του και θα εκλέξει συνολικά 92 βουλευτές καταλαμβάνοντας τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ποιες ήταν όμως οι αιτίες αυτής της ραγδαίας αύξησης των ποσοστών,  που οδηγούν το ΠΑΣΟΚ προς την εξουσία; «Υπάρχουν δύο επίπεδα ανάλυσης για να καταλάβουμε την ραγδαία άνοδο του ΠΑΣΟΚ. Το πρώτο είναι ο τρόπος με τον οποίο χτίζεται το κόμμα. Υπάρχει μια έντονη λαϊκή δραστηριότητα νέων ριζοσπαστικοποιημένων και μορφωμένων ανθρώπων που οργώνουν όλη τη χώρα, επαρχία και πόλεις, και οργανώνουν το ΠΑΣΟΚ. Μια τεράστια δραστηριότητα νέων στελεχών, που έχουν αναφορές στη ριζοσπαστικοποίηση των νέων κατά τον τελευταίο ενάμιση χρόνο της Χούντας. Ουσιαστικά το ΠΑΣΟΚ αυτοοργανώνεται, όπως είχε αναφέρει και στο κάλεσμά του, κατά την ιδρυτική διακήρυξη, ο Ανδρέας Παπανδρέου. Μέσω αυτής της διαδικασίας κερδίζει σε μεγάλο βαθμό το λαϊκό στοιχείο. Το δεύτερο είναι το γεγονός πως ο Κωνσταντίνος Καραμανλής την ίδια περίοδο, παρά τη σχετικά ‘τολμηρή’ πολιτική του σε σχέση με την πολιτική που ακολούθησε πριν από την Χούντα, κρατάει στο ακέραιο μέσα στη ΝΔ τους πάντες: Χουντικούς, δωσίλογους, ακροδεξιούς, παρακρατικούς κ.α. Ουσιαστικά ο Καραμανλής αρνείται τον εκσυγχρονισμό της Δεξιάς και αυτό επίσης δημιούργησε πολύ χώρο για το ΠΑΣΟΚ», τονίζει ο κ. Πιζάνιας

Ο καθοριστικός ρόλος του Ανδρέα Παπανδρέου

Σε αυτό το σημείο υπογραμμίζει και τον ρόλο του Ανδρέα Παπανδρέου. «Χωρίς τον Ανδρέα Παπανδρέου το ΠΑΣΟΚ δεν θα υπήρχε», εξηγεί και συνεχίζει: «Η παρουσία του είναι καθοριστική. Ήταν ένας εξαιρετικά πολιτικοποιημένος διανοούμενος, με υψηλού επιπέδου μόρφωση και καλλιέργεια, με βαθιά γνώση της ελληνικής κοινωνίας και έντονα τα στοιχεία της αμερικανικής αριστεράς, αυτού του ιδιότυπου αμερικανικού ριζοσπαστιμού. Είχε όλες τις προϋποθέσεις και επιπλέον ήταν ένας πολιτικός αρκετά σκληρός και άτεγκτος όταν αντιμετώπιζε τους αντιπάλους του, εκτός αλλά και εντός κόμματος». Ενδεικτικά ο κ. Πιζάνιας αναφέρει τη μαζική διαγραφή στελεχών από το ΠΑΣΟΚ μέσω της οποίας εκκαθαρίζει το κόμμα από όσους είχαν ευρωπαϊκό προσανατολισμό και σχετικοποιούσαν την κυριαρχία του Α. Παπανδρέου. «Με αυτόν τον τρόπο, μένει ο απόλυτος κυρίαρχος της πολιτικής έκφρασης του ΠΑΣΟΚ».

Όπως υπογραμμίζει, ένα ακόμη σημείο κλειδί για την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία είναι επίσης πως από τα τέλη της δεκαετίας του ’60 και τα πρώτα χρόνια του ’70 καταγράφεται μια σημαντική στροφή στην ελληνική κοινωνία, την οποία θα αντιληφθεί και θα αξιοποιήσει τα επόμενα χρόνια ο Ανδρέας Παπανδρέου. «Σχετικά με την άνοδο του ΠΑΣΟΚ πρέπει να σκεφτούμε και τα βαθύτερα ρεύματα της ελληνικής κοινωνίας. Δυναμικά στρώματα της ελληνικής κοινωνίας πραγματοποιούν τότε μια στροφή με αποκλειστική επιδίωξη την οικονομική ευμάρεια. Ενδιαφέρονται περισσότερο να βγάλουν χρήματα, παρά να κινητοποιηθούν πολιτικά. Με την πτώση της Χούντας ο Ανδρέας Παπανδρέου έρχεται και νομιμοποιεί ιδεολογικά τον κόσμο που πλέον δεν ενδιαφέρεται για τόσο πολύ για ιδεολογικοπολιτικά ζητήματα και έχει στραφεί προς τον πλουτισμό. Εν ολίγοις αναγνωρίζει την ‘Αριστεροσύνη’ αλλά επιπλέον την απενοχοποιεί δίνοντάς της και το δικαίωμα του πλουτισμού. Αλλά και γενικότερα απενοχοποιούσε τον λαό ο οποίος ενώ στην μεγάλη πλειονότητά του είχε συμβιβαστεί με την Χούντα παρουσιαζόταν από τον Α. Παπανδρέου ως μαχόμενος. Τίποτε από αυτά η αριστερά δεν μπορούσε να το διανοηθεί, πόσο μάλλον ότι ήταν καθηλωμένη σε ένα πνεύμα μαρτυρολογικό, δηλαδή ενοχοποιητικό».

«Την ίδια στιγμή η παραδοσιακή Αριστερά περιθωριοποιείται. Το ΚΚΕ Εσωτερικού κερδίζει κυρίως κόσμο από τον καλλιτεχνικό χώρο και τους διανοούμενους εν γένει, το δε ΚΚΕ κάνει τη στροφή προς μια κλειστή πολιτική, που απλώς συντηρούσε το κόμμα. Όμως το ΚΚΕ είχε και κάποια πλεονεκτήματα: Είχε πάρει όλα τα σύμβολα και είχε και έναν χαρισματικό ηγέτη, τον Χαρίλαο Φλωράκη και μια πολύ πλούσια χρηματοδότηση από την Σοβιετική Ένωση».

Ιστορικά η παραδοσιακή Αριστερά έχει κατηγορήσει το ΠΑΣΟΚ για παραπλάνηση της ελληνικής κοινωνίας, στην οποία παρουσιάστηκε ως ένα κόμμα με Αριστερές ιδέες για να ανέλθει στην εξουσία. «Όταν κάποιος στέκεται από μόνος του στην κόψη του ξυραφιού και ο πολιτικός του αντίπαλος τον σπρώξει και πέσει, δεν φταίει ο αντίπαλος. Το ΠΑΣΟΚ στην ουσία δεν πλάνεψε κανέναν. Οι ιδέες της Αριστεράς δεν ήταν κάποια κατοχυρωμένη ιδιοκτησία και το ΚΚΕ τις χειρίστηκε με τον πιο παρωχημένο και ακαλλιέργητο τρόπο, θα έλεγα σκοταδιστικά. Το δε ΚΚΕ εσωτερικού διέθετε μεν αριστερό λόγο νεοτερικό και ευρωπαϊκό, αλλά όπως είπαμε πριν δεν μπορούσε να τον διαχειριστεί πολιτικά, σχεδόν δεν ήξερε τι να τον κάνει. Μοιραία, συνεπώς, στην πολιτική αρένα κέρδισε τις ιδέες και τους ανθρώπους το ΠΑΣΟΚ», απαντάει ο κ. Πιζάνιας.  Και προσθέτει: «Πολλά από τα συνθήματα του Ανδρέα Παπανδρέου ήταν δημαγωγικά αλλά να μην ξεχνάμε πως άλλα τόσα ήταν δημεγερτικά. Όπως τα βασικά του συνθήματα για κοινωνική απελευθέρωση, η κατοχύρωση της λαϊκής κυριαρχίας μετά από τριάντα σχεδόν χρόνια αμερικανοκρατίας κτλ.»

Η «Αλλαγή»:  Άνοδος του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία

Το ΠΑΣΟΚ κερδίζει τις εκλογές του ’81 με ποσοστό 48%. Σχηματίζει αυτοδύναμη κυβέρνηση με 173 βουλευτές και ο Ανδρέας Παπανδρέου βρίσκεται στην πρωθυπουργία. «Όταν το ΠΑΣΟΚ ανέλαβε την εξουσία η μισή Αθήνα δεν είχε αποχέτευση. Ένα σημαντικό τμήμα δεν είχε νερό πόσιμο. Τμήματα της χώρας δεν είχαν ηλεκτρικό ρεύμα. Οι επαρχιακοί δρόμοι ήταν καρόδρομοι. Η ακτοπλοΐα της χώρας αποτελείτο από σαπάκια. Αυτή ήταν η χώρα που παρέδωσε η τριακονταετής διακυβέρνηση της δεξιάς. Επίσης τα σχολεία ήταν λίγα και στοιχειώδους επιπέδου, ενώ τα Πανεπιστήμια ήταν ελάχιστα. Το σύστημα υγείας επίσης ήταν τραγικό με πέντε – έξι νοσοκομεία σε όλη τη χώρα. Στην ουσία παραδόθηκε στο ΠΑΣΟΚ μια χώρα υπανάπτυκτη. Το ΠΑΣΟΚ προχώρησε σε μια αναμόρφωση της ελληνικής κοινωνίας. Έχτισε υποδομές (δρόμους, αποχετεύσεις, αεροδρόμια, λιμάνια, δίκτυα ηλεκτροδότησης και υδροδότησης κ.α.), δημιούργησε νέο εκπαιδευτικό σύστημα (ανέγερση σχολείων, πολυκλαδικών, πανεπιστημίων, βιβλιοθηκών κ.α.), αλλά και το Εθνικό Σύστημα Υγείας. Επίσης αναγνώρισε την Εθνική Αντίσταση. Ήταν μια μεγάλη πολιτική κίνηση από την πλευρά του Ανδρέα Παπανδρέου. Αυτή είναι η μία πλευρά του ΠΑΣΟΚ που δεν θα πρέπει να ξεχνάμε.

Η άλλη είναι η πλευρά της διαφθοράς. Μιας διαφθοράς, σε πρώτη φάση όχι πολύ μεγάλης, που εξαπλώνεται σταδιακά σε όλη την κοινωνία. Στις αρχές του ’80, δεύτερο με τρίτο χρόνο διακυβέρνησης, ξεκινάει μια σύγκρουση στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ μεταξύ των παλιών κεντρώων του κόμματος (κομματάρχες, πατρόνοι κλπ) και των νέων στελεχών που έχτισαν το ΠΑΣΟΚ από το ’74. Σε αυτή τη σύγκρουση τα νέα στελέχη, οι ‘εκσυγχρονιστές’, ηττήθηκαν. Και δεν μιλάμε για τους ‘εκσυγχρονιστές’ του Σημίτη, αυτοί ήταν ακόμη χειρότεροι από τους Κεντρώους της περιόδου του ‘80. Μιλάμε για τους νέους ανθρώπους που ζητούσαν ένα αυστηρό κράτος, λειτουργικό, υψηλού επιπέδου, με προσανατολισμό σε ευρωπαϊκά κριτήρια. Ο Ανδρέας Παπανδρέου εκτίμησε πως το ρεύμα της κοινωνίας ήταν υπέρ των Κεντρώων και καιροσκοπικά πήρε το μέρος τους. Αυτό οδήγησε σε μια ήττα των εκσυγχρονιστών αλλά και σε μια μεγάλη ζημιά για τη χώρα.

Στόχος των κεντρώων ήταν μια οργάνωση τύπου κομματαρχών και βλαχοδημάρχων. Έτσι στήνεται ξανά το πελατειακό κράτος με νέους όρους σε σχέση με αυτό που είχε στήσει η δεξιά. Τμήματα των πολιτών ενσωματώνονται στο ΠΑΣΟΚ έχοντας τα δικά τους οφέλη, όπως μια θέση στο Δημόσιο, ένα επίδομα, μια θέση στον συνεταιρισμό, ένα αυθαίρετο, μια εργολαβία κλπ.  Αυτή ήταν και η διάχυση της διαφθοράς. Αυτό το χρησιμοποιήσαν τα στελέχη ως σύστημα εκλογικής επιρροής.

Το «Βρώμικο ‘89»

Μετά από μια οκταετία με το ΠΑΣΟΚ στην εξουσία έρχεται το «Βρώμικο 89». Η ΝΔ του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη κερδίζει τις εκλογές του ’89 με 44,25% έναντι 39,15% του ΠΑΣΟΚ, αλλά δεν μπορεί να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση. Μητσοτάκης, Φλωράκης και Κύρκος θα αποφασίσουν τη δημιουργίας μιας κυβέρνησης συνεργασίας. Στόχος της ετερόκλητης κυβέρνησης με πρωθυπουργό τον Τζανή Τσανετάκη είχε ως στόχο την «κάθαρση» και τη διεξαγωγή επαναληπτικών εκλογών. Ο Ανδρέας Παπανδρέου και ο τότε Υπουργός Δημήτρης Τσοβόλας οδηγούνται στο Ειδικό Δικαστήριο για την υπόθεση τηλεφωνικών υποκλοπών και για το σκάνδαλο Κοσκωτά. Το 1992 θα αθωωθεί ενώ στην κυβέρνηση βρίσκεται η ΝΔ, με μόλις 151 βουλευτές, ύστερα από μια οικουμενική κυβέρνηση και δύο εκλογικές αναμετρήσεις.

«Το Βρώμικο ’89 ήταν ένα τερατώδες λάθος του Λεωνίδα Κύρκου, του Χαρίλαου Φλωράκη και του μεγάλου τακτικιστή καιροσκόπου της πολιτικής, Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Όπως είχε πει τότε και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής: Δεν στέλνεις έναν πρωθυπουργό στο ειδικό δικαστήριο χωρίς αποδείξεις και ικανοποιητικά στοιχεία. Οι πρωθυπουργοί πηγαίνουν στα σπίτια τους, είχε τονίσει. Οι Κύρκος και Φλωράκης, άκρως καιροσκοπικά και μεγάλη δόση πολιτικής αφέλειας,  πίστεψαν πως με αυτόν τον τρόπο θα διαλύσουν το ΠΑΣΟΚ και θα πάρουν μέρος του κόσμου του, ενώ ο Μητσοτάκης πως θα πάρει την εξουσία. Το δεύτερο συνέβη, έστω για τρία χρόνια, όχι όμως και το πρώτο. Το Βρώμικο ’89 ήταν ένα κράμα πολιτικής ανοησίας και καιροσκοπισμού. Εξάλλου κερδισμένο από το Βρώμικο ’89 βγαίνει τελικά το ΠΑΣΟΚ», σχολιάζει ο Πέτρος Πιζάνιας.

Καταστροφικός Συνδυασμός: Άγριος νεοφιλελευθερισμός και Σαμαράς

Σχετικά με την τριετία που έμεινε η ΝΔ στην εξουσία ο καθηγητής Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας του Ιόνιου Πανεπιστημίου σημειώνει πως «η κυβέρνηση Μητσοτάκη ήταν μια ιδιαιτέρως αποτυχημένη κυβέρνηση». «Αποσπάται από την κοινωνία και αρχίζουν οι πόλεμοι φατριών. Ποιος θα πάρει την τάδε βιομηχανία, τι θα ιδιωτικοποιηθεί κλπ. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη εισάγει άγαρμπα τον νεοφιλελευθερισμό και κανείς δεν μπορεί να το αντέξει στην κοινωνία. Έτσι έπεσε. Ανεξάρτητα αν είχε λίγους βουλευτές.

Το άλλο σημείο της κυβέρνησης Μητσοτάκη που πρέπει να επισημανθεί ήταν η παρουσία του σημερινού πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά. Η δράση του ήταν ό,τι πιο καταστροφικό υπήρχε στο θέμα των Σκοπίων. Συμπεριφέρθηκε τελείως καιροσκοπικά οδηγώντας τις  διαπραγματεύσεις σε αδιέξοδο. Πρόκειται για μια μεγάλη καταστροφή για τη χώρα. Να θυμίσω πως ο τότε πρόεδρος του Συμβουλίου των Υπουργών εξωτερικών της Ένωσης και υπουργός Εξωτερικών της Πορτογαλίας, Ζοάο Ντε Ντέους Πινέιρο, είχε σχεδιάσει το λεγόμενο «Πακέτο Πινέιρο», ένα χρηματοδοτικό πακέτο για την ανασυγκρότηση των Σκοπίων και άλλων ανατολικών χωρών της Ευρώπης. Το σχέδιο προέβλεπε την Ελλάδα ως διαχειρίστρια αυτού του πακέτου για τα Βαλκάνια. Πολλοί από την Ευρώπη αντέδρασαν στο γεγονός πως με αυτόν τον τρόπο η Ελλάδα μετατρεπόταν σε μια μικρή περιφερειακή δύναμη.

Ωστόσο η ηγεσία της Ευρώπης είχε αποφασίσει να προωθήσει αυτό το σχέδιο, το οποίο όμως μπλόκαρε ο Αντώνης Σαμαράς με το «κίνημά του για το Έθνος και την Πατρίδα», την οποία βέβαια ξεπουλάει σήμερα στις γερμανικές ελίτ. Χάθηκε μια τεράστια ευκαιρία. Όμως σε αυτό το σημείο θα πρέπει να αναφερθεί πως και ο Ανδρέας Παπανδρέου λειτούργησε καιροσκοπικά εκείνη την περίοδο καθώς τάχθηκε κατά της προωθούμενης λύσης για το Σκοπιανό, κυρίως για να στραφεί εναντίον της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Από την πλευρά του ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ήταν υπέρ των ευρωπαϊκών σχεδιασμών καθώς είχε διαγνώσει τις ευκαιρίες που δημιουργούνταν με το πακέτο Πινέιρο». Αλλά και αυτός δεν έκανε τίποτε σχετικά.

Η επιστροφή του ΠΑΣΟΚ και ο «εκσυγχρονισμός» Σημίτη

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη καταρρέει (μαζικές διαδηλώσεις, δολοφονία Τεμπονέρα, αποχώρηση Σαμαρά) και το ΠΑΣΟΚ επιστρέφει στην εξουσία τον Οκτώβριο του 1993 ύστερα από την πρόωρη εκλογική αναμέτρηση. Ο Ανδρέας Παπανδρέου επιστρέφει στον πρωθυπουργικό θώκο. Η δημοφιλία του παραμένει υψηλή, όμως η υγεία του είναι ιδιαίτερα επιβαρυμένη. Κυβερνητικά το ΠΑΣΟΚ επιστρέφει με ένα πρόγραμμα με ξεκάθαρο ευρωπαϊκό προσανατολισμό, στο πλαίσιο της συνθήκης του Μάαστριχτ (1992) και με απώτερο στόχο την ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ. «Εκεί έρχεται η λιτότητα. Επιχειρείται ένα συμμάζεμα των δημοσιονομικών», αναφέρει ο κ. Πιζάνιας, ενώ υπογραμμίζει πως «ο αντιευρωπαϊσμός του ΠΑΣΟΚ έχει ξεπεραστεί ήδη από τα ΜΟΠ (Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα), στα μέσα της δεκαετίας του ’80». «Τότε μείναμε στην Ευρώπη με αντάλλαγμα αυτά τα προγράμματα, μια πάρα πολύ σημαντική κίνηση του Α. Παπανδρέου. Ουσιαστικά όμως ο αντιευρωπαϊκός λόγος του είχε τελειώσει από τα πρώτα χρόνια της διακυβέρνηση ΠΑΣΟΚ».

Σε αυτό το σημείο ο κ. Πιζάνιας επισημαίνει και την σημαντική εξωτερική πολιτική που άσκησε ο Ανδρέας Παπανδρέου τη δεκαετία του ’80. Όπως υπογραμμίζει «ο αντιευρωπαϊσμός του Παπανδρέου υπήρξε αρχικά ένας ιδεολογικός προσανατολισμός, όμως δεν μπόρεσε να εφαρμοστεί πολιτικά. Σε όλη την περίοδο διακυβέρνησης τη δεκαετία του ’80, ο Α. Παπανδρέου ασκούσε μια εξωτερική πολιτική πολύ σημαντική με μεγάλη επιρροή στην ΕΕ και συμμετοχή στο κίνημα των «αδεσμεύτων» στον ΟΗΕ. Είχε μια πραγματικά ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική στο βαθμό που το επέτρεπαν οι δυνατότητες της μικρής Ελλάδας».

Τον Νοέμβριο του 1995 η υγεία του κλονίζεται σοβαρά. Εισάγεται στο Ωνάσειο και λίγους μήνες αργότερα, τον Ιανουάριο του ’96, υπογράφει την παραίτησή του. Στις αρχές Ιουνίου του ίδιου έτους ο Ανδρέας Παπανδρέου πεθαίνει μετά από οξύ ισχαιμικό επεισόδιο. Ο διάδοχός του στην πρωθυπουργία της χώρας αλλά και την προεδρία του κόμματος είναι ο Κώστας Σημίτης. «Μέσα σε ένα χρόνο έρχονται τα πάνω κάτω», τονίζει ο κ. Πιζάνιας. Βασικός εσωκομματικός αντίπαλος για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ αλλά και την πρωθυπουργία ήταν ο Άκης Τσοχατζόπουλος. Και στις δύο εσωκομματικές εκλογικές διαδικασίες ο Τσοχατζόπουλος ηττήθηκε (για την πρωθυπουργία χρειάστηκε επαναληπτική καθώς στην πρώτη ισοψήφησαν).

Κεντρικός άξονας της πολιτικής Σημίτη ήταν ο λεγόμενος «εκσυγχρονισμός». «Πρόκειται για ένα πρόγραμμα που αρχικά προσέγγισε πάρα πολύ κόσμο (και εμένα προσωπικά) αλλά διαψεύστηκε μέσα σε ένα με ενάμιση χρόνο. Ο εκσυγχρονισμός του Σημίτη κατέληξε στην παροχή εργολαβιών, σε δουλειές ‘ημετέρων’ και εδραίωση της διαφθοράς. Οι βασικές αρχές αυτού του προγράμματος όπως παρουσιάστηκαν ήταν ο ισχυρός ευρωπαϊκός προσανατολισμός με ένταξη στο ευρώ, ανασυγκρότηση του κράτους από πελατειακό σε σύγχρονο ευρωπαϊκό, ανασυγκρότηση του κόμματος σε μοντέρνο ευρωπαϊκό και βέβαια οικονομική ανάπτυξη. Τίποτα από όλα αυτά δεν έγινε», αναφέρει ο κ. Πιζάνιας και συνεχίζει:

«Αντίθετα κατέληξε στην καταστροφή της μισής αγροτικής και κτηνοτροφικής παραγωγής και του 70% του παραδοσιακού αλιευτικού στόλου. Χωρίς όλα αυτά να αναπληρωθούν από κάτι άλλο. Κατέληξε επίσης στην υπόθεση του χρηματιστηρίου και στις ιδιωτικοποιήσεις, όπως στον ΟΤΕ. Μια ελληνική κρατική εταιρεία πολύ ανεπτυγμένη, που ήταν μεν προβληματική αλλά θα μπορούσε να εκσυγχρονιστεί, δόθηκε σε μια γερμανική κρατική εταιρεία, την Deutsche Telekom, η οποία στη συνέχει πούλησε όλες τις εταιρείες επιρροής που είχε φτιάξει ο ΟΤΕ στα Βαλκάνια. Σκεφτείτε το αυτό ως ζήτημα γεωπολιτικό. Ήταν το δεύτερο χτύπημα στην χώρα μετά την ακύρωση του πακέτου Πινέιρο.

Ο «εκσυγχρονισμός» αποδείχτηκε μία καταστροφική αναπαλαίωση. Αν πραγματικά ο Κώστας Σημίτης επιθυμούσε τον εκσυγχρονισμό θα έπρεπε να συγκρουστεί με το ίδιο το ΠΑΣΟΚ, με τη Δεξιά, με ένα μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας, αλλά πρώτα από όλα θα έπρεπε να συγκρουστεί με τους εργολάβους, τους ιδιοκτήτες μέσων ενημέρωσης, τους κρατικοδίαιτους Έλληνες καπιταλιστές, τους τραπεζίτες κ.α. Αυτό είναι ένα σύστημα που σερνόταν από την εποχή Καραμανλή, που το ΠΑΣΟΚ του Παπανδρέου δεν το πείραξε και ενδεχομένως να το επέκτεινε, όμως η πολιτική Σημίτη του έδωσε προνομιακό χώρο. Στην πραγματικότητα ο «εκσυγχρονισμός» Σημίτη ενίσχυσε το παρασιτικό τμήμα της ελληνικής οικονομικής ελίτ. Κατά τα άλλα το κράτος το άφησε όπως ήταν αν δεν το έκανε και χειρότερο.

Θυμάμαι τη φράση ενός κομματικού στελέχους του ΠΑΣΟΚ, του Μιχάλη Χαραλαμπίδη, ο οποίος στο συνέδριο του 1996 όπου και εκλέχθηκε ο Κώστας Σημίτης, είχε λοιπόν πει πως αν περάσει η γραμμή Σημίτη η Ελλάδα σε είκοσι χρόνια θα είναι ένα γερμανικό λάντερ (γερμανικό ομόσπονδο κρατίδιο) και μια κοινωνία τουρκομπαρόκ’. Τότε μου είχε κάνει τρομερή εντύπωση αλλά φαίνεται πως κάτι ήξερε. Πρέπει να σημειωθεί πως η άνοδος Σημίτη συμπτωματικά συνέπεσε με την άνοδο της δύναμης της Γερμανίας στην Ευρώπη. Νομίζω πως ο Κώστας Σημίτης αυτό το αντιλήφθηκε και συνέδεσε πιο στενά τις τύχες της Ελλάδας με τη Γερμανία».

Ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας αποδίδει την αύξηση του χρέους και την οικονομική κατάρρευση στις κυβερνήσεις και την πολιτική Παπανδρέου της δεκαετίας του ’80. Ο κ. Πιζανίας απορρίπτει αυτή την ανάλυση. «Πράγματι στην περίοδο του Ανδρέα Παπανδρέου το δημόσιο χρέος αρχίζει να αυξάνεται αλλά θα πρέπει να δούμε τι γίνεται αυτό το χρέος. Που πάνε τα λεφτά των δανείων; Τα περισσότερα δίνονται για υποδομές, εκπαίδευση και υγεία. Πρόκειται για παραγωγικές επενδύσεις. Εκείνη την περίοδο είναι γεγονός πως εμφανίζεται η διαφθορά, όμως ένα μεγάλο μέρος του χρέους κατευθύνθηκε σε τομείς που επέτρεψαν στη χώρα να εξελιχθεί σε στοιχειωδώς ανεπτυγμένη. Αντίθετα το χρέος στις κυβερνήσεις Μητσοτάκη και Σημίτη κατευθύνθηκε όλο σε παρασιτικές επενδύσεις. Επίσης τα φαινόμενα Τσοχατζόπουλου εμφανίζονται στην περίοδο Σημίτη. Στη πραγματικότητα εκείνη την περίοδο εδραιώνεται και γίνεται πανίσχυρο το παρασιτικό τμήμα της οικονομικής και πολιτικής ελίτ. Σε αυτό βοήθησαν και οι νόμοι περί ευθύνης υπουργών και για τα μέσα ενημέρωσης που συνέταξε ο Ευάγγελος Βενιζέλος.

Η εμπορευματοποίηση της πολιτικής και μια τερατώδης ιστορική ανατροπή

«Είναι αλήθεια πως το ΠΑΣΟΚ ήταν ο κυρίαρχος της Μεταπολίτευσης αλλά δεν μπορεί να χρεωθεί εξολοκλήρου την κατάρρευση της χώρας», σημειώνει ο Πέτρος Πιζανίας, εξηγώντας πως για να κατανοήσουμε το μεταπολιτευτικό σύστημα θα πρέπει να αντιληφθούμε πως τα προηγούμενα τριάντα χρόνια, δηλαδή από το ’44 έως και το ’74, η Ελλάδα είχε εμφύλιο, στην αρχή ένοπλο και στη συνέχεια θεσμικό.

«Η Μεταπολίτευση χτίζει μια Δημοκρατία όχι με βάση τους πολίτες, αλλά με βάση τα κόμματα. Αυτό το σύστημα είναι που κατέρρευσε. Όμως δεν κατέρρευσε στην εποχή του Μνημονίου αλλά από το 2004 – 2005. Για το σημερινό ΠΑΣΟΚ δεν θα πω τίποτε. Η κατάντια του και ειδικά της ηγεσίας του είναι τέτοια που είναι έξω από κάθε περιγραφή. Η θεμελιώδης ιστορική αιτία της κατάρρευσης των δύο κομμάτων είναι πως εκτεταμένα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας γίνονται αυτόνομα. Αποκτούν πλούτο, υψηλού επιπέδου μόρφωση κλπ. Η δεύτερη αιτία αυτής της κατάρρευσης είναι πως τα δύο κόμματα, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, μετέτρεψαν τις λειτουργίες της Βουλής και του Κράτους σε εμπόρευμα που το πουλούσαν σε κοινωνικές ομάδες και ισχυρά άτομα έναντι ανταλλαγμάτων. Αυτό κατέστησε τα κόμματα αλλά και την πολιτική αναξιόπιστα.

Όσο για την οικονομική κατάρρευση επίσης δεν οφείλεται αποκλειστικά στο ΠΑΣΟΚ αλλά στο σύνολο του κομματικού συστήματος της μεταπολίτευσης. Τα αναπτυξιακά μέτρα, των κυβερνήσεων Καραμανλή και Παπανδρέου, τελειώνουν το ’87 με ’89. Μετά αρχίζει ο παρασιτισμός. Και πριν υπήρχε παρασιτισμός, ωστόσο στη συνέχεια εξελίσσεται σε κυρίαρχο στοιχείο του συστήματος και με τη βοήθεια της ΕΕ. Ιδιαίτερα η περίοδος Σημίτη είναι η περίοδος μετάβασης από την όποια παραγωγική δραστηριότητα διέθετε η χώρα στον παρασιτισμό. Τα παρασιτικά στοιχεία του συστήματος ενισχύονται αντί να περιθωριοποιηθούν.

Τελικά, η Μεταπολίτευση ήταν αυτό που μπόρεσε να κάνει η ελληνική κοινωνία και οι πολιτικές ηγεσίες μετά από τριάντα χρόνια εμφύλιο. Ο εμφύλιος αποτελεί σημείο κλειδί και εδώ θα πρέπει να επισημανθεί μια κρίσιμη ιστορική αντιστροφή. Οι αγωνιστές που πολέμησαν στην εθνική αντίσταση, Αριστεροί κυρίως αλλά και κάποιοι Δεξιοί, είναι αυτοί που μετά τσακίστηκαν, σφαγιάστηκαν, εξορίστηκαν για να κυριαρχήσουν τελικά οι συνεργάτες των κατακτητών Ναζί. Αυτή είναι μια τερατώδης ιστορική ανατροπή την οποία πληρώνουμε ακόμη και σήμερα εν μέρει».

* Η φωτογραφία – ντοκουμέντο είναι από βάφτιση την 18η Οκτωβρίου του 1981, ημέρα που το ΠΑΣΟΚ κέρδισε τις εκλογές και έγινε για πρώτη φορά κυβέρνηση. Δημοσιεύτηκε στο Facebook. Διαβάστε για την ιστορία της φωτογραφίας εδώ