To Γιοχάνεσμπουργκ είναι η εμπορική μητρόπολη της Νότιας Αφρικής αλλά και η μεγαλύτερη πόλη της χώρας. Είναι επίσης η πόλη στην οποία πιστεύεται ότι εκατομμύρια ουγκιές χρυσού βρίσκονται ακόμα θαμμένες κάτω από την επιφάνεια του εδάφους της. Για αυτό άλλωστε ανθεί μια παράνομη αλλά και βαμμένη με αίμα βιομηχανία παράνομων εξορύξεων.

Ads

Σύμφωνα με μια έκθεση της Νοτιοαφρικανικής Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που δημοσιεύτηκε το 2015, περισσότεροι από 30.000 παράνομοι ανθρακωρύχοι, γνωστοί ως zama zamas, μπαίνουν στα έγκατα της γης της Νότιας Αφρικής προκειμένου να βρουν χρυσάφι. Οι περισσότεροι δραστηριοποιούνται στο Γιοχάνεσμπουργκ που βρίσκεται στην κορυφή της μεγαλύτερης λεκάνης χρυσού που έχει ανακαλυφθεί ποτέ, αλλά είναι πια εγκαταλελειμμένη, παρά τον θησαυρό που κρύβει.

Η Νότια Αφρική ήταν κάποτε το συνώνυμο της εξόρυξης χρυσού. Ο χρυσός ανακαλύφθηκε για πρώτη φορά το 1886, οδηγώντας στην εγκαθίδρυση και την ταχεία εκβιομηχάνιση του Γιοχάνεσμπουργκ και καταστώντας το, την μεγαλύτερη πόλη που ιδρύθηκε ποτέ σε έναν τόπο που δεν βρίσκεται κοντά σε κάποια πηγή νερού.

Μέχρι τη δεκαετία του 1970, η Νότια Αφρική ήταν μακράν ο μεγαλύτερος παγκόσμιος παραγωγός χρυσού, φιλοξενώντας στα εδάφη της περισσότερο από το 75% των παγκόσμιων αποθεμάτων του πολύτιμου μετάλλου, τα οποία και συνέβαλαν σε περισσότερο από το 21% του ΑΕγχΠ της χώρας. Ωστόσο, η απότομη πτώση των τιμών και των καταθέσεων του χρυσού, καθώς και η αύξηση του κόστους εργασίας και της ηλεκτρικής ενέργειας κατά την τελευταία δεκαετία οδήγησαν στο κλείσιμο των περισσότερων ορυχείων. Σήμερα υπάρχουν περίπου 6.000 εγκαταλελειμμένα ή παροπλισμένα ορυχεία σε όλη τη Νότια Αφρική.

Ads

Οι περισσότερες από τις περιοχές στις οποίες βρίσκονται αυτά τα ορυχεία έχουν πλέον επικοιστεί από zama zamas και τα βίαια συνδικάτα εγκλήματος που τους ελέγχουν. Η πολιτική και οικονομική αναταραχή των γειτονικών χωρών σε συνδυασμός με την αδυναμία της Νοτιοαφρικανικής κυβέρνησης να ρυθμίσει τον ανεπίσημο τομέα εξόρυξης της χώρας, οδηγεί όλο και περισσότερο κόσμο σε αυτόν τον επικίνδυνο κόσμο που κρύβεται κάτω από τη γη του Γιοχάνεσμπουργκ.

Μεταξύ του 2011 και του 2016, στην επαρχία Gauteng, όπου βρίσκεται το Γιοχάνεσμπουργκ, κατέφθασαν σχεδόν 1 εκατ. εσωτερικοί μετανάστες και η πιο ανεπτυγμένη και αστικοποιημένη επαρχία της χώρας αναμένεται να δεχτεί 1 εκατ. περισσότερους εσωτερικούς μετανάστες μέχρι το 2021. Οι περισσότεροι είναι οι απόγονοι αυτών που υπέστησαν τις διακρίσεις του απαρτχάιντ. Όμως, με το Γιοχάνεσμπουργκ να υφίσταται ήδη σοβαρή στεγαστική κρίση και το ποσοστό ανεργίας να φτάνει στο 29%, πολλοί από τους νέους μετανάστες βρίσκουν κατάλυμα σε παραπήγματα στις παρυφές της πόλης, όπου οι ευκαιρίες για μια κανονική δουλειά είναι ιδιαίτερα περιορισμένες.

Τα μεταλλεία χρυσού της Νότιας Αφρικής είναι τα πιο βαθιά, αφού φτάνουν ή και ξεπερνούν τα 4.000 μέτρα κάτω από τη γη και μάλιστα οι εργάτες καπνίζουν ένα φύλλο, το ganja, προκειμένου να αντέξουν σε τέτοιο βάθος. Εκτός όμως από βαθιά τα μεταλλεία είναι και τα πιο θανατηφόρα του κόσμου. Ένας από τους μεγαλύτερους κινδύνους που αντιμετωπίζουν οι χρυσωρύχοι είναι οι επιβλαβείς αναθυμιάσεις που βγαίνουν από τις όμως γεννήτριες που χρησιμοποιούν για να έχουν ρεύμα στις εξορύξεις. Ο μεγαλύτερος, ίσως κίνδυνος είναι οι αντίπαλες συμμορίες παράνομων μεταλλωρύχων που συγκρούονται συχνά στην περιοχή και δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που φτάνουν ακόμη και στη δολοφονία.

image

Η βρετανική εφημερίδα Guardian, ακολούθησε έναν κυνηγό χρυσού στις υπόγειες σήραγγες του προαστίου του Γιοχάνεσμπουργκ, Roodepoort. Ο Fix είναι από το Λεσότο και ήρθε στη Νότια Αφρική το 2013 όταν τον στρατολόγησε μια συμμορία. Λέει στην εφημερίδα ότι πρόκειται για μία πάρα πολύ επικίνδυνη δουλειά, αλλά και ότι την κάνει γιατί «υπάρχουν πολλά χρήματα εκεί κάτω». Πίνει μια μπίρα για να πάρει θάρρος πριν κατέβει στα λαγούμια ξανά. Οι υπόγειες σήραγγες κάτω από την πόλη είναι ένας πραγματικός λαβύρινθος μήκους 140 χλμ. και πολλές φορές μπαίνει από τη μία πλευρά της πόλης και βγαίνει στην άλλη μετά από μία εβδομάδα. Οι φήμες λένε ότι κάτω από τη γη έχουν στηθεί ολόκληρα «χωριά» όπου πωλούνται εξοπλισμοί, βασικά τρόφιμα, αλκοόλ αλλά ακόμη και σεξ. Έχει να θυμηθεί πολλές ιστορίες όπου βγήκαν όπλα, ενώ προχωρώντας δείχνει απομεινάρια οστών, ανθρώπων που ήρθαν εκεί πριν από εκείνον.

image

Στο Durban Deep, στη δυτική πλευρά του Γιοχάνεσμπουργκ, εκατοντάδες φτωχοί μετανάστες, κυρίως από τη Ζιμπάμπουε, ζουν στα καταρρέοντα μπανγκαλόους που άφησαν πίσω τους κάποτε οι λευκοί εργαζόμενοι στο ορυχείο. «Ίσως το 85% των ανθρώπων σε αυτήν την περιοχή ζουν από την παράνομη εξόρυξη χρυσού», λέει ο Fani στον Guardian, ο οποίος προμηθεύει με παράνομο χρυσό ενεχυροδανειστήρια και κοσμηματοπωλεία, τα οποία στη συνέχεια θα τον ξεπλύνουν στη νόμιμη αγορά για ενδεχόμενη εξαγωγή.

image

Σύμφωνα με τον David van Wyk, ερευνητή στο Ίδρυμα Bench Marks του Γιοχάνεσμπουργκ, ένας παράνομος χρυσωρύχος συνεργάζεται με περίπου 8 έως 10 άτομα εκτός ορυχείου. Σε αυτούς δεν συμπεριλαμβάνονται αυτοί που διατηρούν τοπικές επιχειρήσεις σε περιοχές που συχνά γνώρισαν σημαντική οικονομική ύφεση και ορατή αστική αποσύνθεση μετά από το επίσημο κλείσιμο των ορυχείων. Πολλές από αυτές τις επιχειρήσεις εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τους zama zamas για να επιβιώσουν. Στον οικισμό Matholesville, για παράδειγμα, δεκάδες πωλητές κάθονται στις γωνιές των δρόμων και πωλούν προβολείς, κουκούλες, επιγονατίδες και άλλα είδη εξοπλισμού που είναι απαραίτητα για τους παράνομους χρυσοχόους.

image

Πολλοί zama zamas αλλά και ερευνητές ισχυρίζονται ότι η τοπική αστυνομία επωφελείται επίσης από αυτή την υπόγεια οικονομία, λαμβάνοντας δωροδοκίες από πιθανούς αγοραστές η ακόμα και από τα ίδια τα συνδικάτα εγκλήματος. Επίσης πολλές φορές τον χρυσό που κατάσχουν από τους zama zamas, τον μεταπωλούν οι ίδιοι οι αστυνομικοί.«Οι μπάτσοι θέλουν μόνο χρήματα», λέει ο Fani. «Δεν ενδιαφέρονται για την επιβολή του νόμου», συμπληρώνει.

image

«Δεν υπάρχει άλλη δουλειά να κάνουμε», λέει ο Thabo Dikgang, ένας τοπικός zama zama που με τα πενιχρά χρήματα που βγάζει ζει τη σύζυγό του και τα πέντε τους παιδιά. «Ακόμα κι αν πεθαίνει κάποιος σήμερα μέσα σε αυτά τα λαγούμια, κάποιος άλλος θα είναι εκεί για να πάρει τη θέση του αύριο», λέει στην βρετανική εφημερίδα.

Και κάπως έτσι συμπεραίνεις ότι οι zama zamas δεν είναι τόσο οι θύτες ενός εγκλήματος όσο τα θύματα.

* Φωτογραφίες από τον Guardian