Όταν ηλεκτρικές σκούπες εμφανίστηκαν για πρώτη φορά έξω από τα κελιά, στη φυλακή του Γκουαντάναμο, οι άνδρες που κρατούνταν εκεί το βρήκαν διασκεδαστικό.  Μερικοί από τους κρατούμενους, φτωχοί αγρότες από το Αφγανιστάν ή την Υεμένη, δεν είχαν δει ποτέ τέτοιες συσκευές και άρχισαν να αστειεύονται ότι μοιάζουν με γυναίκες. «Αυτή είναι πολύ όμορφη!» 
 
Ο Mansoor Adayfι συνελήφθη σε ηλικία 18 ετών. Περιγράφει την ενηλικίωση στο Γκουαντάναμο στα απομνημονεύματά του, που έχουν τίτλο «Μη μας ξεχάσετε εδώ.»
 
Τα πρώτα χρόνια , ο Adayfi ζούσε σε ένα από τα κελιά που σχημάτιζαν  τετράγωνο. Οι κρατούμενοι μπορούσαν να ακούνε και να βλέπουν ο ένας τον άλλον μέσα από τα κελιά τους που έμοιαζαν με κλουβιά. Συνήθιζαν να τραγουδούν μαζί τα βράδια του Σαββάτου. Τη νύχτα που έφτασαν οι σκούπες, ένας κρατούμενος ζήτησε από έναν άλλο «να τραγουδήσει ένα τραγούδι γιορτής για να καλωσορίσει την υπέροχη κυρία του». 
 
Αλλά, ξαφνικά, οι φύλακες έβαλαν τις συσκευές όλες μαζί σε λειτουργία, ξεκινώντας έναν απαίσιο θόρυβο «που έπνιξε το δικό μας τραγούδι». Καταστρέφοντας μια μικρή πηγή χαράς και αλληλεγγύης που είχαν καταφέρει να δημιουργήσουν οι φυλακισμένοι, οι σκούπες λειτουργούσαν για ώρες.
 
 Ερωτευμένος με τη σκούπα
 
Την επόμενη μέρα, ο Adayfi μεταφέρθηκε στην απομόνωση, όπου η ηλεκτρική σκούπα δούλευε αδιάκοπα μπροστά στην πόρτα του, «μαχαιρώνοντας το μυαλό μου». Το βασανιστήριο συνεχίστηκε για μήνες, προκαλώντας πόνο και ψυχικά προβλήματα. Έκανε ζημιά στα αυτιά του προσπαθώντας να τα γεμίσει με χαρτί υγείας. 
 
Ένας Αφγανός κρατούμενος κατέρρευσε και τον πήραν μαζί τους οι φύλακες και ο ψυχολόγος του στρατοπέδου. (Αργότερα είπε στον Adayfi: «Προσπάθησα να κόψω τις φλέβες μου με τα δόντια μου για να αφήσω την ψυχή μου έξω») Ο Adayfi αποφάσισε τελικά να προσπαθήσει να τρελάνει τους βασανιστές του και, κατά τη διάρκεια μιας μετακίνησης μεταξύ των κελιών, προσποιήθηκε ότι ήταν ερωτευμένος με πάθος με τη σκούπα του. 
 
«Όμορφη κυρία μου με την όμορφη φωνή», φώναξε, ρίχνοντας την στο έδαφος και απαιτώντας να συνευρεθεί μαζί της. Φυσικά, οι μπερδεμένοι φύλακες πήραν τη σκούπα. 
 
«Αυτό είναι το θέμα με τους Αμερικανούς», γράφει ο Adayfi στο βιβλίο του για την κόλαση του Γκουαντάναμο. «Πίστευαν κάθε άλλο παρά την αλήθεια».
 
Ο Adayfi μεγάλωσε στην Υεμένη σε μια φτωχή αλλά ευτυχισμένη οικογένεια. Ο πατέρας του ήθελε όλα τα παιδιά, συμπεριλαμβανομένων των κοριτσιών, να σπουδάσουν. Πέρασε τα παιδικά του χρόνια κυνηγώντας αιγοπρόβατα στα βουνά. Διηγείται ότι πρώτη φορά είδε ηλεκτρικό ρεύμα, όταν πήγε στη Σαναά για σπουδές. 

Η σύλληψη στα 18
 
Λέει ότι στάλθηκε στο Αφγανιστάν για να κάνει έρευνα για έναν σεΐχη σε ένα ισλαμικό ινστιτούτο της Υεμένης και ότι συνελήφθη από έναν τοπικό πολέμαρχο και παραδόθηκε στους Αμερικανούς. 
 
Είκοσι χρόνια αφότου η CIA και ο αμερικανικός στρατός άρχισαν να μεταφέρουν άνδρες και αγόρια στο στρατόπεδο κράτησης στην Κούβα – που συνελήφθησαν στο Αφγανιστάν και σε όλο τον κόσμο – 39 παραμένουν εκεί.
 
Οι περισσότεροι από αυτούς δεν έχουν κατηγορηθεί ποτέ για έγκλημα. Από τους περίπου 780 ανθρώπους που κρατήθηκαν στο Γκουαντάναμο, μια χούφτα έγραψαν απομνημονεύματα, δημιουργώντας ένα σύνολο έργων που μαρτυρά την ανοησία του πολέμου κατά της τρομοκρατίας, τη φρίκη του εγκλεισμού και την αντίσταση και την αντοχή των κρατουμένων. Στα βιβλία που υπάρχουν μέχρι σήμερα, μπορούμε τώρα να προσθέσουμε το χρονικό του Adayfi για τα 14 χρόνια που πέρασε εκεί από τα 18 του.
 
Στον τίτλο “Μην μας ξεχάσεις εδώ”, Το «εδώ» είναι το μέρος όπου ο Adayfi εξακολουθεί να ζει μαζί με άλλους πρώην κρατούμενους, ακόμη και χρόνια μετά την «απελευθέρωσή» τους.