Ως υπέρμαχος της «ευρωπαϊκής αλληλεγγύης» εμφανίστηκε ξαφνικά ο πρώην υπουργός της Γερμανίας και νυν πρόεδρος της γερμανικής Βουλής, Βόλκφγκαγκ Σόιμπλε, τασσόμενος υπέρ του σχεδίου Μέρκελ-Μακρόν για δημιουργία Ταμείου 500 δισ για την αντιμετώπιση της κρίσης του κοροναϊού στις χώρες της ΕΕ.

Ads

Οι επιχορηγήσεις, κεφάλαια δηλαδή που θα δοθούν αλλά δεν θα κληθούν οι χώρες να τα επιστρέψουν (σ.σ. θα επιστραφούν από τον κοινοτικό προϋπολογισμό), είναι απαραίτητα για να αντιμετωπιστεί «μια οικονομική βουτιά που δεν έχουμε αντιμετωπίσει ξανά στη διάρκεια του βίου μας», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Β. Σόιμπλε στη Welt am Sonntag. «Αν η Ευρώπη θέλει να έχει μια ελπίδα, πρέπει τώρα να δείξει αλληλεγγύη και να αποδείξει ότι έχει την ικανότητα να δράσει», σημείωσε  και πρόσθεσε: «Οι Γερμανοί έχουν μεγάλο συμφέρον να πατήσει ξανά η Ευρώπη στα πόδια της».

Στη συνέντευξή του στη Welt am Sonntag, ο Γερμανός πρώην υπουργός Οικονομικών υποστήριξε ότι ο ίδιος συμβούλευσε να γίνουν τα πράγματα όπως ακριβώς πρότειναν οι Μέρκελ και Μακρόν. Προσπάθησε μάλιστα να διασκεδάσει του φόβους των «σκληρών» της ΕΕ, υποστηρίζοντας  ότι το «ταμείο ανασυγκρότησης» που προτείνουν Βερολίνο και Παρίσι δεν σημαίνει αμοιβαιοποίηση παλαιών χρεών, «αλλά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να προωθήσει την οικονομική ανοικοδόμηση στην Ευρώπη. Θα υπάρξουν προγράμματα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και αυτή θα πρέπει να ελέγχει αυστηρά, εάν τα χρήματα τοποθετούνται σωστά».

Οι παραπάνω δηλώσεις προκαλούν αίσθηση, καθώς ο Β. Σόιμπλε ήταν ο πλέον φανατικός θιασώτης της δημοσιονομικής πειθαρχίας στους κόλπους της ΕΕ τα χρόνια της βαθιάς κρίσης την περίοδο 2010-2015, ενώ χώρες όπως η Αυστρία, η Ολλανδία, η Δανία και η Σουηδία (το λεγόμενο μπλοκ των «σκληρών» της Ευρώπης) προσέβλεπαν σήμερα στη βοήθειά του για να ακυρώσουν τα σχέδια Μακρόν- Μέρκελ.

Ads

Επιμένει η Ολλανδία

Σε κάθε περίπτωση, η «μάχη» στους κόλπους της ΕΕ αναφορικά με τα εργαλεία αντιμετώπισης της κρίσης έχει ήδη ξεκινήσει και αναμένεται να είναι σκληρή.

Ενδεικτική  είναι η δήλωση του ηγετικού στελέχους του κεντροδεξιού κυβερνώντος κόμματος της Ολλανδίας,   Χανς φαν Μπάαλεν, ο οποίος μιλώντας Γερμανική Ραδιοφωνία (DLF) υποστήριξε ότι η καλύτερη λύση για να αντιμετωπιστούν οι οικονομικές συνέπειες του κορονοϊού δεν είναι το Ταμείο Ανάκαμψης, αλλά η αντιπρόταση των τεσσάρων «φειδωλών χωρών», όπως τις χαρακτήρισε (σσ Αυστρία, Ολλανδία, Σουηδία, Δανία), η οποία προβλέπει ότι οικονομική βοήθεια παρέχεται στις ενδιαφερόμενες χώρες μόνο με συγκεκριμένους όρους και κατά προτίμηση με δάνεια που αποπληρώνονται, όχι με επιδοτήσεις που δεν επιστρέφονται.

  «Είναι μία πρωτοβουλία κι αυτή», δηλώνει ο Χανς φαν Μπάαλεν. «Όπως υπάρχει το σχέδιο Μέρκελ-Μακρόν, έτσι υπάρχει και το σχέδιο του (Ολλανδού πρωθυπουργού) Ρούτε. Και αν ακόμη χαρίσουμε χρήματα- είναι και αυτό μία δυνατότητα- αυτό δεν μπορεί παρά να γίνει, παρά με συγκεκριμένους όρους. Δεν μπορεί κανείς να χαρίζει χρήματα χωρίς όρους. Αυτό είναι το πιο σημαντικό στοιχείο στο σχέδιο του Ρούτε, ενώ παραμένει ασαφές στο σχέδιο Μέρκελ-Μακρόν. Ασφαλώς θέλουμε να στηρίξουμε τις οικονομικά ασθενέστερες χώρες ή περιφέρειες, αυτό δεν είναι το πρόβλημα, πρέπει όμως να τηρούνται συγκεκριμένες προϋποθέσεις».

Τα πραγματικά κίνητρα Μέρκελ-Σόιμπλε

Θα πρέπει να σημειωθεί πάντως πως ακόμη η όψιμη «ευαισθησία» Μέρκελ- Σόιμπλε, δεν γίνεται άνευ ανταλλάγματος, καθώς η Γερμανία δεν θα βγει χαμένη ούτε από αυτή την ευρωπαϊκή κρίση. Εν προκειμένω, το αντάλλαγμα και το κέρδος συνίστανται στην ευρωπαϊκή ανοχή απέναντι στον πακτωλό κρατικών ενισχύσεων που μοιράζει η κυβέρνηση του Βερολίνου στις γερμανικές επιχειρήσεις – ενισχύσεων που οδηγούν ντε φάκτο σε αθέμιτο ανταγωνισμό έναντι των φτωχότερων ευρωπαϊκών χωρών και κάνουν τις επιχειρήσεις του Νότου άκρως ευάλωτες σε αναγκαστικές, έως και επιθετικές, εξαγορές από τα γερμανικά μεγαθήρια.

Τα στοιχεία της Κομισιόν που ανακοινώθηκαν πρόσφατα είναι περισσότερο από εύγλωττα: Από το σύνολο των 1,95 τρις που έχει εγκρίνει σε κρατικές ενισχύσεις η Κομισιόν μετά την πανδημία, το 51% αφορά γερμανικές επιχειρήσεις, δεύτερη έρχεται η Γαλλία με 17% και έπεται, μακράν, το Βέλγιο , με 3%. Για όλους τους υπόλοιπους τα αντίστοιχα ποσοστά κινούνται ανάμεσα στο 2,5% και το 0,5%.

Είναι προφανές πως η Γερμανία δίνει τα θηριώδη αυτά ποσά στις επιχειρήσεις της – από την Lufthansa και την TUI έως την Adidas – διότι τα κρατικά της ταμεία είναι γεμάτα από τα πλεονάσματα μαμούθ της τελευταίας δεκαετίας. Οι νότιοι δίνουν πολύ λιγότερα, έως ελάχιστα, διότι πολύ απλά δεν έχουν –  αντί για πλεονάσματα, έχουν μόνον υψηλά χρέη και βαριά ελλείμματα. Και είναι επίσης προφανές πως το Ταμείο Ανάκαμψης μπορεί να αποτελέσει το νομικό, ηθικό και πολιτικό άλλοθι του Βερολίνου για να υποστηρίξει ότι μέσω αυτού διοχετεύονται κεφάλαια και στις πληττόμενες επιχειρήσεις του ασθενούς Νότου. Ήτοι, πως δημιουργείται ένας σταθεροποιητής σε ό,τι αφορά τον ανταγωνισμό στην ενιαία αγορά και πως η Γερμανία δεν χρησιμοποιεί την υγειονομική κρίση για να δημιουργήσει έναν ακόμη μηχανισμό ανισοτήτων και ενίσχυσης της οικονομικής της ηγεμονίας…