Από τις 26 Ιουλίου, στον Νίγηρα, τη χώρα της Δυτικής Αφρικής η οποία είναι η τρίτη φτωχότερη του κόσμου, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του ΟΗΕ, βρίσκεται σε εξέλιξη στρατιωτικό πραξικόπημα.

Ads

Ο δημοκρατικά εκλεγμένος πρόεδρος Μοχάμεντ Μπαζούμ ανατράπηκε και κρατήθηκε αιχμάλωτος από μέλη της φρουράς του.

Στις 28 Ιουλίου, οι πραξικοπηματίες όρισαν τον στρατηγό Abdourahmane Tchiani ως νέο αρχηγό του κράτους, με την διεθνή κοινότητα να καταδικάζει το πραξικόπημα και να απαιτεί την αποκατάσταση του εκλεγμένου προέδρου.

Ο πρόεδρος Μπαζούμ κρατείται σε κατ’ οίκον περιορισμό.

Ads

Οι εξελίξεις στον Νίγηρα απολαμβάνουν μεγάλης δημοσιότητας στα δυτικά ΜΜΕ, γεγονός το οποίο, σε μια πρώτη ανάγνωση, ξενίζει:

  • Γιατί να ενδιαφέρει τον ανεπτυγμένο δυτικό κόσμο, ένα ακόμη πραξικόπημα σε μια από τις φτωχότερες χώρες του πλανήτη;
  • Και γιατί την Δευτέρα, 31 Ιουλίου, οι δρόμοι της πρωτεύουσας, Νιαμέ, πλημμύρισαν με διαδηλώτες υπέρ του πραξικοπήματος, οι οποίοι επιτέθηκαν στη γαλλική πρεσβεία κρατώντας… ρωσικές σημαίες και φωνάζοντας «Ζήτω ο Πούτιν»;

 

Το ερευνητικό μέσο The Conversation απευθύνθηκε στον Leonardo A. Villalón, πολιτικό επιστήμονα και ειδικό στη Δυτική Αφρική στο Πανεπιστήμιο της Φλόριντα, των ΗΠΑ, για απαντήσεις.

Πώς προέκυψε αυτό το πραξικόπημα;

«Στην αρχή δεν ήταν ξεκάθαρο αν αυτό ήταν καν πραξικόπημα απαντά» ο ειδικός. Εξηγεί, πως αν και υπήρξαν ενδείξεις για εντάσεις τόσο στο εσωτερικό του στρατού όσο και μεταξύ στρατιωτικών και πολιτικών ηγετών, σίγουρα δεν αναμενόταν πραξικόπημα.

Ο ίδιος, μάλιστα, ήταν στον Νίγηρα τον Ιούνιο και δεν διαπίστωσε ενδείξεις για πραξικόπημα. Και σε αντίθεση με αυτό που συνέβη στο Μάλι ή την Μπουρκίνα Φάσο τα τελευταία χρόνια, του πραξικοπήματος στον Νίγηρα δεν προηγήθηκαν εκτεταμένες διαμαρτυρίες για αλλαγή ηγεσίας.

Έτσι, όταν μέλη της προεδρικής φρουράς συνέλαβαν τον πρόεδρος Μπαζούμ στις 26 Ιουλίου, δεν ήταν αμέσως σαφές τι συνέβαινε ή αν οι ενέργειές τους θα ήταν επιτυχείς.

«Η πρώτη πραγματική δοκιμασία για τους πραξικοπηματίες ήταν το αν οι υπόλοιποι στρατιωτικοί θα υποστήριζαν τις ενέργειές τους» λέει ο καθηγητής. «Αν δεν το είχαν κάνει, θα είχαν ξεσπάσει εκτεταμένες μάχες στη χώρα. Αλλά αποδείχτηκε – μέχρι στιγμής τουλάχιστον – αναίμακτο πραξικόπημα. Μετά την αρχική διαμάχη μεταξύ διαφορετικών φατριών για το ποιος θα έπαιρνε τον έλεγχο, οι στρατηγοί της χώρας υποστήριξαν το πραξικόπημα.».

Ποιες είναι οι συνέπειες του πραξικοπήματος;

«Αν και μέχρι στιγμής ήταν ένα αναίμακτο πραξικόπημα, οι συνέπειες είναι ωστόσο καταστροφικές για τον Νίγηρα και για την περιοχή» λέει ο καθηγητής.

«Η χώρα είναι από τις λιγότερο ανεπτυγμένες στη Γη, με υψηλά επίπεδα φτώχειας και ιστορία αστάθειας και πραξικοπημάτων.

»Αλλά έχει αναδειχθεί τα τελευταία χρόνια ως μια σχετικά σταθερή δύναμη στην περιοχή και ως βασικός σύμμαχος της Δύσης στην αντιμετώπιση της τρομοκρατίας και της βίας, που έχει αυξηθεί μετά το πραξικόπημα στο γειτονικό Μάλι το 2012.

»Αυτό πυροδοτήθηκε από την επέμβαση του ΝΑΤΟ στη Λιβύη και με την πτώση του Μοαμάρ Καντάφι, ξεκίνησε μια δεκαετία αστάθειας στην περιοχή.

»Ωστόσο, μόλις πριν από δύο χρόνια, ο Νίγηρας είδε την πρώτη δημοκρατική μεταφορά εξουσίας από τον έναν εκλεγμένο πρόεδρο στον άλλο. Οι εκλογές δεν ήταν σε καμία περίπτωση τέλειες, αλλά δικαίως θεωρήθηκαν ως ένα σημαντικό επίτευγμα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο αυτό το πραξικόπημα είναι ιδιαίτερα προβληματικό: Αντιπροσωπεύει μια ανατροπή της προόδου που σημειώθηκε τα τελευταία χρόνια στη βήμα – βήμα οικοδόμηση λειτουργικών κρατικών θεσμών και δημοκρατικών διαδικασιών».

 

Πεδίο άγριου ανταγωνισμού η Αφρική

 

Αλλά τα παραπάνω είναι μόνο η μία πλευρά των συνεπειών, η εσωτερική.

Το «ζουμί» για το ενδιαφέρον της Δύσης βρίσκεται στο ότι το πραξικόπημα έχει επίσης σημαντικές συνέπειες για την ευρύτερη περιοχή του Σαχέλ.

Σαχέλ ονομάζεται η γεωγραφική ζώνη που ενώνει την έρημο της Σαχάρας με την υποσαχάρεια Αφρική και τη σαβάνα και αποτελείται από τον Νίγηρα, το Τσαντ, τη Μαυριτανία, τη Μπουρκίνα Φάσο και το Μάλι.

Οι πέντε αυτές χώρες συνέστησαν το 2014 την ομάδα G5-Sahel, έναν πολιτικοστρατιωτικό οργανισμό με στόχο αφενός τον περιορισμό της διάδοσης του σουνιτικού ισλάμ και αφετέρου τον συντονισμό των δυνάμεων ασφαλείας του στη μάχη κατά του ισλαμικού τζιχάντ.

Η Γαλλία – πρώην αποικιοκρατική δύναμη στην περιοχή – και οι ΗΠΑ, με πρόσχημα τον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας, με κύριο εκφραστή το Ισλαμικό Κράτος της Μεγάλης Σαχάρας (EIGS),προσπαθούν να κρατήσουν υπό δυτική επιρροή το Σαχέλ, αφενός για την εκμετάλλευση του πλούτου της περιοχής, όσο και ως ορμητήριο για τον έλεγχο όλης της Αφρικής.

Ωστόσο, η δυναμική εμφάνιση της Ρωσίας στην ήπειρο, όσο και η εκρηκτική οικονομική «εισβολή» της Κίνας, έχουν μετατρέψει ολόκληρη την Αφρική σε πεδίο άγριου ανταγωνισμού, και η σημασία του Σαχέλ ενισχύθηκε για όλους τους μεγάλους «παίκτες».

Εντός του παραπάνω ρευστού πλαισίου, ο καθηγητής εξηγεί, ότι το γειτονικό Μάλι και η Μπουρκίνα Φάσο έχουν απομακρυνθεί από την Γαλλία και τη Δύση γενικότερα, και έχουν μετατοπιστεί προς τη Ρωσία.

Στο μεταξύ, το Τσαντ, ένας άλλος γείτονας, «έχει εμπλακεί σε μια προβληματική προσπάθεια για μια μετάβαση σε μια εκλεγμένη κυβέρνηση».

«Απέναντι σε αυτές τις χώρες», λέει ο καθηγητής, «ο Νίγηρας αντιπροσώπευε έναν ρεαλιστικό σύμμαχο στις διεθνείς προσπάθειες για τον περιορισμό ενός κύματος τζιχαντιστικής βίας στην περιοχή του Σαχέλ». Και «δεν έχουμε καμία σαφή ένδειξη αυτή τη στιγμή, πώς οι νέοι στρατιωτικοί ηγέτες του Νίγηρα θα ευθυγραμμιστούν σε αυτό το πλαίσιο».

Πώς διαφέρει αυτό από τα προηγούμενα πραξικοπήματα στον Νίγηρα;

«Αυτό είναι το πραγματικά ενδιαφέρον» εκτιμά ο ειδικός. «Ο Νίγηρας συχνά περιγράφεται ως επιρρεπής σε πραξικοπήματα. Αλλά με κάθε προηγούμενο πραξικόπημα, οι συνθήκες επέτρεψαν στους πραξικοπηματίες να δικαιολογήσουν τις ενέργειές τους ως αναγκαίες ή τουλάχιστον ως δικαιολογημένες και κατανοητές υπό κάποιο σκεπτικό. Αλλά αυτό δεν φαίνεται να ισχύει αυτή τη φορά».

Το πρώτο πραξικόπημα του Νίγηρα το 1974 έλαβε χώρα μέσα σε ένα σκηνικό τρομερής ξηρασίας και πείνας στο Σαχέλ, λέει ο καθηγητής.

«Αυτό δημιούργησε απογοήτευση για την πρώτη κυβέρνησης της χώρας μετά την ανεξαρτησία και πρόσφερε μια “λογική” στον στρατό να την ανατρέψει και να διεκδικήσει τη νομιμότητα (σσ. της ανατροπής) εστιάζοντας στην ανάπτυξη.

Τα μεταγενέστερα πραξικοπήματα στον Νίγηρα – το 1996, το 1999 και το 2010 – πυροδοτήθηκαν όλα από συγκεκριμένες πολιτικές κρίσεις.

«Το 1996, το νέο δημοκρατικό καθεστώς που είχε εγκατασταθεί το 1993 βρέθηκε σε αδιέξοδο από θεσμούς που δυσκόλευαν τη συνεργασία της εκτελεστικής και της νομοθετικής εξουσίας. Ο στρατός δικαιολόγησε το πραξικόπημα ως απαραίτητο βήμα για να ξεμπλοκάρει αυτό το αδιέξοδο.

»Τρία χρόνια αργότερα, αυτοί οι πραξικοπηματίες δεν τήρησαν τις υποσχέσεις τους και οι ίδιοι εκδιώχθηκαν όταν προσπάθησαν να παραμείνουν στην εξουσία νοθεύοντας τις εκλογές.

»Όπως υποσχέθηκαν οι ηγέτες του πραξικοπήματος του 1999, μέσα σε ένα χρόνο ο Νίγηρας είχε υιοθετήσει ένα νέο σύνταγμα και εξέλεξε μια νέα κυβέρνηση.

»Δυστυχώς, μετά από δύο θητείες και 10 χρόνια στην εξουσία, ο Πρόεδρος Mamadou Tandja προσπάθησε να επεκτείνει την θητεία του πέρα από τα συνταγματικά επιτρεπόμενα όρια, πυροδοτώντας μια παρατεταμένη πολιτική κρίση.

»Στο τέλος, ο στρατός παρενέβη ξανά και το 2010 στρατιώτες επιτέθηκαν στο προεδρικό μέγαρο και συνέλαβαν τον Tandja μετά από μια αιματηρή μάχη.

Ο στρατός δικαιολόγησε αυτό το πραξικόπημα ως απαραίτητο βήμα για να τερματιστεί η κρίση και να σταματήσει η διάβρωση της δημοκρατίας.

»Και τα τρία προηγούμενα πραξικοπήματα στον Νίγηρα θα μπορούσαν έτσι να παρουσιαστούν ως απόπειρες “επαναφοράς” στην πρόοδο του Νίγηρα προς τη δημοκρατία. Και σε κάθε περίπτωση δικαιώθηκαν από τους πραξικοπηματίες με αυτούς τους όρους.

»Δεν μπορούμε να πούμε το ίδιο για το τελευταίο πραξικόπημα. Ο Πρόεδρος Μπαζούμ βρίσκεται στην εξουσία μόνο δύο χρόνια και η νίκη του στις εκλογές του 2021, αν και αμφισβητήθηκε, τελικά έγινε ευρέως αποδεκτή.

»Ήρθε στην εξουσία με μια υπόσχεση να βελτιώσει την ασφάλεια της χώρας, να επενδύσει στην εκπαίδευση και να καταπολεμήσει τη διαφθορά – και έχει σημειωθεί κάποια πραγματική πρόοδος προς αυτή την κατεύθυνση. Δεν υπήρχε προφανές πολιτικό αδιέξοδο ή θεσμικό αδιέξοδο σε κλίμακα που θα δικαιολογούσε ένα πραξικόπημα.

»Ως εκ τούτου, φαίνεται ότι αυτό το τελευταίο πραξικόπημα καθοδηγήθηκε σε μεγάλο βαθμό από την εσωτερική πολιτική και τη δυσαρέσκεια μεταξύ τμημάτων του στρατού, παρά από οποιαδήποτε σαφή πρόκληση κρίσης».

Πώς δικαιολογούν τις πράξεις τους οι πραξικοπηματίες;

Πέρα από έναν πολύ γενικό ισχυρισμό περί «κακής διακυβέρνησης» και «υποβαθμισμένης κατάστασης ασφάλειας», δεν έχει διατυπωθεί σαφής αιτίαση, λέει ο ειδικός.

«Αυτό σηματοδοτεί μια αλλαγή όχι μόνο από τα πραξικοπήματα του παρελθόντος του Νίγηρα, αλλά και σε αντίθεση με εκείνα στο γειτονικό Μάλι το 2021 και τη Μπουρκίνα Φάσο την επόμενη χρονιά.

Σε καθένα από αυτά τα πραξικοπήματα, οι στρατιωτικοί ηγέτες ισχυρίστηκαν ότι εκδιώκουν βαθιά αντιδημοφιλή καθεστώτα που ήταν βαθιά διεφθαρμένα και είχαν αποδειχθεί αναποτελεσματικά στην καταπολέμηση της αστάθειας και της βίας.

Παρουσιάστηκαν ως ηγέτες που θα σηματοδοτούσαν τη ρήξη με τα υπάρχοντα πολιτικά συστήματα δημιουργώντας νέες συμμαχίες.».

Τι έπεται

«Είναι πολύ δύσκολο να δούμε μια συνεκτική διέξοδο από αυτό. Οι πραξικοπηματίες ανέστειλαν το σύνταγμα και έκλεισαν τα σύνορα του Νίγηρα. Αλλά δεν είναι πραγματικά σαφές ποιο είναι το μακροπρόθεσμο σχέδιο».

Ο καθηγητής λέει ότι στο Μάλι και την Μπουκίνα Φάσο, για τα δεινά του λαού τους οι πραξικοπηματίες έδειξαν ως υπεύθυνη τη Γαλλία. Οι ίδιοι αναζήτησαν υποστήριξη από τη Ρωσία, με την Μόσχα να στέλνει την μισθοφορική «Βάγκνερ».

Έτσι, ο φόβος της Δύσης είναι ότι, στην ανάγκη να διατυπώσουν μια λογική αιτίαση, οι πραξικοπηματίεες στον Νίγηρα θα παρουσιάσουν το «πείραμα δημοκρατίας» στη χώρα ως «αποτυχία» και ομοίως θα αναζητήσουν υποστήριξη από τη Ρωσία και την «Βάγκνερ».

Ήδη, το αφεντικό της »Βάγκνερ», ο Γεβγκένι Πριγκόζιν, έχει ήδη προσφέρει στους νέους ηγέτες του Νίγηρα την υποστήριξη των ανδρών του, επαινώντας το πραξικόπημα ως «αντιαποικιακό αγώνα».

Πόσο μεγάλο πλήγμα είναι αυτό για τα συμφέροντα των ΗΠΑ στην περιοχή;

«Τα τελευταία χρόνια», λέει ο καθηγητής, «ο Νίγηρας ήταν ο συνεργάτης της Ουάσιγκτον σε σχέση με το Σαχέλ. Θεωρείται ως βασικός άξονας στον αγώνα κατά της τρομοκρατίας στην περιοχή και η σημασία του έχει κλιμακωθεί σημαντικά καθώς το Μάλι και η Μπουρκίνα Φάσο στράφηκαν προς τη Ρωσία.

»Το γειτονικό Τσαντ είναι επίσης ένας βασικός σύμμαχος για τις ΗΠΑ, αλλά το Τσαντ είναι προβληματικό, καθώς ηγήθηκε υπό τον αυταρχικό Idriss Déby για 30 χρόνια μέχρι τον θάνατό του το 2021, για να τον διαδεχθεί ο γιος του, Mahamat Déby – ο οποίος τώρα ηγείται ο ίδιος. Το ονομάζουν “μεταβατική” κατάσταση που όμως φαίνεται να έχει σχεδιαστεί για να τον κρατήσει στην εξουσία.

»Με το Τσαντ, οι ΗΠΑ έπρεπε να κρατήσουν τη μύτη τους ενώ κάνουν επιχειρήσεις. Ο Νίγηρας, αντίθετα, παρουσιάστηκε ως δημοκρατικό μοντέλο και θεωρήθηκε ανοιχτός, ρεαλιστής και φιλικός προς την Ουάσιγκτον.

»Θα πρέπει να δούμε πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα, αλλά είναι σαφές ότι αυτό το πραξικόπημα θα μπορούσε να προκαλέσει σοβαρή οπισθοδρόμηση στα συμφέροντα των ΗΠΑ στην περιοχή. Αλλά πάνω από όλα, είναι ένα τρομερό πλήγμα για τις προσπάθειες του Νίγηρα για την οικοδόμηση σταθερών δημοκρατικών θεσμών και για την προώθηση της ειρήνης και της σταθερότητας που θα μπορούσαν να βελτιώσουν τη ζωή των ανθρώπων που ζουν σε μια από τις φτωχότερες χώρες του κόσμου.».