Οι Βέλγοι εισέβαλαν στο Κονγκό στα τέλη του 19ου αιώνα. Γρήγορα καθιερώθηκαν ως οι σκληρότεροι αποικιοκράτες στην Αφρική και ο ίδιος ο Λεοπόλδος Β’ καταγράφηκε στην ιστορία ως ο «σφαγέας της Αφρικής» αφού στα 23 χρόνια της διακυβέρνησή του σφαγίασε πάνω από 10 εκατομμύρια Αφρικανούς.

Ads

Αντιμετώπισε το τροπικό δάσος Κονγκό, το δεύτερο μεγαλύτερο στον κόσμο μετά τον Αμαζόνιο, ως το προσωπικό του θησαυροφυλάκιο. Προκειμένου να εκμεταλλευτεί τους πόρους του δάσους, υποδούλωσε τον ντόπιο πληθυσμό, καταστρέφοντας μεγάλο μέρος του πολιτισμού, του συστήματος διοίκησης και  του κοινωνικού ιστού που προϋπήρχαν στην περιοχή. Η βιαιότητα του καθεστώτος του Λεοπόλδου ήταν άνευ προηγουμένου.

Η ελάχιστη τιμωρία για τους εργάτες που δεν κατάφερναν να συλλέξουν την απαιτούμενη ποσότητα καουτσούκ ήταν ο ακρωτηριασμός και τα βασανιστήρια. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του εκατομμύρια άνθρωποι πέθαναν στο βωμό του πλούτου και της εκμετάλλευσης. Αλλά και μετά από αυτή, το τροπικό δάσος δεν γνώρισε μακριές περιόδους ειρήνης.

Τα τροπικά δάση της ζώνης του Ισημερινού αποτελούν το αποκορύφωμα της δημιουργίας. Είναι λίγα τα φυσικά συστήματα, ίσως σε ολόκληρο το σύμπαν, που μετατρέπουν άψυχα υλικά τόσο εύκολα και τόσο άφθονα σε ζωή. Ο ήλιος και η τροπική βροχή τροφοδοτούν τα πράσινα πολυώροφα καταφύγια της φύσης όπου αναπτύχθηκαν και φιλοξενούνται τα πιο ποικίλα οικοσυστήματα στον κόσμο.

Ads

Τα τροπικά δάση δεν είναι απλώς θαύματα της φύσης. Επηρεάζουν τον πλανήτη σε μεγάλο βαθμό, όπως και οι άνθρωποι και τον προστατεύουν απέναντι σε πρωτοφανή φαινόμενα.  Τα τελευταία 200 χρόνια απορροφούν και ανασυνθέτουν σε οξυγόνο τον άνθρακα της βιομηχανικής νεωτερικότητας, δηλαδή το καυσαέριο. Τα τροπικά δάση είναι από τα σημαντικότερα συστήματα δέσμευσης άνθρακα που διαθέτει η φύση, απορροφώντας πολύ περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα από οποιαδήποτε ανθρώπινη τεχνολογία. Παρ’ όλα αυτά, βρίσκονται υπό απειλή σε όλο τον κόσμο. Κάποια από αυτά είναι σε καλύτερη κατάσταση από άλλα, όπως για παράδειγμα τα 500 εκατομμύρια στρέμματα δάσους του Κονγκό, τα οποία προς το παρόν έχουν παραμείνει σε μεγάλο βαθμό ανέπαφα. Σύμφωνα με δημοσίευμα του The Atlantic, o λόγος δεν είναι ότι τυγχάνουν επιμελούς προστασίας, αλλά κάτι για το οποίο δεν θα έπρεπε να είμαστε περήφανοι ως ανθρωπότητα.

Η εξαίρεση του Κονγκό

Για πάνω από 50 χρόνια τώρα, οι δορυφόροι περιστρέφονται γύρω από τη Γη παρακολουθώντας την υγεία και την έκταση των τροπικών δασών. Σχεδόν όλα τα μεγάλα δάση – στη λεκάνη του Αμαζονίου, στην ηπειρωτική Νοτιοανατολική Ασία και στα νησιά της Ινδονησίας και γύρω από αυτήν – έχουν χάσει σημαντικά τμήματα της δενδροκάλυψής τους. Μόνο στον Αμαζόνιο, τεράστιες εκτάσεις έχουν καεί και έχουν αντικατασταθεί με τεράστιες καλλιέργειες καλαμποκιού και σόγιας από το 1985. Το Κονγκό αποτέλεσε αξιοσημείωτη εξαίρεση, πράγμα που εν μέρει οφείλεται στο γεγονός ότι το τροπικό δάσος μια από τις πιο αιματηρές και μεγάλες σε διάρκεια συγκρούσεις μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Το 1960, οι αποικιοκράτες Βέλγοι εκδιώχθηκαν από το Κονγκό. Στις δεκαετίες που ακολούθησαν η περιοχή και φυσικά το τροπικό δάσος βρίσκεται σε συνεχή πολιτική αστάθεια. Η χάραξη των εθνικών συνόρων από τις αποικιοκρατικές δυνάμεις και η συνεχής ανάμειξή τους στην περιοχή επιδείνωσε τους κραδασμούς και τις εντάσεις.  Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, ένα πραξικόπημα που υποστηρίχθηκε από τις Ηνωμένες Πολιτείες δολοφόνησε τον Πατρίς Λουμούμπα, τον πρώτο δημοκρατικά εκλεγμένο ηγέτη του ανεξάρτητου Κονγκό. Ένας βίαιος δικτάτορας, ο Τζόζεφ Μομπούτου, κατέλαβε τελικά την εξουσία. Ακόμη και για τα τοπικά δεδομένα, το καθεστώς του Μομπούτου ήταν εξαιρετικά διεφθαρμένο. Καταχράστηκε και εξάντλησε τους κρατικούς πόρους δημιουργώντας αμύθητη προσωπική περιουσία για τον ίδιο.

Ο Πρώτος Πόλεμος του Κονγκό ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του 1990, όταν οι Χούτου κατέφυγαν στο ανατολικό τροπικό δάσος, αφού είχαν διαπράξει τη γενοκτονία της Ρουάντα.  Διήρκεσε μόνο έξι μήνες, αλλά έθεσε τις βάσεις για τον Δεύτερο Πόλεμο του Κονγκό, ο οποίος διήρκεσε περίπου τέσσερα χρόνια με θύματα πάνω από 3 εκατομμύρια ανθρώπους. Μια ειρηνευτική συμφωνία επιτεύχθηκε τελικά το 2002, αλλά οι πολιτοφυλακές συνεχίζουν να πολεμούν στις ανατολικές περιοχές του Κονγκό ακόμη και σήμερα.  Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι πολυεθνικές εταιρείες να έχουν καθυστερήσει την εγκατάσταση μεγάλων επιχειρήσεων καυσοξύλευσης όπως έχει γίνει στη Βραζιλία δήλωσε στο The Atlantic και τον Ross Andersen ο Max Holmes, διευθύνων σύμβουλος του Woodwell Climate Research Center. Αποτέλεσμα ήταν λιγότερες εταιρείες να εκμεταλλεύονται τον πλούτο του δάσους, η δενδροκάλυψη και τα φυλλώματα να διατηρούνται και αυτό να έχει συμβάλει θετικά στην κλιματική αλλαγή διατηρώντας και τον πλανήτη πιο δροσερό.

Όποιος θέλει να λέγεται άνθρωπος πρέπει να ελπίζει ότι σύντομα θα επέλθει μια πιο σταθερή ειρήνη στο Κονγκό, παρόλο που πιθανότατα αυτό σημαίνει και πιο έντονη αποψίλωση των δασών επισημαίνει το άρθρο του The Atlantic. Η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (ΛΔΚ) είναι ένα από τα φτωχότερα κράτη του κόσμου και οι ηγέτες της θα θελήσουν να αναπτύξουν την οικονομία. Ο ταχύτερος και πιο βρώμικος τρόπος για να γίνει αυτό θα είναι η εκμετάλλευση των τροπικών δασών. Μετά το τέλος των συγκρούσεων, πολλά δάση έχουν καταστραφεί σε άλλα μέρη του κόσμου. Για παράδειγμα, μετά τις συμφωνίες του 2016 ανάμεσα στην κολομβιανή κυβέρνηση και των ανταρτών των Επαναστατικών Ενόπλων Δυνάμεων της Κολομβίας (FARC), πολλά από τα προπύργια των ανταρτών στη ζούγκλα κάηκαν για να δημιουργηθεί χώρος για αγροκτήματα, ράντζα και άλλες επιχειρήσεις.

Κάτι παρόμοιο θα μπορούσε να συμβεί στο Κονγκό, την πατρίδα του δασικού ελέφαντα και του γορίλα. Μελέτες έχουν διαπιστώσει θετική συσχέτιση ανάμεσα στις συγκρούσεις στο Κονγκό και της παραδοσιακής, μικρής κλίμακας αποψίλωσης των δασών, η οποία προκαλείται. κυρίως από τους ντόπιους για βιοποριστικές εκμεταλλεύσεις και από την εξόρυξη ξυλάνθρακα, ξυλείας και ορυκτών από ομάδες πολιτοφυλακής. Όμως η ειρήνη μπορεί να επιφέρει αποψίλωση των δασών σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα, εξηγεί στο The Atlantic η Elizabeth Goldman, ερευνήτρια στο Global Forest Watch.

Η διάσωση του τροπικού δάσους

Τα τελευταία 15 χρόνια, ο ρυθμός έχει διπλασιαστεί στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό. Η κυβέρνηση του Κονγκό έχει θεσπίσει νομοθεσία για τη διατήρηση των δασών η οποία δεν τηρείται ούτε από την ίδια. Νέα οδικά δίκτυα απλώνονται στο κοκκινόχωμα της ζούγκλας. Η αποψίλωση των δασών στην περιοχή δεν είναι ακόμη τόσο σοβαρή όσο στον Αμαζόνιο ή σε ορισμένα μέρη της Ινδονησίας, σύμφωνα με την Goldman, αλλά αυτό θα μπορούσε να αλλάξει αν επιτέλους επέλθει ειρήνη στην περιοχή.

Για τη διάσωση του τροπικού δάσους του Κονγκό, δεν υπάρχει ακόμη κοινή δράση ή συναίνεση σχετικά με το τι πρέπει να γίνει. Από την τοπική διαχείριση των δασών υπάρχει φως, αλλά λίγο. Οι  υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της χώρας υποστηρίζουν το σύστημα αγοράς πιστωτικών μορίων άνθρακα, όπου ξένες εταιρείες πληρώνουν τους ντόπιους για να διατηρήσουν τα τροπικά δάση ανέπαφα, ώστε να αντισταθμίσουν τις δικές τους εκπομπές. Όμως, όπως αναφέρει το The Atlantic, μία από τις μεγαλύτερες ιδιωτικές επιχειρήσεις του Κονγκό στην αγορά πιστώσεων άνθρακα έχει, ήδη, εκτεθεί καθώς δεν τήρησε τις υποσχέσεις της προς τους ντόπιους, και η ίδια η πρακτική της αγοράς άνθρακα αμφισβητείται τελευταία σε παγκόσμιο επίπεδο. Μεταξύ άλλων, είναι δύσκολο να επιβεβαιωθεί ότι οι πιστώσεις λειτουργούν όπως προβλέπεται. Ούτε είναι πάντα σαφές ότι τα δάση που η αγορά άνθρακα θεωρητικά προστατεύει θα είχαν αφεθεί στη τύχη τους σε διαφορετική περίπτωση. Η Βραζιλία μόλις πρότεινε ένα τεράστιο νέο παγκόσμιο ταμείο που θα πλήρωνε τις χώρες για να κρατήσουν τα αλυσοπρίονα και τους φακούς μακριά από τα τροπικά δάση. Αλλά δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι θα υιοθετηθεί κάτι τέτοιο.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες, η ισχυρότερη χώρα του κόσμου, δηλώνουν ότι  ενδιαφέρονται για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, ωστόσο μόλις έγιναν ο μεγαλύτερος εξαγωγέας φυσικού αερίου στον κόσμο. Το Άμπου Ντάμπι, ένα πετρελαϊκό κράτος, φιλοξενεί σήμερα την παγκόσμια σύνοδο κορυφής για το κλίμα και οι συνομιλίες διεξάγονται υπό την ηγεσία του Σουλτάνου Αχμέντ αλ Τζαμπέρ, του διευθύνοντος συμβούλου της Εθνικής Εταιρείας Πετρελαίου του Άμπου Ντάμπι. Προφανώς, στο κοντινό μέλλον, οι άνθρωποι θα συνεχίσουν να καίνε τα δάση που θάφτηκαν κάτω από την επιφάνεια της Γης πριν από εκατοντάδες εκατομμύρια χρόνια, αλλά και τα ζωντανά δάση που τώρα ψύχουν την ατμόσφαιρά της. Έχουμε, ήδη, συρρικνώσει δραματικά τα μεγαλύτερα από αυτά, εκτός από ένα, και αυτό ενδεχομένως αποτελεί εξαίρεση μόνο και μόνο εξαιτίας ενός τρομερού ανηλεούς πολέμου.