«Εμείς, οι άνθρωποι». Με πυρήνα του το ίδιο το όνομά του, καθώς επίσης και το εδώ και χρόνια motto του «Φτιάχνοντας μία Ιρλανδία των Ίσων», το κόμμα Sinn Féin  έχει κατορθώσει να φέρει τα πάνω-κάτω στην πολιτική ζωή αμφότερων των δύο πλευρών του νησιού της Ιρλανδίας, «ταρακουνώντας» σε μεγάλο βαθμό για ακόμη μία φορά και την βρετανική και ευρωπαϊκή κοινή γνώμη.

Ads

Το άλλοτε πολιτικό σκέλος του «Προσωρινού ΙΡΑ» έχει κατορθώσει τα τελευταία 25 έτη να αποτινάξει από πάνω του τη «ρετσινιά» του «εξτρεμιστικού, τρομοκρατικού φορέα», και να δεκαπλασιάσει τα ποσοστά του τόσο στις βουλευτικές εκλογές της Βόρειας και της Νότιας Ιρλανδίας, έχοντας μετατραπεί στο υπ’ αριθμόν 1 κόμμα στην προτίμηση των ψηφοφόρων, με προοπτικές μάλιστα για περαιτέρω αύξηση της δημοφιλίας του (εικόνες 1 και 2).

Σε ο, τι αφορά τη συμμετοχή του στις βουλευτικές εκλογές της Μεγάλης Βρετανίας. οι εκλεγμένοι αντιπρόσωποί του δεν καταλαμβάνουν τις έδρες που τους αναλογούν, απέχοντας με αυτόν τον τρόπο από το σύνολο των συνεδριάσεων λόγω του όρκου αφοσίωσης στο Σύνταγμα και στην Μονάρχη της χώρας.

image
Εικόνα 1: Ιστορική διακύμανση των ποσοστών του Sinn Féin στην Νότια Ιρλανδία

Ads

image
Εικόνα 2: Ιστορική διακύμανση των ποσοστών του Sinn Féin στην Νότια Ιρλανδία

Οι συνθήκες

Πώς, όμως, το Sinn Féin  αύξησε την επιρροή του τόσο πολύ την περίοδο που διανύουμε; Πρώτον, με κατάλληλη ηγεσία. Ο Μισέλ Ο’ Νιλ στην Βόρεια Ιρλανδία και η Μέρι Λου ΜακΝτόναλντ στην Δημοκρατία της Ιρλανδίας έχουν στρέψει το ενδιαφέρον της βάσης του κόμματος από το αμιγές ζήτημα της ανεξαρτησίας και σε οικονομικά αιτήματα και θέματα της καθημερινότητας των πολιτών.

Στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, ιδιαίτερα κατά την περίοδο των «Ταραχών» στην Βόρεια Ιρλανδία, το κόμμα υποβάθμιζε τα ζητήματα αυτά για χάρη του πρωταρχικού στόχου της επανένωσης των δύο Ιρλανδιών με οποιοδήποτε μέσον. Η οικονομική κρίση των ετών 2010-2015 «αφύπνισε» την ταξική συνείδηση και εμπλούτισε το εύρος των ζητημάτων ημερήσιας διάταξης (υψηλό κόστος δημόσιας υγείας και παιδείας, έμφυλη βία, στεγαστικό πρόβλημα) στις πολιτικές συζητήσεις όλου του νησιού.

Στο πλαίσιο αυτής της αναδιάταξης συσχετισμών, το Sinn Féin  αύξησε τη δημοτικότητά του και στις δύο κοινότητες του νησιού έναντι των πιο συντηρητικών (κοινωνικοοικονομικά) και μετριοπαθών (στο ζήτημα της ανεξαρτησίας) κομμάτων.

Τα χρόνια μετά το 1998, οι Προτεστάντες και Καθολικοί κάτοικοι της Νότιας και της Βόρειας Ιρλανδίας ήρθαν πιο κοντά, ανακαλύπτοντας ότι οι διαφορές μεταξύ θρησκευτικών δογμάτων είναι λιγότερο σημαντικές από εκείνα που τους ενώνουν.

Η μεταφορά ανθρώπων και αγαθών έγινε πιο εύκολη από ποτέ, η επανένωση οικογενειών έγινε πράξη, η ανταλλαγή ακόμη και ριζοσπαστικών απόψεων και ιδεών ενθαρρύνθηκε. Μία ολόκληρη γενιά έχει πλέον μεγαλώσει εξ’ ολοκλήρου μακριά από τα θρησκευτικά μίση και τον φανατισμό που χαρακτήριζε τις προηγούμενες.

Επιπρόσθετα, καταλυτικό ρόλο έπαιξε και η απόφαση των Βρετανών πολιτών τον Ιούνιο του 2016 για αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Στην επικράτεια της Βορείου Ιρλανδίας, η επιλογή της «Παραμονής» επικράτησε με 57% έναντι 43% αυτών που ψήφισαν για την «Αποχώρηση», κάτι που μπορεί να ερμηνευθεί και ως απότοκο των θετικών επιδράσεων της Συμφωνίας της Μεγάλης Παρασκευής τόσο στην κοινωνική συνοχή όσο και στον σημαίνοντα ρόλο που διαδραματίζει η Βόρεια Ιρλανδία ως κόμβος εμπορίου μεταξύ της Ε.Ε. και του Ηνωμένου Βασιλείου.

Το Brexit ήχησε στα αυτιά των «φιλοϊρλανδών», αλλά και μιας διόλου ευκαταφρόνητης μερίδας μετριοπαθών Προτεσταντών της Βορείου Ιρλανδίας ως απειλή για ό,τι είχε με κόπο οικοδομηθεί τα πρόσφατα χρόνια.

Εξελίξεις μετά το αποτέλεσμα των φετινών εκλογών

Η βραδιά της 5ης Μαΐου 2022 βρήκε το Sinn Féin να πανηγυρίζει την επικράτησή για πρώτη φορά εθνικιστικού Ιρλανδικού Κόμματος στην Βόρεια Ιρλανδία, 100 έτη μετά τον διαχωρισμό της χώρας. Από τις κάλπες προέκυψε μία Εθνοσυνέλευση διχασμένη, όπου τα κόμματα που υποστηρίζουν την προσχώρηση στην Ιρλανδία κατέχουν συνολικά 36 έδρες (-4 από το 2017), τα κόμματα που αντιτίθενται σε κάτι τέτοιο 37 έδρες (επίσης -4 συγκριτικά με το 2017), με το κεντρώο πολιτικά και ουδέτερο ως προς αυτό το ζήτημα κόμμα της «Συμμαχίας» να καταγράφει ρεκόρ ποσοστού (13,5%) και εδρών (17), καταλαμβάνοντας για πρώτη φορά στην ιστορία του την 3η θέση (εικόνες 3 και 4).

image
Εικόνα 3 : Σύγκριση ποσοστών των κομμάτων μεταξύ Βουλευτικών Εκλογών 2017 και 2022 στην Βόρεια Ιρλανδία

image
Εικόνα 4: Σύγκριση εδρών μεταξύ Βουλευτικών Εκλογών 2017 και 2022 στην Βόρεια Ιρλανδία

Από την επόμενη ημέρα κιόλας, εκπρόσωποι του πάλαι ποτέ κραταιού Δημοκρατικού Ενωτικού Κόμματος (DUP), δήλωσαν ότι «δεν πρόκειται να αποδεχθούν σε καμία περίπτωση» να παραχωρηθεί το αξίωμα του Πρωθυπουργού σε πρόσωπο που προέρχεται από το Sinn Féin, πόσο μάλλον στην επικεφαλής του, παρ’ ότι κατά τα πρότυπα της «Συμφωνίας της Μεγάλης Παρασκευής» η Βόρεια Ιρλανδία διοικείται υποχρεωτικά από μία κυβέρνηση στην οποία οφείλουν να μετέχουν τόσο τα «ενωτικά», όσο και «εθνικιστικά» κόμματα.

Εν συνεχεία, η Υπουργός Εξωτερικών της Μεγάλης Βρετανίας Λιζ Τρας, ο ίδιος ο Μπόρις Τζόνσον αλλά και άλλα υψηλόβαθμα στελέχη της κυβέρνησης, δήλωσαν επανειλημμένα ότι πρόκειται να υπάρξει μία «τροποποίηση» στη συμφωνία Ευρωπαϊκής Ένωσης-Μεγάλης Βρετανίας, καθώς η κυβέρνηση δεν θεωρεί φυσιολογικό να πρέπει να υπερβεί κάθε φορά ένα δασμολογικό τείχος προκειμένου να εισάγει προϊόντα από… την ίδια της την επικράτεια.

Πολλοί αναλυτές ερμηνεύουν το γεγονός αυτό ως «προσπάθεια ικανοποίησης» ενός αγανακτισμένου τμήματος των Βορειοϊρλανδών Προτεσταντών και των όμορων κομμάτων τους (DUP,UUP και –ιδίως- την ακροδεξιά TUV) που εδώ και τρία χρόνια αντιτίθενται σθεναρά στη Συμφωνία, θεωρώντας ότι η έλλειψη «σκληρών συνόρων» διευκολύνει τους διακείμενους φιλικά στην επανένωση της Ιρλανδίας να πετύχουν τον μακρόπνοο στόχο τους.

Από την άλλη πλευρά, δεχόμενη έντονες πιέσεις από τη δυναμική αριστερόστροφη αντιπολίτευση του Sinn Féin , η κυβερνητική συμμαχία της Ιρλανδίας και η Ευρωπαϊκή Ένωση μέσω των Επιτρόπων της καλούν την Βρετανία να επιδείξει ψυχραιμία και να μην προβεί σε μονομερείς ενέργειες που υπονομεύουν τα συμπεφωνημένα.

Οι δε Ηνωμένες Πολιτείες, στις οποίες το «ιρλανδικό λόμπυ» έχει αξιοπρόσεκτη παρουσία, εκφράστηκαν δια στόματος Νάνσυ Πελόζι: «Αν η Βρετανία τροποποιήσει μονομερώς την συμφωνία, αυτομάτως τίθενται εμπόδια στην διμερή συμφωνία ελεύθερου εμπορίου μεταξύ ΗΠΑ-Βρετανίας». Η Βρετανία πάντως καθησυχάζει με κάθε ευκαιρία όλες τις ενδιαφερόμενες πλευρές ότι οι επιδιωκόμενες αλλαγές θα είναι «περιορισμένες» και κάθε άλλο παρά αποσκοπεί σε παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου.

Την ίδια στιγμή, ο επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κιρ Στάρμερ, με τη στήριξη του (καθοριστικού στην διαμόρφωση της «Συμφωνίας της Μεγάλης Παρασκευής») Τόνι Μπλερ, υπόσχεται με τη σειρά του «μερική αναθεώρηση» της Συμφωνίας του 2019. Ωστόσο, σε πρόσφατες συναντήσεις του με στελέχη της ιρλανδικής κυβέρνησης διαβεβαίωσε ότι και εκείνος ως Πρωθυπουργός «θα σεβαστεί πλήρως τις δεσμεύσεις της χώρας και την αφοσίωσή της στην τήρηση του Διεθνούς Δικαίου».

Τα συμπεράσματα ενός αδιεξόδου

Ορισμένοι μελετητές επισημαίνουν πως η προσχώρηση της «βρετανικής» Βόρειας Ιρλανδίας στην «ευρωπαϊκή» Δημοκρατία της Ιρλανδίας θα έχει ολοκληρωθεί ως εγχείρημα το αργότερο μέσα στην επόμενη δεκαετία μέσα στο γενικότερο πλαίσιο φυγόκεντρων τάσεων και αποσύνθεσης του Ηνωμένου Βασιλείου (π.χ. Σκωτία).

Άλλοι, λιγότερο ρομαντικοί, αποφαίνονται ότι για να συντελεστούν τέτοιου μεγέθους κοινωνικές διεργασίες και πολιτικές ανατροπές απαιτούνται τόσο μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα όσο και ισχυρότερη βούληση απ’ όλες τις πλευρές, μιας και από την «Συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής» προβλέπεται ότι η επανένωση προϋποθέτει έγκριση μέσω δημοψηφίσματος αμοιβαία αναγνωρισμένου από την Δημοκρατία της Ιρλανδίας και από το Ηνωμένο Βασίλειο.

Το σίγουρο είναι πως θα ήταν δύσκολο για τους κατοίκους της Βόρειας Ιρλανδίας να αποχωριστούν το πολύ πιο αξιόπιστο Βρετανικό Εθνικό Σύστημα Υγείας για μία επίσκεψη αξίας 60 ευρώ σε ένα αντίστοιχο θεραπευτήριο της Νότιας Ιρλανδίας, όπως επίσης και οι κάτοικοι της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας δύσκολα θα επιθυμούσαν να θυσιάσουν ένα τμήμα του εισοδήματός τους προκειμένου να μετριάσουν το έλλειμμα της οικονομίας της Βόρειας Ιρλανδίας.

Εντούτοις, οι κοινές αξίες, παραδόσεις, αλλά κυρίως οι αγώνες ετών «αναμένουν στην γωνία» μια ιστορική στιγμή που πριν από μερικά έτη πολύ λίγοι θα πίστευαν πως θα γινόμασταν μάρτυρές της. Είναι φανερό ότι αυτήν την κρίση η Ευρωπαϊκή Ένωση δύναται να την αξιοποιήσει κατάλληλα ώστε να αυξήσει το διπλωματικό κύρος της, αναδεικνυόμενη σε ειρηνοποιό δύναμη που ενώνει (ξανά) τους λαούς.

Σε ένα νησί ταλαιπωρημένο από τα πάθη του διχασμού, στο οποίο έχουν χυθεί τόνοι αίματος για την ανεξαρτησία και την ενοποίησή του, ο σεβασμός της αρχής της αυτοδιάθεσης των λαών από κοινού με την αλληλοεκτίμηση των διακριτών κοινοτήτων οφείλουν να εμποδίσουν μία διολίσθηση στο αιματηρό παρελθόν.

* Ο Άρης Παπαδόπουλος, Πολιτικός επιστήμονας – H ανάλυση περιλαμβάνεται στο 6ο Δελτίο Διεθνών & Ευρωπαϊκών Εξελίξεων του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ που δημοσιεύεται στο www.enainstitute.org