Γεννημένος στις 31 Μαΐου του 1970, στη Νάπολη της Ιταλίας, ο Πάολο Σορεντίνο μας έχει χαρίσει τα τελευταία χρόνια, μερικές από τις σημαντικότερες ταινίες του ευρωπαϊκού κινηματογράφου: από το «Il Divo» του 2008, μέχρι το «Loro» του 2018. Στο αφιέρωμα που ακολουθεί, θυμόμαστε πέντε από τις πιο χαρακτηριστικές δημιουργίες ενός σπουδαίου σκηνοθέτη.

Ads

«Loro» (2018)

Τρία χρόνια μετά την εξαιρετική «Νιότη» (2015) – κι ενώ έχει μεσολαβήσει η αξιόλογη τηλεοπτική σειρά «The Young Pope», με πρωταγωνιστή τον Τζούντ Λο – ο Πάολο Σορεντίνο, επιστρέφει στην μεγάλη οθόνη. Ο σπουδαίος Ιταλός σκηνοθέτης, συνεργάζεται για ακόμη μία φορά με τον συμπατριώτη του και κορυφαίο ηθοποιό, Τόνι Σερβίλο και παρουσιάζει με καυστικό τρόπο, μία προσεγμένη ταινία, για τη ζωή του Σίλβιο Μπερλουσκόνι και της αυλής του.

image

Ads

O Σορεντίνο, εξ αρχής, επιλέγει να μην πάρει θέση απέναντι στον διαβόητο πρωταγωνιστή του, ενώ ο τίτλος – που σημαίνει «Αυτοί» – αναφέρεται και σε όλους εκείνους που πλαισίωναν τον Μπερλουσκόνι τα χρόνια που καθόρισαν την Ιταλία.

«Δεν ήταν εύκολη ταινία ήδη από το σενάριο. Δεν έχεις την ίδια δημιουργική ελευθερία, όπως με μία ταινία μυθοπλασίας. Σε περιορίζει το γεγονός ότι αντιμετωπίζεις πραγματικούς χαρακτήρες. Δεν μπορείς να πληγώσεις, να προσβάλλεις, να δυσφημίσεις. Η ιδέα να κάνω μία ταινία για τον Μπερλουσκόνι ήρθε τα χρόνια που ήταν παρών ανάμεσα μας. Για πολύ καιρό, μεγάλη μερίδα Ιταλών τον αγαπούσε, ενώ μια άλλη σημαντική μερίδα τον μισούσε. Προκαλούσε πολύ δυνατά, εντελώς αντίθετα συναισθήματα. Η φιλοδοξία μου ήταν να κάνω το πορτρέτο του και το πορτρέτο μερικών Ιταλών που προσπάθησαν να ακολουθήσουν το μονοπάτι του και να συνδεθούν μαζί του με όποιον τρόπο μπορούσαν.» – Πάολο Σορεντίνο

Διαβάστε επίσης:

«Νιότη» (Youth – 2015)

image

Ο Φρεντ (Μάικλ Κέιν) και ο Μικ (Χάρβεϊ Καϊτέλ), είναι δύο φίλοι κοντά στη δύση της ζωής τους, οι οποίοι παραθερίζουν σ’ ένα όμορφο ξενοδοχείο στους πρόποδες των Άλπεων. Ο Φρεντ είναι συνθέτης και συνταξιούχος επικεφαλής ορχήστρας πια, έχοντας εγκαταλείψει την μεγάλη του αγάπη, τη μουσική. Ο Μικ, είναι ένας σκηνοθέτης εν ενεργεία, που προσπαθεί να ολοκληρώσει το ύστατο – κατ’ αυτόν – σενάριό του. Ο χρόνος κυλά ήρεμα, με τους δύο φίλους να παρατηρούν με τρυφερότητα τις μπερδεμένες ζωές των παιδιών τους, τα κραυγαλέα νιάτα των σεναριογράφων που δουλεύουν με τον Μικ και τους υπόλοιπους ενοίκους του ξενοδοχείου. Πέρα από τον Μικ, ο Φρεντ έχει την συντροφιά και της κόρης του, Λίνα (Ρέιτσελ Βάις), η οποία θα αναγκαστεί να διαχειριστεί μια μεγάλη ανατροπή στην προσωπική της ζωή, αλλά και ενός νεαρού Αμερικανού ηθοποιού (Πολ Ντέινο), ο οποίος μελετά τον καινούριο του ρόλο παρατηρώντας τους θαμώνες του θέρετρου.

Δύο χρόνια μετά το απόλυτο κινηματογραφικό του αριστούργημα, «Η Τέλεια Ομορφιά» (La grande bellezza / The Great Beauty), με το οποίο απέσπασε και το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας, ο Πάολο Σορεντίνο επιστρέφει με τη νέα του δημιουργία. Η «Νιότη», μπορεί να μην είναι η «Τέλεια Ομορφιά», όμως διαθέτει όλα τα χαρακτηριστικά ενός σπουδαίου σκηνοθέτη.

«Είχα την ιστορία στο μυαλό μου πολύ καιρό. Ήθελα να έχω πρωταγωνιστή έναν μαέστρο, γιατί με συναρπάζουν σαν άνθρωποι. Διάβασα μία ιστορία για έναν Ιταλό μαέστρο που αρνήθηκε να κάνει μια εμφάνιση προς τιμήν της βασίλισσας και μου έκανε μεγάλη εντύπωση. Είμαι από μια μικρή πόλη οπότε δεν μπορούσα να φανταστώ ότι κάποιος μπορούσε να το κάνει αυτό. Αυτό ήταν το σημείο εκκίνησης. Κατέληξε, βέβαια, μια πολύ προσωπική ταινία, αφού τελικά μιλά για την αγάπη. Είμαι ντροπαλός, κι έτσι δεν μπορώ να την εκφράσω καλύτερα, αλλά παίρνω αγάπη από τη φιλία, την μνήμη και όλες μου τις σχέσεις.» – Πάολο Σορεντίνο

Διαβάστε επίσης:

«Η Τέλεια Ομορφιά» (La grande bellezza / The Great Beauty – 2013)

image

Ο Jep Gamberdella – ένας εμφανίσιμος άντρας με ακαταμάχητη γοητεία, παρ’ όλα τα πρώτα σημάδια των γηρατειών – απολαμβάνει στο μέγιστο την κοινωνική ζωή της πόλης. Είναι ο πρωταγωνιστής μας, ο οποίος παρευρίσκεται σε εκκεντρικά δείπνα και πάρτι, όπου το λαμπερό του πνεύμα και η ευχάριστη παρουσία του είναι πάντα ευπρόσδεκτα. Είναι ένας επιτυχημένος δημοσιογράφος και αμετανόητος γόης. Κουρασμένος από τον τρόπο ζωής του, ο Gamberdella ονειρεύεται ενίοτε να ξαναπιάσει το γράψιμο. Στοιχειωμένος από τις αναμνήσεις ενός νεανικού έρωτα, ταξιδεύουμε μαζί του στα εφηβικά του χρόνια. Θα τα καταφέρει όμως; Μπορεί να ξεπεράσει τη βαθειά αποστροφή του για τον εαυτό του και τους άλλους σε μια πόλη της οποίας η εκθαμβωτική ομορφιά σε παραλύει;

Εκεί όπου ολοκληρώνεται η «Γλυκιά Ζωή» του Φεντερίκο Φελίνι (1960), ξεκινά «Η Τέλεια Ομορφιά» του Πάολο Σορεντίνο. Μπορεί να ακούγετε υπερβολικός ένας τέτοιος χαρακτηρισμός, αλλά η αλήθεια είναι ότι ο Σορεντίνο, με πρωταγωνιστή του και πάλι τον σπουδαίο Τόνι Σερβίλο, μας παρέδωσε ένα πραγματικό αριστούργημα. Μέσα από τον φακό του Σορεντίνο, η Ρώμη μετατρέπεται στον κατάλληλο βιότοπο για να ευδοκιμήσουν οι κοσμικοί με τους περιθωριακούς, μια εξεζητημένη στριπτιζέζ με τον πιο κομψό εξηντάχρονο Ρωμαίο, το ιερό με το βέβηλο.

«Η ταινία μπορεί να ιδωθεί ως φόρος τιμής στον Fellini. Ο Paolo δεν έχει κρύψει ποτέ τη βαθιά αγάπη του για τον Fellini. Κι εγώ όπως όλοι οι ηθοποιοί της γενιάς μου δεν έχω κρύψει την αγάπη μου για τον Mastroianni, ούτε για τον Volonte. Είναι καταλυτικές αναφορές για εμάς. Νομίζω ότι αυτή η ταινία («Γλυκιά Ζωή») και το “8 1/2”, το αριστούργημα του Fellini,  συνδέονται με την ίδια λέξη:  ασωτία. Και οι δύο ταινίες αναπτύσσουν αυτό το θέμα με έναν καταπληκτικό τρόπο, το χαράμισμα της προσωπικότητας, του ταλέντου, των συναισθημάτων, της προσωπικής του ιστορίας, του κοινωνικού του ρόλου. Ο Gambardella δεν ενδιαφέρεται καθόλου για το ταλέντο του. Το σπαταλά και το καταστρέφει. Κατά τη γνώμη μου, αυτές οι δύο ταινίες, που είναι εντελώς διαφορετικές, από δύο διαφορετικούς σεναριογράφους – έναν καταξιωμένο αριστοτέχνη και ένα νέο ταλέντο – μοιράζονται τον ίδιο ρυθμό που συνδέεται με το θέμα της ασωτίας.» – Τόνι Σερβίλο

Διαβάστε επίσης:

«Εκεί Που Χτυπάει Η Καρδιά Μου» (This Must Be The Place – 2011)

image

Ο Cheyenne είναι ένας πρώην ροκ σταρ. Στην ηλικία των πενήντα ντύνεται ακόμα “Goth” και ζει στο Δουβλίνο από τα δικαιώματα των τραγουδιών του. Ο θάνατος του πατέρα του, με τον οποίο δεν μιλούσαν, τον φέρνει πίσω στην Νέα Υόρκη. Ανακαλύπτει πως ο πατέρας του είχε μια εμμονή: να πάρει εκδίκηση για έναν εξευτελισμό που είχε υποστεί. Ο Cheyenne αποφασίζει να συνεχίσει από το σημείο όπου είχε φτάσει ο πατέρας του, ξεκινώντας ένα ταξίδι σε ολόκληρη την Αμερική.

Ο διακεκριμένος σκηνοθέτης Πάολο Σορεντίνο, ο οποίος απέσπασε το Ειδικό Βραβείο της Επιτροπής στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Κανών το 2008 με την ταινία «Il Divo», επιστρέφει με το πολυαναμενόμενο αγγλόφωνο ντεμπούτο του και συνεργάζεται με τον δύο φορές βραβευμένο με Όσκαρ Σον Πεν. Συμπρωταγωνιστούν η βραβευμένη με Όσκαρ Φράνσις ΜακΝτόρμαντ (Fargo) και ο υποψήφιος για Όσκαρ Τζουντ Χιρς (Συνηθισμένοι Άνθρωποι). Η ταινία συμμετείχε στο διαγωνιστικό πρόγραμμα του 64ου Κινηματογραφικού Φεστιβάλ Κανών και κατέκτησε το Μεγάλο Οικουμενικό Βραβείο.

«Il Divo» (2008)

image

Ισως λίγοι άνθρωποι κατάφεραν να διχάσουν τόσο πολύ το πολιτικό σκηνικό και την κοινή γνώμη μιας χώρας όσο ο Τζούλιο Αντρεότι, πρώην σεβάσμιος πολιτικός άνδρας της Ιταλίας που αποκαθηλώθηκε λόγω των αποκαλύψεων για τις διασυνδέσεις του με τη Μαφία. Πώς αυτός, ο επτά φορές πρωθυπουργός, ο ισόβιος γερουσιαστής και αποκαλούμενος «μέγας Τζούλιο», οδηγήθηκε στη διαφθορά και την ηθική πτώση; Μαγεμένος από το μυστήριο Αντρεότι, ο Πάολο Σορεντίνο προσπαθεί να το αποκωδικοποιήσει σε μια βιογραφία ντελιριακή, γεμάτη χιούμορ και απολαυστικές περιπλοκές, που δε διστάζει να καταδυθεί στα μυστικά της «βαθιάς» Ιταλίας. Βραβείο της Επιτροπής στο Φεστιβάλ των Καννών.

Ο Πάολο Σορεντίνο ξεκλειδώνει την προσωπικότητα του Αντρεότι, φτάνοντας στα βάθη της ψυχής του χαρακτήρα με μία απολαυστικά πικάντικη και πρωτότυπη ματιά, που σου κόβει την ανάσα. Μία έντονα πολιτική ταινία, τόσο ευρηματική και αιχμηρή, που θ’αποτελέσει σημείο αναφοράς για το μέλλον του είδους.