Θα μπορούσε να είναι το απόλυτο γεωπολιτικό τρολάρισμα εάν δεν απειλούσε να τινάξει την μπάνκα των κεντρικών τραπεζών στον αέρα: Μετά από έναν χρόνο υπερ-επιθετικών αυξήσεων επιτοκίων από την Fed και την ΕΚΤ και μετά από την πιο οξεία δοκιμασία του τραπεζικού συστήματος από εποχής Lehman Brothers (ως απότοκο και της βίαιης νομισματικής σύσφιξης), η Σαουδική Αραβία και η Ρωσία ήρθαν μέσα σε μια νύχτα να κλονίσουν όλες τις οικονομικές βεβαιότητες της Δύσης.

Ads

Ο ΟΠΕΚ ανακοίνωσε αιφνιδιαστικά μείωση της πετρελαϊκής παραγωγής του εν μέσω ιστορικά υψηλού πληθωρισμού, το Ριάντ ευθυγραμμίστηκε ξανά με τη Μόσχα στο σκληρό ενεργειακό πόκερ απέναντι στις ΗΠΑ και αμφότεροι ακύρωσαν, ουσιαστικά, όλη την προσπάθεια των δυτικών κεντρικών τραπεζών να συγκρατήσουν τον ιστορικά υψηλό πληθωρισμό μέσω της βίαιης νομισματικής σύσφιξης.

Πρακτικά, η κίνηση της Σαουδικής Αραβίας οδηγεί σε αθροιστική μείωση της παραγωγής ΟΠΕΚ και Ρωσίας κατά 1,6 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα, διαμορφώνει ντε φάκτο έδαφος για νέα έκρηξη των τιμών και για νέο πληθωριστικό σπιράλ, και πετάει στον κάλαθο των αχρήστων τα νομισματικά εργαλεία των μεγάλων κεντρικών τραπεζών.

Η τιμή του πετρελαίου μπρεντ ξεπέρασε ήδη χθες τα 84 δολάρια το βαρέλι με άλμα έως και 8%, η Goldman Sachs προβλέπει άνοδό του στα 95 δολάρια έως τον Δεκέμβριο του 2023 και η CMC Markets βλέπει επιστροφή ακόμη και στο επίπεδο των 100 δολαρίων – δηλαδή, στα επίπεδα που είχαμε δει στην κορύφωση της πληθωριστικής και ενεργειακής κρίσης.

Ads

Δεν χρειάζονται πολλά περισσότερα για να γίνει κατανοητή η προειδοποίηση της Citigroup ότι, πλέον, η Σαουδική Αραβία και τα μέλη του πετρελαϊκού καρτέλ αναλαμβάνουν ρόλο κεντρικών τραπεζών στην αγορά ενέργειας και, ουσιαστικά, ακυρώνουν την πολιτική των πραγματικών κεντρικών τραπεζών.

«Η αύξηση των τιμών θα τροφοδοτήσει πιθανώς περαιτέρω τον παγκόσμιο πληθωρισμό, επαναφέροντας σε επιθετικές  αυξήσεις των επιτοκίων τις κεντρικές τράπεζες», έγραψε ο Βίκτορ Πόσνφορντ της Rystad Energy, ενώ και ένα από τα εξέχοντα «γεράκια» της Fed, ο διοικητής της Fed του Σεντ Λούις Τζέιμς Μπούλαρντ, έκανε λόγο για «αιφνιδιασμό» και αναγνώρισε ότι «γίνεται πιο δύσκολη η δουλειά» της αμερικανικής ομοσπονδιακής τράπεζας. Ήδη, η αγορά δίνει αυξημένες πιθανότητες (60%) για νέα αύξηση των επιτοκίων της Fed κατά 25 μονάδες τον Μάιο, ενώ βλέπει τα επιτόκια της ΕΚΤ να πιάνουν κορυφή στο 3,63% και της Τράπεζας της Αγγλίας στο 4,69%.

Γεωπολιτικά, η απόφαση του ΟΠΕΚ+ επιβεβαιώνει και κλιμακώνει το ρήγμα μεταξύ ΗΠΑ και Σαουδικής Αραβίας, αγνοεί επιδεικτικά τις προτροπές της Ουάσιγκτον και του ίδιου του Τζο Μπάιντεν για συγκράτηση των διεθνών τιμών της ενέργειας και διευρύνει τις ανακατατάξεις στους συσχετισμούς δυνάμεων στην Μέση Ανατολή.

Επιπλέον, και κυρίως, επισφραγίζει εκ νέου την ευθυγράμμιση μεταξύ Σαουδικής Αραβίας και Μόσχας που είχε διαφανεί από την πρώτη περίοδο της ενεργειακής κρίσης και των δυτικών κυρώσεων κατά της Μόσχας – μια ευθυγράμμιση, που απέφυγε επιμελώς να διαψεύσει χθες και ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ: «Η Ρωσία», είπε, «βρίσκεται σε διαρκή επαφή με έναν αριθμό κρατών του ΟΠΕΚ+, αυτό είναι μια συνήθης διαδικασία. Εν προκειμένω, οι χώρες έχουν ανεξάρτητη γραμμή και ανεξάρτητο, κοινό, συμφέρον να σταθεροποιήσουν την αγορά» – ήτοι, να οδηγήσουν προς τα πάνω τις πετρελαϊκές τιμές που πασχίζει εδώ κι έναν χρόνο να ελέγξει η Δύση, με τίμημα ακόμη και μια γενικευμένη ύφεση.