Ο Γερμανός Γιόζεφ Ράτσινγκερ έγραψε ένα ξεχωριστό κεφάλαιο στην ιστορία της Καθολικής Εκκλησίας, όταν στις 28 Φεβρουαρίου του 2013 ως πάπας Βενέδικτος ΙΣΤ έγινε ο πρώτος ποντίφικας σε διάστημα έξι αιώνων που παραιτήθηκε αντί να παραμείνει στο αξίωμα εφ’ όρου ζωής.

Ads

Πολυγραφότατος, βαθιά συντηρητικός και παραδοσιακός -πολέμιος των αμβλώσεων, της ομοφυλοφιλίας και ταυτόχρονα ο πρώτος ποντίφικας που είπε το ιστορικό «ναι» στη χρήση προφυλακτικού υπό προϋποθέσεις- εγκατέλειψε το αξίωμα επικαλούμενος λόγους υγείας και υποσχόμενος να «παραμείνει κρυμμένος από τον κόσμο». Ωστόσο ο ιταλικός Τύπος, στην πλειοψηφία του, απέδωσε την απόφασή του στα σεξουαλικά σκάνδαλα στους κόλπους της Καθολικής Εκκλησίας.

Κοινή πρακτική στην Καθολική Εκκλησία, την οποία ακολούθησε πιστά και ο Βενέδικτος, ήταν να αγνοεί ή να συγκαλύπτει περιστατικά κακοποίησης -σεξουαλικής και σωματικής- και σε κάποιες περιπτώσεις να μεταθέτει τους εμπλεκόμενους ιερείς σε απομακρυσμένες ενορίες. Ως αρχιεπίσκοπος, ο Βενέδικτος επικεντρώθηκε στους διαφωνούντες σε θεολογικά ζητήματα αφήνοντας στο απυρόβλητο όσους διέπραξαν σεξουαλικά εγκλήματα.

Έκθεση που δημοσιεύθηκε πέρυσι και είχε ανατεθεί από την Καθολική Εκκλησία στο Μόναχο, εμμέσως πλην σαφώς κατηγόρησε τον Βενέδικτο για συγκάλυψη υποθέσεων σεξουαλικής κακοποίησης από ιερείς. Ο ίδιος ζήτησε συγγνώμη για «τυχόν οδυνηρά σφάλματα», αλλά αρνήθηκε κάθε αδίκημα.

Ads

Η μάστιγα της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στην Καθολική Εκκλησία στοίχιωσε τον Βενέδικτο, από την αρχή της ανόδου του στην ιεραρχία έως το τέλος του.

Για τους υποστηρικτές του, ήταν ο ηγέτης που συναντήθηκε πρώτος με τα θύματα – περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο ποντίφικα πριν από αυτόν – και  ανάγκασε την εκκλησία να αντιμετωπίσει επιτέλους τους δαίμονές της, να αλλάξει τους νόμους της και να απαλλαγεί από εκατοντάδες κακοποιητικούς κληρικούς. Αύξησε την ηλικία συναίνεσης και συμπεριέλαβε τους ευάλωτους ενήλικες στους νόμους που προστάτευαν τους ανηλίκους, ενώ επέτρεψε την άρση των παραγραφών για τη σεξουαλική κακοποίηση.

Για τους επικριτές του, η συνέπεια λόγου – πράξης ήταν ελάχιστη ενώ ανύπαρκτη, καθώς προστάτευσε τον θεσμό έναντι των θυμάτων, ενώ απέτυχε να καταστήσει έστω και έναν επίσκοπο υπεύθυνο για τη συγκάλυψη των δραστών.

«Μπορούμε να είμαστε ευγνώμονες για ό,τι έκανε ο Βενέδικτος ΙΣΤ’, φέρνοντας τον αγώνα κατά της κακοποίησης στην εκκλησία σε νέο επίπεδο, εισάγοντας αυστηρότερες διαδικασίες και νέους νόμους», δήλωσε ο αιδεσιμότατος Χανς Ζόλνερ, ένας από τους κορυφαίους εμπειρογνώμονες του Βατικανού σε θέματα προστασίας ανηλίκων και σεξουαλικής κακοποίησης.

Κοινώς αποδεκτό, τόσο από τους υποστηρικτές του Βενέδικτου όσο και από τους επικριτές του, αποτελεί το γεγονός ότι ο Φραγκίσκος βασίστηκε στις μεταρρυθμίσεις του Βενέδικτου για να αντιμετωπίσει τη συστηματική, σε βάθος δεκαετιών, παιδεραστία εντός της Καθολικής Εκκλησίας.

Αμέτρητα σκάνδαλα, δισεκατομμύρια αποζημιώσεων

Πριν από τον κατακλυσμό των καταγγελιών, οι υποθέσεις κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980 που έβλεπαν το φως της δημοσιότητας ήταν ελάχιστες.

Το 1988, ως επικεφαλής «για την ορθότητα της πίστεως» ο Ράτσινγκερ πίεσε το τμήμα εκκλησιαστικού δικαίου του Βατικανού – το οποίο απαιτούσε μακροχρόνιες εκκλησιαστικές δίκες για την αντιμετώπιση των κατηγοριών – να του δώσει μεγαλύτερη ελευθερία για την ταχύτερη απομάκρυνση των ιερέων που κακοποιούσαν. Κάτι τέτοιο δεν συνέβη ποτέ υπό το σκεπτικό ότι μια τέτοια κίνηση θα στερούσε από τους καταγγελλόμενους ιερείς τη «δέουσα διαδικασία», με αποτέλεσμα οι επίσκοποι να προσπαθούν να τους «θεραπεύσουν» με προσευχή ή να τους μεταθέτουν σε άλλες ενορίες.

Ως καρδινάλιος, από το 1977 έως το 1982 απέτυχε επίσης να δράσει σε πρωτοφανείς περιπτώσεις παιδικής κακοποίησης. Στη δεκαετία του 1990, σταμάτησε μια μυστική δίκη ενός Αμερικανού ιερέα που είχε κακοποιήσει έως και 200 κωφά αγόρια εκτιμώντας ότι ο ιερέας είχε ήδη μετανοήσει.

Από το 2001 έως το 2010, η Αγία Έδρα εξέτασε υποθέσεις σεξουαλικής κακοποίησης που αφορούσαν περίπου 3.000 ιερείς: μερικές από αυτές χρονολογούνταν από το 1950.

Στις ΗΠΑ, ένα σκάνδαλο που ξέσπασε στη Βοστώνη συγκλόνισε ολόκληρη τη χώρα. Το 2002 η αμερικανική εφημερίδα Boston Glob αποκάλυψε ότι η Καθολική Εκκλησία της Βοστώνης ανεχόταν την σεξουαλική κακοποίηση και βασανισμό ανηλίκων επί σειρά ετών από καθολικούς παπάδες.
To νεώτερο θύμα ήταν 4 ετών και όλα γινόταν εν γνώσει του καρδινάλιου Μπέρναρτ Λο και άλλων ανώτερων κληρικών.

Η αντίδραση του Βατικανού, ήταν να συγκαλυφθούν τα εγκλήματα και δωθούν μεταθέσεις στους κληρικούς για να συνεχίσουν το «ποιμενικό» τους έργο. Ο καρδινάλιος Λο μετατέθηκε – ουσιαστικά φυγαδεύτηκε -στο Βατικανό όταν η αμερικανική αστυνομία άρχισε να τον πλησιάζει. Η αμερικανική καθολική εκκλησία πλήρωσε πάνω από 2 δισ. δολάρια σε αποζημιώσεις σε θύματα, ενώ πολλές εκκλησίες προτίμησαν να εισέλθουν σε καθεστώς χρεοκοπίας προκειμένου να μην πληρώσουν.

Η εκκλησία της Ιρλανδίας, κάποτε φρούριο του καθολικισμού, αποδεκατίστηκε τόσο από τα σκάνδαλα κακοποίησης που ο Βενέδικτος το 2010 έγραψε την πρώτη ποιμαντική επιστολή ενός πάπα για το θέμα της κακοποίησης. «Έχετε υποφέρει οδυνηρά και λυπάμαι ειλικρινά», έγραψε. Λίγα χρόνια πριν, το 2006, είχε ζητήσει την παραίτηση επισκόπων που δεν είχαν καταπολεμήσει με αρκετή αποφασιστικότητα κρούσματα παιδεραστίας μέσα στην ιρλανδική Καθολική Εκκλησία.

Από το 2013 μέχρι το 2015 έφτασαν στο Βατικανό πάνω από 1.200 καταγγελίες σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων από κληρικούς – διπλάσιος αριθμός συγκριτικά με την περίοδο 2005-2009.

Το 2018, μια έκθεση που είχε ανατεθεί από την εκκλησία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τουλάχιστον 3.677 άνθρωποι κακοποιήθηκαν από κληρικούς στη Γερμανία μεταξύ 1946 και 2014. Περισσότερα από τα μισά από τα θύματα ήταν 13 ετών ή νεότερα και σχεδόν το ένα τρίτο υπηρέτησε ως παπαδοπαίδι.

Το 2019, σε ηλικία 91 ετών, ο Βενέδικτος συνέταξε ένα έγγραφο 6.000 σελίδων με τίτλο «Η Εκκλησία και το Σκάνδαλο της Σεξουαλικής Κακοποίησης». Ξεκαθαρίζοντας στον πρόλογό του  ότι «δεν είναι πλέον άμεσα υπεύθυνος» για την Καθολική Εκκλησία, απέδωσε τη συστηματική κακοποίηση στη σεξουαλική επανάσταση της δεκαετίας του 1960 και στη γενικότερη επίπτωση της ηθικής.

Μια έκθεση του 2021 στη Γαλλία ισχυριζόταν ότι 216.000 παιδιά είχαν κακοποιηθεί από περισσότερους από 3.000 παιδόφιλους που δρούσαν στους κόλπους της εκεί Καθολικής Εκκλησίας από το 1950.