Ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι αποτελούσε μέχρι το τέλος της ζωής του κεντρική φιγούρα στην πολιτική ζωή της Ιταλίας, αφού για περισσότερα από 30 χρόνια μονοπώλησε, σχεδόν, τη δημόσια ζωή.

Ads

Παρά το  χάος που έφερε κατά την παραμονή του στην εξουσία, τα αλλεπάλληλα σεξουαλικά σκάνδαλα και τις πολυάριθμες δικαστικές περιπέτειες, ο επιχειρηματίας και πρωταθλητής των Media ενσάρκωσε στο πρόσωπό του τις επιτυχίες,  τη λάμψη αλλά και την «υπερβολή» της γειτονικής χώρας. 

Για πολλούς συμπατριώτες του και για τους πολιτικούς του υποστηρικτές ήταν ένας εξωπραγματικός επιχειρηματίας που ενσάρκωσε  το «ιταλικό όνειρο» και την ελπίδα μιας «φιλελεύθερης επανάστασης». Αντιθέτως για τους πολιτικούς του αντιπάλους ήταν ένας πρόδρομος του Τραμπ  και μια απειλή για τη δημοκρατία αναφέρει σε άρθρο της η Liberation.

Την περασμένη χρονιά και σε ηλικία 85 ετών, φλερτάριζε ακόμη και με την ιδέα να αντικαταστήσει τον Σέρτζιο Ματαρέλα στην Προεδρεία της Δημοκρατίας της Ιταλίας, πράγμα που θα του έδινε δυνατότητα να πάρει το αίμα του πίσω για την προσβολή που υπέστη στις 13 Νοεμβρίου 2011, όταν αναγκάστηκε να αφήσει την εξουσία και το προεδρικό μέγαρο λόγω των σκανδάλων, των περιπετειών με τη δικαιοσύνη, εγκαταλειμμένος από τους Ευρωπαίους εταίρους του και με την κατακραυγή των αντιπάλων του.

Ads

Διαβάστε: Σίλβιο Μπερλουσκόνι: Βίος και πολιτεία του «Καβαλιέρε» της Ιταλίας

Αποδυναμωμένος και γερασμένος, παρά τις επεμβάσεις αισθητικής, ο άνθρωπος,  που κράτησε τα ηνία της χώρας ως επικεφαλής της κυβέρνησης για τρεις φορές, αναγκάστηκε να αρκεστεί στη θέση του γερουσιαστή μετά τις βουλευτικές εκλογές του 2022, όπου κέρδισε ο δεξιός και ακροδεξιός συνασπισμός υπό την ηγεσία της Τζόρτζια Μελόνι.

Ωστόσο με το κόμμα του, το Forza Italia (Εμπρός Ιταλία) να κατέχει περίπου το 8% των ψήφων, μια τεράστια περιουσία και απαράμιλλη δύναμη στα μέσα ενημέρωσης, ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι κατάφερε να παραμείνει μέχρι τέλους ως ένας από τους βασικούς παίκτες της ιταλικής πολιτικής σκηνής.

«Η Ιταλία είναι η χώρα που αγαπώ»

Το 1994, ο πλουσιότερος άνθρωπος της Ιταλίας ανακοίνωσε την «είσοδό του στην πολιτική σκηνή» με ένα επτάλεπτο βίντεο που έστειλε στους τηλεοπτικούς σταθμούς της χώρας.  Ανάμεσα στα συντρίμμια μιας παλιάς πολιτικής τάξης που αποδεκατίστηκε από την επιχείρηση κατά της διαφθοράς «Καθαρά Χέρια», που είχε ξεκινήσει δύο χρόνια νωρίτερα, ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι παρουσιάστηκε ως ο άνθρωπος που θα μπορούσε να «τελειώσει» με τους «κομμουνιστές» και να εκσυγχρονίσει τη χώρα

Γεννημένος το 1936 σε μια μικροαστική οικογένεια του Μιλάνου, ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι ήταν παιδί της μεταπολεμικής εποχής και ένθερμος αντικομμουνιστής από νεαρή ηλικία. Όπως ισχυρίστηκε, αργότερα, το 1948 δέχτηκε επίθεση από ομάδα κομμουνιστών, την ώρα που κολλούσε αφίσες για τους Χριστιανοδημοκράτες.

Μετά τις σπουδές του ο νεαρός Σίλβιο απέκτησε μεταπτυχιακό στη νομική και εκπόνησε διατριβή για τη διαφήμιση. Παράλληλα, έβγαζε το ψωμί του ως πλασιέ ή ως τραγουδιστής σε κρουαζιερόπλοια κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού. Αυτές οι εμπειρίες του έδωσαν μια απίστευτη ικανότητα στις πωλήσεις και αίσθηση για την επικοινωνία.

«Ο Μπερλουσκόνι είναι ο πιο ειλικρινής ψεύτης που υπάρχει. Είναι ο πρώτος που πιστεύει τα δικά του ψέματα», δήλωσε στην Liberation ο Ίντρο Μοντανέλι, πρώην διευθυντής της Il Giornale, της εφημερίδας της οικογένειας Μπερλουσκόνι.

Ο θριάμβος  της Μίλαν

Στην Ιταλία της πρώτης μεγάλης οικονομικής άνθησης, ο νεαρός Μπερλουσκόνι ασχολήθηκε με τις κατασκευές. Τη δεκαετία του 1970, όταν  η ανώτερη μεσαία τάξη εγκατέλειπε το ιστορικό κέντρο του Μιλάνου, δημιούργησε μια γειτονιά από το μηδέν στα περίχωρα της πόλης. Μέσα σε λίγους μήνες κατασκεύασε το «Milano 2», έναν εξαιρετικά μοντέρνο οικιστικό θύλακα που περιβάλλεται από πράσινο. Όπως αναφέρει η Liberation, με την υποστήριξη των Σοσιαλιστών του Μπετίνο Κράξι οι οποίοι ήταν τότε πανίσχυροι στη Λομβαρδία, ο Μπερλουσκόνι επέκτεινε γρήγορα τις δραστηριότητές του.

Από έναν μικρό τοπικό τηλεοπτικό σταθμό στην περιοχή Μιλάνο 2, μέσα σε λίγα χρόνια δημιούργησε μια αυτοκρατορία της επικοινωνίας. Ίδρυσε τα τρία μεγαλύτερα ιδιωτικά κανάλια της χώρας (Rete 4, Italia 1 και Canale 5), τη μεγαλύτερη διαφημιστική εταιρεία, ραδιοφωνικούς σταθμούς και άλλα πολλά. 

Στα μέσα της δεκαετίας του 1980  ο επιτυχημένος ιταλός επιχειρηματίας ξεκίνησε στο Παρίσι το κανάλι «La Cinq» με την υποστήριξη του Μπετίνο Κράξι και του Φρανσουά Μιτεράν. Το εγχείρημα του γαλλικού καναλιού με τις συνταγές των υπερατλαντικών καναλιών του (αμερικανικές σειρές και λαμπερά προγράμματα) έμελλε να αποτύχει, κυρίως λόγω της αντίθεσης του Ζακ Σιράκ, ο οποίος είχε εν τω μεταξύ  γίνει πρωθυπουργός της Γαλλίας.

Πίσω στην Ιταλία όπου αποσύρθηκε, ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι καθιέρωσε την εικόνα του νικητή μέσα από τον θρίαμβο της Μίλαν της ποδοσφαιρικής ομάδας, που αγόρασε. Μέσα σε λίγα χρόνια, οι κοκκινόμαυροι θα γίνουν η καλύτερη ομάδα της Ευρώπης, προσφέροντας θεαματικά επιθετικά παιχνίδια και αστέρια του ποδοσφαίρου που προσλαμβάνονται με υψηλό κόστος.

«Πόσα ευρωπαϊκά κύπελλα έχει κατακτήσει ο Λουίτζι Σπαβέντα;» αστειεύτηκε ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι κατά τη διάρκεια των βουλευτικών εκλογών του 1994 (τη χρονιά που η Μίλαν ήταν πρωταθλήτρια Ιταλίας και Ευρώπης) μιλώντας για τον αξιόλογο υπουργό οικονομικών και αντίπαλό του.

Στην πρώτη προεκλογική του εκστρατεία, ο Μπερλουσκόνι εφάρμοσε τους κανόνες του μάρκετινγκ στην πολιτική βασιζόμενος στα στελέχη της εταιρείας του, από τα οποία ζήτησε να εφαρμόσουν.

«Φρέσκια ανάσα, καθαρά χέρια και πάντα ένα κομπλιμέντο για τον συνομιλητή σας», συνιστά, στους υποψηφίους της Forza Italia (Ιταλία Εμπρός) αναφέρει η Liberation. To όνομα του κόμματός του προέρχεται από το σύνθημα των tifosi, των οπαδών,  της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου.

Οι αντίπαλοί του στην Αριστερά χλευάζουν «το πλαστικό» όπως λένε «κόμμα» και καταγγέλλουν τον επιχειρηματία για παράνομο πλουτισμό και τη σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ των ιδιωτικών του υποθέσεων και του δυνητικού δημόσιου αξιώματός του.

Τη δεκαετία του 1970, ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι φιλοξένησε στη βίλα του ένα αφεντικό της μαφίας, το οποίο επισήμως απασχολούσε ως σταβλίτη.  «Είμαι ήδη πλούσιος, δεν χρειάζεται να κλέψω», ήταν η απάντηση του άνδρα που γινόταν όλο και περισσότερο γνωστός ως «Il Cavaliere», αναφερόμενος στη διάκρισή του ως «Ιππότη του Τάγματος της Εργατικής Αξίας».

Εμφυτεύματα μαλλιών και κρουαζιερόπλοια

Στις βουλευτικές εκλογές του 1994 ο Σύλβιο Μπερλουσκόνι είχε επιτυχία. ‘Ενας από τους λόγους, επισημαίνει η Liberation, ήταν επειδή είχε καταφέρει να φέρει κοντά του το αυτόνομο κόμμα της Λέγκας του Βορρά του Ουμπέρτο Μπόσι και τους μεταφασίστες εθνικιστές του Τζανφράνκο Φίνι.

Σύντομα, όμως, οι συνδικαλιστές βγαίνουν στους δρόμους κατά της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού την οποία επιδίωκε και ξεκινούν τα προβλήματα με την δικαιοσύνη. Όταν ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι προσπαθεί να εδραιώσει την πλειοψηφία, ο Ουμπέρτο Μπόσι αποφασίζει να τον ρίξει.

Για έξι χρόνια ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι μπαίνει σε «απομόνωση», περίοδος κατά τη διάρκεια της οποίας υποβλήθηκε σε θεραπεία για καρκίνο του προστάτη. Ωστόσο  τα λάθη της Αριστεράς η οποία βρισκόταν στην εξουσία όλα αυτά τα χρόνια, επιτρέπουν στον Cavaliere να επιστρέψει.

Η προεκλογική εκστρατεία για τις περιφερειακές εκλογές του 2000 γίνεται από ένα κρουαζιερόπλοιο 2.300 θέσεων το οποίο πηγαίνει από λιμάνι σε λιμάνι για να υποστηρίξει τους υποψηφίους του. Όπως και πολλές από τις επικοινωνιακές του τακτικές, το συγκεκριμένο τέχνασμα λειτούργησε άψογα. Θριάμβευσε στις εκλογές και τον επόμενο χρόνο επέστρεψε στην εξουσία «μετά δαφνών και στεφάνων».

Στον αντίποδα των «κομμουνιστών που σκοτώνουν», όπως έλεγε, «την ελευθερία», ο Μπρλουσκόνι υπόσχεται και πάλι μια «φιλελεύθερη επανάσταση». Πρώτο μέτρο της  κυβέρνησής του είναι η κατάργηση του φόρου κληρονομιάς. «Αυτά είναι τα δικά μου συμφέροντα, αλλά είναι και δικά σας», είπε στον ιταλικό λαό.


Η ηττημένη αριστερά καταγγέλλει την έλευση της τηλεκρατίας, ενός νέου είδους λαϊκισμού που απειλεί την εύρυθμη λειτουργία της δημοκρατίας. Ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι δεν ενδιαφέρεται για τις επιθέσεις αυτές αναφέρει η Liberation. Αφού έχει καταφέρει να κερδίσει την πλειοψηφία των συμπολιτών του, ισχυρίζεται ότι διοικεί τη χώρα σαν ένας μικρός επιχειρηματίας, χωρίς εταίρους ή μετόχους στους οποίους πρέπει να λογοδοτήσει. Απευθύνεται σε ένα μεγάλο μέρος των Ιταλών, το αλλεργικό στους κανόνες και το κράτος.

«Ο Μπερλουσκόνι ενσαρκώνει την κουλτούρα του motorino», σύμφωνα με τον Σικελό συγγραφέα Αντρέα Καμιλέρι, δηλαδή εκείνη του πολυμήχανου ανθρώπου που με το μοτοποδήλατό του κάνει ζιγκ ζαγκ στη μέση της κυκλοφορίας.

Επιδεικνύοντας τα εμφυτεύματα στα μαλλιά του και κάνοντας κακόγουστα αστεία, ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι απελευθερώνει και απενοχοποιεί ένα μέρος της ιταλικής κοινωνίας που διψάει για καταναλωτισμό, ευημερία και το μη ορθό πολιτικά.

«Είμαι σαν εσάς, μου αρέσουν οι όμορφες γυναίκες, το ποδόσφαιρο και η διασκέδαση», λέει ο Cavaliere ο οποίος εμφανίζεται ως ο μέσος Ιταλός που τα έχει καταφέρει στη ζωή του. «Είχε πάντα μια εξαιρετική ικανότητα να αντιλαμβάνεται και να ερμηνεύει τον παλμό της χώρας», επισημαίνει στην  Liberation ο πρώην βουλευτής Ντάριο Ριβόλτα (Forza Italia), ο οποίος ήταν υπεύθυνος του ιδιαίτερου γραφείου του και επικεφαλής διεθνούς ανάπτυξης της χρηματοπιστωτικής holding Fininvest, που ελέγχεται από την οικογένεια Μπερλουσκόνι. «Η ευαισθησία του αυτή εξηγεί και την επιτυχία των καναλιών του. Ήξερε ενστικτωδώς τι θα άρεσε και τι όχι στον μέσο Ιταλό».

Χάρη στη σταθερή πλειοψηφία που απέκτησε το 2001, ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι κατάφερε να διατηρηθεί στην εξουσία μέχρι το τέλος της κυβερνητικής περιόδου το 2006, κάτι που δεν είχε επιτύχει καμία άλλη κυβέρνηση στην Ιταλία. «Μόνο ο Ναπολέων έχει πετύχει περισσότερα από εμένα», καυχιόταν τότε. Στην πραγματικότητα, όμως, ο Καβαλιέρε εγκατέλειψε γρήγορα τη μεταρρύθμιση της χώρας, επιδιώκοντας κυρίως να υπερασπιστεί τον εαυτό του από τους δικαστές που τον κυνηγούσαν και να εδραιώσει τις επιχειρήσεις του. «Πρέπει να παραδεχτούμε ότι καμία από τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις που ζητούσε αυτή η χώρα δεν πραγματοποιήθηκε», σχολιάζει ο Dario Rivolta.

Οι βραδιές bunga bunga

Μετά από δύο χρόνια στην αντιπολίτευση, σε ηλικία 72 ετών, ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι  εκμεταλλεύεται τις αμαρτίες της Αριστεράς και επιστρέφει στην εξουσία για τρίτη και τελευταία φορά το 2008. Ως πραγματιστής, κέρδισε τις εκλογές κάνοντας το πρόγραμμά του πιο συντηρητικό στα θέματα της ασφάλειας, της καταπολέμησης της μετανάστευσης, της ευθυγράμμισης με την Καθολική Εκκλησία και της προστασίας των εθνικών επιχειρήσεων.

Για την αντιπολίτευση, ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι είναι πλέον ένας χοντρόπετσος «κροκόδειλος» . Αλλά η περίοδος χάριτος είναι μικρή. Απομονώνεται όλο και περισσότερο από την εξουσία, δέχεται επιθέσεις από τους πολιτικούς του συμμάχους, έχει εμπλακεί σε σεξουαλικά σκάνδαλα.

Διαβάστε: Ο Σίλβιο πέθανε. Ζήτω ο μπερλουσκονισμός!

Πρώτα η έρχονται οι αποκαλύψεις για την μικρή Ναπολιτάνα Noemi, στη συνέχεια για τη νεαρή Μαροκινή ανήλικη Ruby, το πραγματικό όνομα της οποίας είναι Karima el-Mahroug. Ολόκληρη η Ιταλία ανακάλυπτει ότι αντί να ασχολείται με τη χώρα η οποία βρισκόταν στη  δίνη της οικονομικής κρίσης, ο ηλικιωμένος δισεκατομμυριούχος περνούσε μεγάλο μέρος του χρόνου του διοργανώνοντας πάρτι «bunga bunga» με νεαρές πόρνες. Η απαξίωση ήταν βαθιά.

Αδυνατώντας να παρουσιάσει στην Ευρώπη ένα αξιόπιστο σχέδιο για την εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών της Ιταλίας, αναγκάζεται σε παραίτηση  τον Νοέμβριο του 2011. Πολλοί από τους στενούς του συνεργάτες τον εγκαταλείπουν.

Από το 2013 και μετά, το κόμμα Forza Italia  αρχίζει να χάνει έδαφος παντού. Μετά από την οριστική καταδίκη του για φορολογικές απάτες ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι αναγκάζεται να παραιτηθεί και από γερουσιαστής  και να προσφέρει κοινωφελή εργασία σε οίκο ευγηρίας.

«Είναι βέβαιο ότι αν ο Μπερλουσκόνι βρισκόταν στο πεδίο, θα ήταν μια εντελώς διαφορετική ιστορία», επαναλαμβάνει ο ίδιος, σε τρίτο πρόσωπο, καθώς η ιταλική Δεξιά καταρρέει και πέφτει μαζί του. Γιατί η ακροδεξιά, την οποία βοήθησε να αποδαιμονοποιηθεί  το 1994, σταδιακά επιβλήθηκε σε αυτή την πλευρά του πολιτικού φάσματος μέσω των συνεχιστών των πρώην συμμάχων του, δηλαδή του Ματέο Σαλβίνι για τη Λέγκα και των μεταφασιστών της Τζόρτζια Μελόνι σήμερα.

Οι τελευταίες «σκανταλιές»

Σήμερα στην Αριστερά η φιγούρα του Σίλβιο Μπερλουσκόνι θεωρείται πλέον ως το μικρότερο κακό. «Δεν μπορώ να μισήσω τον Μπερλουσκόνι, δεν μπορώ να κάνω αλλιώς», εκμυστηρεύτηκε ο Ματέο Ρέντσι,  ηγέτης των Δημοκρατικών το 2011, όταν  τα κανάλια  του Cavaliere τον βοήθησαν να αναδειχτεί επισημαίνει η Liberation.  Το 2020, ο Ρομάνο Πρόντι είναι «ο μόνος άνθρωπος που έχει νικήσει τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι» το 1996 και το 2006 και ο οποίος δεν αποκλείει πλέον μια πολιτική πλειοψηφία με τη Forza Italia. «Δεν είναι ταμπού» όπως λέει.

Τους τελευταίους μήνες της ζωής του, ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι ήταν απασχολημένος με την αναδιοργάνωση του κόμματός του απολύοντας εν μία νυκτί τους συνεργάτες του υπό την επιρροή της νέας του συντρόφου, της βουλευτού Μάρτα Φασίνα, η οποία είναι 53 χρόνια νεότερή του.

Είχε σύμφωνα με την Liberation την εικόνα ενός γέρου μονάρχη που περιβάλλεται από αυλικούς, αλλά είναι ακόμη ικανός να φέρει σε δύσκολη θέση την Τζόρτζια Μελόνι, υποστηρίζοντας δημοσίως  τον καλό του φίλο Βλαντίμιρ Πούτιν ή διαρρέοντας σκοπίμως ένα έγγραφο στο οποίο αποκαλούσε τον επικεφαλής της κυβέρνησης «αλαζόνα» και «στενόμυαλο».

Μικρές σκανταλιές στο σούρουπο της ζωής του ανθρώπου που, μέσω μιας ακραίας εξατομίκευσης της εξουσίας και της μαζικής χρήσης της επικοινωνίας, μεταμόρφωσε βαθιά την πολιτική και δίχασε την Ιταλία για τριάντα χρόνια.