Ο Λούλα ντα Σίλβα αναλαμβάνει καθήκοντα προέδρου της Βραζιλίας για τρίτη φορά, σηματοδοτώντας το αποκορύφωμα μιας πολιτικής επιστροφής που σίγουρα θα ενθουσιάζει τους υποστηρικτές του και εξοργίζει τους αντιπάλους του, σε ένα έντονα πολωμένο έθνος.

Ads

Αλλά η νέα προεδρία του Λούλα είναι απίθανο να θυμίζει τις δύο προηγούμενες θητείες του, καθώς έρχεται μετά την πιο «οριακή» προεδρική κούρσα για περισσότερες από τρεις δεκαετίες στη Βραζιλία, παρόλο που 77χρονος σύναψε τη μεγαλύτερη πολιτική συμμαχία στην ιστορία της Βραζιλίας  με εννέα κόμματα να προσχωρούν στο συνασπισμό του με τίτλο «Πάμε μαζί για τη Βραζιλία»: Πράσινοι, αριστεροί, μέλη του εργατικού κόμματος, κεντρώοι ακόμα και αρκετά στελέχη της συντηρητικής δεξιάς, όπως ο πρώην κυβερνήτης του Σάο Πάολο και πρώην αντίπαλος του Λούλα στις προεδρικές εκλογές, Τζεράλντο Αλκμίν, που δέχθηκε να κατέβει μαζί του ως υποψήφιος για την αντιπροεδρία. Του πρωτοφανούς αυτού συνασπισμού προηγήθηκε η καταδίκη του Λούλα το 2018 ως «εγκεφάλου» σε σκάνδαλο διαφθοράς, ωστόσο τον Μάρτιο του 2021 το Ανώτατο Δικαστήριο ανέτρεψε την απόφαση της φυλάκισης του ακυρώνοντας κάθε κατηγορία σε βάρος του.

Η ορκομωσία Λούλα σε Live μετάδοση

Όταν έγινε ο πρώτος πρόεδρος της εργατικής τάξης της Βραζιλίας τον Ιανουάριο του 2003, η παγκόσμια εμπρορική «έκρηξη» επέτρεψε στον πρώην συνδικαλιστή να ενισχύσει σημαντικά τα κοινωνικά προγράμματα που βοήθησαν εκατομμύρια ανθρώπους να ξεφύγουν από τη φτώχεια. Ο Λούλα εγκατέλειψε το αξίωμά του το 2010 με υψηλά ποσοστά αποδοχής της τάξεως του 80% που οδήγησαν τον Μπαράκ Ομπάμα να τον αποκαλέσει «τον πιο δημοφιλή πολιτικό στον κόσμο».

Σήμερα οι οικονομικές προοπτικές είναι λιγότερο ελπιδοφόρες και η βραζιλιάνικη κοινωνία είναι βαθιά διχασμένη ως προς την υποστήριξη προς τον Λούλα ή τον Μπολσονάρου.

Ads

Ο απερχόμενος ακροδεξιός πρόεδρος Ζαΐχ Μπολσονάρου ηττήθηκε στις εκλογές της 30ής Οκτωβρίου με λιγότερο από δύο ποσοστιαίες μονάδες και έγινε ο πρώτος εν ενεργεία πρόεδρος της χώρας που απέτυχε να επανεκλεγεί, στα 34 χρόνια της δημοκρατίας της Βραζιλίας. Επί μήνες, ο Μπολσονάρου είχε σπείρει αμφιβολίες για την αξιοπιστία της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας στη Βραζιλία και οι πιστοί υποστηρικτές του δεν ήθελαν να αποδεχθούν την ήττα.

Δρακόνεια μέτρα ασφαλείας

Για πρώτη φορά από το 1985 και το τέλος της στρατιωτικής δικτατορίας, ο απερχόμενος πρόεδρος δεν θα παραδώσει στον διάδοχό του την προεδρική κίτρινη και πράσινη εσάρπα, όπως είθισται. Ο Μπολσονάρου, που έκανε ελάχιστες δημόσιες εμφανίσεις μετά την εκλογική ήττα του, εγκατέλειψε τη Βραζιλία την Παρασκευή. Ο ακροδεξιός απερχόμενος πρόεδρος ταξίδεψε στη Φλόριντα, στο σπίτι πρώην πρωταθλητή πολεμικών τεχνών, σύμφωνα με πληροφορίες της εφημερίδας Folha de São Paulo.

Οι πιο σκληροπυρηνικοί υποστηρικτές του κατέφυγαν σε αυτό που ορισμένες αρχές και τα νέα μέλη της κυβέρνησης του Λούλα χαρακτήρισαν ως πράξεις «τρομοκρατίας» – κάτι που η χώρα είχε να δει από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 και το οποίο προκάλεσε αυξανόμενες ανησυχίες για την ασφάλεια των εκδηλώσεων της ημέρας της ορκωμοσίας.

«Το 2003, η τελετή ήταν πολύ όμορφη. Δεν υπήρχε αυτό το κακό, βαρύ κλίμα», δήλωσε στο Associated Press ο Κάρλος Μέλο, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Insper στο Σάο Πάολο, αναφερόμενος στο έτος που ανέλαβε για πρώτη φορά τα καθήκοντά του ο Λούλα.

«Σήμερα, είναι ένα κλίμα τρόμου».

Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι έχουν συρρεύσει για την ορκωμοσία, ενώ ο αριθμός των ανθρώπων που θα επιτραπεί να είναι παρόντες στην ομιλία του Λούλα μπροστά στο Πλανάλτου περιορίστηκε στους 30.000, ενώ η οπλοφορία θα είναι απαγορευμένη για τη συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών. 

Ο Λούλα αναλαμβάνει επίσημα την προεδρία, αφού ορκιστεί να τηρεί το Σύνταγμα ενώπιον του Κογκρέσου. Στη συνέχεια θα κατευθυνθεί στο προεδρικό μέγαρο Πλανάλτου, αρχιτεκτονικό κόσμημα με την υπογραφή του Όσκαρ Νιεμέγερ, για να παραλάβει την περίφημη προεδρική εσάρπα, διακοσμημένη με χρυσό και διαμάντια.

Οι αρχές έχουν αναπτύξει 10.000 αστυνομικούς και στρατιώτες για να ενισχύσουν την ασφάλεια, σύμφωνα με το Reuters, ενώ πραγματοποιούνται περιπολίες στο αεροδρόμιο της πρωτεύουσας, κοντά στο οποίο βρέθηκε βόμβα σε βυτιοφόρο, που τοποθέτησε υποστηρικτής του Μπολσονάρο, ο οποίος ήθελε να «δημιουργηθεί χάος» και να «εμποδιστεί η έλευση του κομμουνισμού» στην εξουσία στη Βραζιλία.