Μουδιασμένη αλλά συγχρόνως πεισμωμένη εμφανίζεται η κοινωνία της Κύπρου, η οποία τα τελευταία 24ωρα έρχεται αντιμέτωπη με περιορισμούς που επιτάσσει η καθημερινότητα της έκτακτης ανάγκης. Του Βασίλη Κωστούλα ΛΕΥΚΩΣΙΑ

Ads

 
Ένας από αυτούς είναι η συγκρατημένη ενίσχυση των ΑΤΜ, τα οποία τροφοδοτούνται μόνο μία φορά την ημέρα με αυστηρό όριο ανάληψης, που ανέρχεται σε 260 ευρώ για τη δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα, τη Λαϊκή.
 
Ο χρόνος αναμονής για μία ανάληψη προσεγγίζει κατά μέσο όρο τα 40 λεπτά. Ως εκ τούτου, πολλοί από τους προσερχόμενους πολίτες αναλαμβάνουν να «σηκώνουν» χρήματα και για συγγενείς ή φίλους, με τις ουρές να σχηματίζονται ακόμη και αργά τη νύχτα.
 
Προβλήματα παρατηρούνται στα πρατήρια καυσίμων, τα οποία στην πλειοψηφία τους δεν δέχονται το «πλαστικό» χρήμα των πιστωτικών καρτών. Εξού και η ευδιάκριτη μείωση της κυκλοφορίας των οχημάτων στους δρόμους της Λευκωσίας, καθώς πολλοί κάνουν κράτει.
 
Η οικονομία στις μετακινήσεις αποτυπώνεται και στους κεντρικούς δρόμους της κυπριακής πρωτεύουσας στους οποίους – σε αντίθεση με τα ΑΤΜ – επικρατεί χαρακτηριστική ηρεμία. Πτώση της τάξης του 15% καταγράφεται στην κίνηση στα σούπερ μάρκετ, εν μέσω μιας εμφανώς μουδιασμένης αγοράς, ευρύτερα.  
 
Παρ’ όλες τις ιδιαιτερότητες μιας καθημερινότητας η οποία κινείται σε ρυθμό «ρελαντί», δηλαδή ανήσυχα αλλά όχι πανικοβλημένα, συγχρόνως καρτερικά εν αναμονή των εξελίξεων, η κυπριακή κοινωνία εμφανίζεται πεισμωμένη. Σε συνομιλίες τους, κάτοικοι της Λευκωσίας δείχνουν να επικροτούν την απόρριψη του ευρωπαϊκού σχεδίου διάσωσης των κυπριακών τραπεζών.
 
Όπως λένε κάποιοι από αυτούς, όχι τόσο επί της ουσίας, όσο επί των τύπων, υπό την έννοια ότι εισέπραξαν την ανακοίνωση του Εurogroup ως αιφνίδια, εκβιαστική και ολίγον αυταρχική. Σε κάθε περίπτωση διακρίνουν ως απώτερη επιδίωξη την ανατροπή του οικονομικού μοντέλου μέσα από το οποίο οι ίδιοι μακροημέρευσαν έως σήμερα, γεγονός που τους καθιστά αμήχανους.

Το μόνο σίγουρο είναι ότι η Άγκελα Μέρκελ αποτελεί ανεπιθύμητο πρόσωπο για την κοινωνία της Λευκωσίας, η οποία τουλάχιστον στις πρώτες αναλύσεις της δεν στέκεται τόσο στις ευθύνες του κυπριακού πολιτικού αλλά και τραπεζικού συστήματος, όσο στην έξωθεν γερμανική παρέμβαση που «τάραξε τα νερά», τα οποία συν τοις άλλοις «σκεπάζουν» τα ενεργειακά κοιτάσματα της Μεγαλονήσου.