Η αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων από την Συρία που ανακοινώθηκε από τον Ντόναλντ Τραμπ, θα δώσει την ευκαιρία στην οργάνωση Ισλαμικό Κράτος να ανασυνταχθεί, προειδοποιεί σε ανακοίνωσή του ο αραβο-κουρδικός συνασπισμός Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις, αιχμή του δόρατος στη μάχη κατά της τζιχαντιστικής οργάνωσης και σύμμαχοι του διεθνούς συνασπισμού που μέχρι σήμερα τελούσε υπό την διοίκηση των ΗΠΑ.

Ads

«Αυτό θα έχει αρνητικές συνέπειες στην αντιτρομοκρατική εκστρατεία» κατά του Ισλαμικού Κράτους. «Θα δώσει στη τρομοκρατία … μία ευκαιρία να ανασυνταχθεί και να εξαπολύσει νέα εκστρατεία στη περιοχή», αναφέρεται στην ανακοίνωση.

Οι Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις, στο πλευρό του διεθνούς συνασπισμού, συνεχίζουν την μάχη κατά των τζιχαντιστών στους τελευταίους θύλακες που έχουν στην κατοχή τους στην ανατολική Συρία. Το Συριακό Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ανακοίνωσε μόλις την Τετάρτη ότι τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους εκτέλεσαν σχεδόν 700 κρατούμενους μέσα σε περίπου δύο μήνες στην ανατολική Συρία.

Παράλληλα, οι Κούρδοι της βόρειας Συρίας τελούν υπό την απειλή νέας στρατιωτικής επίθεσης της Τουρκίας, την ώρα που ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν απείλησε να απαλλαγεί από τις Μονάδες Προστασίας του Λαού (YPG) της ραχοκοκκαλιάς των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων.

Ads

Εν τω μεταξύ, οι Ηνωμένες Πολιτείες ξεκίνησαν την απόσυρση στρατευμάτων από τη Συρία, καθώς μπαίνουν σε μια νέα φάση της εκστρατείας τους εναντίον του Ισλαμικού Κράτους, ανακοίνωσε ο Λευκός Οίκος, υποστηρίζοντας ότι το χαλιφάτο των τζιχαντιστών ηττήθηκε. «Οι νίκες αυτές επί του ΙΚ στη Συρία δεν σηματοδοτούν το τέλος του Διεθνούς Συνασπισμού ή της εκστρατείας του. Ξεκινήσαμε να φέρνουμε στις ΗΠΑ τα στρατεύματα καθώς μεταβαίνουμε στην επόμενη φάση αυτή της εκστρατείας», ανέφερε σε ανακοίνωσή της η εκπρόσωπος της αμερικανικής προεδρίας, Σάρα Σάντερς.

Περίπου 2000 Αμερικανοί στρατιώτες συνεχίζουν να επιχειρούν στη Συρία, πολλοί εκ των οποίων μέλη των ειδικών δυνάμεων, που εργάζονται στενά με τη συμμαχία Κούρδων και Αράβων πολιτοφυλάκων. Να σημειώσουμε ότι ο πόλεμος στη Συρία τελειώνει με μία φρικτή αιματοχυσία που υπερβαίνει τις 500 χιλιάδες νεκρούς και τα 2 εκ. τραυματίες και με μία τεράστια ανθρωπιστική κρίση με 10 εκ. κάτοικους να έχουν χάσει τα σπίτια τους και περί τα 5,8 – 6 εκ. να είναι πρόσφυγες σε άλλες χώρες.

Το Ισραήλ, από την πλευρά του, ανακοίνωσε ότι θα μελετήσει την απόφαση των ΗΠΑ και θα φροντίσει για τη δική του ασφάλεια. Ο πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου αποκάλυψε ότι τις προηγούμενες δύο ημέρες μίλησε με τον Τραμπ και με τον υπουργό Εξωτερικών Μάικ Πομπέο για την πρόθεσή τους να αποσύρουν τα στρατεύματα από τη Συρία. «Κατέστησαν σαφές ότι έχουν άλλους τρόπους να ασκήσουν επιρροή στην περιοχή. Θα μελετήσουμε το χρονοδιάγραμμα, το πώς θα γίνει και, φυσικά, τις συνέπειες για εμάς. Σε κάθε περίπτωση, θα φροντίσουμε για την ασφάλεια του Ισραήλ», τόνισε.

Την ίδια ώρα, η Τουρκία ανέβασε τους τόνους εναντίον των YPG, βομβαρδίζοντας κάποιες θέσεις τους και επισείοντας την απειλή μιας νέας ευρείας επίθεσης.

Ο Ερντογάν ανακοίνωσε την έναρξη επιχείρησης εναντίον των Κούρδων μαχητών

Ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ανακοίνωσε σήμερα πως μια νέα στρατιωτική επιχείρηση εναντίον των κουρδικών πολιτοφυλακών, που χαρακτηρίζονται «τρομοκρατικές» από την Άγκυρα, αλλά υποστηρίζονται από την Ουάσινγκτον, θα ξεκινήσει «τις ερχόμενες ημέρες», στη Συρία. «Δηλώσαμε πως θα εξαπολύσουμε επιχείρηση ανατολικά του Ευφράτη τις ερχόμενες ημέρες για να σώσουμε την περιοχή από την αυτονομιστική τρομοκρατική οργάνωση», ανέφερε σε ομιλία του στη Διάσκεψη της Τουρκικής Αμυντικής Βιομηχανίας ο Τούρκος πρόεδρος, αναφερόμενος στις περιοχές που ελέγχουν οι κουρδικές πολιτοφυλακές στη βόρεια Συρία.

Ο Ερντογάν είχε δηλώσει ήδη από τις 30 Οκτωβρίου πως η Τουρκία είναι έτοιμη για αυτή την επίθεση, που θα είναι η τρίτη επιχείρηση που πραγματοποιεί ο τουρκικός στρατός στη βόρεια Συρία. Η Άγκυρα θεωρεί πως οι YPG αποτελούν προέκταση στη Συρία του Εργατικού Κόμματος του Κoυρδιστάν (PKK) που διεξάγει ένοπλο αγώνα στο τουρκικό έδαφος από το 1984 και περιλαμβάνεται στον κατάλογο των τρομοκρατικών οργανώσεων από την Τουρκία, αλλά και τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Οι δηλώσεις του Ερντογάν γίνονται την επομένη της ανακοίνωσης από την Ουάσινγκτον ότι εγκατέστησε, παρά την αντίθεση της Άγκυρας, παρατηρητήρια για την αποτροπή των συγκρούσεων ανάμεσα στον τουρκικό στρατό και τις YPG. Η Άγκυρα απαιτεί εδώ και καιρό από την Ουάσινγκτον να σταματήσει να υποστηρίζει την οργάνωση Μονάδες Προστασίας του Λαού (YPG) και να υιοθετήσει την ίδια πολιτική για το YPG όπως κάνει για το PKK.

Τα κόμματα των Κούρδων της Συρίας υπογράμμισαν  πως οι απειλές της Τουρκίας ότι θα επιτεθεί στη βόρεια Συρία ισοδυναμούν με «κήρυξη πολέμου» και κάλεσαν τις παγκόσμιες δυνάμεις να εμποδίσουν μια επίθεση στην περιοχή.

«Όλες οι δυνάμεις στη βόρεια και την ανατολική Συρία … καλούνται να συμφωνήσουν σε στρατηγικές για την αντιμετώπιση αυτής της επίθεσης», αναφέρεται σε δήλωση σχετικά με τις τουρκικές απειλές η οποία υπογράφεται από τα κύρια κουρδικά κόμματα της Συρίας και από συμμαχικές τους οργανώσεις.

image

Η Ιντλίμπ και η αυτονομία των Κούρδων

Η ανακηρυχθείσα Δημοκρατική Ομοσπονδία της Βόρειας Συρίας είχε συνομιλίες με την κυβέρνηση της Δαμασκού για την de facto αυτονομία της, χωρίς επιτυχία. Ωστόσο, οι εντάσεις μεταξύ του αραβικού και του κουρδικού πληθυσμού μειώνονται.

Ο Ιλχάμ Αχμέτ είναι Κούρδος από την Αφρίν και συμπρόεδρος του Δημοκρατικού Συμβουλίου της Συρίας  (SDC), του πολιτικού βραχίονα των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων (SDF), που ελέγχουν όλα τα βορειοανατολικά της Συρίας. Αυτή η αραβο-κουρδική συμμαχία υπερασπίζεται ένα πείραμα αυτοδιοίκησης, τη Δημοκρατική Ομοσπονδία της Βόρειας Συρίας, αλλιώς τη Ροζάβα. Τον Ιούλιο, ο Αχμέτ ηγήθηκε της αντιπροσωπείας του Δημοκρατικού Συμβουλίου της Συρίας που μετέβη στη Δαμασκό για συνομιλίες με τη συριακή κυβέρνηση, με στόχο την αυτονομία της.

Οι διαπραγματευτές της SDC πήγαν στη Δαμασκό χωρίς να θέτουν άλλες προϋποθέσεις, πέρα από τη σημαντική γι’ αυτούς τροποποίηση του Συντάγματος.  Οι διαπραγματεύσεις όμως είναι «παγωμένες» έως ότου επιλυθεί η κατάσταση στην Ιντλίμπ, την περιοχή όπου βρίσκονται πλέον ισχυρές αντικαθεστωτικές δυνάμεις, καλά εξοπλισμένες, αλλά και ο τουρκικός στρατός, που έχει άλλες «διαθέσεις».

Η επαρχία Ιντλίμπ υπήρξε τα τελευταία χρόνια του πολέμου στη Συρία η μοναδική επιλογή που έδινε ο Μπασάρ Αλ Άσαντ στους αντικαθεστωτικούς για να διαφύγουν. Έτσι πλήθος αντικαθεστωτικών, τζιχαντιστές ή μαχητές της αντιπολίτευσης, κατέφυγαν, μέσα από διαδρομές ασφαλείας που προσφέρονταν, στην βορειοδυτική επαρχία της Συρίας, η οποία έχει εξελιχθεί στο τελευταίο μέτωπο του Συριακού πολέμου, το τελευταίο οχυρό των αντικαθεστωτικών. Τα Ηνωμένα Έθνη εκτιμούν πως στην επαρχία βρίσκονται σήμερα περισσότεροι από 2,9 εκατομμύρια άνθρωποι, εκ των οποίων 1,4 εκατομμύρια είναι αντικαθεστωτικοί από άλλες περιοχές.

Η ανακατάληψη της Ιντλίμπ μόνο απλή υπόθεση δεν είναι, καθώς Τουρκία, ΗΠΑ και κυρίως Ρωσία, την χρησιμοποιούν  ως «απειλή» για να προωθήσουν τα δικά τους συμφέροντα. Αξίζει να σημειωθεί πως ο τουρκικός στρατός, με τη ρωσική ανοχή, έχει εισχωρήσει σε βάθος στην επαρχία, αναπτύσσοντας δυνάμεις και καταλαμβάνοντας συγκεκριμένες στρατηγικές θέσεις. Στα ανταλλάγματα για τη συναίνεση του Κρεμλίνου, ήταν η Τουρκία, κατά την προώθησή της, να πολεμήσει την τζιχαντιστική οργάνωση Hayat Tahrir al-Sham (HTS), η οποία γεννήθηκε από την Αλ Νούσρα και αποτελεί τη δεύτερη ισχυρότερη δύναμη στο Ιντλίμπ μετά τους μαχητές της αντιπολίτευσης του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου.

Όμως σήμερα υπάρχουν πληροφορίες ακόμη και για στενές σχέσεις των μυστικών υπηρεσιών της Τουρκίας με την εν λόγω οργάνωση. Παρατηρητές εκτιμούν πως ενδεχομένως ο Ερντογάν επιθυμούσε να χρησιμοποιήσει τους μαχητές της HTS ως μυστική εφεδρική δύναμη εναντίον των Κούρδων στη Βόρεια Συρία. Εξάλλου μετά το Ιντλίμπ, η προσοχή όλων θα στραφεί στους Κούρδους στις βορειοανατολικές περιοχές της Συρίας – που εδώ και καιρό έχουν την υποστήριξη των ΗΠΑ – και στο εάν θα διατηρήσουν την αυτονομία τους ή αν θα καταλήξουν και πάλι υπό την κυριαρχία του Μπασάρ Αλ Άσαντ.

Το πείραμα της Ροζάβα δοκιμάζεται

Η κουρδική σημαία που ανεμίζει στον ψηλότερο λόφο του Κομπάνι συμβολίζει την πρώτη σημαντική ήττα των τζιχαντιστών στη Συρία – τα ερείπια όμως της πόλης, που κάποτε κατοικείτο από 40.000 ανθρώπους, μαρτυρούν το τεράστιο κόστος της μάχης αυτής. Μετά την επανάκτηση του Κομπάνι το 2015 από τις Μονάδες Προστασίας του Λαού (YPG) και τις Μονάδες Προστασίας Γυναικών (YPJ), οι Κούρδοι, με τη βοήθεια του Κουρδικού Εργατικού Κόμματος (PKK), επέλεξαν να μην δηλώσουν ανεξαρτησία, αλλά να δημιουργήσουν μια «δημοκρατική ομοσπονδία» εμπνευσμένη από τον κοινοτισμό, χωρίς να αμφισβητούν τα σύνορα, δημιουργώντας επιτροπές συμφιλίωσης με τις άλλες μειονότητες και συμβούλια στα οποία εκπροσωπούνταν όλοι.

Μέχρι το 2017 η Ροβάβα απαρτίζονταν από τρία καντόνια κουρδικής πλειοψηφίας: Αφρίν, Τζαζίρα και Κομπάνι. Η Αφρίν καταλήφθηκε τον Μάρτιο από τον στρατό της Τουρκίας και οργανώσεις Σύρων ανταρτών που υποστηρίζει, έπειτα από σφοδρές μάχες με πολιτοφύλακες της οργάνωσης Μονάδες Προστασίας του Λαού (YPG). Μετά την απώλεια, η Αφρίν έχει περισσότερους Άραβες και λιγότερους Κούρδους, γεγονός που καθιστά μια ισχυρή συμμαχία μεταξύ τους σημαντική. Η κατάσταση ωστόσο είναι περίπλοκη και υπό κυβερνητικό έλεγχο. Ο συριακός χριστιανικός πληθυσμός χωρίζεται μεταξύ της υποστήριξης της κυβέρνησης και της ένταξης στο σχέδιο αυτοδιοίκησης. Η Elizabeth Gawryie, μέλος της αυτόνομης διοίκησης που εκπροσωπεί τη συριακή χριστιανική κοινότητα, αλλά και μετέχει στη διαπραγματευτική αντιπροσωπεία, υποστηρίζει, μιλώντας στην Le Monde diplomatique: «Η Συρία είναι μια πλούσια χώρα. Οι επόμενες διαπραγματεύσεις πρέπει να αφορούν την κατανομή των εσόδων. Έχουμε προτείνει στη Δαμασκό να δημιουργηθούν διμερείς επιτροπές για τις δημόσιες υπηρεσίες, την υγειονομική περίθαλψη την οικονομία, αλλά και την εκπαίδευση».

Σημειώνεται ότι τα πτυχία από τα σχολεία της Ροζάβα δεν αναγνωρίζονται από τη Δαμασκό ή το εξωτερικό. Ωστόσο, οι ενδοκοινοτικές σχέσεις φαίνεται να βελτιώνονται και τα θεσμικά όργανα λειτουργούν. Το κεντρικό αυτοδιοικητικό σύστημα δεν κατηγοριοποιεί και δεν λαμβάνει υπόψη εθνοτικές και θρησκευτικές μειονότητες. Το συριακό καθεστώς ωστόσο πιστεύει ότι μπορεί να επανέλθει στην κατάσταση πριν από το 2011, αλλά πολλοί Άραβες εμπλέκονται τώρα στο σύστημα της αυτόνομης αρχής. Μοιράζονται τα πολιτικά συμβούλια και συνειδητοποιούν ότι μπορούν να φροντίσουν τις κοινότητές τους πολύ καλύτερα από πριν.

Αυτό όμως που περιμένουνε οι Κούρδοι είναι μια πολιτική λύση και μοιάζει με ουτοπία, καθώς η Ρωσία επέτρεψε στην Τουρκία να εισβάλει, ο δυτικός συνασπισμός με επικεφαλής τις ΗΠΑ και τη Γαλλία έκαναν τα στραβά μάτια και η διεθνής κοινότητα δείχνει αδιάφορη για τη σφαγή των κουρδικών δυνάμεων που ωστόσο νίκησαν το ISIS.

Η βία της Τουρκίας κατά των Κούρδων μετά την πτώση της Αφρίν είναι ανηλεής.

Η Ροζάβα, μεταξύ άλλων, είναι ένα παράδειγμα ειρηνικής συνύπαρξης μεταξύ των κοινοτήτων. Η Συρία από την άλλη είναι μια σειρά από αντιφατικές συμμαχίες. Οι Κούρδοι εγκαταλείφθηκαν νωρίς από τη Ρωσία και τώρα εγκαταλείπονται και από τη Δύση. Τώρα, όπως φοβούνται και οι ίδιοι οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις δεν θα έχουν κανένα εμπόδιο να συντρίψουν τη Ροζάβα.