Οι πιέσεις και οι εξαναγκασμοί που δέχονται οι δημοσιογράφοι στην Ευρώπη από τις κυβερνήσεις, προκειμένου να αποκαλύψουν τις πηγές τους, αποτελεί το αντικείμενο έκθεσης του σοσιαλιστή βουλευτή-μέλους της Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης, Γιόχανσον Μόργκαν.

Ads

Στην εν λόγω έκθεση, που αναμένεται να συζητηθεί και να εγκριθεί στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Ευρώπης το μήνα που διανύουμε, αναφέρεται ρητά πως «παρά την παραδοχή ότι η προστασία των πηγών πληροφόρησης των δημοσιογράφων αποτελεί προϋπόθεση για την ελεύθερη άσκηση της δημοσιογραφίας και παρά τους σαφείς κανόνες που έθεσε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, σε πολλές περιπτώσεις οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις προσπάθησαν να εξαναγκάσουν τους δημοσιογράφους να αποκαλύψουν τις πηγές τους».

Ειδική αναφορά γίνεται σε σειρά χωρών όπου παρατηρήθηκαν φαινόμενα εξαναγκασμού δημοσιογράφων για να αποκαλύψουν τις πηγές τους, τα οποία παρουσιάζονται σε άρθρο του Ν. Ρούσση από το Στρασβούργο για την εφημερίδα «Ελευθεροτυπία»:

Βέλγιο: Στις 19 Μαρτίου 2004, η αστυνομία εισέβαλε στο σπίτι του δημοσιογράφου του «Stern» Χανς- Μάρτιν Τίλακ, για να βρει ποιοι είχαν δώσει εσωτερικά έγγραφα της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης OLAF), με την οποία αποδεικνυόταν μια μεγάλη υπόθεση δωροδοκίας σε στελέχη της Ε.Ε.

Ads

Την ίδια χρονιά, οι αρχές παρακολουθούσαν επί δύο μήνες το κινητό τηλέφωνο του δημοσιογράφου της «De Morgen», Ανέ ντε Γκράαφ, μήπως και ανακαλύψουν ποιοι τον είχαν πληροφορήσει ότι «η αστυνομία φοβάται μια τρομοκρατική επίθεση στην Αμβέρσα».

Δανία: Το 2002, η αστυνομία ξυλοκόπησε τη δημοσιογράφο της «Jyllands-Poste», Στιγκ Μαθιέσεν, επειδή δημοσίευσε άρθρο σχετικό εμ κατάλογο που κυκλοφορούσε μεταξύ των μουσουλμάνων φονταμενταλιστών και στον οποίο περιλαμβάνονταν ονόματα εβραίων που έπρεπε να δολοφονηθούν, και αρνήθηκε να αποκαλύψει τις πηγές της.

Το 2006, τρεις δημοσιογράφοι της «Berlingske Tidende» διώχθηκαν ποινικά, διότι ανακάλυψαν, με βάση απόρρητα έγγραφα, ότι η δανική κυβέρνηση είχε υποστηρίξει την εισβολή στο Ιράκ, αλλά αθωώθηκαν.

Γαλλία: Στις 13 Ιανουαρίου 2005, η αστυνομία επέδραμε στα γραφεία των περιοδικών «Le Point» και «L’ Equipe», και κατάσχεσε τους υπολογιστές, μετά τη δημοσίευση άρθρων για έρευνες σχετικά με το ντόπινγκ στην ποδηλασία.

Το Δεκέμβριο του 2007, ένας δημοσιογράφος του «World Dasquie», κλείστηκε στη φυλακή και ανακρίθηκε από τις μυστικές υπηρεσίες, προκειμένου να αποκαλύψει ποιοι του εμπιστεύτηκαν τα απόρρητα έγγραφα, με βάση τα οποία αποκαλύπτονταν ότι η Γαλλία γνώριζε ότι η αλ Κάιντα σχεδίαζε να καταλάβει αμερικανικά αεροπλάνα και είχε ενημερώσει γι’ αυτό τις ΗΠΑ από τον Ιανουάριο του 2001.

Το Σεπτέμβριο του 2010, η εφημερίδα «Le Monde» κατέθεσε μήνυση κατά της γαλλικής κυβέρνησης για την παραβίαση του απόρρητου των δημοσιογραφικών πηγών, αποτέλεσμα της μυστικής έρευνας για το αρχείο σχετικά με άρθρα που σχετίζονταν με τις αποκαλύψεις της Λίλιαν Μπετανκούρ.

Γερμανία: Αποκαλύφθηκε ότι το 2007, η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Πληροφοριών (BND) κατασκόπευε παράνομα δημοσιογράφους πάνω από 10 χρόνια, για να βρει από που προέρχονταν οι πληροφορίες για το Αφγανιστάν.

Ουγγαρία: Με βάση τον ποινικό κώδικα, διώχθηκε στις 6 Νοεμβρίου 2004 δημοσιογράφος της «Nepszava», επειδή δημοσίευσε απόρρητο έγγραφο για ποινικό αδίκημα που είχε διαπράξει ένας βουλευτής. Αθωώθηκε Νοέμβριο του 2005.

Ιρλανδία: Το Φεβρουάριο του 2006, ο ανεξάρτητος δημοσιογράφος Μικ Μακ Κάφρεϊ συνελήφθη και διώχθηκε ποινικά, επειδή σε άρθρο του κατάγγειλε την παραπομπή ενός αθώου ανθρώπου για φόνο. Αρνήθηκε να αποκαλύψει τις πηγές του και αφέθηκε ελεύθερος την επόμενη ημέρα.

Στις 23 Οκτωβρίου 2007, οι Times της Ιρλανδίας επρόκειτο να δημοσιεύσουν ρεπορτάζ για κρούσματα διαφθοράς στο πρωθυπουργικό περιβάλλον και διατάχθηακν από το Ανώτατο Δικαστήριο να αναβάλλουν τη δημοσίευση.

Τον Αύγουστο του 2010, η ιρλανδική αστυνομία κατάσχεσε το κινητό τηλέφωνο και την κάρτα SIM του ανεξάρτητου δημοσιογράφου Ιμόν Μακ Ντέρμοτ, για να αποκτήσουν πρόσβαση στις πηγές του.

Ιταλία: Στις 4 Φεβρουαρίου 2004, η αστυνομία επέδραμε στα γραφεία δημοσιογράφων των εφημερίδων «Il Messaggero» και «Corriere della Sera», για να βρουν τις πηγές πληροφόρησής τους σχετικά με έρευνα για παραγγελία σειράς δολοφονιών.

Στις 11 Αυγούστου 2006, η αστυνομία επέδραμε στα γραφεία των εφημερίδων «La Repubblica» και «Il Piccolo» και κατάσχεσε όλα τα αρχεία που αναφέρονταν στο ρόλο της Ιταλίας στην απαγωγή του ιμάμη Οσάμα Μουσταφά Χασάν το 2003.

Λιθουανία: Η αστυνομία έκανε έφοδο στα γραφεία της εβδομαδιαίας εφημερίδας «Laisves Laikrastis», το Σεπτέμβριο του 2006, συνέβαλε τον αρχισυντάκτη της, κατάσχεσε 15.000 αντίτυπα και τους υπολογιστές από το γραφείο και το σπίτι του εκδότη, διότι η εφημερίδα δημοσίευσε άρθρο σχετικό με την πολιτική διαφθορά.

Ολλανδία: Τα τηλέφωνα των δημοσιογράφων Μπαρτ Μος και Ζόοστ ντε Χάας τέθηκαν υπό παρακολούθηση και οι ίδιοι τέθηκαν υπό κράτηση το Νοέμβριο του 2006, διότι πληροφορίες, με τις οποίες αποκαλύπτονταν οι σχέσεις έγκλειστων εγκληματιών και μυστικών υπηρεσιών.

Με δικαστική απόφαση δικαιώθηκαν στην άρνησή τους να αποκαλύψουν τις πηγές τους.

Ρωσία: Στις 2 Αυγούστου 2006, η αστυνομία επέδραμε στα γραφεία της εφημερίδας «Permsky Obozrevatel» και στα σπίτια των δημοσιογράφων και κατάσχεσαν υπολογιστές, CD-ROM, μέχρι και τις χειρόγραφες σημειώσεις των δημοσιογράφων, εξαιτίας της δημοσίευσης κρατικών πληροφοριών.

Ελβετία: Τρεις δημοσιογράφοι της «Sonntags Blick» διώχθηκαν, βάσει του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα, επειδή δημοσίευσε ένα έγγραφο στις 8 Ιανουαρίου 2006, για τα μυστικά κέντρα κράτησης υπόπτων για τρομοκρατία, που διατηρούσε η CIA στην Ευρώπη. Παρόλο που κατηγορήθηκαν για παραβίαση του στρατιωτικού απορρήτου, αθωώθηκαν από το ίδιο το στρατιωτικό δικαστήριο τον Απρίλιο του 2007.

Τουρκία: Το 2007, ο εκδότης της εβδομαδιαίας εφημερίδας «Nokta» δέχτηκε επίθεση, την ώρα που έδινε συνέντευξη, αποκαλύπτοντας ότι ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού είχε συντάξει «μαύρη λίστα» για δημοσιογράφους. Το περιοδικό έκλεισε, έπειτα από πίεση του στρατού.

Βρετανία: Ο παραγωγός του «ITV News», Νέιλ Γκάρετ, συνελήφθη τον Οκτώβριο 2005 και το διαμέρισμά του ερευνήθηκε, όταν αποκάλυψε μια εσωτερική ενημέρωση της αστυνομίας, σχετικά με το πώς ο Τζον Σαρλ ντε Μενέζες πυροβολήθηκε κατά λάθος. Αθωώθηκε το Μάιο του 2006, έπειτα από πολλές φυλακίσεις.

Το 2006, η αστυνομία κατάσχεσε τις εμπιστευτικές τηλεφωνικές κλήσεις που είχε κάνει από το τηλέφωνό του ο Μαρκ Μπούλστροντ της «East Anglian Daily Times» για να ανακαλύψει τις πηγές του.

Ο εκδότης της κυριακάτικης εφημερίδας «Tribune» για τη Βόρεια Ιρλανδία έγραψε διάφορα άρθρα σχετικά για τον IRA και το Μάιο του 2009 η αστυνομία της Βόρειας Ιρλανδίας έκανε έφοδο στο σπίτι του και τον διέταξε να παραδώσει όλες τις σημαντικές πληροφορίες που είχε χρησιμοποιήσει.

Το Ανώτατο Δικαστήριο του Μπέλφαστ, τον Ιούνιο του 2009, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η δικαστική αρχή παραβίαζε την αρχή της εμπιστευτικότητας των δημοσιογραφικών πηγών και ότι η αποκάλυψη της πηγής του θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο τη ζωή του και των συγγενών του.