Ο Κινηματογράφος αποτελεί έναν ξεκάθαρο εκφραστή του πολιτισμού που έχει αναδείξει την εμφάνιση του ευδιάκριτου καταναλωτισμού, ο οποίος κυριαρχεί και αποτελεί σήμα κατατεθέν της αστικής τάξης. Από την «Κρυφή Γοητεία της Μπουρζουαζίας» του Λουίς Μπουνιουέλ, μέχρι τα «Παράσιτα» του Μπονγκ Τζουν – Χο, οι συγκεκριμένες ταινίες παρέχουν στο κοινό μία οπτική γωνία αυτής της ηθικής και πνευματικής παρακμής, η οποία βρίσκεται στον πυρήνα της καπιταλιστικής κοινωνίας και την παρουσιάζει άλλοτε με κριτική και άλλοτε με χιουμοριστική διάθεση.

Ads

Ο Κανόνας του Παιχνιδιού / La Règle du Jeu / The Rules of the Game
Σκηνοθεσία: Ζαν Ρενουάρ
Σενάριο: Jean Renoir, Carl Koch
Πρωταγωνιστούν: Μαρσέλ Νταλιό, Ρολάν Τουτέν, Νόρα Γκρεγκόρ, Ζαν Ρενουάρ, Μιλά Παρελί, Γκαστόν Μοντό, Ζιλιέν Καρέτ
Χώρα Παραγωγής: Γαλλία
Έτος Παραγωγής: 1939
Διάρκεια: 108 λεπτά

image

Ο Ζαν Ρενουάρ ρίχνει μια ματιά στην αστική τάξη της Γαλλίας λίγο πριν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Χρησιμοποιώντας ως κέντρο βάρους τους καλεσμένους που φιλοξενεί η εξοχική έπαυλη ενός αριστοκρατικού ζεύγους. O Ρενουάρ χτίζει σιγά – σιγά την εικόνα μιας κοινωνίας εκτός ελέγχου, ενός τραγελαφικού θιάσου κοινωνικών μοντέλων σ’ ένα διαρκές θέατρο του παραλόγου. Το ξεπούλημα κάθε αξίας, το τέλος κάθε ανθρωπιάς, η σταδιακή επικράτηση του κακού και η σιωπηλή απελπισία ενός καλλιτέχνη στέκουν ως διαχρονικός καθρέφτης για έναν ολόκληρο κόσμο στο χείλος της αβύσσου.

Ads

Όλα ξεκινούν σαν μια ελαφριά φάρσα. Μια παιχνιδιάρικη κωμωδία δωματίου, στην οποία τα φλερτ και τα ερωτικά μυστικά κινητοποιούν τους χαρακτήρες και καθοδηγούν την ίντριγκα. Καθώς όμως η υπόθεση περιπλέκεται όλο και περισσότερο, αποκαλύπτεται ένας ασφυκτικός μικρόκοσμος και ο «Κανόνας του Παιχνιδιού» φανερώνει το πραγματικό, βαθιά σκοτεινό του πρόσωπο.

Διάχυτη είναι η ανησυχία του καλλιτέχνη, που κρούει τον κώδωνα του κινδύνου ως προειδοποίηση για μια χώρα έτοιμη να εγκληματίσει ηθικά. Και είναι πραγματικά ελάχιστες οι φορές που το Σινεμά έχει πει κι έχει δείξει, τόσο σκληρές αλήθειες με τόσο κομψό τρόπο και ίσως η μόνη που έχει απεικονίσει τόσο πειστικά την αβάσταχτη ελαφρότητα του ανθρώπινου είναι. Όλα αυτά, καθιστούν το φιλμ τόσο τρομερά προφητικό στην εποχή του, ώστε το κοινό, αδυνατώντας να δεχτεί το δυσοίωνο όραμα της, κατακεραυνώνει την ταινία. Ενώ έξι εβδομάδες μετά την πρεμιέρα της, η κυβέρνηση ζητά την απαγόρευσή της, με το αιτιολογικό ότι διαστρεβλώνει και παρερμηνεύει παραδόσεις και θεσμούς.

«Ο «Κανόνας του παιχνιδιού» είναι το σύμβολο της πίστεως για κάθε σινεφίλ, η ταινία των ταινιών, το φιλμ που περιφρονήθηκε περισσότερο από κάθε άλλο στην πρώτη προβολή του κι αυτό που γνώρισε την καταξίωση με την τρίτη επανέκδοσή του στην πλήρη, χωρίς περικοπές εκδοχή του. Σε αυτή την «δραματική κωμωδία» ο Ρενουάρ εκφράζει πολλές γενικότερες ή πιο συγκεκριμένες ιδέες του, χωρίς εμμονές και πιο πολύ εκφράζει την μεγάλη του αγάπη για τις γυναίκες. Ο «Κανόνας του Παιχνιδιού» μαζί με τον «Πολίτη Κέην» είναι αναμφίβολα τα δύο φιλμ που πυροδότησαν τις καριέρες των περισσοτέρων σκηνοθετών. Αντί να απολαμβάνουμε ένα ολοκληρωμένο προϊόν που παραδίδεται για να ικανοποιήσει την περιέργεια μας, νιώθουμε πως είμαστε παρόντες στην ίδια τη δημιουργία του φιλμ, σχεδόν νομίζουμε πως βλέπουμε τον Ρενουάρ να οργανώνει τα πάντα ενώ συγχρόνως παρακολουθούμε την προβολή. Για μια στιγμή σκεφτόμαστε: «Θα περάσω και αύριο να δω αν όλα εξελιχθούν με τον ίδιο τρόπο». Κι αυτός είναι ο λόγος που μπορούμε να περάσουμε μερικές από τις καλύτερες βραδιές μας βλέποντας τις ταινίες του.» – Φρανσουά Τρυφώ

Ο Θείος Μου / Mon Oncle
Σκηνοθεσία: Ζακ Τατί
Πρωταγωνιστούν: Ζακ Τατί, Ζαν-Πιέρ Ζολά, Αντριάν Σερβαντί
Χώρα Παραγωγής: Γαλλία, Ιταλία
Έτος Παραγωγής: 1958
Διάρκεια: 116 λεπτά

image

Ο κύριος Ιλό – γνωστή κινηματογραφική περσόνα του Ζακ Τατί – θα φιλοξενηθεί για λίγο καιρό στο υπερμοντέρνο σπίτι της νεόπλουτης αδερφής του. Ο απροσάρμοστος κι αναρχικός Ιλό δεν θα αργήσει να αποσυναρμολογήσει την καλοκουρδισμένη ζωή τους. Η ταινία ενεργεί ως χιουμοριστική κριτική προς την αναπτυσσόμενη μοντερνιστική αρχιτεκτονική που στα τέλη τις δεκαετίας του 1950 αποτελούσε την προδιαγεγραμμένη δομική σύνθεση των προαστίων του Παρισιού. Παράλληλα όμως η ταινία αποτελεί και μια μεταφορική αντίδραση στη σχολή του γλωσσολογικού δομισμού, που εκείνη την εποχή γνώριζε μεγάλη άνθηση.

Ο Ζακ Τατί είναι απολαυστικός στον ρόλο του και δικαίως πλέον θεωρείται ως ένας από τους πρωτοπόρους του σύγχρονου κινηματογράφου, ο οποίος απέσπασε το 1977, ένα τιμητικό βραβείο Σεζάρ, για το σύνολο της σπουδαίας καριέρας του. Το 1958 ο Ζακ Τατί ερμηνεύει μοναδικά τον ρόλο του Κυρίου Ιλό (Monsieur Hulot), στην εξαιρετική ταινία «Ο Θείος Μου». Μαζί με το θρυλικό «Playtime», πρόκειται ίσως για την μεγαλύτερη επιτυχία του εξαιρετικού Γάλλου σκηνοθέτη και ηθοποιού. Μια ταινία γεμάτη τρυφερότητα και όμορφα συναισθήματα, που υμνεί την απλή ζωή και τις ανθρώπινες σχέσεις. Τιμήθηκε με το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας.

Γλυκιά Ζωή / La Dolce Vita
Σκηνοθεσία: Φεντερίκο Φελίνι
Σενάριο: Φεντερίκο Φελίνι, Ένιο Φλαϊάνο, Τούλιο Πινέλι
Ηθοποιοί: Μαρτσέλο Μαστρογιάνι, Ανίτα Έκμπεργκ, Ανούκ Αιμέ, Υβόν Φουρνό
Χώρα: Ιταλία
Έτος: 1960
Διάρκεια: 174 λεπτά

image

Ο Μαρτσέλο Ρουμπίνι είναι δημοσιογράφος και αρθρογραφεί σ’ ένα έντυπο σκανδάλων, παρ’ όλο που ελπίζει να μπορέσει κάποτε να γράψει πιο σοβαρά. Για επτά ημέρες κι άλλες τόσες νύχτες γίνεται ο ξεναγός σ’ ένα ταξίδι της ζωής στη Ρώμη. Η «Γλυκιά Ζωή», πραγματοποιεί την πρεμιέρα της στις Ιταλικές αίθουσες, τον Φεβρουάριο του 1960. Η επιτυχία στο κοινό συμβαδίζει με τις πολεμικές κριτικές. Στην πρώτη προβολή η ταινία γιουχάρεται και μερικοί αποδοκιμάζουν τον Φελίνι, ο οποίος βρίσκεται εντός της κινηματογραφικής αίθουσας. Οι κατηγορίες που του καταλογίζουν, αφορούν την ανηθικότητα που πιστεύουν ότι προωθεί η εν λόγω ταινία.

Το φιλμ προσβάλλεται από τα επίσημα όργανα της καθολικής εκκλησίας ενώ η υπόθεση φτάνει ακόμα και στην ιταλική βουλή. Παρ’ όλα αυτά η ταραχή των πολεμικών συντελεί στην τεράστια εμπορική επιτυχία της ταινίας, αλλά εμποδίζει μια σαφή κριτική ανάλυση, τουλάχιστον τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Νεολογισμοί, που ανθίστανται ακόμα, δείχνουν πόσο ο σκηνοθέτης επηρεάστηκε και επηρέασε τα ιταλικά ήθη του μεταπολέμου. Ευγενείς θλιβερά παρατεταγμένοι στους ερειπωμένους πύργους τους, μυστικές εμφανίσεις, διανοουμενίστικες συγκεντρώσεις, είναι μερικά μόνο από τα στοιχεία που χρησιμοποιεί με ευφυΐα ο Φεντερίκο Φελίνι.

Η «Γλυκιά Ζωή», αντικατοπτρίζει ουσιαστικά ολόκληρη την Ιταλία του ’50 που ανακαλείται εδώ μέσω της έβδομης τέχνης και αναβιώνει μαγικά επί της μεγάλης οθόνης. Με την αφελή επιθυμία της για ζωή, με την επιτηδευμένη ελαφρότητα που σήμερα μας φαίνεται παραμυθένια, με το γούστο στο καλό ντύσιμο, την ευχαρίστηση που προσφέρει ένα καθαρό ρούχο, ο περίπατος το βράδυ με το αυτοκίνητο, το χάζεμα κάτω από τις αναμμένες λάμπες του καφέ. Όλα αυτά, ο Φελίνι δεν τα εφηύρε, αλλά τα θυμήθηκε…

Η Κρυφή Γοητεία της Μπουρζουαζίας / The Discreet Charm of the Bourgeoisie / Le charme discret de la bourgeoisie
Σκηνοθεσία: Λουίς Μπουνιουέλ
Σενάριο: Λουίς Μπουνιουέλ, Ζαν-Κλοντ Καριέρ
Πρωταγωνιστούν: Φερνάντο Ρέι, Πολ Φρανκέρ, Ντελφίν Σεϊρίν, Μπουλ Οζιέ, Στεφάν Οντράν, Ζαν-Πιέρ Κασέλ, Ζιλιέν Μπερτό, Μιλένα Βούκοτιτς και Μισέλ Πικολί
Διεύθυνση Φωτογραφίας: Εντμόντ Ρίτσαρντ
Μοντάζ: Helene Plemiannikov
Χώρα Παραγωγής: Γαλλία
Έτος Παραγωγής: 1972
Διάρκεια: 102 λεπτά

image

Ο πατέρας του σουρεαλιστικού κινηματογράφου, Λουίς Μπουνιουέλ, καταθέτει το 1972, μία από τις πιο χαρακτηριστικές δημιουργίες του, την «Κρυφή Γοητεία της Μπουρζουαζίας». Μία ταινία που παραμένει επίκαιρη και διαχρονική, καυτηριάζοντας τα κακώς κείμενα της κοινωνίας μας. Στο καστ, συναντάμε σπουδαίους ηθοποιούς, όπως τον Φερνάντο Ρέι και τον Μισέλ Πικολί.

Η ταινία μας μεταφέρει στα πλούσια προάστια του Παρισιού. Εκεί, έξι μεγαλοαστοί, ανάμεσα τους και ο πρέσβης μιας λατινοαμερικανικής χώρας, βρίσκονται σε μια πολύ περίεργη κατάσταση. Προσπαθούν να δειπνήσουν και να ολοκληρώσουν ένα γεύμα, αλλά συνεχώς οι προσπάθειές τους αναστέλλονται από μια σειρά περίεργα, κωμικοτραγικά (άλλα αληθινά κι άλλα φανταστικά), γεγονότα, που παρεμβάλλονται στην πορεία τους.

Ο Μπουνιουέλ, με αυτή την αριστουργηματική σουρεαλιστική ταινία, σατιρίζει καυστικά για άλλη μια φορά την αστική τάξη και την προσποιητή ευγένειά της. Τίποτα δεν ξεφεύγει από τον σαρκασμό του δημιουργού. Οι κενοί καλοί τρόποι, οι ανούσιες κοινωνικές εκδηλώσεις, οι αποσαθρωμένες διαπροσωπικές σχέσεις, αλλά και οι εγκληματικές πράξεις, που καλύπτονται από την κοινωνική θέση, όλα μπαίνουν στο μικροσκόπιο του σκηνοθέτη. Ένα φιλμ, που ο ίδιος ο καλλιτέχνης, το χαρακτήριζε ως το πιο σουρεαλιστικό δημιούργημά του. Η ταινία, συνδυάζει σκηνοθετική δεξιοτεχνία, με μια σκανταλιάρικη, σχεδόν αναρχική αίσθηση, δημιουργικής ελευθερίας.

Παράσιτα / Parasite
Σκηνοθεσία: Μπονγκ Τζουν – Χο
Σενάριο: Joon-ho Bong, Jin Won Han
Πρωταγωνιστούν: Σονγκ Κανγκ Χο, Λι Σαν Κουν, Τσο Γέο
Διευθυντής Φωτογραφίας: Χονγκ Κουνγκ – Πυο
Χώρα Παραγωγής: Νότια Κορέα
Έτος Παραγωγής: 2019
Διάρκεια: 132 λεπτά

image

Η ταινία παρουσιάζει την ιστορία μιας τετραμελούς οικογένειας μικροαπατεώνων, που προσπαθεί να επιβιώσει σε μια από τις λιγότερο προνομιούχες περιοχές της σημερινής Σεούλ. Μια αχτίδα ελπίδας εμφανίζεται, ωστόσο, όταν ο νεαρός γιος της φαμίλιας βρίσκει δουλειά στο πολυτελές σπίτι ενός ιδιοκτήτη πολυεθνικής εταιρείας, δημιουργώντας με ύπουλο τρόπο τις συνθήκες ώστε και οι υπόλοιποι παρίες συγγενείς του να μπορέσουν να επωφεληθούν της ευκαιρίας, δίχως να φαντάζεται, παρ’ όλα αυτά, όσα πρόκειται να συμβούν.

Αυτό που ακολουθεί, είναι ένα ψυχαγωγικό και ευφυές roller coaster έντασης, ανατροπών και ριψοκίνδυνης ισορροπίας ανάμεσα στο αστείο και το δραματικό, το οποίο ο 50χρονος σκηνοθέτης φέρει εις πέρας με τρομερό έλεγχο του υλικού του, με αλάνθαστη δεξιοτεχνία και με ένα ραδιούργο σενάριο που όσο αποκαλύπτει τα μυστικά του στο κοινό, άλλο τόσο συναρπαστικό γίνεται.

Τα «Παράσιτα» του Μπονγκ Τζουν – Χο, είναι ένα συγκλονιστικό φιλμ που αποτυπώνει καρέ καρέ τι συμβαίνει όταν η αξιοπρέπεια συνθλίβεται και οι άνθρωποι μοιραία επαναστατούν. Κάθε νέα ταινία του Μπονγκ Τζουν-Χο είναι από μόνη της ένα γεγονός, αλλά για τα «Παράσιτα», η αναμονή ήταν ιδιαίτερα μεγάλη. Έχοντας δουλέψει την τελευταία δεκαετία σε διεθνείς παραγωγές (Snowpiercer και Okja), ο Μπονγκ επέστρεψε στην πατρίδα του για μια ταινία που είναι επικεντρωμένη στο σκηνικό της, αλλά πιο φιλόδοξη στην εκτέλεση της. Τα «Παράσιτα» δεν είναι απλά μια νέα ταινία, αλλά μια καινούρια αρχή για την ήδη πετυχημένη καριέρα του Μπονγκ Τζουν-Χο. Μια ταινία η οποία κατορθώνει και συνδυάζει το μαύρο χιούμορ, τη σαρδόνια πολιτική σάτιρα, το θρίλερ, την καίρια κοινωνική κριτική, το οικογενειακό δράμα και την έξυπνη αλληγορία στον ίδιο διαρκώς απρόβλεπτο και ατίθασο συνδυασμό.