Όταν στα μέσα Αυγούστου οι αμερικανικές εφημερίδες έγραψαν ότι ο Τραμπ έχει συζητήσει πολλές φορές με συμβούλους του στον Λευκό Οίκο το ενδεχόμενο η χώρα του να αγοράσει την Γροιλανδία, οι περισσότεροι γέλασαν, θεωρώντας ότι πρόκειται για μια ακόμη «γραφικότητα» του Αμερικανού προέδρου.

Ads

Ο οικονομικός σύμβουλος του Λευκού Οίκου Λάρι Κούντλοου επιβεβαίωσε λίγο αργότερα τα δημοσιεύματα: «Δεν θέλω να προβλέψω το αποτέλεσμα, απλώς λέω πως ο πρόεδρος, ο οποίος γνωρίζει ένα δυο πράγματα από κτηματομεσιτικά, θέλει να κοιτάξουμε την αγορά της Γροιλανδίας», δήλωσε στο δίκτυο Fox News.

Η επιβεβαίωση έφερε και την επίσημη αντίδραση: «Η Γροιλανδία δεν είναι προς πώληση. Η Γροιλανδία δεν ανήκει στη Δανία. Η Γροιλανδία ανήκει στους Γροιλανδούς. Πιστεύω ολόψυχα πως δεν το εννοεί σοβαρά (σσ. ο Τραμπ)», δήλωσε η Δανή πρωθυπουργός Μέτε Φρέντρικσεν στην εφημερίδα Sermitsiaq κατά την επίσκεψή της στη Γροιλανδία.

Κι όμως, το εννοεί. Και, από μια άποψη, η ιστορία έχει όντως και την άχαρη, κτηματομεσιτική πτυχή της. Αλλά αυτή δεν είναι η κύρια. Η κύρια πτυχή της είναι η γεωπολιτική. Και ουδέποτε οι ΗΠΑ αστειεύονταν με αυτήν.

Ads

Άλλωστε, δεν ήταν η πρώτη φορά που τέθηκε ανάλογο ζήτημα από την Ουάσιγκτον: Το 1946, επί προεδρίας Χάρι Τρούμαν οι ΗΠΑ είχαν προσφέρει στην Κοπεγχάγη 100 εκατομμύρια δολάρια για να αγοράσουν το τεράστιο νησί. Οι Δανοί αρνήθηκαν.

Αντίθετα, το 1867, ο τσάρος της Ρωσίας, Αλέξανδρος ο Β’, πούλησε την Αλάσκα στις ΗΠΑ, έναντι 7,2 εκατομμυρίων δολαρίων, μια συναλλαγή για την οποία έκτοτε η Ρωσία έχει μετανιώσει άπειρες φορές.

Παγωμένο «Ελντοράντο»

Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, συμπεριλαμβανομένης και του Τραμπ, η βασική αιτία είναι η γεωπολιτική. Ο διαχρονικός ανταγωνισμός των μεγάλων δυνάμεων για όλο και μεγαλύτερο έλεγχο, όλο και περισσότερων στρατηγικών εδαφών. Το βασικό χαρακτηριστικό της Αρκτικής, στην οποία ανήκει η Γροιλανδία, είναι πως ουδέποτε έχασε τον στρατηγικό χαρακτήρα της. Ο έλεγχός της σήμαινε έλεγχο εμπορικών και ενεργειακών δρόμων, επαφή με νέες αγορές, σε συνδυασμό με στρατιωτική επέκταση μπροστά στις «αυλές» των εκατέρωθεν ανταγωνιστών. Τίποτα δεν άλλαξε ουσιαστικά από τότε. Αυτός είναι ο πυρήνας των βλέψεων και του Τρούμαν και του Τραμπ.

Η διαφορά έγκειται στο ότι, το 1946 είχε ξεκινήσει ουσιαστικά ο Ψυχρός Πόλεμος και η πίεση στην Σοβιετική Ένωση περνούσε και από την στρατιωτική περικύκλωσή της. Σήμερα, η οικονομία ανακτά ως αιτία την αίγλη της. Πολύ περισσότερο που η κλιματική αλλαγή, απειλή για τον πλανήτη και τους λαούς, συνιστά «ευκαιρία» για τις πολυεθνικές της ενέργειας, αφού, το λιώσιμο των αιώνιων πάγων από την υπερθέρμανση του πλανήτη, καθιστά ευκολότερη και φθηνότερη την πρόσβαση στα μεγάλα αποθέματα πρώτων υλών που κρύβονται από κάτω τους.

Είναι προφανές ότι τα «μαχαίρια» μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων έχουν βγει για την Αρκτική. Και από αυτή την άποψη, όταν οι Ρώσοι έβαζαν με βαθυσκάφη τη σημαία τους στον βυθό του Βόρειου Πόλου το 2007, το έκαναν ακριβώς για τον ίδιο λόγο που ο Τραμπ θέλει να αγοράσει τη Γροιλανδία σήμερα. Άλλωστε, κάθε άλλο παρά είναι ο μόνος που ενδιαφέρεται. Οι Αμερικανοί ξέρουν πολύ καλά ότι οι Ρώσοι και οι Κινέζοι έχουν ήδη… «αποβιβαστεί» στη Γροιλανδία.

Προς το παρόν, αυτό το μαγικό νησί της Αρκτικής, που αποτελεί αυτοδιοικούμενο τμήμα της Δανίας, έχει περίπου το μισό μέγεθος της Δυτικής Ευρώπης (πάνω από 836.000 τετραγωνικά μίλια), λιγότερους από 60.000 κατοίκους, με το 80% του εδάφους του να καλύπτεται από ένα στρώμα πάγου πάχους μέχρι 2 μιλίων και  το οποίο περιβάλλεται από ψυχρό σκοτάδι περίπου έξι μήνες κάθε χρόνο, είναι μια τεράστια υπενθύμιση των περιβαλλοντικών ζημιών και των πολιτικών κινδύνων που έχει επιφέρει η κλιματική αλλαγή.

Σήμερα η Γροιλανδία λιώνει έξι φορές ταχύτερα από ό,τι τη δεκαετία του 1980. Για πρώτη φορά έκαναν την εμφάνισής τους στο νησί δέντρα, όπως έλατα και σημύδες, που δεν φύονται σε βορειότερες ζώνες από τη Νορβηγία. Πρόσφατη έρευνα έδειξε πως από το 1972, το λιώσιμο των πάγων της συγκριμένης περιοχής έχει αυξήσει κατά 13,7 χιλιοστόμετρα τη στάθμη της θάλασσας.

Τα πράγματα δεν είναι καλύτερα και κατά τους έξι μήνες του σκοταδιού. Στο Αρχιπέλαγος Σβάλμπαρντ, περίπου 600 μίλια από το Βόρειο Πόλο, οι μέσες θερμοκρασίες του χειμώνα έχουν αυξηθεί 7 βαθμούς Κελσίου από το 1989. Αυτό σημαίνει ότι το χειμώνα πέφτει λιγότερο χιόνι, οι βροχές είναι πιο συχνές, με αποτέλεσμα τη ριζική αλλαγή της υφής και της σταθερότητας του πάγου.

Η έλλειψη φυσιολογικού πάγου και χιονιού σημαίνει δυσκολία έως και απώλεια της επικοινωνίας σε μέρη όπως η δυτική ακτή της Γροιλανδίας, όπου οι γηγενείς Ίνουιτ έχουν για αιώνες σαν μεταφορικό μέσο τα έλκηθρα που σύρονται από σκυλιά. Αυτό δεν είναι μια «φολκλορική» δυσχέρεια, αλλά εντελώς πραγματική: Στους ατελείωτους, σκοτεινούς μήνες του χειμώνα, η μεταφορά με σκάφος είναι αδύνατη και τα αεροπορικά ταξίδια είναι συχνά υπερβολικά επικίνδυνα για τις εμπορικές αεροπορικές εταιρείες, επομένως τα έλκηθρα σκυλιών παραμένουν η κύρια μορφή ταξιδιού.

Αυτή η σχεδόν απόκοσμη ερημιά και ησυχία έχει ήδη αρχίσει να διαταράσσεται, λόγω του ενεργειακού «Ελντοράντο» στο οποίο μετατρέπεται η Αρκτική. Η μικροσκοπική πρωτεύουσα της Γροιλανδίας, η Νουούκ, η οποία κατοικείται από περίπου 18.000 ανθρώπους, αναμένεται να διπλασιαστεί σε μέγεθος μέσα στα επόμενα εννέα χρόνια. Η οικοδομική έκρηξη είναι εμφανής και οι γερανοί που κατασκευάζουν δύο νέα διεθνή αεροδρόμια κυριαρχούν στο τοπίο. Οι περισσότεροι επενδυτές είναι Ευρωπαίοι, αλλά η Κίνα μπαίνει δυναμικά.

Είναι χαρακτηριστικό, όπως αναφέρει το Foreign Policy, πως μόλις το 2014 δεν συναντούσες Κινέζο στους δρόμους του νησιού, αλλά το φετινό Καλοκαίρι οι Κινέζοι συναγωνίζονται σε αριθμούς τους Ευρωπαίους. «Τα τελευταία χρόνια, η δανική κυβέρνηση ενέτεινε την επιρροή της στη Γροιλανδία για να εμποδίσει τις κινεζικές επενδύσεις, φοβούμενη τη δυνητική εξάρτηση της Γροιλανδίας από την Κίνα» λέει χαρακτηριστικά ο Ράσμους Κίργκάαρντ Ράσμουσεν, ειδικός στη Γροιλανδία και την Αρκτική στο Πανεπιστήμιο Roskilde της Δανίας, μιλώντας στο ρωσικό πρακτορείο RIA. Συγκριτικά, λίγοι Αμερικανοί επιχειρούν ιδιωτικά στη Γροιλανδία, πέρα από τις επιστημονικές ομάδες που παρακολουθούν και καταγράφουν την τήξη των πάγων. Προφανώς αυτό θέλει να αλλάξει ο Τραμπ.

Αυτή τη στιγμή, περίπου το 50% του προϋπολογισμού της Γροιλανδίας είναι επιδοτήσεις από τον κρατικό προϋπολογισμό της Δανίας και οι επιδοτήσεις αυτές, σύμφωνα με τους New York Times, ανέρχονται σε 740 εκατομμύρια δολάρια ετησίως (δηλαδή περίπου 13 χιλιάδες δολάρια ανά κάτοικο), ποσό που ορισμένοι εξέλαβαν πως «φωτογραφίζει» ίσως, το κόστος που παζαρεύουν οι Αμερικανοί για την αγορά. Σε κάθε περίπτωση, αυτό είναι το μίνιμουμ ποσό που πρέπει να εξασφαλίσει η Γροιλανδία αν θέλει να επιβιώσει μακριά από τις «αγκάλες» της Δανίας, δεδομένης και της ύπαρξης ενός κινήματος ανεξαρτητοποίησης που δρα πολιτικά στο νησί. Ωστόσο, τα οικονομικά και πληθυσμιακά μεγέθη της, σε συνδυασμό με τη γεωστρατηγική θέση της, καθιστά κάθε ανάλογη σκέψη, ουτοπία.

Να σημειωθεί, ότι η Γροιλανδία πήρε καθεστώς αυτονομίας στο πλαίσιο της Δανίας το 1979, αλλά μόλις το 2009 το νησί απέκτησε αυτοδιοίκηση. Η Κοπεγχάγη διατηρεί τον έλεγχο στις εξωτερικές σχέσεις του νησιού.

Προς το παρόν, η Δανία και η Γροιλανδία συμφώνησαν πριν λίγες μέρες στην ενίσχυση της συνεργασίας στους τομείς της Άμυνας και της Ασφάλειας. Μια μάλλον συμβολική κίνηση για να δείξει ποιος εξακολουθεί να είναι το «αφεντικό» στο νησί. Είναι θέμα πολύ λίγου χρόνου να αποδειχθεί εάν είναι και ουσιαστικά αποτρεπτική.