Ο 71 ετών Τζον Μπόλτον είναι ίσως το εμβληματικότερο «γεράκι» της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής τα τελευταία 30 χρόνια. Κατείχε σειρά νευραλγικών  κυβερνητικών θέσεων υπό διάφορες ρεπουμπλικανικές διοικήσεις στον Λευκό Οίκο και είναι διαχρονικός υπέρμαχος αλλαγής καθεστώτων, με κάθε τρόπο, από το Ιράν και τη Συρία, μέχρι τη Βενεζουέλα, την Κούβα και την Βόρεια Κορέα. Ήταν σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του Τραμπ από τον Απρίλιο του 2018 μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2019, όταν απολύθηκε – ο Μπόλτον λέει ότι παραιτήθηκε – λόγω της διαφωνίας του για την πολιτική που θα έπρεπε να ακολουθήσουν στο εξής οι ΗΠΑ στο Αφγανιστάν.

Ads

Η πρόσφατη έκδοση του βιβλίου του, «The Room Where It Happened: A White House Memoir («Το δωμάτιο όπου έγινε: Απομνημονεύματα από τον Λευκό Οίκο») με αποκαλύψεις για τον Τραμπ όσο υπηρετούσε στο πλευρό του τον έκανε διάσημο σε όλον τον κόσμο. Ο Λευκός Οίκος άνοιξε πόλεμο μαζί του, με τον Τραμπ να χαρακτηρίζει τον πρώην σύμβουλό του ως «άρρωστο κουτάβι», ενώ ο Πομπέο τον κατανόμασε ως «προδότη». Ο Μπόλτον όμως φαίνεται να το διασκεδάζει και δεν χάνει ευκαιρία να αποδομεί το πρώην αφεντικό του. Αυτό κάνει και στη συνέντευξή του στο γερμανικό περιοδικό Der Spiegel.

«Μην χάνετε το χρόνο σας! Δεν υπάρχει δόγμα Τραμπ»

Ο Μπόλτον λέει ότι οι σχέσεις του Τραμπ με την Μέρκελ και την πρώην πρωθυπουργό της Βρετανίας, Τερέζα Μέι, «ήταν δύο από τις πιο δύσκολες που είδα». «Νομίζω ότι υπάρχει ένα στοιχείο αυξημένης δυσκολίας με τις γυναίκες ηγέτες». Ωστόσο προσθέτει ότι η κόντρα με την Μέρκελ ήταν πολιτική και εδράζεται στις εμπορικές σχέσεις και στη χρηματοδότηση του ΝΑΤΟ.

Ads

Σε κάθε περίπτωση ο Μπόλτον πιστεύει ότι το πρόβλημα του Τραμπ δεν είναι ακριβώς με τις γυναίκες ηγέτες «αλλά έχει πρόβλημα με τους δημοκρατικά εκλεγμένους ηγέτες, άνδρες ή γυναίκες». «Φαίνεται να έχει καλύτερες σχέσεις με αυταρχικά πρόσωπα από ό,τι με πολλούς που εκλέγονται σε δημοκρατικές χώρες».

Ο Μπόλτον θεωρεί ότι «μέρος της δυσκολίας του Τραμπ με τις διεθνείς υποθέσεις είναι η έλλειψη φιλοσοφικής βάσης. Δεν έχει φιλοσοφία. Αυτός ήταν ένας περίπλοκος παράγοντας γενικά. Εγώ είμαι συντηρητικός Ρεπουμπλικανός. Αυτός δεν είναι. Αλλά δεν είναι ούτε φιλελεύθερος Δημοκρατικός. Τείνει να συγχέει τις προσωπικές σχέσεις με ξένους ηγέτες με τις κάθε φορά διμερής σχέσεις των ΗΠΑ με τις χώρες τους». Και συνεχίζει ακάθετος: «Υπάρχει μια συνεχής προσπάθεια πολιτικών σχολιαστών στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη να κατανοήσουν τον Τραμπ ή να ορίσουν ένα δόγμα του Τραμπ. Σταματήστε να χάνετε το χρόνο σας! Δεν υπάρχει δόγμα Τραμπ. Η απόφαση που λαμβάνετε το πρωί για ένα ζήτημα θα μπορούσε να είναι διαφορετική το απόγευμα, εξαρτώμενη σε μεγάλο βαθμό από πολιτικά ζητήματα. Αλλά ο Τραμπ ενδιαφέρεται κυρίως για την επανεκλογή του».

Ο Μπόλτον δεν διστάζει να αφήσει ανοιχτό και το ενδεχόμενο εξόδου των ΗΠΑ από το ΝΑΤΟ σε περίπτωση επανεκλογής του Τραμπ. «Είναι πολύ δύσκολο να προβλεφθεί αυτό» απάντησε σε σχετική ερώτηση. «Αυτή τη στιγμή, παίρνει μια σκληρή γραμμή στην Κίνα. Αλλά αν επανεκλεγεί, νομίζω ότι είναι απολύτως πιθανό να επιστρέψει στον φίλο του Ξι Τζιπίνγκ και να προσπαθήσει να ξεκινήσει εκ νέου διαπραγματεύσεις για μια εμπορική συμφωνία. Η μοίρα του Χονγκ Κονγκ και άλλα θέματα θα παραγκωνιστούν και πάλι».

Ο Μπόλτον θεωρεί ότι η νατοϊκή συμμαχία «παραμένει ισχυρή». «Αλλά είναι μεγάλο λάθος για την Ευρώπη να  θεωρήσει τις ΗΠΑ ως αυτές που προστατεύουν την Ευρώπη. Αυτό τροφοδοτεί την άποψη του Τραμπ για τον κόσμο, ότι σας υπερασπίζουμε και επομένως πρέπει να μας πληρώσετε περισσότερα. Το γεγονός είναι, πως πρόκειται για μια αμοιβαία αμυντική συμμαχία. Το μακροπρόθεσμο μέλλον της συμμαχίας εξαρτάται εν μέρει από την εξέταση προτάσεων όπως αυτές του πρώην πρωθυπουργού της Ισπανίας, Χοσέ Μαρία Αθνάρ, ο οποίος είπε ότι πρέπει να κάνουμε το ΝΑΤΟ παγκόσμιο και να φέρουμε σε αυτό την Ιαπωνία, την Αυστραλία, τη Σιγκαπούρη, το Ισραήλ.».

Το Spiegel ρώτησε τον Μπόλτον εάν ο Αμερικανός πρόεδρος είναι εξίσου απρόβλεπτος για το επιτελείο του, όσο για τον υπόλοιπο κόσμο. «Θα μπορούσατε να το πείτε αυτό. Μετά τη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ τον Ιούλιο του 2018, πετάγαμε στο Λονδίνο για να συναντηθούμε με την Τερέζα Μέι και στη συνέχεια στο Ελσίνκι για τη διάσημη συνάντηση με τον Πούτιν. Ο Τραμπ είπε στους δημοσιογράφους στον δρόμο προς το αεροδρόμιο: “Ξέρετε, από όλες αυτές τις συναντήσεις, η ευκολότερη θα μπορούσε να είναι με τον Βλαντιμίρ Πούτιν. Ποιος θα το πίστευε αυτό;”. Η απάντηση είναι: Κανείς άλλος δεν θα το πίστευε, εκτός από τον Ντόναλντ Τραμπ!».

Ο Μπόλτον θεωρεί ότι η Ευρώπη πρέπει να βλέπει τον Τραμπ ως «ανωμαλία στην αμερικανική πολιτική». «Αυτό που κάνει ο Τραμπ δεν είναι πολιτική και επειδή δεν αντικατοπτρίζει μια φιλοσοφία, δεν θα είναι τόσο δύσκολο να επανέλθουμε στο φυσιολογικό. Το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα πιστεύει ότι η Ευρώπη δεν πρέπει να μείνει μόνη της όσον αφορά την άμυνα. Το πρόβλημα με την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ότι υπάρχει πολλή ρητορική για ισχυρές πολιτικές ασφάλειας, αλλά όχι για το μετά. Ακούτε τους Ευρωπαίους ηγέτες να λένε ξανά και ξανά: “Θα υπερασπιστούμε τον εαυτό μας”. Εάν δεν είναι προσεκτικοί, θα υπάρξουν και άλλοι στην Αμερική, όπως ο Τραμπ, που θα πούνε: “Ωραία, προχωρήστε.”».

«Δοκιμάζουμε τα πάντα»…

Ο Μπόλτον δηλώνει ξεκάθαρα ότι ο Τραμπ επέφερε ζημιά στη φήμη και το προφίλ των ΗΠΑ. «Εάν ο Τραμπ χάσει τον Νοέμβριο, αυτό (σσ. Η αποκατάσταση της ζημιάς) θα είναι σημαντικό καθήκον για τη διοίκηση Μπάιντεν. Αλλά εναπόκειται επίσης στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα να διασφαλίσει ότι δεν θα καταλήξουμε με έναν άλλον τέτοιο υποψήφιο στο μέλλον. Το περισσότερο που μπορώ να προσφέρω ως παρηγοριά σε Ευρωπαίους ή άλλους είναι κάτι που είπε κάποτε ο Γουίνστον Τσόρτσιλ: “Μπορείτε πάντα να βασίζεστε στους Αμερικανούς ότι θα κάνουν το σωστό – αφού δοκιμάσουν τα πάντα”. Αυτό που κάνουμε τώρα είναι ότι δοκιμάζουμε τα πάντα.».

Το Spiegel ζήτησε από τον Μπόλτον να σχολιάσει τους φόβους κάποιων Δημοκρατικών, ότι ο Τραμπ απλώς θα αγνοούσε την ήττα στις εκλογές και θα παρέμενε στον Λευκό Οίκο. «Δεν βλέπω καμία απόδειξη γι’ αυτό. Αν υπήρχε, θα το έβαζα στο βιβλίο. Είναι ικανός σχεδόν για οτιδήποτε. Αλλά αυτή είναι μια πτυχή αυτού που αποκαλούμε Σύνδρομο Διαταραχής του Τραμπ (Trump Derangement Syndrome): Τα πάντα, όλες οι πολιτικές αναλύσεις, καθορίζονται από τον Τραμπ, από αυτό που κάνει ή δεν κάνει ο Τραμπ. Η ανάλυση σταματά σε αυτό το σημείο.».

Ο Μπόλτον είναι απόλυτα βέβαιος ότι ο Τραμπ έχει πιθανότητα να κερδίσει τις εκλογές. «Είναι πολύ πίσω τώρα (σς δημοσκοπικά) σε μεγάλο βαθμό λόγω της πανδημίας του κοροναϊού και των οικονομικών συνεπειών της. Αλλά οι δημοσκοπήσεις το 2016 τον έδειχναν επίσης πίσω. Υπήρξε μια παγκόσμια συμφωνία την ημέρα των εκλογών, συμπεριλαμβανομένου του επιτελείου της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ, ότι θα έχανε», αναφέρει και σημειώνει σκωπτικά: «Κατά τη γνώμη μου, δεν πρέπει ποτέ να υποτιμούμε την ικανότητα του Δημοκρατικού Κόμματος να τα τινάξει όλα στον αέρα».

Αν όμως υπάρχει μια στιγμή της συνέντευξης που συνοψίζει την αντίληψη του Μπόλτον για τον Τραμπ, είναι η απάντηση στην ερώτηση του Spiegel, αν ο Τραμπ ενοχλήθηκε από το ότι η Μέρκελ, στις ομιλίες της κατά την επίσκεψή της στις ΗΠΑ παρουσίασε σκόπιμα τον εαυτό της ως ένα είδος αντι-Τραμπ πόλου, όπως στην ομιλία που έκανε στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, κατά την οποία έπλεξε το εγκώμιο στην πολυμέρεια στις διεθνείς σχέσεις: «Όχι, γιατί δεν νομίζω ότι ξέρει τι είναι η πολυμέρεια»…