Η καταδίκη του «αστέρα» της κεμαλικής αντιπολίτευσης Εκρέμ Ιμάμογλου κυριαρχεί τις τελευταίες ημέρες στην πολιτική αντιπαράθεση στην Τουρκία, με τους πολέμιους του Τούρκου Προέδρου να τον καταγγέλλουν για «πολιτική δίωξη» και εκκαθάριση πολιτικών αντιπάλων, καθώς εκτός των άλλων η δικαστική απόφαση στερεί από τον νυν δήμαρχο της Κωνσταντινούπολης τη συμμετοχή στις επόμενες εκλογές.

Ads

Ο Ιμάμογλου καταδικάστηκε σε φυλάκιση δύο ετών και επτά μηνών για προσβολή ανώτατων κρατικών αξιωματούχων. Συγκεκριμένα, σε ομιλία του μετά τη νίκη στις δημοτικές εκλογές το 2019, ο Ιμάμογλου είχε χαρακτηρίσει «ανοησία» την απόφαση του Ανώτατου Εκλογικού Συμβουλίου για την επανάληψη των εκλογών στην Κωνσταντινούπολη λόγω «παρατυπιών». Ο Ιμάμογλου κέρδισε τελικά και τις επαναληπτικές εκλογές στην Κωνσταντινούπολη κόντρα στον υποψήφιο του κυβερνώντος κόμματος και «εκλεκτού» του Ερντογάν, Μπιναλι Γιλντιρίμ, σημειώνοντας μια τεράστια επιτυχία στον πιο κρίσιμο δήμο της Τουρκίας.

Υπάρχει ένα πολιτικό ρητό στην Τουρκία που λέει πως «όποιος κερδίζει την Κωνσταντινούπολη, κερδίζει και την Τουρκία». Και ο Ιμάμογλου είναι το πρόσωπο που σύμφωνα με τις εκτιμήσεις θα μπορούσε να επιβεβαιώσει στον απόλυτο βαθμό αυτό το ρητό. Σφοδρός επικριτής του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και κατά τους υποστηρικτές του η «νέα ελπίδα» για την Τουρκική Δημοκρατία, ο Ιμάμογλου εμφανίζεται ως το κατάλληλο πρόσωπο για να ηγηθεί της συμμαχίας των κομμάτων της αντιπολίτευσης στις προεδρικές εκλογές του Ιουνίου του 2023.

Η καταδίκη του Ιμάμογλου, για την οποία έχει ασκήσει έφεση, προκάλεσε σφοδρές και μαζικές αντιδράσεις στο εσωτερικό της Τουρκίας αλλά και έντονες επικρίσεις του Τούρκου Προέδρου από ΗΠΑ και ΕΕ.

Ads

Απορρίπτοντας τις κατηγορίες περί εκκαθάρισης πολιτικών αντιπάλων, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ισχυρίστηκε πως η Δικαιοσύνη είναι ανεξάρτητη και πως «δεν πρόκειται για τελεσίδικη απόφαση, καθώς υπάρχει και το Εφετείο και το Ανώτατο Δικαστήριο, κι αν έχει γίνει κάποιο λάθος τα δικαστήρια θα το διορθώσουν». Είπε ακόμη πως «δεν θα τον σύρουν σε αυτό το παιχνίδι», προσθέτοντας με απαξίωση ότι δεν τον ενδιαφέρει ποιος θα είναι υποψήφιος της αντιπολίτευσης στις εκλογές του επόμενου έτους.

Ωστόσο πολλοί αναλυτές σημειώνουν πως ενδεχομένως το καθεστώς του Ερντογάν έχει κάνει άθελά του ένα σημαντικό λάθος. Με την οργή που ξέσπασε για την καταδίκη του Ιμάμογλου, και ενώ τα κόμματα της συμμαχίας της αντιπολίτευσης δεν είχαν ακόμη καταλήξει ακόμα στον «εκλεκτό», ο Ιμάμογλου ενίσχυσε τη δημοτικότητά του και έμμεσα χρίστηκε ως ο υποψήφιος που αν τελικά του επιτραπεί θα βρεθεί απέναντι στον Ερντογάν, διεκδικώντας την προεδρία της χώρας.

Η ειρωνεία για Ερντογάν και οι αστερίσκοι για Ιμάμογλου

Η ειρωνεία για τον Ερντογάν είναι πως και ο ίδιος είχε ξεκινήσει ως δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης και τότε – το μακρινό 1999 – είχε καταδικαστεί από το κεμαλικό καθεστώς με φυλάκιση και στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων για μια ομιλία του που κρίθηκε πως προέτρεπε σε βία, φυλετικό και θρησκευτικό μίσος.

«Έχουμε μια επανάληψη της ιστορίας από την ανάποδη», σχολιάζει στο Tvxs.gr ο Σωτήρης Ρούσσος, καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και Θρησκείας στη Μέση Ανατολή, στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου. Συμπληρώνει ωστόσο πως δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη η ενίσχυση Ιμάμογλου.

«Η καταδίκη Ιμάμογλου θα μπορούσε να λειτουργήσει και αντίρροπα. Δηλαδή ας σκεφτούμε έναν απλό άνθρωπο στην Τουρκία που ζει όλη αυτή την κατάσταση και το καθεστώς εμφανίζεται αποφασισμένο να βάλει στη φυλακή ακόμα και τον δήμαρχο της Κωνσταντινούπολης», αναφέρει και συνεχίζει:

«Ο τρόμος και η πίεση που νιώθει ένας άνθρωπος όταν θα πάει να μιλήσει ανοιχτά για την πολιτική ή θα πάει να ψηφίσει είναι πολύ μεγάλη. Μη βλέπουμε την κατάσταση όπως θα τη βλέπαμε στην Ελλάδα ή στη Γαλλία ή στην Ιταλία ή στις ΗΠΑ ή σε κάποια άλλη χώρα της Δύσης. Το ζήτημα λοιπόν είναι πόσο αποτελεσματική είναι η τρομοκράτηση της κοινωνίας».

Υπογραμμίζει ακόμα το ενδεχόμενο να οριστικοποιηθεί η στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων για τον Ιμάμογλου. «Αυτό πρακτικά θα σημαίνει πως δεν θα μπορεί να ηγηθεί της αντιπολίτευσης, δεν θα μπορεί να είναι ο υποψήφιός της. Και αυτό θα είναι ένα σημαντικό πρόβλημα για την τακτική και τη στρατηγική της αντιπολίτευσης, πέρα από τα άλλα προβλήματα που έχει».

«Επίσης», συνεχίζει, «δεν είναι καθόλου βέβαιο πως οι Κούρδοι θα ξαναψηφίσουν Ιμάμογλου». Εξηγεί δε πως η εικόνα που προβάλλεται για τον Ιμάμογλου στην Ελλάδα είναι σε κάποιο βαθμό στρεβλή: «Είναι ένας μετακεμαλικός πολιτικός με όλα τα χαρακτηριστικά του τουρκικού εθνικισμού που έχει ο εν λόγω χώρος (αντικουρδισμός, επεκτατισμός κλπ)».

Η κρίσιμη κίνηση του Ερντογάν

Σε κάθε περίπτωση η Τουρκία φαίνεται πλέον πως έχει μπει για τα καλά σε έναν προεκλογικό μαραθώνιο υψηλής έντασης και με απρόβλεπτες εξελίξεις. Ίσως η κρισιμότερη εξ αυτών σε αυτή τη φάση σχετίζεται με το εάν ο Ερντογάν θα αποφασίσει τελικά μια χερσαία εισβολή ευρείας κλίμακας στη Βόρεια Συρία εναντίον των Κούρδων. Πρόκειται για μια απόφαση που θα δημιουργήσει νέα δεδομένα και θα αλλάξει τους όρους του πολιτικού παιχνιδιού στην Τουρκία. Επιπλέον πρόκειται για μια κίνηση που εμπλέκει τις ΗΠΑ και τη Ρωσία και αυτό την καθιστά ιδιαίτερα περίπλοκη. 

Ο Ερντογάν αξιοποίησε την πολύνεκρη βομβιστική επίθεση της 13ης Νοεμβρίου στην Κωνσταντινούπολη για να ανοίξει εκ νέου το μέτωπο με τους Κούρδους και να βρει τον «ιδανικό εχθρό» ώστε να συσπειρώσει την εθνικιστική βάση του κόμματός του. Αν και υπάρχουν σοβαρές αμφιβολίες για τους υπεύθυνους αυτής της επίθεσης, το τουρκικό καθεστώς κατηγόρησε τα ένοπλα κουρδικά αυτονομιστικά κινήματα, τα οποία από την πλευρά τους αρνούνται οποιαδήποτε συμμετοχή.

Το σχέδιο του Τούρκου προέδρου σε πρώτη φάση ξεκίνησε με ένα σφυροκόπημα από αέρος των κουρδικών θέσεων στη Βόρεια Συρία. Ωστόσο ο Ερντογάν έχει δηλώσει πως το επόμενο βήμα θα είναι μια χερσαία επιχείρηση ώστε να δημιουργηθεί μια ζώνη ασφαλείας μεταξύ των δύο χωρών. Πρόκειται για μια επιχείρηση που τουλάχιστον μέχρι τώρα δεν έχει την έγκριση των δυνάμεων που εμπλέκονται στην περιοχή, δηλαδή των ΗΠΑ, που έχουν εκφράσει την υποστήριξή τους στους Κούρδους της Συρίας, αλλά και της Ρωσίας, που υποστηρίζουν το καθεστώς του Μπασάρ Αλ Άσαντ.

Μια τέτοια απόφαση λοιπόν θα οδηγούσε την Άγκυρα σε μια ρήξη με την Ουάσινγκτον και τη Μόσχα, την ώρα που ο Τούρκος Πρόεδρος έχει αναπτύξει ιδιαίτερα στενές σχέσεις με τον Βλαντιμίρ Πούτιν, διεκδικώντας μάλιστα ρόλο μεσολαβητή για το Ουκρανικό, και επιδιώκει βήματα προσέγγισης τον Τζο Μπάιντεν. Πρόκειται για μια αντίφαση που προκαλεί πολλά ερωτήματα για το σχέδιο του Τούρκου Προέδρου.

Οι απαντήσεις σε αυτήν την αντίφαση βρίσκονται στο εσωτερικό της Τουρκίας και με αυτές οι κινήσεις του Τούρκου Πορέδρου αποκτούν νόημα: Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως η αντιπολίτευση έχει αποκτήσει πλέον δυναμική ανατροπής του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ενώ η χώρα βρίσκεται αντιμέτωπη με μια τρομερή οικονομική κρίση, με έναν δυσθεώρητο πληθωρισμό, άνω του 80%, που καθιστά τρομακτικά δύσκολη την καθημερινότητα για μεγάλο μέρος του τουρκικού πληθυσμού.

Επιπλέον ο Ερντογάν δέχεται έντονη κριτική και για τη διαχείριση του προσφυγικού, καθώς η χώρα φιλοξενεί περισσότερους από 3,5 εκατομμύρια πρόσφυγες από τον πόλεμο στη Συρία, μια κατάσταση που έχει διαμορφωθεί εξαιτίας της συμφωνίας με την ΕΕ τον Μάρτιο του 2016. Μάλιστα η κεμαλική αντιπολίτευση παίζει πολύ δυνατά το ζήτημα του προσφυγικού και υπόσχεται πως θα εκδιώξει τους πρόσφυγες εντός δυο ετών αν κερδίσει τις εκλογές.

Ο Τούρκος πρόεδρος αναζητά μια «νίκη», μια επιτυχία, και αφού στον τομέα της οικονομίας αυτή είναι αδύνατη, ποντάρει στην Εξωτερική Πολιτική και παίζει το χαρτί της εθνικής απειλής. Σε αυτό το πλαίσιο ένας πόλεμος ενάντια στους Κούρδους της Βόρειας Συρίας θα μπορούσε να αποτελέσει ένα σημαντικό εργαλείο για τον Ερντογάν για τρεις λόγους:

► Πρώτον θα ενισχύσει τα εθνικιστικά στοιχεία και θα συσπειρώσει την εθνικιστική βάση του κόμματος. Βρίσκει τον «κοινό εχθρό» για την εκλογική του εκστρατεία και στερεί από την αντιπολίτευση την πολύ σημαντική εκλογικά κουρδική υποστήριξη. Μια κλιμάκωση της σύγκρουσης την αναγκάζει να «κόψει» κάθε πολιτική επαφή με τους Κούρδους της Τουρκίας, διαφορετικά θα μπορούσε να την κατηγορήσει για υποστήριξη τρομοκρατών.

► Δεύτερον δίνει μια απάντηση στο προσφυγικό ζήτημα. Ο Ερντογάν ισχυρίζεται πως με μια χερσαία επιχείρηση θα μπορούσε να δημιουργήσει μια κενή ζώνη ανάμεσα στη Συρία και την Τουρκία, ώστε να μετακινηθούν εκεί οι πρόσφυγες..

► Τρίτον και σημαντικότερο, δημιουργεί συνθήκες έκτακτης ανάγκης και άρα του δίνεται η δυνατότητα να επιβάλει ακραία μέτρα, είτε για να επηρεάσει το εκλογικό αποτέλεσμα, μέσω του αποκλεισμού των Κούρδων από τις εκλογές, είτε ακόμη και για να αναβάλει τις εκλογές. Με το συνταγματικό δημοψήφισμα του 2017 ο Ερντογάν απέκτησε και εδραίωσε τις υπερεξουσίες του που του δίνουν τη δυνατότητα να προχωρήσει σε τόσο αυταρχικές αποφάσεις.

Και μάλιστα, όπως σημειώνει ο κ. Ρούσσος στο Tvxs.gr, θα μπορούσε να το κάνει δημιουργώντας απλώς μια κρίση στη Βόρεια Συρία, χωρίς δηλαδή να χρειάζεται μια μεγάλη χερσαία επιχείρηση, που ενέχει και το ρίσκο μιας αποτυχίας, η οποία θα του γύριζε μπούμερανγκ.

«Δεν είναι καθόλου βέβαιο πως οι χώρες που έχουν σημαντικό ρόλο στην περιοχή, δηλαδή η Ρωσία, οι ΗΠΑ και το Ιράν και ασφαλώς το ίδιο το καθεστώς του Μπασάρ Αλ Άσαντ, θα αποδεχτούν και θα επιτρέψουν μια τέτοια επέμβαση. Αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό πρόβλημα για τον Ερντογάν», αναφέρει ο καθηγητής και προσθέτει:

«Το δεύτερο είναι πως μια στρατιωτική επιχείρηση μπορεί να μην πάει καλά, να μην εξελιχθεί όπως αναμένεται. Τι θα συμβεί αν αρχίζουν και γυρίζουν νεκροί Τούρκοι στρατιώτες. Σε αυτήν την περίπτωση, ο Ερντογάν αντί να έχει κέρδος θα έχει μεγάλο πρόβλημα. Μια στρατιωτική επιχείρηση λοιπόν ενέχει πολλά και σοβαρά ρίσκα και επειδή ο Ερντογάν είναι ένας εξαιρετικός τακτικιστής αντιλαμβάνεται αυτά τα ρίσκα και τα πρόβλημα που θα μπορούσαν να δημιουργηθούν».

«Εκείνο όμως που θα έλεγα πως θα μπορούσε να συμβεί είναι ότι μια συριακή κρίση θα μπορούσε να δώσει την ευκαιρία στον Ερντογάν για μια θεσμική ανωμαλία στην Τουρκία, είτε μέσω επιβολής μέτρων που θα απαγόρευε στους Κούρδους να συμμετέχουν στις εκλογές, είτε ακόμα και την αναβολή των εκλογών», υπογραμμίζει ο κ. Ρούσσος.

Ο «πατερούλης» Ερντογάν

Είναι γεγονός πως ο Ερντογάν, στην πολύχρονη παρουσία του στην εξουσία, έχει χρησιμοποιήσει και στο παρελθόν παρόμοιες τακτικές έχοντας «εξειδικευτεί» στην αξιοποίηση συγκρούσεων και βίαιων κρίσεων για ενίσχυση της εκλογικής του επιρροής. Το έκανε στο παρελθόν και πάλι με Κούρδους, το έκανε και με την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος το 2016, εκκαθαρίζοντας όλους τους κρατικούς θεσμούς από πολιτικούς αντιπάλους, πολλοί εκ των οποίων οδηγήθηκαν στη φυλακή, και κλείνοντας μέσα ενημέρωσης της αντιπολίτευσης.

Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν επιχειρεί να ενσαρκώσει – και το έχει πετύχει σε αρκετές περιπτώσεις μέχρι σήμερα – την τουρκική αντίληψη του «Κράτους – Πατέρα». Βάσει αυτής της αντίληψης, ο αρχηγός του κράτος μπορεί να μην είναι πάντα ευχάριστος, να παίρνει ακραίες αποφάσεις και να κάνει λάθη, αλλά πρέπει να έχει την εμπιστοσύνη γιατί ό,τι κάνει το κάνει ως «πατέρας» για την οικογένεια, για τον λαό.

Πρόκειται για μια αντίληψη που έχει μεγάλη απήχηση στην Τουρκική κοινωνία και ο Ερντογάν την έχει υπερπροβάλει. Δεν είναι λοιπόν άστοχο και στην τρέχουσα συγκυρία να εκτιμά πως μια κλιμάκωση της σύγκρουσης με το κουρδικό ένοπλο κίνημα στη Βόρεια Συρία αλλά και στο Ιράκ, θα μπορούσε να ενισχύσει τις πιθανότητες επανεκλογής του. Αυτό που μένει να φανεί – δεδομένης της ταχείας και συνεχώς μεταβαλλόμενης φύσης του τουρκικού εκλογικού σώματος – είναι αν αυτή η τακτική θα λειτουργήσει και αυτή τη φορά.