O Gledi και ο Igli, παιδιά Αλβανών μεταναστών στην Ελλάδα και Έλληνες υπήκοοι, έλαβαν στα 18 τους μια σημαντική απόφαση. Αποφάσισαν να φύγουν από τη χώρα του Σωκράτη  Άδωνι Γεωργιάδη. Ο προορισμός τους απείχε μερικές εκατοντάδες χιλιάδες χιλιόμετρα και ήταν αρκετά ασυνήθιστος. Τόσο ασυνήθιστος που κατά το πρώτο χρονικό διάστημα της παρουσίας τους στην Αλβανία, είχαν κληθεί να απαντήσουν ένα συγκεκριμένο ερώτημα: «Τι ήρθατε να κάνετε εδώ;» .

Ads

«Εδώ», σε μια χώρα ανισοτήτων, αντιφάσεων και ιδιαιτεροτήτων. Πιο συγκεκριμένα, το «εδώ» αναφέρεται στην πρωτεύουσα αυτής της χώρας. Σε μια πόλη, όπου κατακλύζεται από ακριβά αυτοκίνητα και καλοντυμένους ανθρώπους. Σε μια πόλη του «φαίνεσθαι», σε μια πόλη όπου η χλιδή, η οργάνωση και η ανάγκη για αυτοπροβολή συνδυάζονται, δημιουργώντας μια ιδιαίτερη αίσθηση πλούτου. Σε μια πόλη όπου αρκετά κέντρα νυχτερινής διασκέδασης και καφετέριες βρίσκονται στην περιοχή Blloku. Είναι η ίδια περιοχή, στην οποία μερικές δεκαετίες πριν κατοικούσε ο Ενβέρ Χότζα. Τα προαναφερθέντα μαγαζιά λοιπόν, συμβολίζουν μια «Νέα Αλβανία», μια «νέα» πόλη των Τιράνων όσο το δυνατόν περισσότερο εξευρωπαϊσμένη.

Συμβολίζουν το τέλος της κατασκοπείας της Sigurimi, το τέλος του απομονωτισμού, το τέλος των βασανιστηρίων και των περισσότερων από 100.000 θανάτων υπό το κομμουνιστικό καθεστώς (κυρίως) του Χότζα . Ενός καθεστώτος που διεπόταν από νεποτισμό (βλ. «Conclusions») , ενός καθεστώτος που εκβιομηχάνισε σε σημαντικό βαθμό την Αλβανία (Rozeta Bici, 2007, p.31-79, “Industrializing Albania During Communism Case Study: Elbasan 1960-1991”) , ενός καθεστώτος που μείωσε δραματικά τον αναλφαβητισμό στη χώρα . Ένα καθεστώς που είναι σχεδόν απεχθές προς τη σημερινή αλβανική κοινή γνώμη , σύμφωνα με όσα περιγράφουν ο Igli και ο Gledi. Το εν λόγω καθεστώς έδωσε τη θέση του σε μια «Νέα Αλβανία», η οποία αποζητά να δείξει πως «είναι εδώ», πολύ διαφορετική και πολύ πιο πλούσια από ότι την γνωρίζαμε μέχρι πρότινος. Η Νέα Αλβανία είναι η Αλβανία των απόδημων που τα καταφέρνουν στο εξωτερικό, η Αλβανία των εμβασμάτων, των Porsche στο κέντρο των Τιράνων. Είναι επίσης η Αλβανία στην οποία «τα παιδιά παρατούν το σχολείο» και εν συνεχεία πληρώνουν για να βρεθούν σε μια ξένη χώρα δίχως χαρτιά, μόνο και μόνο για να δουλέψουν.

image

* Η «νέα» Αλβανία

Ads

Ποια είναι όμως η «Νέα Αλβανία»; Η Αλβανία του εξαιρετικά οργανωμένου και καθαρού κέντρου των Τιράνων; Ή μήπως η Αλβανία, όπου 52 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους σε πόλεις και χωριά που απείχαν μόλις 30 και 40 χιλιόμετρα από το κέντρο των Τιράνων; Τι ήρθαν λοιπόν να κάνουν στην πρωτεύουσα αυτής της «νέας» χώρας, ο Igli και o Gledi ; Τι τους ώθησε να ακολουθήσουν τον ακριβώς αντίστροφο δρόμο από εκείνον που ακολούθησαν οι γονείς τους και γιατί δεν βρέθηκαν στη Γερμανία ή την Αγγλία όπως αρκετοί συνομήλικοι τους;


image

* Η πραγματική Αλβανία. Φωτογραφία από τον σεισμό στο Δυρράχιο. Florion Goga/Reuters

Ιστορία 1:

Ο Ιλίρ Μπάκου επιστρέφει στην Αλβανία το 2040. Όντας πλέον σχεδόν 70, μένει στην πόλη όπου μεγάλωσε, έπειτα από περίπου μισό αιώνα στην Ελλάδα. Εκεί, συζητάει με συνομήλικους του:

(Φίλος Ιλίρ)- Και τελικά; Καλά δεν έκανε που έφυγε ο δικός σου τότε;

image
* Εγώ (αριστερά) και ο Γκλέντι σε πάρκο των Τιράνων

(Ι)- Θα σου πω. Αν για παράδειγμα ο Γκλέντι είχε μεγαλώσει στην Αλβανία, στα 18 του θα κυνηγούσε περισσότερο το χρήμα, ίσως να μην ήθελε να σπουδάσει κιόλας. Δε θα είχε δηλαδή την ίδια παιδεία σίγουρα, απλά θα σκεφτόταν πως να βγάλει λεφτά για να φύγει από εδώ. Μπορεί εγώ και συ να είμαστε λίγο μεγαλύτεροι αλλά βλέπεις ότι οι νέοι σκέφτονται διαφορετικά. Ο Γκλέντι ήταν τυχερός που μεγάλωσε στην Ελλάδα γιατί πέρα από την παιδεία, απέκτησε και πιο ανοικτό μυαλό. Από την άλλη όμως, εκτός από την παιδεία σημαντική είναι και η οικογένεια φίλε.

(Φ)- Είναι φίλε. Και στην Ελλάδα όμως δεν την έχουν ψηλά την οικογένεια;

(Ι)-Θα σου πω. Είναι σημαντική, αλλά όχι όπως το βλέπουμε εδώ. Ακόμα και πριν είκοσι χρόνια, όταν ήρθε ο Γκλέντι από την Αλβανία που σπούδαζε, μου είπε “πατέρα, εμένα μου αρέσει που στην Αλβανία οι οικογένειες είναι πιο κοντά, που οικογένεια δεν είναι απλά ο πατέρας, η μάνα και τα αδέλφια, είναι και τα ξαδέρφια, οι θείοι”. Εμένα μου άρεσε αυτό που μου είπε. Βέβαια ούτε ο Γκλέντι, ούτε εγώ δε διαφωνούσαμε που στην Ελλάδα μόνο λίγοι πλέον λειτουργούν έτσι με την οικογένεια. Απλώς μας αρέσει και εμάς να θεωρούμε πως η οικογένεια δεν τελειώνει στα τρία ή τα τέσσερα άτομα.

(Φ)-Ξέρεις όμως τι δε μου έχεις πει ρε Ιλίρ; Πως ήταν τότε που ο Γκλέντι πρωτοπήγε στην Αλβανία; Τον αντιμετώπισαν σαν Έλληνα;

(Ι)-Εντελώς φίλε. Είχε και την προφορά του Έλληνα στα αλβανικά, καταλαβαίνεις. “Έλληνα” τον φώναζαν. Όλοι του έλεγαν: “αφού έχεις ελληνική ταυτότητα γιατί ήρθες εδώ; πήγαινε Αγγλία! Τι ήρθες να κάνεις εδώ;”. Αν σκεφτείς βέβαια ότι πολλοί Αλβανοί τότε πλήρωναν χιλιάδες ευρώ απλά για να φύγουν παράνομα, μπορώ να δικαιολογήσω την αντίδραση. Αλλά, αφού το ξέρεις και συ.. η Ελλάδα που άφησε πίσω ο Γκλέντι δεν ήταν η Ελλάδα στην οποία ήρθαμε.

(Φ)-Σίγουρα. Εδώ θυμάμαι ότι εσύ με το που πήγες, που είχε και δραχμές..

(Ι)-Ήταν πολύ καλύτερα τα πράγματα. Όπως και να έχει, εγώ όταν μου είπε ο Γκλέντι για την Αλβανία πριν από καμία εικοσιπενταριά χρόνια, χάρηκα που η Αλβανία είχε προχωρήσει τόσο, σε σχέση με όταν φύγαμε εμείς.. Ειδικά τα Τίρανα, άλλη πόλη. Αλλά το ξέρεις και συ, θυμάμαι τότε που πήγε ο μικρός, ανέβαιναν οι τιμές στα ενοίκια κατά 20 % κάθε χρόνο, οι μισθοί μπορεί θεωρητικά να ανέβαιναν και αυτοί αλλά το κόστος ζωής γινόταν ολοένα και πιο ακριβό, ενώ η οικονομική ανισότητα έδινε και έπαιρνε. Θυμάσαι τι είχε γίνει τότε στο Δυρράχιο με τον σεισμό. Που τόσα σπίτια γκρεμίστηκαν. Και που τα περισσότερα από αυτά ήταν κτίρια που έγιναν μετά τον Χότζα.

(Φ)-Ξεχνιέται; Καλά, δεν είχα στο μυαλό μου αυτό το τελευταίο που είπες. Αλλά έτσι δε γίνονταν όλα τότε; Απλά για τα λεφτά. Για πες όμως ρε φίλε, πως και δεν πήγε ο Γκλέντι στην Αθήνα να σπουδάσει τότε;

image
* Η πλατεία Γεώργιου Καστριώτη στο κέντρο των Τιράνων

(I)-Τι να κάνει στην Αθήνα ρε; Καλά καλά δε θα μπορούσε να πληρώσει το ενοίκιο και ας δούλευε τις ίδιες ώρες με όσες δούλευε στην Αλβανία. Καλά βέβαια από την άλλη, δε θα δούλευε στην ίδια δουλειά, δύσκολα θα έπαιρναν έναν Αλβανό τότε σε μια από τις καλύτερες ακαδημίες ποδοσφαίρου της χώρας. Επίσης, τότε ερχόταν Ελλάδα, δούλευε το καλοκαίρι σαν σκυλί , έβγαζε 2.500 ευρώ και με αυτά τα χρήματα συν κάποια έξτρα, έβγαζε 8 μήνες στην Αλβανία. Εγώ πριν φύγει του είπα απλώς να είναι σίγουρος πως είναι αυτό που θέλει. Ήξερε και ο ίδιος ότι δε θα περάσει τόσο ωραία στα Τίρανα όσο πέρναγε στην Ελλάδα. Και για να ολοκληρώσω, του είπα πως τον πρώτο χρόνο θα είναι δύσκολα. Τα κατάφερε όμως, είδες..

Γκλέντι Μπάκου: Υιός Αλβανών μεταναστών που ήρθαν στην Ελλάδα στις αρχές του ‘90. Πήγε σχολείο στην Ελλάδα μέχρι και τη Γ’ Λυκείου , δίνοντας Πανελλήνιες κανονικά. Στόχευε να σπουδάσει γυμναστική ακαδημία. Ήθελε όμως παράλληλα να παίζει ποδόσφαιρο επαγγελματικά και να προπονεί ακαδημίες με αξιώσεις. Γνώριζε ότι το συγκεκριμένο εγχείρημα ήταν ιδιαίτερα δύσκολο να επιτευχθεί στην Ελλάδα. Ακριβώς για αυτό τον λόγο έφυγε για Τίρανα. Εκεί, δούλευε σε μια από τις καλύτερες ακαδημίες της χώρας, αγωνιζόμενος παράλληλα σε ομάδα της Β’ κατηγορίας Αλβανίας. Όλα τα “λόγια” του πατέρα, αποτελούν απαντήσεις του Γκλέντι στη συνέντευξη που πραγματοποιήθηκε μαζί του. Αντίστοιχα, τα λόγια του πατέρα του Ίγκλι, δεν ειπώθηκαν ποτέ πραγματικά.

image
* Ο Γκλέντι σε καφετέρια των Τιράνων

Ιστορία 2:

Ο Ίγκλι Τζέπι με τον πατέρα του, Γιάννη, κάθονται στο μπαλκόνι του σπιτιού τους σε ένα ορεινό χωριό της Κορινθίας, το ίδιο έτος (2040). Στο συγκεκριμένο χωριό μεγάλωσε ο Ίγκλι μέχρι τα 18 του, πριν φύγει για Τίρανα. Αντίστοιχα, ο πατέρας του διαμένει εκεί από τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ‘90.

(Γ)-Τελικά, καλά δεν έκανες που έφυγες τότε;

(Ι)-Κοίτα ρε πατέρα. Καλά έκανα ναι. Ωρίμασα στα Τίρανα. Παρά το ότι είμαι ευγνώμων που μεγάλωσα στην Ελλάδα και γνώρισα την κουλτούρα και τον πολιτισμό της. Γιατί αν μεγάλωνα στην Αλβανία θα ήμουν πολύ λιγότερο απελευθερωμένος στις σκέψεις μου, θα με ένοιαζε μόνο να δείχνομαι, θα μεριμνούσα κυρίως για την εμφάνιση. Στα Τίρανα όμως έμαθα ακριβώς πως είναι να βάζεις στόχους. Πες ότι φταίει η δουλειά, ότι φταίει η σχολή. Πραγματικά με βοήθησε αυτή η εμπειρία, και ας μην περνούσα όσο καλά περνούσα στην Ελλάδα.

image

* Εμπορικό κέντρο στα Τίρανα. Οι σημαίες είναι τόσες πολλές εξαιτίας εθνικής εορτής που ακολουθούσε.

(Γ)-Εγώ θυμάσαι τι σου είπα πριν φύγεις: “Nα πας όπου νομίζεις ότι μπορείς να ζήσεις καλύτερα”.

(Ι)-Αυτό έκανα. Τι να έκανα στην Αθήνα; Θυμάμαι τότε μιλούσα με τα παιδιά που ήταν και εκείνα σε τηλεφωνικό κέντρο εξυπηρέτησης πελατών στην Αθήνα και κάναμε το ίδιο πράγμα. Ακόμα δεν καταλαβαίνω πως τα έβγαζαν πέρα με τους τότε μισθούς στην Ελλάδα. Δε λέω πάντως, και εγώ τα βρήκα σκούρα στην αρχή. Ήταν πολύ πιο δύσκολη η κοινωνικοποίηση στα Τίρανα σε σχέση με την Ελλάδα. Θυμάμαι ακόμα που τη δεύτερη μέρα που πήγα σχολή και μας έβαζε μια καθηγήτρια να σηκωθούμε όρθιοι και να πούμε μερικά λόγια για τον εαυτό μας. Εγώ είπα ότι μεγάλωσα στην Ελλάδα. Μετά δε μου μίλησε κανείς και με φώναζαν “ελληνάκο”. Όπως ήμουν και είμαι ο Αλβανός εδώ, έτσι ήμουν και ο Έλληνας εκεί. Ακόμα έτσι με φωνάζουν μερικοί, αλλά πλέον μόνο για πλάκα.

image
* Κεντρικός δρόμος των Τιράνων. Στολισμένος ενόψει Χριστουγένων

Γ)-Ελληνάκο σε έλεγαν, αλλά σε ρωτούσαν κιόλας..
(Ι)-”Τι θες εδώ ρε;” Έτσι μου έλεγαν. Είχαν την εντύπωση ότι η Ελλάδα είναι η ίδια χώρα με την Ελλάδα πριν από 30 χρόνια που ήρθες εσύ.

Ίγκλι Τζέπι: Ο πατέρας του ήρθε στην Ελλάδα το 1991 και ήταν από τους πρώτους Αλβανούς μετανάστες. Παιδί μεταναστών λοιπόν, πήγε στο ίδιο σχολείο με τον Γκλέντι μέχρι τα 18. Έφυγε για Τίρανα αμέσως μετά. Στην πρωτεύουσα της Αλβανίας των 2.8 εκατομμυρίων κατοίκων, δούλευε σε τηλεφωνικό κέντρο εξυπηρέτησης πελατών σπουδάζοντας παράλληλα προγραμματισμό. Κατά τη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου του στα Τίρανα, κάθε δεύτερο σαββατοκύριακο έπαιρνε το λεωφορείο και έκανε διαδρομή 10 ωρών για να γυρίσει στην Ελλάδα καθώς ήταν ιδιαίτερα δύσκολη η προσαρμογή του στα Τίρανα, όπου δεν μπορούσε να κάνει τίποτα σε σχέση με όσα έκανε στην Ελλάδα. Παρ’ όλα αυτά, πλέον δηλώνει “ωριμότερος” από ποτέ.

Η Αλβανία του σήμερα

Ασφαλώς, η σημερινή Αλβανία δεν είναι η Αλβανία του 1985 με ο,τι και αν αυτό συνεπάγεται για τον καθένα κοινωνικά και οικονομικά. Άλλωστε, η έννοια της ανάπτυξης και της προόδου διαφέρει ανά άτομο. Η Αλβανία του σήμερα λοιπόν σύμφωνα με τον καθηγητή Russell King (Πανεπιστήμιο του Σάσσεξ και τον ερευνητή Ilir Gedeshi, αποτελεί μια χώρα από την οποία “μεγαλύτερο ποσοστό από το 50 % του πληθυσμού επιθυμεί να φύγει για χώρες πλουσιότερες, με καλύτερη εκπαίδευση”. Μια χώρα, εντός της οποίας 3/10 ανθρώπους ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας (των 138 ευρώ τον μήνα) και σχεδόν 1/10 ανθρώπους είναι άνεργος. Τουτέστιν, 9/10 ανθρώπους δουλεύουν, λαμβάνοντας ως μέσο μισθό 330 ευρώ, την ώρα που ένα διαμέρισμα με ένα δωμάτιο στο κέντρο των Τιράνων κοστίζει λίγο λιγότερο από 300 ευρώ, χωρίς να συμπεριλαμβάνονται οι λογαριασμοί.

Μιλάμε λοιπόν για μια χώρα, στην οποία παραπάνω από 3/10 γυναίκες έχουν αντιμετωπίσει περιστατικά βίας, για μια χώρα στην οποία αποτελεί “άθλο” να είσαι ομοφυλόφιλος. Στην Αλβανία, εάν οι φοιτητές δεν πραγματοποιούσαν διαδηλώσεις (στις οποίες μάλιστα πρωτοστάτησε ο Γκλέντι), θα αναγκαζόντουσαν να δίνουν 20 ευρώ ώστε να επανεξεταστούν σε ένα μάθημα. Στην Αλβανία, από το 1991-2015 στη “μαύρη οικονομία” διακινούνταν χρηματικά ποσά, που αποτελούσαν περίπου το 1/3 του ΑΕΠ. Τέλος, όσον αφορά το δημόσιο σύστημα υγείας της, η σημερινή Αλβανία έχει να επιδείξει α) τους ελάχιστους ιατρούς, β) τον μικρό αριθμό νοσοκομείων και κλινών ανά 100.000 ανθρώπους, γ) την ελάχιστη οικονομική βοήθεια προς τα φτωχότερα οικονομικά στρώματα σε ζητήματα υγείας και δ) τη σημαντικότατη διαφορά ανάμεσα στα ποσοστά θνησιμότητας παιδιών κάτω των πέντε ετών ανάμεσα στην επαρχία και τα αστικά κέντρα (28 έναντι 13 σε 1.000 γεννήσεις), αλλά και ανάμεσα σε ευπορότερες και φτωχότερες οικογένειες (34 έναντι 13 σε 1.000 γεννήσεις). Ασφαλώς, δε δύναται να αμφισβητήσει κανείς πως πολλοί Αλβανοί απέκτησαν πολύ καλύτερη ποιότητα ζωής για τους ίδιους και τις οικογένειες τους έπειτα από το 1990. Οι διαφορές σαφώς είναι τεράστιες. Η ερώτηση όμως είναι: Μιλάμε για τους Αλβανούς της Αλβανίας; Ή για τους δέκα εκατομμύρια Αλβανούς της Διασποράς;

Γιατί σαφώς, είναι πολύ εύκολο να εστιάζουμε “στο δέντρο, και να μην κοιτάμε στο δάσος”, σαν μια άλλη Καθημερινή , στο ρεπορτάζ της για την Αλβανία με τίτλο: “Λαζαράτι, μέσα στον χασισοβολώνα της Ευρώπης”. Ή από την άλλη, είναι πολύ εύκολο να ορίζουμε ως ανάπτυξη τα δημόσια έργα, όπως οδικά δίκτυα, εξαιτίας των οποίων άνθρωποι μένουν άστεγοι και δεν αποζημιώνονται ποτέ.