Νέες προβλέψεις του ΟΗΕ κάνουν λόγο για σταθεροποίηση του παγκόσμιου πληθυσμού μεταξύ των 11-12 δισεκατομμυρίων ανθρώπων κάπου λίγο μετά το 2100 και όχι στα 9,5 δισεκατομμύρια το έτος 2050 (από 7,6 δισεκατομμύρια σήμερα), όπως ήταν οι παλαιότερες προβλέψεις των ειδικών.

Ads

Η μεγαλύτερη πληθυσμιακή αύξηση (άνω του 70%) θα προέλθει από την Υποσαχάρια Αφρική, η οποία εξελίσσεται σε “εργοστάσιο γεννητικότητας” του κόσμου, ανατρέποντας τις υφιστάμενες ισορροπίες, και δημιουργώντας μια σειρά προκλήσεις –δημογραφικές, μεταναστευτικές, οικονομικές, γεωπολιτικές και περιβαλλοντικές– που θα απειλήσουν με αποσταθεροποίηση τον εύθραυστο κόσμο μας.
 

Η σταθεροποίηση της αύξησης του παγκόσμιου πληθυσμού, μια διαδικασία που ξεκίνησε εδώ και δεκαετίες στις ανεπτυγμένες χώρες, προβλέπεται να επεκταθεί σχεδόν σε όλες τις περιοχές του πλανήτη, με εξαίρεση ωστόσο την υποσαχάριο Αφρική, το αργότερο μέχρι το 2030. Ήδη ο παγκόσμιος δείκτης γονιμότητας έπεσε από τα 3,7 παιδιά ανά γυναίκα αναπαραγωγικής ηλικίας το 1981 στα 2,8 παιδιά το 2001 και η τάση συνεχίζει να είναι έντονα πτωτική, με εξαίρεση την Αφρική, όπου η επιβράδυνση είναι αισθητά μικρότερη. Ως πρόσφατα εκτιμούσαν πως ο γενικευμένος αλφαβητισμός, και μαζί του και η μετάβαση στη διανοητική νεωτερικότητα, θα επικρατούσε σε όλο τον πλανήτη γύρω στο 2030, οπότε και ολόκληρος ο κόσμος θα ολοκλήρωνε τη δημογραφική του μετάβαση κι έτσι θα σταθεροποιούνταν πληθυσμιακά γύρω στα 9,5 δισεκατομμύρια ανθρώπους το αργότερο μέχρι τις αρχές του 22ου αιώνα. Η νέα ωστόσο έρευνα ανατρέπει τα δεδομένα, εκτιμώντας πως η υποσαχάριος Αφρική θα πρωταγωνιστήσει στη συνέχεια της πληθυσμιακής αύξησης ως το 2100. Η μαύρη ήπειρος θα συγκεντρώνει τότε ένα πληθυσμό περίπου 5 δισεκατομμυρίων κατοίκων σε σχέση με τα σημερινά 1,3 δισεκατομμύρια.

 

Αφρική: Μια νέα “δεξαμενή τεστοστερόνης” σ΄ έναν δημογραφικά γκρίζο κόσμο
 

Ads

Σύμφωνα με την προηγούμενη πρόβλεψη της υπηρεσίας οικονομικών και κοινωνικών υποθέσεων του ΟΗΕ ο παγκόσμιος πληθυσμός θα είχε πλήρως σταθεροποιηθεί στα 9,5 δισεκατομμύρια για όλη την περίοδο από το 2100 ως το 2300. Η υπόθεση αυτή βασίστηκε στο σενάριο ότι μετά το 2050 η γονιμότητα σε παγκόσμιο επίπεδο θα είναι δύο παιδιά ανά γυναίκα. Αν η γονιμότητα μειωθεί στα 1,85 παιδιά ανά γυναίκα, τότε ο παγκόσμιος πληθυσμός στους επόμενους τρεις αιώνες θα είναι μόλις 2,5 δισεκατομμύρια. Εάν όμως το ποσοστό γονιμότητας θα είναι 2,35 παιδιά ανά γυναίκα, ο αριθμός των κατοίκων του πλανήτη θα φθάσει τα 36,4 δισεκατομμύρια! Οι συντάκτες της προηγούμενης μελέτης του ΟΗΕ εκτιμούσαν πως το 2300 ο πληθυσμός της Αφρικής θα αντιπροσωπεύει το 24% του παγκόσμιου πληθυσμού, δηλαδή το διπλάσιο από ότι σήμερα.

Ωστόσο οι συντάκτες της νέας έκθεσης εκτιμούν πως ο πληθυσμός της Αφρικής θα είναι τετραπλάσιος από το σημερινό και από το 2100 ως το 2300 θα αντιπροσωπεύει το 40% του πληθυσμού της Γης. Η Ινδία, η Κίνα και οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα παραμείνουν οι πιο πολυπληθείς χώρες στον κόσμο, καθώς στο παιχνίδι θα μπει δυναμικά και η Νιγηρία, που πιθανόν να είναι η πολυπληθέστερη χώρα ως το 2100, με έναν πληθυσμό που θα κυμαίνεται -ανάλογα με τις προβλέψεις- από 750 εκατομμύρια κατοίκους (από τα σημερινά 200 εκατομμύρια) μέχρι 1,5 δισεκατομμύριο (!), ενώ η Ευρώπη θα αντιπροσωπεύει το 7% του παγκόσμιου πληθυσμού. Στη δεκάδα με τις πολυπληθέστερες χώρες του κόσμου το έτος 2100, εκτός από τη Νιγηρία, θα είναι και άλλες αφρικανικές χώρες όπως η Τανζανία με 316 εκατομμύρια, το Κονγκό με 212 εκατομμύρια, ενώ αρκετά πάνω από 100 εκατομμύρια κατοίκους θα φιλοξενούν τότε η Αίγυπτος, το Σουδάν, η Αιθιοπία, η Ουγκάντα, το μικρότερο σε έκταση από την Ελλάδα Μαλάουι, η Ζάμπια, η Κένυα και ο Νίγηρας. Την ίδια χρονιά καμιά ευρωπαϊκή χώρα, με εξαίρεση την Ρωσία, δεν θα έχει πληθυσμό άνω των 100 εκατομμυρίων, προεικάζοντας έτσι για μια εντελώς διαφορετική τάξη πραγμάτων, καθώς και ένταση των μεταναστευτικών ροών από νότο προς βορρά.
 

Με βάση την ίδια μελέτη του ΟΗΕ η μέση ηλικία του πληθυσμού της Γης από 27 έτη το 2013, θα ανέλθει το 2100 στα 50 έτη. Οι άνθρωποι άνω των 60 ετών, που αντιπροσωπεύουν σήμερα το 11% του πληθυσμού του πλανήτη, τότε θα αντιπροσωπεύουν το 38%. Τέλος το ποσοστό των ατόμων ηλικίας τουλάχιστον 80 ετών, που σήμερα αποτελεί το 1,1%, θα εκπροσωπεί τότε το 17% του παγκόσμιου πληθυσμού. Ο κόσμος των αιώνων που έρχονται θα είναι ένας κόσμος υπερήλικων, με εξαίρεση και πάλι την υποσαχάριο Αφρική που θα αποτελεί μια νεανική “δεξαμενή τεστοστερόνης” σ’ έναν δημογραφικά γκρίζο πλανήτη.  

 

Θα αντέξει το περιβάλλον τέτοια πίεση;
 

Τελικά αν το 2100 ο πληθυσμός της Γης θα είναι 12 ή 13 δισεκατομμύρια και όχι 9 δισεκατομμύρια, όπως εκτιμούσαν ως πρόσφατα, το γεγονός αυτό θα έχει τεράστιες επιπτώσεις για το μέλλον της ανθρωπότητας. Ακόμη κι αν το 40% των κατοίκων της Γης του 2100 θα είναι Αφρικανοί, φτωχοί στην πλειοψηφία τους, αυτό δεν θα αποτρέψει το γεγονός ότι θα χρειαζόμαστε τους φυσικούς πόρους τεσσάρων πλανητών τύπου Γης για να μπορέσουμε να συντηρήσουμε έναν σημερινό μέσο όρο κατανάλωσης! Ήδη, σύμφωνα με τους ειδικούς, η ανθρωπότητα από το έτος 1986 ξεπέρασε σε ετήσια κατανάλωση ότι παράγει ο πλανήτης Γη μέσα σ’ έναν χρόνο, πράγμα που σημαίνει πως για να διατηρήσει τον τρέχων καταναλωτικό τρόπο ζωής αναγκάζεται να καταναλώνει και σημαντικά αποθέματα ενέργειας, φυσικών πόρων και υλικών που δημιούργησε ο πλανήτης στα δισεκατομμύρια χρόνια που προηγήθηκαν. Από την άλλη πρέπει να θυμόμαστε πως κάθε Αμερικανός, για να διατηρήσει το σημερινό τρόπο ζωής του, έχει 20 φορές μεγαλύτερο περιβαλλοντικό αντίκτυπο απ’ ότι ένας Αφρικανός. Αυτό σημαίνει πως η αποφυγή γέννησης ενός Αμερικανού ισούται με την αποφυγή γέννησης 20 Αφρικανών σε σχέση με τον περιβαλλοντικό τους αντίκτυπο και ειδικά με τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα που είναι η βασικότερη αιτία της αποσταθεροποίησης του κλίματος σε πλανητικό επίπεδο.
 

Ωστόσο η αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού σε τόσα δισεκατομμύρια θα  επηρεάσει κυρίως την παραγωγή τροφής και την κατανάλωση νερού. Έχει μεγάλη διαφορά το να προσπαθείς να θρέψεις 9 δισεκατομμύρια ανθρώπους από το να προσπαθείς να καλύψεις τις ανάγκες 12 δισεκατομμυρίων. Τρία δισεκατομμύρια επιπλέον στόματα είναι ασήκωτος αριθμός. Καθώς οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις θα λιγοστεύουν ή θα γίνονται λιγότερο παραγωγικές λόγω της υπερβολικής κατανάλωσης λιπασμάτων και της χρόνιας λειψυδρίας, οι τιμές των τροφίμων θα εκτοξευτούν στα ύψη, με αποτέλεσμα συγκρούσεις, πολέμους και μεταναστεύσεις.

Εκτός αν η τεχνολογία και η γενετική βάλουν το χέρι τους, περιορίσουν τη μόλυνση των εδαφών και δημιουργήσουν πιο αποδοτικές και λιγότερο υδροβόρες ποικιλίες φυτών. Όλα αυτά βέβαια αν δεν συμβεί κάποιος σοβαρός εκτροχιασμός στο παγκόσμιο κλίμα και οι ακραίες κλιματολογικές μεταβολές βγουν εκτός ελέγχου, ερημοποιώντας τεράστιες εκτάσεις κι αναγκάζοντας δεκάδες ακόμη κι εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους να μετακινηθούν.

 

Αφρικανικές Megacities
 

Το σίγουρο πάντως είναι πως ο τετραπλασιασμός του πληθυσμού της Αφρικής θα οδηγήσει σε μια πληθυσμιακή πυκνότητα τύπου Κίνας, πράγμα που θα οδηγήσει αναπόφευκτα στην εξαφάνιση των περισσοτέρων τροπικών δασών της Μαύρης Ηπείρου, στη δραματική συρρίκνωση της βιοποικιλότητας, στην μόλυνση των ποταμών και των λιμνών και στη δημιουργία σχεδόν από το μηδέν μιας σειράς τερατουπόλεων με πληθυσμό πάνω από 10 ή 20 εκατομμύρια κατοίκους.
 

Το 1900 ο ένας στους 10 ανθρώπους ζούσε σε πόλεις. Το 1994 ο ένας στους δύο ανθρώπους ζούσε σε αστικό περιβάλλον. Το έτος 2000 πάνω από 3 δισεκατομμύρια άνθρωποι ζούσαν σε πόλεις. Ο αριθμός αυτός θα ανέλθει στα 4 δισεκατομμύρια του 2025. Η ζήτηση κατοικιών θα διπλασιαστεί μέχρι το 2050. Περισσότεροι άνθρωποι θα ζουν σε όλο και λιγότερο αστικό χώρο. Μέχρι το 2050 ο παγκόσμιος πληθυσμός εκτιμάται πως θα αυξηθεί κατά 40%, ενώ ο αστικός πληθυσμός κατά 11%. Στα μέσα του 21ου αιώνα το 70% του ανθρώπινου πληθυσμού θα κατοικεί σε μόλις 2% του εδάφους της Γης: στις πόλεις.
 

Ήδη η πλειοψηφία των ανθρώπων στον πλανήτη μας κατοικεί σε αστικές περιοχές. Το φαινόμενο αυτό όμως παίρνει ανησυχητικές διαστάσεις στις αναπτυσσόμενες χώρες, που τείνουν να υποσκελίσουν στο ζήτημα της αστικοποίησης τις ανεπτυγμένες χώρες. Το 1950 η Ευρώπη φιλοξενούσε τις 10 από τις 25 μεγαλύτερες πόλεις στον κόσμο. Σήμερα φιλοξενεί μόνον τις τρεις και το 2015 μονάχα μία, το Παρίσι. Το 2025 οι περισσότερες μεγαπόλεις (άνω των 10 εκατομμυρίων κατοίκων) θα βρίσκονται στην Ασία, στην Αφρική και στη Λατινική Αμερική. Μόνον το Τόκιο και η Νέα Υόρκη θα συνεχίσουν να ανήκουν σ’ αυτή την κατηγορία.
 

Το 2100  το Λάγκος, η πρωτεύουσα της Νιγηρίας που έχει σήμερα περί τα 25 εκατομμύρια κατοίκους, θα μπορούσε να εξελιχθεί στη μεγαλύτερη μεγάπολη του κόσμου με ένα πληθυσμό μεταξύ 80-100 εκατομμυρίων κατοίκων. Επίσης η Νιαμέϊ, πρωτεύουσα του γειτονικού κράτους του Νίγηρα, θα μπορούσε να φθάσει στα 45 εκατομμύρια κατοίκους ως το 2100 και να γίνει η 8η μεγαλύτερη πόλη παγκοσμίως. Υπακούοντας στους ίδιους ξέφρενους ρυθμούς πληθυσμιακής έκρηξης και αστυφιλίας, η πρωτεύουσα του Κογκό, η Κινσάσα, από τα σημερινά 12 εκ. θα μπορούσε να φθάσει στα 80 εκατομμύρια κατοίκους. Σε όλη την υποσαχάρια Αφρική οι τρέχουσες δημογραφικές τάσεις, σε συνδυασμό με την αστυφιλία, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αστικές τερατογεννέσεις πόλεων που όμοιες τους δεν θα έχει ξαναδεί η ανθρωπότητα.
 

Στις επόμενες τρεις δεκαετίες, μόνον στις αναπτυσσόμενες χώρες, ο αστικός πληθυσμός θα διπλασιαστεί και θα φθάσει από τα σημερινά δύο δισεκατομμύρια στα τέσσερα δισεκατομμύρια. Αυτό θα οδηγήσει σε μια άνευ προηγουμένου γιγάντωση των τριτοκοσμικών μεγαλουπόλεων, οι οποίες διπλασιάζουν τον πληθυσμό τους κάθε 15 χρόνια. Πολλές από αυτές τις πόλεις ξεφύτρωσαν κυριολεκτικά από το πουθενά σαν «μανιτάρια»: Το Αμπιτζάν, η πρωτεύουσα της Ακτής του Ελεφαντοστού, ενώ το 1950 είχε μόλις 70.000 κατοίκους, το 2010 ξεπέρασε τα 10 εκατομμύρια!

 

Τα αστικά γκέτο του 21ου αιώνα
 

Οι τριτοκοσμικές μεγαλουπόλεις θα μπορούσαν κάλλιστα να χαρακτηριστούν τραγικά ναυάγια του ανθρώπινου πολιτισμού, καθώς επεκτείνονται ανεξέλεγκτα και χωρίς στοιχειώδεις υποδομές. Χιλιάδες άνθρωποι πεθαίνουν κάθε χρόνο σ’ αυτές τις τερατουπόλεις από αναπνευστικά και γαστρεντερικά προβλήματα, από επιδημίες και μικροοργανισμούς, που σχετίζονται με τη μόλυνση της ατμόσφαιρας, τις άθλιες συνθήκες ύδρευσης και αποχέτευσης. Ο μολυσμένος αέρας, ο θόρυβος και το στρες καθιστούν τους κατοίκους αυτών των πόλεων υποψήφιους καρδιακούς και υπερτασικούς. Η συγκοινωνία, η ύδρευση, η αποχέτευση, η παροχή υπηρεσιών υγείας και η στέγαση αποτελούν μόνιμα προβλήματα. Επιδημίες όπως ο τύφος, το AIDS και ο ιός Ebola θα τείνουν να καταντήσουν ενδημικές στα άθλια προάστια των Αφρικανικών μεγαπόλεων. Εξ αιτίας της εκτίναξης των τιμών των ακινήτων στα ύψη οι μάζες των φτωχών Αφρικανών συνωστίζονται στις λεγόμενες παραγκουπόλεις (που είναι γνωστές ως Favellas στη Βραζιλία, Colonias Proletarias στο Μέξικο Σίτι κ.α.), που επεκτείνονται σαν καρκινώματα γύρω από το κέντρο και αντιπροσωπεύουν τα οικονομικά γκέτο του 21ου αιώνα. Η ανασυγκρότηση αυτών των αστικών τερατουργημάτων, η μετατροπή τους σε πόλεις με ανθρώπινο πρόσωπο, θα αποτελέσει και μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της ανθρωπότητας για τον 21ο αιώνα.
 

Αν “η Δημογραφία είναι μοίρα”, όπως υποστήριζε ο Γάλλος φιλόσοφος Auguste Comte, τότε η μοίρα μας είναι στα τέλη του 21ου αιώνα να υπάρχει μια ανθρωπότητα υπεσυνωστισμένη, κυρίως στην Αφρική και στην Ασία, λεηλατώντας έναν πλανήτη που θα φθίνει συνεχώς περιβαλλοντικά, με φυσικούς πόρους που θα λιγοστεύουν δραματικά. Είναι άραγε η κατάσταση αντιστρέψιμη ή μήπως η “ωρολογιακή βόμβα” του υπερπληθυσμού έχει ήδη οπλιστεί; Σε κάθε περίπτωση το φάντασμα του υπερπληθυσμού έχει και πάλι επιστρέψει κάνοντας τους νεομαλθουσιανούς να τρίβουν χαιρέκακα τα χέρια τους…

 

* Ο Γιώργος Στάμκος είναι συγγραφέας και δημοσιογράφος.