Το 1969, υπήρξε μία καταλυτική χρονιά για το Αμερικάνικο Σινεμά, με ξεχωριστές ταινίες. Οκτώ χαρακτηριστικές εξ αυτών, θα έχουμε την ευκαιρία να τις θυμηθούμε και πάλι στην μεγάλη οθόνη, στο πλαίσιο του Αφιερώματος: «To Woodstock και η χρονιά που άλλαξε το Hollywood». Από τον «Ξέγνοιαστο Καβαλάρη» του Ντένις Χόπερ, στον «Καουμπόι του Μεσονυχτίου» του Τζον Σλέσιντζερ και από την «Άγρια Συμμορία» του Σαμ Πέκινπα, μέχρι το «Σκοτώνουν τα Άλογα Όταν Γεράσουν» του Σίντνεϊ Πόλακ.

Ads

Στο Woodstock και το 1969 αναφέρεται ένα από τα αφιερώματα που πραγματοποιεί το 32ο Πανόραμα Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου, το οποίο σηκώνει αυλαία την Πέμπτη 21 Νοεμβρίου και ολοκληρώνεται την Τετάρτη 4 Δεκεμβρίου. Φέτος το παλαιότερο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ της Αθήνας, φιλοξενείται στις αίθουσες Τριανόν (21/11-4/12, Κοδριγκτώνος 21) και Ανδόρα (28/11-4/12, Σεβαστουπόλεως 117).

Σχετικά με το Αφιέρωμα «To Woodstock και η χρονιά που άλλαξε το Hollywood», ο Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Φεστιβάλ, Νίνος Μικελίδης, αναφέρει χαρακτηριστικά:

«Στις αρχές του 1969 στις Ηνωμένες Πολιτείες, κι ενώ βρισκόμαστε στο απόγειο του πολέμου του Βιετνάμ, ο Λίντον Τζόνσον αποχωρεί από την προεδρία του έθνους και στη θέση του ορκίζεται ο Ρίτσαρντ Νίξον, στα στούντιο του Μέμφις ο Έλβις Πρίσλεϊ γράφει το «Long Black Limousine» (στο περίφημο άλμπουμ του, «From Elvis in Memphis»), στα πανεπιστήμια του Χάρβαρντ και του Μπέρκλεϊ ξεκινούν οι πρώτες καταλήψεις, με ελικόπτερα της Εθνικής Φρουράς να ψεκάζουν τους φοιτητές με ειδική σκόνη που καταστρέφει το δέρμα, στη Νέα Υόρκη ξεκινάει η κίνηση για τα δικαιώματα των γκέι, ο κόσμος σ’ ολόκληρο τον πλανήτη παρακολουθεί τον αστροναύτη Νιλ ‘Αρμστρονγκ να κάνει τα πρώτα του βήματα στη Σελήνη, τα διεθνή τηλεοπτικά μέσα παρουσιάζουν τη Σφαγή στο Μάι Λάι, οι μαζικές διαδηλώσεις ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ αυξάνονται καθημερινά, οι οπαδοί του Μάνσον δολοφονούν τη Σάρον Τέιτ και αστυνομικοί του Σικάγου δολοφονούν στον ύπνο τους, μέλη των Μαύρων Πανθήρων.

Ads

Ενώ, τον Αύγουστο (15-18) διεξάγεται το φεστιβάλ του Γούντστοκ, όπου συμμετέχουν οι πιο διάσημοι τραγουδιστές και τα συγκροτήματά τους, φεστιβάλ που θα καταγράψει με την κάμερά του ο Michael Wadleigh. Την ίδια χρονιά το «Νέο Χόλιγουντ», όπως θα γίνει στη συνέχεια γνωστό, αρχίζει να παραμερίζει το γκλάμορ και τον ψευτο-συναισθηματισμό των παραδοσιακών ιστοριών του, εμφανίζοντας μια σημαντική ανανέωση στα θέματά του, μαζί με ένα είδος αυτοκριτικής, επηρεασμένο από τα διάφορα εθνικά και διεθνή γεγονότα. Αυτό εκφράζεται σε μια σειρά ταινιών, μ’ επικεφαλής τους «Δυο ληστές» (που έγινε η πιο εμπορική ταινία της χρονιάς) και τον «Καουμπόι του μεσονυκτίου» (Όσκαρ καλύτερης ταινίας). Ταινίες που άλλοτε άμεσα και άλλοτε έμμεσα καταπιάνονται με θέματα όπως τον πόλεμο του Βιετνάμ, τους αγώνες για τα ανθρώπινα και πολιτικά δικαιώματα, τις φοιτητικές εξεγέρσεις, τις πολιτικές δολοφονίες, το φεμινιστικό κίνημα, την ελευθερία στον έρωτα και τις εκτρώσεις, ταυτόχρονα θέτοντας ερωτήματα γύρω από το ρόλο της εξουσίας, της κρατικής βίας και γενικότερα το ρόλο του κράτους. Θέματα με τα οποία καταπιάνονται οι ταινίες που επιλέξαμε στο αφιέρωμα αυτό.»

image

Στο πλαίσιο του αφιερώματος θα προβληθούν οι παρακάτω ταινίες, σε αλφαβητική σειρά:

  • ALICE’S RESTAURANT – Σκηνοθεσία: Arthur Penn
  • BUTCH CASSIDY & THE SUNDANCE KID – Σκηνοθεσία: George Roy Hill
  • EASY RIDER (Ξέγνοιαστος Καβαλάρης) – Σκηνοθεσία: Dennis Hopper
  • MIDNIGHT COWBOY (Ο Kαουμπόι Του Μεσονυχτίου) – Σκηνοθεσία: John Schlesinger
  • THEY SHOOT HORSES, DON’T THEY? (Σκοτώνουν Τα Άλογα Όταν  Γεράσουν) – Σκηνοθεσία: Sydney Pollack
  • WILD BUNCH (‘Αγρια Συμμορία) – Σκηνοθεσία: Sam Peckinpah
  • WOODSTOCK – Σκηνοθεσία: Michael Wadleigh
  • ZABRISKIE POINT – Σκηνοθεσία: Michelangelo Antonioni

Διαβάστε Επίσης:
Δώδεκα αριστουργηματικές ταινίες που κέρδισαν τον χρόνο και συμπλήρωσαν μισό αιώνα ζωής

Λίγα λόγια για τις ταινίες:

image

«Οι Δυο Ληστές» (Butch Cassidy and the Sundance Kid) του Τζορτζ Ρόι Χιλ

Το φιλμ περιγράφει την αληθινή ιστορία του ληστή Μπουτς Κάσιντι (Πωλ Νιούμαν) και του συνεργάτη του, τον Σάντανς Κιντ (Ρόμπερτ Ρέντφορντ) που έδρασαν κατά τα τέλη του 1800 στην Αμερική. Οι δύο ληστές, ετοιμάζονται με τη συμμορία τους να ληστέψουν ένα τραίνο που μεταφέρει πολλά λεφτά. Τη ληστεία όμως τους χαλάει ένα απόσπασμα που τους καταδιώκει συνεχώς. Βλέποντας πως δεν μπορούν να τους χάσουν, ο Μπουτς και ο Σάντανς κατευθύνονται στη Βολιβία, συνοδευόμενοι από τη φιλενάδα του Σάντανς, Έτα Πλέις (Κάθριν Ρος), με την ελπίδα να ξεφορτωθούν τους διώκτες τους.

Η ταινία απέσπασε τέσσερα Όσκαρ – Σεναρίου, Μουσικής, Φωτογραφίας και Τραγουδιού – ενώ ήταν η μεγαλύτερη εισπρακτική επιτυχία του 1969. Το 2003 η ταινία επελέγη από τη Βιβλιοθήκη του Αμερικάνικου Κογκρέσου ως τμήμα του Εθνικού Μητρώου Κινηματογράφου.

«Το Εστιατόριο της Αλίκης» (Alice’s Restaurant) του Άρθουρ Πεν

To τραγούδι «Alice’s Restaurant Massacree» του Arlo Guthrie μεταφέρεται στον Κινηματογράφο από τον σκηνοθέτη Άρθουρ Πεν. O Άρλο επισκέπτεται τη φίλη του Άλις την ημέρα των Ευχαριστιών. Καθώς προθυμοποιείται να της κατεβάσει τα σκουπίδια, μια απίστευτη περιπέτεια ξεκινάει γι’ αυτόν πέρα από κάθε φαντασία. Κατά τη διάρκεια της ταινίας, η φωνή του Arlo Guthrie σε voice over διαδρματίζει τον ρόλο τόσο της αφήγησης όσο και του soundtrack. Η ταινία ήταν Υποψήφια για το Όσκαρ Καλύτερης Σκηνοθεσίας.

image

«Ξέγνοιαστος Καβαλάρης» (Easy Rider) του Ντένις Χόπερ

Το σενάριο εξιστορεί τις περιπέτειες δυο περιπλανώμενων μοτοσικλετιστών, που προσπαθούν να ανακαλύψουν τον πραγματικό εαυτό τους και παράλληλα να γνωρίσουν τη ζωή. Όλα αυτά συμβαίνουν στα τέλη της δεκαετίας του ’60, σε μια εποχή που σημαδεύτηκε από την αμφισβήτηση των ηθικών αρχών της κοινωνίας και την επανάσταση των νέων ενάντια στο κατεστημένο. Ο Γουάιτ και ο Μπίλι, τους οποίους υποδύονται οι χαρισματικοί ηθοποιοί Πίτερ Φόντα και Ντένις Χόπερ αντίστοιχα, είναι δυο περιθωριακοί τύποι που αποφασίζουν να πραγματοποιήσουν ένα μακρινό ταξίδι με τις μοτοσυκλέτες τους, προς αναζήτηση καινούριων εμπειριών.

Στο ταξίδι τους αυτό, γνωρίζουν τον αλκοολικό δικηγόρο Τζορτζ Χάνσον (Τζακ Νίκολσον), ο οποίος τους ακολουθεί και τους βοηθά να βρουν την προσωπική τους ελευθερία. Στην ταινία ακούγονται αξέχαστες μουσικές επιτυχίες συγκροτημάτων της εποχής, όπως: Steppenwolf, The Byrds, The Band, The Jimi Hendrix Experience, Little Eva και The Electric Prunes. Στο φιλμ αναβιώνουν παραστατικά η ζωή και η νοοτροπία της νεολαίας τη δεκαετία του ’60. Ο Τζακ Νίκολσον ήταν υποψήφιος για Όσκαρ Β Ανδρικού Ρόλου, ενώ η ταινία προτάθηκε και για Όσκαρ Πρωτότυπου Σεναρίου.

Ταινία ορόσημο του ανεξάρτητου αμερικανικού σινεμά και της κινηματογραφικής αντικουλτούρας. Συνώνυμο των ταινιών “road movies”, ο «Ξέγνοιαστος Καβαλάρης», αποτέλεσε την πρώτη σκηνοθετική προσπάθεια του Ντένις Χόπερ. Παράλληλα αναβίωσε την σε πτώση καριέρα του Πίτερ Φόντα, ενώ αποτέλεσε και την πρώτη σημαντική ερμηνεία του σπουδαιότερου Αμερικανού ηθοποιού της γενιάς του, του Τζακ Νίκολσον.

«Ο Καουμπόι του Μεσονυχτίου» (Midnight Cowboy) του Τζον Σλέσιντζερ

Ένας Τεξανός, ο Τζο Μπακ (Τζον Βόιτ), παραιτείται από τη δουλειά του ως λαντζιέρης και παίρνει το λεωφορείο για τη Νέα Υόρκη, την οποία επισκέφτεται για πρώτη φορά. Τα σχέδιά του είναι να εκμεταλλευτεί την αρρενωπή του εξωτερική εμφάνιση και να γίνει συνοδός ευπόρων κυριών. Ο Τζο βασανίζεται από άσχημες αναμνήσεις του παρελθόντος (βία, σεξουαλική κακοποίηση και εγκατάλειψη), οι οποίες του έχουν αφήσει ανοιχτές πληγές, αλλά έχει καταφέρει να διατηρήσει μια παιδική αφέλεια σε συνδυασμό με την αισιοδοξία και τη δίψα για ζωή. Η ευγένεια, μαζί με τη γενναιοδωρία και την αφέλειά του, τον καθιστούν εύκολο στόχο στη μεγαλούπολη.

image

Παρά το γεγονός ότι τον εξαπατούν και τον κλέβουν, ο Τζο συνεχίζει να συμπεριφέρεται με ευγένεια στους συνανθρώπους του κι όταν συναντά τον μικροαπατεώνα Ενρίκο Σαλβατόρε Ράτσο Ρίτσο (Ντάστιν Χόφμαν), του δείχνει εμπιστοσύνη, ενώ ο Ράτσο του κλέβει 20 δολάρια. Οι δυο τους συναντιούνται ξανά αργότερα και γίνονται φίλοι και συνοδοιπόροι. Ο Ράτσο προσφέρεται να βοηθήσει τον Τζο με την ενασχόλησή του ως ζιγκολό με το αζημίωτο, αλλά η υγεία του εξασθενεί. Τότε ο Τζο καλείται να κάνει επιλογές τις οποίες δεν είχε αναλογιστεί ποτέ στο παρελθόν.

Η ταινία είναι βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Τζέιμς Λίο Χίρλιχαϊ το οποίο διασκεύασε για τη μεγάλη οθόνη ο Γουόντο Σολτ. Έλαβε εφτά υποψηφιότητες για Όσκαρ και βραβεύτηκε με τρία χρυσά αγαλματίδια, μεταξύ των οποίων και με Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας. Πρόκειται για την πρώτη και μοναδική ταινία, με την ένδειξη αυστηρώς ακατάλληλη που κέρδισε το συγκεκριμένο βραβείο. Το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου την κατέταξε στην 36η θέση στη λίστα με 100 αριστουργήματα του αμερικανικού κινηματογράφου, ενώ το 1994 η ταινία επελέγη από τη Βιβλιοθήκη του Αμερικάνικου Κογκρέσου ως τμήμα του Εθνικού Μητρώου Κινηματογράφου ως πολιτιστικά, ιστορικά και αισθητικά σημαντική.

«Σκοτώνουν τα Άλογα Όταν Γεράσουν (They Shoot Horses, Don’t They?) του Σίντνεϊ Πόλακ

Ο Ρόμπερτ Σάιβερτον (Μάικλ Σαραζίν), που κάποτε ονειρευόταν να γίνει μεγάλος σκηνοθέτης διηγείται στην αστυνομία τα περιστατικά που προηγήθηκαν της σύλληψής του. Όταν ήταν μικρός είχε δει ένα άλογο να σπάει το πόδι του κι έπειτα να το πυροβολούν για να το βγάλουν από το μαρτύριό του. Σε μια παρόμοια κατάσταση βρέθηκε και ο Ρόμπερτ όταν αποφάσισε κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης, να συμμετάσχει σε έναν μαραθώνιο χορού. Ο Ρόμπερτ βρέθηκε εκεί χωρίς παρτενέρ και ο Ρόκι (Γκιγκ Γιανγκ), ο παρουσιαστής του γεγονότος του πρότεινε να συνοδεύσει στον χορό την Γκλόρια (Τζέιν Φόντα), μιαν αποτυχημένη και κυνική ηθοποιό της οποίας ο σύντροφος θεωρήθηκε ακατάλληλος για να συμμετάσχει στον μαραθώνιο. Το βραβείο του νικητή του μαραθωνίου ανέρχεται στα 1.500 δολάρια και μερικοί από τους αντιπάλους του ζευγαριού είναι ο Χάρι Κλάιν (Ρεντ Μπάτονς), μεσήλικας ναύτης, η Άλις (Σουζάνα Γιορκ), μια ηθοποιός που φιλοδοξεί να γίνει η νέα Τζιν Χάρλοου και ο συνοδός της Τζόελ (Ρόμπερτ Φιλντς), καθώς και το ζεύγος των φτωχών αγροτών του Τζέιμς και της εγκύου Ρούμπι (Μπόνι Μπεντέλια). Τις πρώτες ώρες τα πιο αδύναμα ζευγάρια είτε αποχωρούν είτε απορρίπτονται. Οι ώρες και οι μέρες περνούν και διαγωνιζόμενοι βιώνουν όλο και περισσότερο αντίξοες συνθήκες, καθώς το παιχνίδι γίνεται όλο και σκληρότερο, ενώ εκείνοι είναι υποχρεωμένοι να χορεύουν ασταμάτητα φτάνοντας ως και το θάνατο.

Η ταινία είναι βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Χόρας ΜακΚόι, τo οποίo διασκεύασαν για την μεγάλη οθόνη, οι Τζέιμς Πόου και Ρόμπερτ Ε. Τόμπσον. Πρωταγωνιστούν: Τζέιν Φόντα, Μάικλ Σαραζίν, Γκιγκ Γιανγκ, Σουζάνα Γιορκ, Ρεντ Μπάτονς, Μπρους Ντερν και Μπόνι Μπεντέλια. Η ταινία προτάθηκε για εννέα Βραβεία Όσκαρ, μεταξύ των οποίων και για Όσκαρ Σκηνοθεσίας και χάρισε στον Γκιγκ Γιανγκ το Όσκαρ Β’ Ανδρικού Ρόλου.

«Άγρια Συμμορία» (The Wild Bunch) του Σαμ Πέκινπα

Μετά από  αποτυχημένη ληστεία μια ομάδα επικηρυγμένων καταφεύγει στο επαναστατημένο Μεξικό. Το ψυχορράγημα της «Άγριας Δύσης» και η αυγή μιας επανάστασης, αφετηρία και τέρμα στην τραγωδία των τελευταίων ρομαντικών. Ένα αντιηρωικό γουέστερν, στο οποίο μια συμμορία ξεπεσμένων παρανόμων, ύστερα από μια αποτυχημένη ληστεία, προσπαθεί να ξεφύγει από ένα απόσπασμα κυνηγών επικηρυγμένων, επικεφαλής του οποίου είναι ένα πρώην μέλος της.

image

Το 1969 ο Σαμ Πέκινπα παρουσιάζει την τέταρτη μεγάλου μήκους ταινία του. Η «Άγρια Συμμορία» είναι ένα ψυχογράφημα της «Άγριας Δύσης». Πρωταγωνιστούν: Ουίλιαμ Χόλντεν,Έρνεστ Μπορκνάιν,Ρόμπερτ Ράϊαν.

«Woodstock» του Michael Wadleigh

Το φημισμένο τριήμερο φεστιβάλ που έλαβε χώρα τον Αύγουστο του 1969 στο Bethel της Νέας Υόρκης, το οποίο παρακολούθησαν 500.000 άτομα και κινηματογράφησε ο Michael Wadleigh έχοντας στο μοντάζ, μοντέρ μεταξύ των οποίων και τον Martin Scorsese. Περιλαμβάνει τις ιστορικές εμφανίσεις των μουσικών που έλαβαν μέρος, ανάμεσά τους: τον Richie Havens, τον Joe Cocker, τους Santana, τους Ten Years After, τον Sly με τους Family Stone, τους The Who, την Janis Joplin και τον Jimi Hendrix.

Το ντοκιμαντέρ έλαβε διθυραμβικές κριτικές και γνώρισε μεγάλη εμπορική επιτυχία. Κέρδισε το Βραβείο Καλύτερου Ντοκιμαντέρ από την Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογράφου.

«Zabriskie Point» του Μικελάντζελο Αντονιόνι

Το φιλμ εξελίσσεται μέσα από τη χαλαρή ιστορία ενός νεαρού πολιτικοποιημένου ακτιβιστή και της γραμματέως ενός επιχειρηματία. Γινόμαστε μάρτυρες στην τυχαία συνάντησή τους, στον έρωτά τους, στην περιπλάνησή τους στην έρημο, στη δολοφονία του νέου από τους αστυνομικούς, καθώς και στην επιστροφή της ηρωίδας στην καθημερινότητά της. Ο Αντονιόνι μέσα από το φιλμ «Zabriskie Point», καταθέτει τη δική του, προσωπική ματιά στα ταραγμένα όσο και ανήσυχα sixties στις Ηνωμένες Πολιτείες. Στην ουτοπία της εξεγερμένης αμερικάνικης νεολαίας, στον διαρκή εφιάλτη της καταναλωτικής κοινωνίας, αλλά και στη γοητεία της περιπλάνησης στην άγνωστη ήπειρο.

Το «Zabriskie Point» είναι η μοναδική ταινία του μεγάλου Ιταλού δημιουργού που γυρίστηκε στην Αμερική. Μ’ ένα σχεδόν ντοκιμαντερίστικο στυλ και με μουσικές των: Rolling Stones, Grateful Dead, The Youngbloods, The Kaleidoscope, Jerry Garcia, Patti Page και των Pink Floyd. Ο Αντονιόνι βρίσκει την αφορμή να διατρέξει μια δεκαετία και μια ήπειρο. Καταφέρνει έτσι να μας παρουσιάσει την σεξουαλική απελευθέρωση με μια εμβληματική ερωτική σεκάνς, για να καταλήξει στο οικείο, όσο και ψυχρό, μεγαλοαστικό περιβάλλον.

Μολονότι εντελώς διαφορετικό από όλα τα υπόλοιπα φιλμ του μεγάλου κινηματογραφιστή και χωρίς ιδιαίτερα γνωστούς ηθοποιούς (με εξαίρεση τον Χάρισον Φορντ σ’ έναν μικρό ρόλο), το «Zabriskie Point» παραμένει ακόμα και σήμερα μια αυθεντική δημιουργική κατάθεση για την έκρηξη των sixties, την αντικουλτούρα, την ιδεολογική σύγχυση και την αέναη επιθυμία για εξέγερση, μέσα από κάθε νότα, με κάθε κραυγή.