Στο «γήπεδο» των G20 μεταφέρεται ο πόλεμος των δεδομένων που έχει πάρει παγκόσμιες διαστάσεις. Οι ηγέτες των G20 θα συγκεντρωθούν στην Οσάκα της Ιαπωνίας την Παρασκευή και θα ξεκινήσουν συνομιλίες για το ζήτημα της παγκόσμιας διακυβέρνησης των δεδομένων. Ο οικοδεσπότης Ιάπωνας πρωθυπουργός Σίνζο Άμπε θέλει οι G20 να θέσουν τους κανόνες για το πώς οι χώρες θα μοιράζονται τα δεδομένα και ποιος θα τα ελέγχει, όμως τα έθνη είναι βαθιά διχασμένα πάνω στο θέμα. 

Ads

Ο Άμπε θέτει ως προτεραιότητα την διαχείριση δεδομένων. Το γεγονός ότι το διαδίκτυο παρέμεινε για τόσα χρόνια παγκόσμιο και ανοιχτό επέτρεψε την ανάπτυξη της ψηφιακής οικονομίας. Οι εφαρμογές, τα ηλεκτρονικά καταστήματα, τα email, είναι προσβάσιμα από όλο τον κόσμο. Η ανταλλαγή ειδήσεων και πληροφοριών είναι όλα μέρος της παγκόσμιας συνδεσιμότητας. Πίσω από όλα αυτά βρίσκονται τα δεδομένα, που σχηματίζουν τα πάντα, από τους τραπεζικούς λογαριασμούς έως και τα ποστ στα κοινωνικά δίκτυα. Η ανταλλαγή δεδομένων λαμβάνει χώρα μεταξύ όλων των οργανισμών (εταιρειών, πανεπιστημίων, κυβερνήσεων κλπ.). 

Το βασικό ζήτημα, σύμφωνα με το The Atlantic, είναι πως οι χώρες βλέπουν τα δεδομένα. Ποιος τα διακρατεί και ποιος πρέπει να το κάνει; Οι εταιρείες; Τα άτομα; Έχει η κυβέρνηση πρόσβαση σε αυτά; Αυτά είναι ζητήματα στα οποία οι κυβερνήσεις σε ολόκληρο των πλανήτη έχουν φιλοσοφικές διαφορές. Δεν πρόκειται για απλά τεχνικά προβλήματα αλλά για βαθιά ζητήματα που ίσως δεν είναι δυνατόν να γεφυρωθούν. 

Η συζήτηση που πρόκειται να ξεκινήσει εξάλλου λαμβάνει χώρα καθώς οι ΗΠΑ και η Κίνα βρίσκονται σε μεγάλη αντιπαλότητα, τόσο στην οικονομία, όσο και στην τεχνολογία και κατ’ επέκταση στα δεδομένα. Το ουσιώδες είναι ότι οι κανόνες που θα ορίζουν το ποιος ελέγχει τα δεδομένα – και συνεπώς αξιοποιεί την αξία τους – αποτελούν κομμάτι του μεγαλύτερου γεωπολιτικού ανταγωνισμού του 21ου αιώνα. 

Ads

Το Διαδίκτυο των Πραγμάτων (Internet of Things) και οι επικοινωνίες 5G θα δημιουργήσουν μια εκθετική αύξηση των δεδομένων. Από γεωπολιτική άποψη, βέβαια, το ενδιαφέρον θα επικεντρωθεί στα μηχανικά συστήματα και την τεχνητή νοημοσύνη. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι ερευνητές χρειάζονται δεδομένα για την εξέλιξη των συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης, ενώ η ίδια η τεχνητή νοημοσύνη είναι η βάση για την βελτίωση των πάντων, από την ασφάλεια των μεταφορών, τη διάγνωση των ασθενειών έως την ακρίβεια των θανατηφόρων όπλων.

Διαβάστε επίσης:

Δεν είναι μόνο ο όγκος των δεδομένων που είναι σημαντικός αλλά και το από που αυτά προέρχονται. Σε έναν κόσμο όπου η τεχνητή νοημοσύνη ενισχύεται όλο και περισσότερο, όσοι επιθυμούν να αναπτύξουν παγκοσμίως ανταγωνιστικά συστήματα αλγορίθμων τεχνητής νοημοσύνης θα πρέπει να έχουν πρόσβαση σε δεδομένα για τα δημογραφικά στοιχεία και άλλα στοιχεία. 

Οι κανόνες σχετικά με την πρόσβαση θα επηρεάσουν τον ανταγωνισμό, επειδή η μη λήψη των δεδομένων θα μπορούσε να περιορίσει το πόσο καλά προσαρμοσμένα θα είναι διάφορα προϊόντα σε διαφορετικούς ανθρώπους. Οι κανόνες θα καθορίσουν επίσης την πρόσβαση των κρατών σε δεδομένα όσον αφορά την επιβολή του νόμου και την εσωτερική επιτήρηση, καθιστώντας τα όλο και πιο σημαντικό στοιχείο της εθνικής ασφάλειας καθώς και της οικονομικής ανάπτυξης.

Τούτων δοθέντων δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι οι κυβερνήσεις αντιμάχονται για τον καθορισμό των κανόνων και την πρόσβαση σε ορισμένα είδη δεδομένων. Εδώ, η Ινδία και η Κίνα παίζουν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο καθώς μαζί αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το ένα τρίτο της ανθρωπότητας. 

Οι Ινδοί στο προσχέδιό τους αναφέρουν σχετικά με τους κανόνες ότι απαιτούν από τις εταιρείες που λειτουργούν στη χώρα ή συλλέγουν δεδομένα Ινδών πολιτών να επεξεργάζονται ορισμένα είδη προσωπικών δεδομένων σε διακομιστές στην Ινδία – ακόμη κι αν πρόκειται για εταιρείες που δεν είναι εγκατεστημένες στη χώρα. Οι υποστηριχτές αυτής της προσέγγισης τη βλέπουν ως μια κίνηση έναντι στην επονομαζόμενη αποικιοκρατία των δεδομένων. Οι επικριτές, ωστόσο, ανησυχούν ότι αυτή η προσέγγιση θα δώσει στην ινδική κυβέρνηση ανεξέλεγκτη εξουσία στην παρακολούθηση των πολιτών. 

Η κινεζική κυβέρνηση επιθυμεί επίσης να αποθηκεύονται ορισμένα είδη δεδομένων σε τοπικούς διακομιστές. Ο Κινέζος πρόεδρος Ξι Ζιπίνγκ έχει πολλές φορές υπογραμμίσει τη σημασία της κυριαρχίας στον κυβερνοχώρο και τα δεδομένα είναι σαφώς στοιχείο αυτού του οράματος. 

Οι ΗΠΑ είναι εναντίον μιας τέτοιας κίνησης. Όπως είπε σχετικά ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο οι ΗΠΑ «θα πιέσουν για την ελεύθερη ροή δεδομένων πέρα από τα σύνορα». Σε Αμερική, Ευρώπη και Ιαπωνία πολιτικοί αλλά και εταιρείες ασκούν εδώ και χρόνια πιέσεις στο Πεκίνο να αλλάξει τις διατάξεις της διότι θα μπορούσαν να σημαίνουν μεγάλα έξοδα για τις ξένες εταιρείες που θα έπρεπε να δημιουργήσουν τοπικά κέντρα για την αποθήκευση και ανάλυση όλων των δεδομένων τους. 

Ο κινεζικός νόμος ορίζει ρητά ότι η κυβέρνηση έχει το δικαίωμα να ζητήσει από τις εταιρείες να παραδώσουν στην κυβέρνηση τα δεδομένα τους για λόγους εθνικής ασφάλειας που δεν προσδιορίζονται περαιτέρω. Λόγω αυτού, οι ευρωπαίοι αξιωματούχοι υποστηρίζουν ότι η Κίνα δεν θα μπορεί να συμμετάσχει σε μια νομική συμφωνία βάσει του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων (GDPR) – την λεγόμενη «Συμφωνία Επάρκειας» – η οποία θα επέτρεπε την ανταλλαγή δεδομένων της χώρας με την ΕΕ. 

Ο GDPR, που τέθηκε σε εφαρμογή πέρσι, θέσπισε αυστηρούς κανόνες προστασίας προσωπικών δεδομένων για όσους χειρίζονται τα δεδομένα των πολιτών της ΕΕ. Οι κινεζικές εταιρείες ενδέχεται να διαπιστώσουν ότι είναι αδύνατο να συμμορφωθούν άμεσα με τον GDPR και τον νόμο περί ασφάλειας του κυβερνοχώρου. Η Κίνα θέσπισε έναν αντίστοιχο νόμο για τα προστασία της ιδιωτικής ζωής στα πρότυπα του GDPR. Ωστόσο, αν μελετήσει κανείς το νόμο της Κίνας – όπου η κυβέρνηση έχει εκτεταμένες εξουσίες παρακολούθησης – είναι δύσκολο να φανταστεί πώς θα μπορούσαν ποτέ να συμβιβαστούν τα δύο συστήματα.

Και η ινδική κυβέρνηση από την πλευρά της εκφράζει ανησυχίες για τις κινεζικές επιχειρήσεις τις οποίες κατηγορεί για κατάχρηση των δεδομένων των Ινδών πολιτών κι αυτό παρά τις ομοιότητες στον τρόπο με τον οποίο οι δύο χώρες αποθηκεύουν τα δεδομένα τοπικά. Στο στρατιωτικό προσωπικό της Ινδίας για παράδειγμα απαγορεύεται να εγκαταστήσει το WeChat, την κινεζική εφαρμογή ανταλλαγής μηνυμάτων, στα τηλέφωνά του, αλλά μπορεί να χρησιμοποιήσει το WhatsApp του Facebook. Σημειώνεται ότι Κίνα και Ινδία έχουν ιστορικά τεταμένες σχέσεις μεταξύ τους. 

Η ιαπωνική κυβέρνηση προτείνει μια «ελεύθερη ροή δεδομένων με εμπιστοσύνη». Περισσότερα γι’ αυτή την πρόταση θα γίνουν γνωστά στη σύνοδο των G20 αλλά μια ερμηνεία στην πρόταση του Άμπε θα μπορούσε να είναι ότι ΗΠΑ, Ιαπωνία και ΕΕ εφόσον αντιληφθούν ότι η πρόσβαση των Κινέζων στα δεδομένα τους είναι με κάποιον τρόπο επικίνδυνη, θα συνάπτουν συμφωνίες για την ανταλλαγή τους, μόνο μεταξύ τους και έτσι θα περιορίσουν την πρόσβαση των κινεζικών επιχειρήσεων σε αυτά. Αυτό θα έκανε πολύ δύσκολο για τις κινεζικές διαδικτυακές πλατφόρμες να αναπτύξουν τεχνητή νοημοσύνη που θα απευθύνεται σε μέρη και άτομα εκτός κινεζικών συνόρων. 

Μια τέτοια ρύθμιση ίσως δεν αρέσει στις ΗΠΑ, ειδικά αν μοιάζει με τον GDPR τον οποίο θεωρούν πολύ περιοριστικό για τις αμερικανικές επιχειρήσεις. Παράλληλα, οι ΗΠΑ πιέζουν για νέους περιορισμούς που θα εμποδίζουν τις κινεζικές εταιρείες αλλά και την κινεζική κυβέρνηση να έχουν πρόσβαση σε ευαίσθητα δεδομένα των Αμερικανών πολιτών. Για παράδειγμα τον περασμένο Μάρτιο, η κυβέρνηση των ΗΠΑ, είπε στην κινεζική εταιρεία παιχνιδιών την Beijing Kunlun Tech ότι θα πρέπει να πουλήσει την εφαρμογή Grindr, για ραντεβού μεταξύ gay ατόμων, λόγω της πιθανότητας εκβιασμού αν τα δεδομένα της εφαρμογής έπεφταν στα χέρια της κινεζικής υπηρεσίας πληροφοριών. 

Οι διαφωνίες για την νομοθεσία περί ιδιωτικού απορρήτου εντός των ΗΠΑ παίζουν επίσης το δικό τους ρόλο στον γεωπολιτικό ανταγωνισμό των δεδομένων. Αν οι ΗΠΑ δεν κάνουν τίποτα για να διαλύσουν την ιδέα ότι μπορούν να χειριστούν τα δεδομένα με τρόπους που δεν είναι καταχρηστικοί, η Ινδία, η Ευρώπη και άλλες χώρες θα χρησιμοποιούν τα δικά τους δεδομένα για να περιορίζουν την πρόσβαση των ξένων εταιρειών τεχνολογίας στην αγορά τους, είτε θέτοντας τον περιορισμό να αποθηκεύονται τα δεδομένα στη χώρα, είτε μην επιτρέποντας καθόλου τη συλλογή των δεδομένων. Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι οι ΗΠΑ θα πρέπει να εφαρμόσουν ελέγχους απορρήτου σε εταιρείες όπως η Google ή το Facebook, αν αυτές συνεχίσουν να έχουν πρόσβαση σε δεδομένα σε παγκόσμια εμβέλεια. 

Οι ΗΠΑ, σύμφωνα με το The Atlantic, πρέπει να καταλάβουν ότι πρέπει να δημιουργήσουν μια πολιτική που να κατανοεί ότι δεν υπάρχει απαραίτητα εμπόριο μεταξύ ιδιωτικής ζωής και καινοτομίας και που να αποκαθιστά την εμπιστοσύνη στις αμερικανικές εταιρείες τεχνολογίας τόσο στο εσωτερικό, όσο και σε όλο τον κόσμο και παράλληλα θα βοηθά την πρόοδο στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης. Αντί για έναν αγώνα δρόμου προς τα πίσω, όσον αφορά την προστασία της ιδιωτικής ζωής, αυτός μπορεί να είναι ο καλύτερος τρόπος για να ανταγωνιστούν οι ΗΠΑ τις κινεζικές εταιρείες στην κούρσα για την ηγετική θέση στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης. 

Επανερχόμενοι στο ζήτημα της G20, η προσπάθεια εξεύρεσης συναίνεσης για τη διακυβέρνηση των παγκόσμιων δεδομένων μοιάζει με ένα πολύ περίπλοκο παιχνίδι. Κι αν κάποια εμπόδια καταλήξουν ανυπέρβλητα, ίσως η οικονομία των δεδομένων όπως την ξέρουμε σήμερα να τελειώσει.