«Όταν οι μητέρες βγαίνουν στους δρόμους – ιδιαίτερα εκείνες που ανήκουν σε προνομιούχες ομάδες – οι κυβερνήσεις το λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τους. Ποιος θέλει να πυροβολήσει μια μαμά;» γράφουν οι New York Times σε ρεπορτάζ για  το «τείχος των μητέρων» στο Πόρτλαντ το οποίο έχει αναλάβει τον αγώνα κατά της αστυνομικής βίας.

Ads

Οι μανάδες φόρεσαν ρούχα λευκά και κίτρινα, ακολουθώντας την προτροπή της εμπνεύστριας της ιδέας Bev Barnum και από το περασμένο Σάββατο, έβαλαν τα κορμιά τους στην πρώτη γραμμή των αντιρατσιστικών διαδηλώσεων, ώστε να σταματήσει η κρατική βία κατά των διαδηλωτών.

Οι μαμάδες του Πόρτλαντ, ακολούθησαν το διεθνές κίνημα μητέρων απέναντι στην κρατική βία και τον αυταρχισμό, γυναικών που κινητοποιήθηκαν στη Σρι Λάνκα, την Αργεντινή και την Αρμενία. Οι κινητοποιήσεις τους απέδειξαν, ότι οι μητέρες καταφέρνουν πολλά αρκεί να ανήκουν όμως σε προνομιούχες ομάδες. Κι εδώ βρισκόμαστε ξανά αντιμέτωποι με ένα άλλο είδος ρατσισμού. Τον κοινωνικό ρατσισμό.

Οι κινητοποιήσεις των μανάδων είναι πολύ αποτελεσματικές, όταν αυτές είναι λευκές, εύπορες, παντρεμένες, μέλη κυρίαρχων κοινωνικών φυλετικών ή εθνοτικών ομάδων. Οι υπόλοιπες μητέρες, δεν έχουν τη δύναμη να ανατρέψουν την βία της αστυνομίας παρά το γεγονός ότι αυτές είναι που χρειάζονται περισσότερο αυτή την εξουσία, σχολιάζει η εφημερίδα και θυμίζει όπως θα δείτε παρακάτω, ότι στην Αφρική η μόνη οργάνωση κατά του Απαρχάιντ που επιβίωσε ήταν η Black Sash. Ήταν η μόνη οργάνωση λευκών μανάδων.

Ads

Η Teressa Raiford είναι μια μαύρη μητέρα, επικεφαλής της κίνησης Don’t Shoot Portland. Πρόκειται για  μια τοπική ομάδα που εργάζεται για τον τερματισμό της αστυνομικής βίας. Η ίδια φρόντισε να οργανώσει και να κατευθύνει τις πρώτες ενέργειες του Τείχους των μανάδων και συνειδητοποίησε αμέσως, αμέσως πως χωρίς τις λευκές μάνες, δεν θα κατάφερναν πολλά.

«Ήταν πολύ καλό το ότι απάντησαν θετικά η λευκές. Κάναμε διαδηλώσεις πέντε εβδομάδες αλλά κανείς δεν μας έδινε σημασία μέχρι που ντυθήκαμε στα λευκά ώστε να μας καταγράψουν σαν λευκές. Αυτό μας δείχνει ότι οι  ζωές  των μαύρων δεν έχουν σημασία εδώ», είπε. «Και οι λευκές μαμάδες το γνωρίζουν επίσης. Γι ‘αυτό στέκονται αλληλέγγυες στον αγώνα μας»

Οι μάνες είναι σύμβολα για κάθε έθνος. Ποιος θα τις πυροβολούσε;

Η Bev Barnum, η οποία δημοσίευσε το αρχικό μήνυμα στο Facebook ζητώντας από τις μητέρες να έρθουν και να διαμαρτυρηθούν, επισημαίνει την εχθρική στάση του κυβερνήτη της πολιτείας και το μεγάλο πρόβλημα των fake news.  «Παραπλανούν σχετικά με τους θανάτους» λέει και συμπληρώνει ότι ταυτίζεται με τα θύματα ως Μεξικάνα της Αμερικής.

Οι διαμαρτυρίες των μητέρων είναι συχνά ισχυρές, ακριβώς επειδή τα στερεότυπα για τις γυναίκες που τις θέλουν σιωπηλές και παραγκωνισμένες τις κάνουν να φαίνονται μη απειλητικές. Κι έτσι πιο εύκολα μετατρέπονται σε πανοπλία για τον πολιτικό ακτιβισμό, γράφουν οι ειδικοί. «Ποιος θέλει να πυροβολήσει μια μαμά; Κανένας.» είπε η κα Barnum σε μια συνέντευξη.»

Ένα παγκόσμιο κίνημα

Κατά τη διάρκεια της «βελούδινης επανάστασης» της Αρμενίας το 2018, μια -σε μεγάλο βαθμό- μη βίαιη εξέγερση, που τελικά ανέτρεψε τον αρχηγό της χώρας, Serzh Sargsyan, οι μητέρες βγήκαν στους δρόμους κάνοντας τα παιδιά τους περιπατητές, δείχνοντας έτσι ότι συνδέουν ανεξίτηλα τη μητρική τους ταυτότητα με τα πολιτικά τους αιτήματα.

Στην Αρμενία, «οι μητέρες είναι σύμβολα  για το έθνος και σε κάποιο βαθμό, έχουν ασυλία στις διαμαρτυρίες», έγραψε ο Ulrike Ziemer, κοινωνιολόγος στο Πανεπιστήμιο του Winchester στη Βρετανία, σε ένα βιβλίο  για την εξέγερση που κυκλοφόρησε το 2019. «Εάν η αστυνομία άγγιζε τις μητέρες με τα παιδιά τους που ήταν σε καροτσάκια κατά τη διάρκεια των διαμαρτυριών, αυτό θα εξέθετε και τους αστυνομικούς ατομικά και το κράτος».

Στις διαμαρτυρίες των Αρμενίων, μητέρες από όλα τα κοινωνικά στρώματα μπόρεσαν να διεκδικήσουν την προστασία που ήθελαν, δήλωσε ο Δρ Ziemer σε συνέντευξή του. Αλλά σε κοινωνίες που είναι διαιρεμένες φυλετικά ή εθνοτικά, οι μητέρες από περιθωριοποιημένες ομάδες, δεν μπορούν να έχουν εύκολη πρόσβαση στην κεντρική πολιτική εξουσία.

Στη Νότια Αφρική, το Black Sash, μια ομάδα λευκών γυναικών που αντιτάχθηκαν στο καθεστώς του απαρτχάιντ, μπόρεσαν να χρησιμοποιήσουν το φύλο και τη φυλή τους ως ασπίδα για την πολιτική τους δραστηριότητα που άλλοι δεν μπορούσαν.

«Η κυβέρνηση έχει αφήσει το Black Sash να επιβιώσει αποκλείοντας άλλες ομάδες κατά του απαρτχάιντ, εν μέρει επειδή η λευκή νοτιοαφρικανική κοινωνία έχει σε υψηλή θέση της λευκές της γυναίκες», ανέφεραν οι Times το 1988. «Η αστυνομία θεωρεί άβολο να τα βάζει με κάποιες που θυμίζουν τις μητέρες ή τις αδερφές τους»

Η κυβέρνηση δεν είχε τέτοια κατανόηση για τις  μαύρες γυναίκες. Η Albertina Sisulu, μια πρωτοπόρος μαύρη ακτιβίστρια   κατά του απαρτχάιντ, που ήταν επίσης παντρεμένη μητέρα, συνελήφθη και κρατήθηκε σε απομόνωση πολλές φορές. Αμέτρητες άλλες μαύρες γυναίκες, είχαν ακόμη χειρότερη μοίρα.