Ο Πρόεδρος της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, πανικόβλητος και εξοργισμένος από τα αποτελέσματα των τοπικών εκλογών της 31ης Μαρτίου, προσπαθεί να αντισταθεί, δηλαδή να ακυρώσει τις κάλπες και να διοργανώσει εκ νέου εκλογές. Όμως βρίσκεται σε αδιέξοδο.

Ads

Έντεκα ημέρες μετά τις εκλογές, τα οριστικά αποτελέσματα για την μητρόπολη της Κωνσταντινούπολης δεν έχουν ανακοινωθεί επισήμως από το Ανώτατο Εκλογικό Συμβούλιο, του οποίου τα περισσότερα μέλη είναι διορισμένα από την κυβέρνηση.

Αυτή η ήττα μεταφράζεται από τους αναλυτές σε πολλά επίπεδα:

Οι μεγάλες πόλεις, τις οποίες κέρδισε η αντιπολίτευση, δηλαδή η Κωνσταντινούπολη, η Άγκυρα, η Σμύρνη, τα Άδανα, η Προύσσα και η Μερσίνη (όπου κατοικεί πάνω από το 50% το πληθυσμού αθροιστικά και με άλλες πόλεις που κέρδισε η αντιπολίτευση), παράγουν περισσότερο από το 70% του ΑΕΠ της χώρας. Ο προϋπολογισμός της Κωνσταντινούπολης είναι μεγαλύτερος από εκείνον που ορίζουν 60 ανεξάρτητα Κράτη. Το κυβερνών κόμμα έχασε, λοιπόν, μια σημαντική πηγή εσόδων που επιδοτούσε τα θρησκευτικά ιδρύματα, και τους οργανισμούς που πρόσκειντο στον Ερντογάν, όπως και τις πολιτικές δραστηριότητες του ΑΚΡ.

Ads

Ο άτρωτος «Μεγάλος Ηγέτης του 21ου αιώνα», ο «Πανίσχυρος Αρχηγός», τίτλοι που του έδωσαν οι οπαδοί του, δέχθηκε ένα ισχυρό χτύπημα στις εκλογές της 7ης Ιουνίου του 2015.  Αυτό είχε προκαλέσει έντονη δυσαρέσκεια ακόμη και εντός του ΑΚΡ. Πολλές επικριτικές φωνές ακούστηκαν στο περιβάλλον του Ερντογάν: Κάποιοι θεωρούσαν ότι ένα κόμμα εξουσίας πρέπει να παραδεχθεί την ήττα και να λάβει μέτρα για να επιβραδύνει την πτώση, ενώ άλλοι – η πλειοψηφία – επινοούσαν θεωρίες συνομωσίας ισχυριζόμενοι ότι υπήρξε οργανωμένη απάτη. Η ήττα είχε επίσης επηρεάσει και την γραφειοκρατία και τη Δικαιοσύνη. «Εάν επικυρωθεί, κινδυνεύουμε να κριθούμε συνεργοί», ομολόγησαν πολλοί υψηλά ιστάμενοι γραφειοκράτες και εισαγγελείς.

O Ερντογάν δεν έχει πολλές επιλογές. Είτε θα αποδεχθεί την ήττα – σενάριο με ελάχιστες πιθανότητες – είτε θα προσπαθήσει να εμποδίσει την επίσημη ορκωμοσία των εκλεγμένων δημάρχων και να διεξάγει εκ νέου εκλογές. Και οι δυο εναλλακτικές ενέχουν ρίσκο για το εγγύς πολιτικό μέλλον του μονάρχη.

Μια από τις βασικές αιτίες της ήττας του Ερντογάν δεν είναι βέβαια η καλή δουλειά της αντιπολίτευσης αλλά η κακή διαχείριση των πόλεων από τους δημάρχους του κυβερνώντος κόμματος. Η οικονομική κρίση ήταν επίσης ένας καθοριστικός παράγοντας. Οι διοικητές και οι ψηφοφόροι κουράστηκαν από την 17χρονη παραμονή του στην εξουσία. Για αυτό τον λόγο ο μέτρ των ελιγμών Ερντογάν ηττήθηκε. Ο Ερντογάν γνωρίζει πολύ καλά ότι ηττήθηκε παρά την τεράστια υποστήριξη των ΜΜΕ που έχει υπό τον έλεγχό του και παρά τις 102 προεκλογικές συγκεντρώσεις μέσα σε δυο μήνες. Ένα σημαντικό τμήμα των ψηφοφόρων του ΑΚΡ δεν συμφωνεί με τον αρχηγό πλέον.

Τέλος, το πιο σημαντικό από όλα είναι ότι ο Ερντογάν δεν έχει πλέον την υποστήριξη της πλειοψηφίας των πολιτών. Έχασε δηλαδή ένα βασικό χαρτί. Όντας στην εξουσία από το 2002, ο Ερντογάν μιλούσε μόνο για την «λαϊκή βούληση» και διεύθυνε την χώρα αυθαίρετα. Από την 1η Απρίλη, το ΑΚΡ δεν έχει το 50% των ψήφων, ακόμη και μαζί με εκείνες που συγκέντρωσε ο ακροδεξιός συνεταίρος του, το ΜΗΡ.

Ο Ερντογάν, που υπό κανονικές συνθήκες κατελάμβανε τις οθόνες των τηλεοράσεων τουλάχιστον τρεις φορές την ημέρα, από τις 31 Μαρτίου μέχρι τις 8 Απριλίου έκανε μια και μοναδική εμφάνιση: Πήγε στην Μόσχα, να συναντηθεί με «τον φίλο του τον Πούτιν». Στο αεροδρόμιο δήλωσε ότι «μια διαφορά 14000 ψήφων δεν αρκεί για να εκλεγεί δήμαρχος σε μια μεγάλη πόλη όπως η Κωνσταντινούπολη». Πολλοί υποψήφιοι του ΑΚΡ είχαν κερδίσει εκλογές στην Ανατολία κάποιες φορές ακόμη και με 3 ή δέκα ψήφους διαφορά.

Η πρόσφατη επίθεση του Προέδρου, μέσω του Ανωτάτου Εκλογικού Συμβουλίου, ήταν να ακυρώσει την νίκη πολλών δημάρχων – ιδίως Κούρδων – με την δικαιολογία ότι αυτοί οι δήμαρχοι είχαν αποπεμφθεί με νομοθετικά διατάγματα την εποχή της Κατάστασης Εκτάκτου Ανάγκης που κηρύχθηκε στις 20 Ιουλίου του 2016 αμέσως μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα και που έληξε στις 18 Ιουλίου του 2018. Σχεδόν το σύνολο των δικαστών αντιτάχθηκαν στην απόφαση του Ανωτάτου Συμβουλίου, καθώς η ίδια επιτροπή είχε αρχικά εγκρίνει την υποψηφιότητα αυτών των δημάρχων. Επίσης τα νομοθετικά διατάγματα της Κατάστασης Εκτάκτου Ανάγκης έχουν ισχύ μόνο κατά την διάρκεια αυτής. Επιπλέον, το ίδιο Ανώτατο Συμβούλιο είχε εγκρίνει την υποψηφιότητα στις γενικές εκλογές της 24ης Ιουνίου 2018 πολλών υποψηφίων, που αποπέμφθηκαν από τις θέσεις τους με νομοθετικά διατάγματα.

Ο Ερντογάν φαίνεται να αρνείται να παραδεχθεί την ήττα. «Υπάρχει κίνδυνος εμφύλιου πολέμου», λένε ορισμένοι αναλυτές. «Κανένας δικτάτορας δεν αφήνει την εξουσία μετά από μια εκλογική ήττα», λένε οι άλλοι. Η πορεία για το τέλος της κυριαρχίας του Ερντογάν έχει αρχίσει. Ακόμη και αν δεν έχει ακόμα λάβει επίσημη έγκριση.

* Ο δημοσιογράφος Ραγκίπ Ντουράν, με ρεπορτάζ και αναλύσεις, καταγράφει κάθε Σαββατοκύριακο στο Tvxs.gr,  τις εξελίξεις στη Τουρκία. [Μετάφραση: Νίκος Μίχος]