Διπλωματικές πιέσεις προς την Μόσχα για τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία φαίνεται πως ασκούν οι στενοί σύμμαχοί της, Κίνα και Ινδία.

Ads

Στο περιθώριο της συνόδου κορυφής του Οργανισμού Συνεργασία της Σαγκάης που πραγματοποιείται στο Ουζμπεκιστάν, ο Ινδός πρωθυπουργός Ναρέντρα Μόντι δήλωσε στον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν ότι τώρα δεν είναι ώρα για πόλεμο, καθώς η ασφάλεια των τροφίμων, των λιπασμάτων και των καυσίμων είναι από τις μεγαλύτερες ανησυχίες του κόσμου αυτή τη στιγμή.

«Γνωρίζω ότι η σημερινή εποχή δεν είναι εποχή για πόλεμο και σας μίλησα στο τηλέφωνο γι’ αυτό», είπε ο Μόντι στον Πούτι, προσθέτοντας ότι η δημοκρατία, η διπλωματία και ο διάλογος κρατούν τον κόσμο ενωμένο.

Ο Πούτιν δήλωσε ότι κατανοεί τις ανησυχίες του Μόντι για τον πόλεμο στην Ουκρανία. «Γνωρίζω τη θέση σας για τη σύγκρουση στην Ουκρανία και γνωρίζω τις ανησυχίες σας. Θέλουμε να θέσουμε τέλος σε όλο αυτό το συντομότερο δυνατό»

Ads

Παράλληλα ο Ρώσος πρόεδρος εξέφρασε τη λύπη του για το ότι «η αντίθετη πλευρά, η ηγεσία της Ουκρανίας, απέρριψε τις ειρηνευτικές συνομιλίες» και δήλωσε ότι θέλει να επιτύχει τους στόχους της με στρατιωτικά μέσα.  

Ο Μόντι και ο Πούτιν μίλησαν στο περιθώριο της συνόδου κορυφής  του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης (SCO), μόνιμα μέλη του οποίου, εκτός από την Ινδία, είναι η Κίνα, η Ρωσία, το Πακιστάν, το Καζακστάν, το Κιργιστάν, το Τατζικιστάν και το Ουζμπεκιστάν.

«Οι εμπορικές μας συναλλαγές αυξάνονται, χάρη στις πρόσθετες προμήθειές σας ρωσικών λιπασμάτων στις ινδικές αγορές, οι οποίες έχουν αυξηθεί οκτώ και πλέον φορές. Είμαι αισιόδοξος ότι αυτό θα βοηθήσει σημαντικά τον γεωργικό τομέα της Ινδίας», δήλωσε ο Πούτιν.

Είχε προηγηθεί η δημόσια παραδοχή του Πούτιν, ότι το Πεκίνο εξέφρασε τις ανησυχίες του για τον πόλεμο, σε δηλώσεις του μετά την συνάντησή του με τον Κινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ.

Για την Δύση, τα παραπάνω αποτελούν σημάδια δυσφορίας για τις κινήσεις της Μόσχας.

Όπως δήλωσαν δυτικοί αξιωματούχοι στους  Financial Times, τα σχόλια είναι «ένα γνήσιο και σαφές μήνυμα» ενόχληση.
Ανώτερος Ευρωπαίος αξιωματούχος πρόσθεσε, ότι η Ινδία και η Κίνα θα μπορούσαν να προσαρμόσουν τις ενέργειές τους τόσο προς τη Ρωσία όσο και προς τη Δύση.

Σε άλλα σχόλια, ανώτερος Ευρωπαίος υπουργός είπε στους FT ότι ερμήνευσαν τα σχόλια ως «πραγματική κριτική». «Ειδικά από τον Μόντι. Δεν νομίζω ότι του αρέσει αυτό… Ήταν πολύ καλύτερο να βρίσκεσαι σε μια θέση ασάφειας όπου μπορείς να είσαι φιλικός και με τις δύο πλευρές. Και να επωφεληθείς από το να είσαι φίλος και με τους δύο».

Οι αναλυτές υπογραμμίζουν πάντως ότι ενώ το μήνυμα μπορεί να είναι σαφές, ούτε ο Σι ούτε ο Μόντι αναφέρθηκαν απευθείας στην Ουκρανία ούτε εξέφρασαν την υποστήριξή τους στο Κίεβο. Και οι δύο άλλωστε έχουν αυξήσει τις αγορές ρωσικών εξαγωγών ενέργειας και συνέχισαν τις συναλλαγές με τη Μόσχα από τότε που ξεκίνησε η εισβολή πριν από σχεδόν επτά μήνες. «Η δήλωση του Μόντι πέτυχε αυτό που ήθελε να πετύχει: να στείλει ένα μήνυμα στη Δύση ότι δεν στέκεται στο πλευρό του Πούτιν», δήλωσε ο Σουσάντ Σινγκ, ανώτερος συνεργάτης του Κέντρου Ερευνών Πολιτικής στο Νέο Δελχί.

Ο Σινγκ σημείωσε επίσης ότι οι δηλώσεις του Μόντι δεν εγείρουν κανένα «επίμαχο ζήτημα» σχετικά με την κυριαρχία ή την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας, αλλά επικεντρώθηκαν σε ζητήματα σχετικά με τις επιπτώσεις του πολέμου σε τομείς όπως η επισιτιστική ασφάλεια, τα καύσιμα και οι προμήθειες λιπασμάτων.

Από την άλλη, δυτικοί αξιωματούχοι ερμήνευσαν τις ανησυχίες του Μόντι και του Σι ως αμφισβήτηση της αφήγησης του Πούτιν ότι οι δυτικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας ευθύνονται για τις οικονομικές επιπτώσεις από τον πόλεμο.

Τα σχόλια υπογράμμισαν ότι ο Πούτιν «απομονώνεται περαιτέρω από τη διεθνή κοινότητα», δήλωσε την Παρασκευή ο Τζον Κίρμπι, ανώτατος εκπρόσωπος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ. «Ακόμη και χώρες που ήταν επιεικείς μαζί του αρχίζουν να αμφισβητούν τι κάνει στην Ουκρανία».

Η προφανής αποδοκιμασία της Κίνας και της Ινδίας αποτελεί πιθανό εμπόδιο στον στόχο του Πούτιν να εμβαθύνει τους δεσμούς με μη δυτικές χώρες, σημειώνουν οι FT. Μια εβδομάδα πριν από τη συνάντηση, ο Πούτιν σε ομιλία του είπε ότι χώρες όπως η Κίνα μπόρεσαν να αναπληρώσουν τις χαμένες εμπορικές συναλλαγές της Ρωσίας με την Ευρώπη.

«Πέρα από την αλλαγή συντρόφων ή προσανατολισμού. Οραματίζεται αντίπαλα πολιτικά και οικονομικά μπλοκ», δήλωσε δυτικός διπλωμάτης στη Μόσχα. Αν και η Κίνα επωφελήθηκε από τις χαμηλές τιμές για να αυξήσει τις αγορές ρωσικών εμπορευμάτων, ο κίνδυνος δευτερογενών κυρώσεων από τις ΗΠΑ σημαίνει ότι οι εταιρείες της διστάζουν να καλύψουν το κενό που άφησαν οι κυρώσεις στον αμυντικό και τεχνολογικό τομέα της Ρωσίας. «Περίμεναν περισσότερα από την Κίνα», είπε ένας άλλος δυτικός διπλωμάτης στη Μόσχα. «Οι κινεζικές εταιρείες είτε έχουν υπόδειξη να μην είναι δραστήριες είτε χρειάζονται άδεια υψηλού επιπέδου για να το κάνουν».

Σύμφωνα με το Κρεμλίνο πάντως η σχέση της Ρωσίας με την Κίνα παραμένει ισχυρή. Σε σχόλια που μεταδόθηκαν την Κυριακή, ο εκπρόσωπος του Πούτιν, Ντμίτρι Πεσκόφ, είπε στη ρωσική κρατική τηλεόραση ότι η Μόσχα και το Πεκίνο έχουν «απόλυτη συγγένεια στην προσέγγισή μας σε κάθε είδους προκλητικές ενέργειες που προέρχονται από τις Ηνωμένες Πολιτείες και το απαράδεκτο μιας τέτοιας καταστροφικής συμπεριφοράς». Ο Πεσκόφ αναγνώρισε ότι οι δυνητικές δευτερογενείς κυρώσεις της Δύσης είναι «περίπλοκοι παράγοντες» που έχουν «αρνητική επίδραση» στην εμβάθυνση των εμπορικών σχέσεων της Κίνας με τη Ρωσία, αλλά τόνισε  ότι «δεν ήταν σε θέση να έχουν σημαντικό αποτέλεσμα, επειδή η γενική τάση είναι ακόμη προς εμβάνθυνση».