Καθώς οι πολίτες της Αργεντινής προσέρχονται σήμερα στις κάλπες, ελάχιστοι είναι αυτοί που διατηρούν αμφιβολίες σχετικά με την έκβαση των εκλογών.

Ads

Οι προκριματικές εκλογές της 11ης Αυγούστου έδωσαν άλλωστε ένα ξεκάθαρο μήνυμα: ο κεντροδεξιός νεοφιλελεύθερος πρόεδρος της χώρας, Μαουρίτσιο Μάκρι, οδεύει προς μια ταπεινωτική ήττα απέναντι στον περονιστή κεντροαριστερό υποψήφιο, Αλμπέρτο Φερνάντες, ο οποίος έχει την στήριξη της πρώην προέδρου, Κριστίνα Φερνάντες Κίρχνερ.

Για πολλούς πάντως η ήττα του Μάκρι φάνταζε ως δεδομένη πολύ πριν την καταβαράθρωσή του στις κάλπες του Αυγούστου, καθώς είναι ο βασικός υπεύθυνος για τη βύθιση της Αργεντινής σε μια νέα οικονομική κρίση, ενδεχομένως χειρότερης ακόμη κι από εκείνη του 2001.

Όταν στον δεύτερο γύρο των εκλογών του 2015 ο Αργεντινοϊταλός επιχειρηματίας και πρώην πρόεδρος της Μπόκα Τζούνιορς  επικρατούσε με οριακή πλειοψηφία του Ντανιέλ Σιόλι, ήταν το «αγαπημένο παιδί» των αγορών, καθώς έβλεπαν στο πρόσωπό του την πολυπόθητη «επιστροφή στην κανονικότητα». Είχε προηγηθεί μια μακρά περίοδος έντονης σύγκρουσης με την πολιτική ηγεσία της Αργεντινής, που ξεκίνησε από την περίοδο της προεδρίας του Νέστορ Κίρχνερ (2003-2007) και συνεχίστηκε στην περίοδο προεδρίας της χήρας του, Κριστίνα Φερνάντες (2007-2015).

Ads

Ο Μάκρι υποσχέθηκε πως όλα αυτά θα τέλειωναν, έχοντας για πολλά χρόνια στενές σχέσεις με την διεθνή οικονομική ελίτ, διέθετε το απαραίτητο know how, προκειμένου να επαναφέρει τη χώρα στο «δρόμο της οικονομικής ανάπτυξης» αλλά και να τη σώσει από τον «Κιρχνερικό λαϊκισμό».

Το σχέδιό του πάντως μόνο καινοτόμο δε θα μπορούσε να χαρακτηριστεί: προέβλεπε την απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, την απελευθέρωση της κίνησης κεφαλαίων και την επάνοδο στην «αγκαλιά» των αγορών. Όλα τα παραπάνω, σε συνδυασμό με την αποκατάσταση των σχέσεων με τις ισχυρές χώρες της Δύσης, υποτίθεται πως θα προσέλκυαν επενδύσεις αλλά και θα έδιναν ώθηση στις εξαγωγές της χώρας.

Τίποτα όμως από τα παραπάνω δεν επιβεβαιώθηκε στα τέσσερα χρόνια που μεσολάβησαν. Οι ξένες επενδύσεις ακόμη αναμένονται, οι εξαγωγές είναι ακόμη στάσιμες, ενώ ο πληθωρισμός στη χώρα είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος μετά από αυτόν στη Βενεζουέλα, αφού αναμένεται να αγγίξει το 55% το 2019.

Ο Αργεντινός πρόεδρος δεν πτοήθηκε ούτε όταν οι μεγάλες οικονομικές δυνάμεις, στις οποίες υπολόγιζε του, αρνήθηκαν να χρηματοδοτήσουν τα σχέδιά του. Κάπως έτσι όταν και οι αγορές του «έκλεισαν την κάνουλα» τον Μάιο του 2018 -μετά από μια αλλαγή στην πολιτική της Αμερικάνικης Ομοσπονδιακής Τράπεζας- στράφηκε και πάλι στο ΔΝΤ. Μάλιστα, με τη βοήθεια του «παλιόφιλου» Ντόναλντ Τραμπ, διασφάλισε το μεγαλύτερο δανειακό πακέτο στην ιστορία του Ταμείου ύψους 57 δισ. δολαρίων. Όμως ακόμη κι αυτή η κίνηση αποδείχτηκε απλά «ασπιρίνη», καθώς σταθεροποίησε την αργεντίνικη οικονομία μόνο για λίγους μήνες προτού αυτή οδηγηθεί σε ακόμη χειρότερη κρίση.

Τα μέτρα λιτότητας που επέβαλε το ΔΝΤ είχαν ολέθριες συνέπειες. Η φτώχεια στην Αργεντινή αυξήθηκε από 32% στο 35,4%, το πρώτο εξάμηνο του 2019, φτάνοντας στο υψηλότερο ποσοστό της από το 2001 που ξέσπασε η πολύ σοβαρή οικονομική κρίση που σημάδεψε τη χώρα, την ίδια στιγμή που η ανεργία πλήττει το 10% του πληθυσμού.

Αυτή τη φορά όμως η οικονομική καταστροφή δεν συνοδεύτηκε από την κοινωνική αναταραχή. Δεν σημειώθηκαν λεηλασίες σε σουπερμάρκετ, δεν έγιναν καταλήψεις σε δημόσια κτίρια, δεν υπήρξαν βίαιες συγκρούσεις με την αστυνομία. Οι οργανωτικές δεξιότητες των κοινωνικών κινημάτων της Αργεντινής και τα μέτρα που θέσπισαν οι Κίρχνερς για την προστασία των φτωχότερων – τα περισσότερα από τα οποία διατήρησε και ο Μάκρι – συνέβαλαν στην αποτροπή μιας εξέγερσης. Όλοι άλλωστε έχουν την αίσθηση ότι η κυβέρνηση Μάκρι είναι σε αποδρομή και κάνουν «υπομονή» μέχρι να την δουν να περνά την πόρτα της εξόδου.

Η επόμενη μέρα για τον επόμενο πρόεδρο

Από την άλλη πλευρά, ο Αλμπέρτο Φερνάντες ξέρει ότι σύντομα θα είναι ο πρόεδρος μιας ερειπωμένης χώρας που θα χρειαστεί χρόνια για να ξαναχτιστεί και προσπαθεί να μετριάσει τις ελπίδες των υποστηρικτών του. Το πρώτο του καθήκον θα είναι η επαναδιαπραγμάτευση των δανείων της Αργεντινής από το ΔΝΤ, καθώς η χώρα καλείται να αποπληρώσει στο Ταμείο 24 δισ. δολάρια το 2020 και 31 δισ. δολάρια το 2021. Στο μεταξύ, με χρέος που αγγίζει το 100% του ΑΕΠ τα σχέδια του για επανεκκίνηση της οικονομίας θα είναι δύσκολο να μην μείνουν επί χάρτου.

Όμως ο επόμενος -όπως όλα δείχνουν – πρόεδρος της Αργεντινής μπορεί να υπολογίζει σε ένα πρόσφατο προηγούμενο. Το 2005 η κυβέρνηση του Νέστορ Κίρχνερ ανάγκασε τους πιστωτές της Αργεντινής να αποδεχθούν ένα πρωτοφανές κούρεμα της τάξης του 70% στην αξία των ομολόγων που κατείχαν. Ο άσος που έκρυβε στο μανίκι και τον έκανε να κερδίσει την παρτίδα ήταν το γεγονός ότι το 61% της δανειοδοτικής ικανότητας του ΔΝΤ συνδέθηκε με την Αργεντινή. Με απλά λόγια «εάν χρωστάτε στην τράπεζα 100 χιλιάδες ευρώ έχετε εσείς πρόβλημα, αλλά αν της χρωστάτε 100 εκατομμύρια ευρώ, είναι η τράπεζα που έχει το πρόβλημα».

Εξαιρετικό ενδιαφέρον για την επόμενη μέρα της Αργεντινής θα έχουν και οι γεωπολιτικές ισορροπίες που θα κληθεί να κρατήσει ο νέος πρόεδρος. Όπως και όλες οι χώρες της Λατινικής Αμερικής, η Αργεντινή αποτελεί πεδίο έντονου ανταγωνισμού μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας. Εξαρτάται επίσης και από τις δύο υπερδυνάμεις. Αφενός οι ΗΠΑ έχουν δικαίωμα βέτο στο ΔΝΤ και μεγάλη επιρροή στα πιστωτικά ιδρύματα και τα επενδυτικά ταμεία που κατέχουν τους τίτλους χρέους της Αργεντινής. Αφετέρου η Κίνα είναι ο κύριος παραλήπτης των εξαγώγιμων προϊόντων της Αργεντινής και σχεδόν η μόνη πηγή χρηματοδότησής της για έργα υποδομής.

Αν ο Φερνάντες καταφέρει να παίξει το χαρτί της έξυπνης διπλωματίας, θα μπορούσε να μετατρέψει αυτό το δίλημμα σε μια μεγάλη ευκαιρία. Πώς; Θέτοντας τις δύο υπερδυνάμεις τη μία απέναντι στην άλλη ώστε εκείνος να κερδίσει τα μέγιστα που μπορούν να του προσφέρουν και οι δύο. Σε μια Λατινική Αμερική όπου οι ηγέτες της είναι από αριστεροί μέχρι ακροδεξιού, από θιασώτες του ελεύθερου εμπορίου έως οπαδοί του προστατευτισμού, από υπέρμαχοι της προσέγγισης με τις μεγάλες δυνάμεις μέχρι οραματιστές της περιφερειακής ολοκλήρωσης, η Αργεντινή δεν έχει άλλη επιλογή από το να μην βασιστεί σε αυτή την ήπειρο των μεγάλων διαιρέσεων.

Ένα ακόμα στοίχημα που θα κληθεί να κερδίσει ο Αλμπέρτο Φερνάντες θα είναι το να καταφέρει να γίνει ο ηγέτης μιας ευρείας περονικής συμμαχίας. Ο περονισμός είναι ένα ανομοιογενές κίνημα που φιλοξενεί στις τάξεις του συντηρητικά και προοδευτικά στοιχεία παράλληλα αλλά και τις μεγάλες συνδικαλιστικές οργανώσεις. Το να μετατρέψει το κίνημα σε κυβερνητικό συνασπισμό ικανό να συμβιβάσει συχνά αποκλίνοντα κι ενίοτε αντιφατικά συμφέροντα θα είναι μονόδρομος.

Θα είναι παράλληλα και ο δρόμος που θα οδηγήσει στη λύση της κρίσης που έχει επιφέρει ο νεοφιλελευθερισμός στην Αργεντινή.