«Σίγουρος» για τη νίκη του στον β΄ γύρο των βραζιλιάνικων εκλογών που διεξάγεται σήμερα είναι ο Λουίς Ινάσιου Λούλα ντα Σίλβα, ο οποίος άλλωστε ήταν και ο νικητής του πρώτου γύρου, με τον Μπολσονάρο να υποστηρίζει πως θα δεχθεί την ήττα του, «αν δεν υπάρξει νοθεία».

Ads

Ειδικότερα, ο κεντροαριστερός πρώην πρόεδρος κατέλαβε την πρώτη θέση στον 1ο γύρο των προεδρικών εκλογών, μπροστά από τον ακροδεξιό πρόεδρο της Βραζιλίας Ζαΐρ Μπολσονάρο.

Εξασφάλισε 48,4% των ψήφων, έναντι 43,2% του Μπολσονάρο, ωστόσο το προβάδισμά του ήταν πολύ μικρότερο από ό,τι προέβλεπαν οι δημοσκοπήσεις, κι έτσι ήταν αναγκαίο να πραγματοποιηθεί και δεύτερος γύρος. Για πολλούς, ο νικητής του πρώτου γύρου ήταν ο «μπολσοναρισμός», αφού τελικά οι πολίτες δεν «τιμώρησαν» τον Μπολσονάρο όπως αναμενόταν.

Στο ενδιάμεσο μάλιστα, δημοσκοπήσεις έδειξαν πως ο Μπολσονάρο αύξησε το ποσοστό του, με τον Λούλα να κάνει λόγο για «προειδοποίηση». Ενδεικτικά της πόλωσης που επικρατεί ήταν και τα ντιμπέιτ που πραγματοποιήθηκαν μεταξύ των δύο υποψηφίων, όπου αντάλλαξαν βαριές κατηγορίες.

Ads

Ο Λούλα μεταξύ άλλων χαρακτήρισε τον αντίπαλό του «δικτατορίσκο» και «μεγαλύτερο ψεύτη στην ιστορία της χώρας», ενώ του άσκησε έντονη κριτική για την διαχείριση της υγειονομικής κρίσης. Από την άλλη, ο Μπολσονάρο τον αποκάλεσε «εθνική ντροπή».

Ο Μπολσονάρο έχει αναφερθεί πολλές φορές στην πιθανότητα για εκλογική νοθεία, με αναλυτές να υποστηρίζουν πως ενδέχεται να μη δεχτεί το αποτέλεσμα, αν χάσει δηλαδή, ωστόσο ο Λούλα θεωρεί πως «θα δεχθεί την εκλογική ήττα του», αφού ο ίδιος, όπως δήλωσε, έχει χάσει 3 φορές συνολικά, «και κάθε φορά γύριζα σπίτι».

Το «σημείο μηδέν»

Σύμφωνα με ειδικούς, οι συγκεκριμένες εκλογές είναι οι σημαντικότερες για τη χώρα εδώ και δεκαετίες. Για πολλούς, είναι μια μάχη «μεταξύ Δημοκρατίας και Δικτατορίας». Φαίνεται πως ο Λούλα θα επικρατήσει, ωστόσο υπάρχει και το «σημείο μηδέν»: Πρόκειται για την πολιτεία Μινάς Γκεράις, στα νοτιοανατολικά της χώρας.

Κανένας πρόεδρος δεν έχει κερδίσει την εξουσία χωρίς να επικρατήσει στην συγκεκριμένη περιοχή, από τότε που ο Getúlio Vargas το έκανε το 1950, και οι παρατηρητές αναμένουν ότι και φέτος αυτή η πολιτεία θα είναι εκείνη που θα δείξει ποια κατεύθυνση θα ακολουθήσει η Βραζιλία.

Σύμφωνα με τον Felipe Nunes, πολιτικό επιστήμονα και διευθυντή της εταιρείας δημοσκοπήσεων Quaest, είναι σαφές πως ο αριστερός υποψήφιος θα θριαμβεύσει στα βορειοανατολικά της Βραζιλίας, ενώ ο Μπολσονάρου θα επικρατήσει στις μεσοδυτικές, νότιες και νοτιοανατολικές πολιτείες του Ρίο και του Σάο Πάολο.

Όπως δήλωσε ο ίδιος στον Guardian, παραμένει άγνωστο ποιος θα κερδίσει στη Μινάς Γκεράις, η οποία μάλιστα αντικατοπτρίζει και τα ποσοστά σε εθνικό επίπεδο. Ο Λούλα κέρδισε εκεί τον Μπολσονάρο συγκεντρώνοντας 48,29% έναντι 43,6%, ενώ σε εθνικό επίπεδο το ποσοστό ήταν 48,43% στο 43,2%.

Η καταστροφική θητεία Μπολσονάρο

Όπως τόνιζε στο Editorial του το γνωστό επιστημονικό περιοδικό Nature, ο πρώην στρατιωτικός Μπολσονάρο ανέλαβε τα καθήκοντά του ουσιαστικά αρνούμενος την επιστήμη (η χρηματοδότηση μειώθηκε όταν ανέλαβε), όντας απειλή για τα δικαιώματα των αυτόχθονων λαών, προωθώντας τα όπλα ως λύση στην ανησυχία των πολιτών για την ασφάλεια και προωθώντας μια οικονομική προσέγγιση για «ανάπτυξη με κάθε κόστος».

«Η θητεία του ήταν καταστροφική για την επιστήμη, το περιβάλλον, τους ανθρώπους της Βραζιλίας — και τον κόσμο», υπογραμμίζει το περιοδικό, ενώ στέκεται και πιο ειδικά στην αποψίλωση του Αμαζονίου, η οποία έχει σχεδόν διπλασιαστεί από το 2018. Αξίζει να σημειωθεί πως μεταξύ του 2004 και του 2012, η αποψίλωση είχε μειωθεί κατά περίπου 80%.

Ακόμη, το Nature επισημαίνει πως ο Μπολσονάρο, όπως ακριβώς και ο Ντόναλντ Τραμπ, αγνόησε τις προειδοποιήσεις των επιστημόνων για την πανδημία του κορονοϊού, ενώ έδειχνε πως δεν εμπιστευόταν τα εμβόλια, αμφισβητώντας την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητά τους. Συνολικά στη Βραζιλία έχουν πεθάνει περισσότεροι από 685 χιλιάδες.

Το ποδόσφαιρο και η πολιτική

Οι περισσότεροι Βραζιλιάνοι ποδοσφαιριστές, προτιμούν να παραμείνουν σιωπηλοί για τις πολιτικές τους προτιμήσεις, αλλά αυτοί που τοποθετούνται ανοικτά, όπως ο Νεϊμάρ, κλίνουν κυρίως προς τον ακροδεξιό πρόεδρο, Ζαΐρ Μπολσονάρο, έναντι του αριστερού, Λούλα.

Σύμφωνα με αναλυτές που συμβουλεύθηκε το AFP, η συντριπτική πλειονότητα των ενεργών παικτών, προτιμά να μην τοποθετηθεί δημοσίως, από φόβο μήπως χάσουν χορηγούς, σε μια χώρα όπου η πολιτική είναι ένα πολύ ευαίσθητο θέμα, λόγω της ακραίας πόλωσης.

Ωστόσο, ο Νεϊμάρ, ένας από τους πιο ακριβοπληρωμένους αθλητές στον κόσμο, δεν δίστασε να υποστηρίξει δημόσια τον Ζαΐρ Μπολσονάρο, τρεις ημέρες πριν από τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών, γεγονός που προκάλεσε έντονες αντιδράσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Πριν από τον διάσημο επιθετικό της Παρί Σεν Ζερμέν, ο ακροδεξιός πρόεδρος, βασιζόταν στην μακροχρόνια υποστήριξη του πρώην εξτρέμ της γαλλικής ομάδας, Λούκας Μόουρα, ο οποίος τώρα αγωνίζεται στην Τότεναμ και του πρώην μέσου της Γιουβέντους και νυν άσου της Φλουμινένσε, Φελίπε Μέλο.

Πρώην «αστέρες της σελεσάο», έχουν ταχθεί ανοικτά υπέρ του Μπολσονάρο, όπως ο Ρομάριο, ο οποίος επανεξελέγη θριαμβευτικά γερουσιαστής του Ρίο ντε Τζανέιρο στις 2 Οκτωβρίου, ο Ριβάλντο και ο Ρομπίνιο, ο οποίος καταδικάσθηκε σε εννέα χρόνια φυλάκιση για βιασμό στην Ιταλία.

«Τα τελευταία χρόνια, έχουμε δει μια ώθηση από την δεξιά και ειδικά από την άκρα δεξιά. Και αυτό, αντανακλάται στο ποδόσφαιρο», δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο, ο Ζοάο Μαλάγια, ιστορικός στο Ομοσπονδιακό Πανεπιστήμιο της Σάντα Μαρία και συνέχισε: «Ο λόγος του «μπολσοναριστή», βασίζεται πάνω απ’ όλα, στην ατομική επιτυχία, στην ικανότητα να ξεπερνάς τις δυσκολίες, κάτι που μοιάζει με την καριέρα ενός ποδοσφαιριστή».

Το ερώτημα όμως δεν είναι ποιοι ποδοσφαιριστές θα υποστηρίξουν τον Μπολσονάρο, αλλά το πραγματικό αποτύπωμα που αυτός έχει αφήσει στην πολιτική σκηνή της χώρας. Όπως άλλωστε έγραφε με νόημα το Nature, «οι ψηφοφόροι της Βραζιλίας έχουν μια πολύτιμη ευκαιρία να αρχίσουν να ανοικοδομούν αυτό που ο Μπολσονάρο κατέστρεψε. Αν ο Μπολσονάρο κερδίσει άλλα τέσσερα χρόνια, η ζημιά θα μπορούσε να είναι ανεπανόρθωτη».