Αγωνιώδεις είναι οι προσπάθειες της ΕΕ να ελέγξει το ενεργειακό κόστος, με την Κομισιόν πάντως να υιοθετεί την Τρίτη  μια επικοινωνιακή αλλά όχι ουσιαστική λύση σχετικά με την επιβολή πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου.

Ads

Παράλληλα, αρκετά ευρωπαϊκά κράτη επιχειρούν να περιορίσουν την εξάρτησή τους από το ρωσικό φυσικό αέριο, προχωρώντας στην αγορά μεγάλων ποσοτήτων υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) από τις ΗΠΑ.

Την ίδια στιγμή όμως, αποκαλύπτει σε δημοσίευμα του το Politico, πολλές είναι οι εταιρείες, οι οποίες  έχουν ήδη κάνει περιουσία πουλώντας φθηνό αέριο από τις ΗΠΑ στην ευρωπαϊκή ήπειρο σε εξαιρετικά υψηλές τιμές.

Όπως επισημαίνεται στο δημοσίευμα, το υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) που φορτώνεται στα δεξαμενόπλοια στα αμερικάνικα λιμάνια κοστίζει σχεδόν τέσσερις φορές περισσότερο από ό,τι στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, κάτι που αποδίδεται στην διαταραχή που προκλήθηκε στην αγορά από τη ολική σχεδόν παύση ρωσικών παραδόσεων μετά την εισβολή στην Ουκρανία.

Ads

Σημειώνεται πως η Κομισιόν δεχοταν εδώ και αρκετό καιρό έντονες πιέσεις να εφαρμόσει ένα σχέδιο ανώτατων ορίων τιμών φυσικού αερίου, όμως ορισμένες χώρες, με επικεφαλής τη Γερμανία, ανησυχούν ότι ένα τέτοιο μέτρο θα μπορούσε να ωθήσει τους προμηθευτές να στείλουν φορτία φυσικού αερίου σε άλλους προορισμούς.

Τελικώς η Κομισιόν κατέληξε σε εφαρμογή πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου, στα 275 ευρώ ανά θερμική μεγαβατώρα (ΜWΗ), ενώ η σημερινή τιμή (TTF) είναι 115 ευρώ ανά ΜWΗ.

Ποιες οι εταιρείες με τα μεγαλύτερα κέρδη

Την ίδια ώρα όμως, το μεγαλύτερο μέρος της διακίνησης του LNG βρίσκεται στα χέρια ευρωπαίων προμηθευτών, σύμφωνα με τον μεγαλύτερο εξαγωγέα υγροποιημένου αερίου στην Αμερική.

«Το 90% της παραγωγής μας πωλείται σε τρίτους και οι περισσότεροι πελάτες μας είναι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας — οι Enels, οι Endesas, οι Naturgys, οι Centricas και οι Engies του κόσμου», δήλωσε στο Politico, ο Corey Grindal, εκτελεστικός αντιπρόεδρος για το παγκόσμιο εμπόριο στη Cheniere Energy, αναφερόμενος σε ονόματα μεγάλων ευρωπαϊκών παρόχων ενέργειας.

Η Cheniere, η οποία φέτος είδε το 70% του εξαγόμενου LNG της να πηγαίνει στην Ευρώπη, πουλάει το φυσικό αέριο της με ένα πρόγραμμα σταθερής τιμής που βασίζεται στην αμερικανική τιμή αναφοράς, που ονομάζεται Henry Hub , η οποία σήμερα ορίζεται σε περίπου 6 δολάρια ανά εκατομμύριο βρετανικές θερμικές μονάδες.

Όποιος μεταπωλεί αυτά τα φορτία LNG στην χονδρική αγορά της Ευρώπης, έχει μεγάλο κέρδος, καθώς επωφελείται από τον φόβο πως τα αποθέματα φυσικού αερίου της Γηραιάς Ηπείρου δεν επαρκούν για τον χειμώνα.

Σε ερώτηση του Politico στον Corey Grindal σχετικά με το αν η επιβολή πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου θα έχει αντίκτυπο στον τρόπο με τον οποίο η Cheniere συνεργάζεται με ευρωπαϊκές εταιρείες, η απάντησή του ήταν κατηγορηματικά αρνητική.

«Ο ισολογισμός μας στηρίζεται σε αυτά τα μακροπρόθεσμα συμβόλαια», επεσήμανε ο ίδιος.

Το blame game

Η διαφορά μεταξύ των τιμών του φυσικού αερίου ανάμεσα σε ΗΠΑ και την ΕΕ δεν πέρασε απαρατήρητη από τους ευρωπαίους πολιτικούς.

«Στο σημερινό γεωπολιτικό πλαίσιο, μεταξύ των χωρών που υποστηρίζουν την Ουκρανία, δημιουργούνται δύο κατηγορίες στην αγορά φυσικού αερίου: αυτές που πληρώνουν ακριβά και αυτές που πωλούν σε πολύ υψηλές τιμές», επεσήμανε την περασμένη εβδομάδα ο Εμανουέλ Μακρόν μιλώντας σε βιομήχανους.

«Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι παραγωγός φθηνού φυσικού αερίου που μας πουλάνε σε υψηλή τιμή… Δεν νομίζω ότι αυτό είναι φιλική προσέγγιση» πρόσθεσε ο Γάλλος πρόεδρος.

Σύμφωνα όμως με το Politico, ο Μακρόν φρόντισε να μην αναφέρει ότι ο μεγαλύτερος Ευρωπαίος κάτοχος μακροπρόθεσμων συμβάσεων αερίου με τις ΗΠΑ δεν είναι άλλος από την TotalEnergies της ίδιας της Γαλλίας.

Στον τελευταίο πίνακα κερδών της εταιρείας τον περασμένο μήνα, ο οικονομικός διευθυντής της TotalEnergies, Jean-Pierre Sbraire, είπε ότι η πρόσβαση της εταιρείας σε περισσότερους από 10 εκατομμύρια τόνους αμερικάνικου LNG ετησίως «είναι ένα τεράστιο πλεονέκτημα για τους εμπόρους μας, οι οποίοι μπορούν να κάνουν arbitrage μεταξύ ΗΠΑ και Ευρώπης».

«Και τώρα, δεδομένης της τιμής του LNG, κάθε φορτίο αντιπροσωπεύει περίπου 80 εκατομμύρια δολάρια, ακόμη και 100 εκατομμύρια δολάρια. Έτσι, όταν είμαστε σε θέση να δρομολογήσουμε ξανά ή να κάνουμε arbitrage μεταξύ των διαφορετικών αγορών, φυσικά, είναι ένας πολύ αποτελεσματικός τρόπος να μεγιστοποιήσουμε την αξία που έρχεται από αυτή την επιχείρηση», πρόσθεσε ο Sbaire. «Η δημιουργία ταμειακών ροών αυτής της τάξης μεγέθους σηματοδοτεί την έναρξη μιας νέας εποχής για την εταιρεία», σημείωσε.

Η ισπανική εταρεία Naturgy από πλευράς της – η οποία έχει μια σύμβαση για περίπου 5 εκατομμύρια τόνους αμερικάνικου LNG ετησίως από τη Cheniere – έχει επίσης πενταπλασιάσει μέχρι στιγμής τα κέρδη της φέτος σε σύγκριση με το 2021 χάρη στην «αυξημένη διαφορά μεταξύ [Henry Hub] και TTF» αναφέρθηκε στην εξαμηνιαία έκθεσή της.

Εντούτοις, τα μακροπρόθεσμα συμβόλαια με τις ΗΠΑ δεν ήταν ανέκαθεν τόσο κερδοφόρα. Στην πραγματικότητα, από το 2016 έως τουλάχιστον το 2018, οι αγοραστές έχαναν ως επί το πλείστον χρήματα από τις σταθερές συμφωνίες, με αποτέλεσμα ορισμένοι να τα πουλάνε.

Το 2019, η ισπανική Iberdrola, για παράδειγμα, έβαλε ενέχυρο το 20ετές συμβόλαιό της με τη Cheniere στον ασιάτη έμπορο Pavilion Energy, η οποία τώρα επωφελείται από τις πωλήσεις σε μια παγκόσμια αγορά με υψηλές τιμές.

Τώρα που οι τιμές σε πραγματικό χρόνο έχουν εκτιναχθεί ξανά, η Centrica – μέρος της British Gas που ανήκει στη Shell – καρπώνεται τα οφέλη και συνάπτει περισσότερα μακροπρόθεσμα συμβόλαια, το πιο πρόσφατο μάλιστα μια 15ετή συμφωνία με τον αμερικανικό εξαγωγέα LNG Delfin που με έτος έναρξης το 2026.

«Αυτή είναι μια πραγματικά σημαντική ροή κερδών για εμάς», είπε ο CFO της Centrica, Chris O’Shea.