Για βίαιες επαπροωθήσεις προσφύγων και μεταναστών καταγγέλει η Διεθνής Αμνηστία την Λετονία.

Ads

Όπως αναφέρεται στη σχετική έκθεση της οργάνωσης, με τίτλο «Λετονία: Επιστρέψτε στην πατρίδα σας ή μη φύγετε ποτέ από το δάσος», οι λετονικές αρχές «επαναπροώθησαν βίαια προσφύγισσες/-ες και μετανάστριες/-ες στα σύνορα της χώρας με τη Λευκορωσία, υποβάλλοντας πολλές/-ούς σε σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους, όπως μυστική κράτηση ή ακόμα και βασανιστήρια».

Η έκθεση «αποκαλύπτει τη βάναυση μεταχείριση των μεταναστριών/-ών και των προσφυγισσών/-ων, μεταξύ των οποίων και παιδιά, που κρατούνται αυθαίρετα σε άγνωστους χώρους στα δάση της Λετονίας και επιστρέφονται παράνομα και βίαια στη Λευκορωσία. Πολλές/-οί έχουν αντιμετωπίσει ξυλοδαρμούς και ηλεκτροσόκ με τέιζερ, μεταξύ άλλων και στα γεννητικά τους όργανα. Ορισμένες/-οι αναγκάστηκαν παράνομα να επιστρέψουν “εθελοντικά” στις χώρες καταγωγής τους.».

«Η Λετονία έδωσε στις/στους προσφύγισσες/-ες και τις/τους μετανάστριες/-ες σκληρό τελεσίγραφο: να δεχτούν να επιστρέψουν “εθελοντικά” στη χώρα τους ή να παραμείνουν εγκλωβισμένες/-οι στα σύνορα αντιμετωπίζοντας κράτηση, παράνομες επιστροφές και βασανιστήρια. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η αυθαίρετη κράτησή τους στα σύνορα μπορεί να ισοδυναμεί με αναγκαστική εξαφάνιση», δήλωσε η Eve Geddie, διευθύντρια του Γραφείου Ευρωπαϊκών Θεσμών της Διεθνούς Αμνηστίας.

Ads

«Οι αρχές της Λετονίας άφησαν άντρες, γυναίκες και παιδιά να τα βγάλουν πέρα μόνοι τους σε παγωμένες θερμοκρασίες, συχνά εγκλωβισμένοι σε δάση ή κρατούμενοι σε σκηνές. Τους επαναπροώθησαν βίαια πίσω στη Λευκορωσία, όπου δεν έχουν καμία πιθανότητα να αναζητήσουν προστασία. Οι ενέργειες αυτές δεν έχουν καμία σχέση με την προστασία των συνόρων, και αποτελούν θρασύτατες παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου και του δικαίου της Ε.Ε.».

Όπως σημειώνει η οργάνωση, «στις 10 Αυγούστου 2021, η Λετονία κήρυξε κατάσταση έκτακτης ανάγκης μετά την αύξηση του αριθμού των ανθρώπων που ενθαρρύνθηκαν από τη Λευκορωσία να έρθουν στα σύνορα.

Σε αντίθεση με το δίκαιο της Ε.Ε., το διεθνές δίκαιο και την αρχή της μη επαναπροώθησης, οι κανόνες έκτακτης ανάγκης ανέστειλαν το δικαίωμα αίτησης ασύλου σε τέσσερις συνοριακές περιοχές και επέτρεψαν στις αρχές της Λετονίας να επιστρέψουν με τη βία και με συνοπτικές διαδικασίες ανθρώπους στη Λευκορωσία.

Οι αρχές της Λετονίας έχουν παρατείνει επανειλημμένα την κατάσταση έκτακτης ανάγκης, επί του παρόντος έως τον Νοέμβριο του 2022, παρά τη μείωση των μετακινήσεων με την πάροδο του χρόνου και την παραδοχή τους ότι ο αριθμός των προσπαθειών εισόδου ήταν αποτέλεσμα πολλαπλών διελεύσεων από τα ίδια άτομα.

Δεκάδες προσφύγισσες/-γες και μετανάστριες/-ες κρατήθηκαν αυθαίρετα σε σκηνές στα σύνορα σε ανθυγιεινές συνθήκες. Ένα μικρό ποσοστό ανθρώπων εισήλθε στη Λετονία, η συντριπτική πλειονότητα των οποίων τοποθετήθηκε σε κέντρα κράτησης και τους προσφέρθηκε περιορισμένη ή καθόλου πρόσβαση σε διαδικασίες ασύλου, νομική συνδρομή ή ανεξάρτητη εποπτεία.

Η έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας για τη Λετονία ακολουθεί και συμπληρώνει παρόμοιες εκθέσεις που εστιάζουν σε παραβιάσεις κατά προσφυγισσών/-ύγων και μεταναστριών/-ών από τη Λευκορωσία, την Πολωνία και τη Λιθουανία.

Βίαιες επαναπροωθήσεις, αυθαίρετες κρατήσεις και πιθανές αναγκαστικές εξαφανίσεις

Στο πλαίσιο της κατάστασης έκτακτης ανάγκης, οι συνοριοφύλακες της Λετονίας, σε συνεργασία με άγνωστους «κομάντος», τον στρατό και την αστυνομία, υπέβαλαν επανειλημμένα ανθρώπους σε συνοπτικές, παράνομες και βίαιες επαναπροωθήσεις. Σε απάντηση, οι αρχές της Λευκορωσίας απωθούσαν συστηματικά ανθρώπους πίσω στη Λετονία.

Ο Zaki, ένας άντρας από το Ιράκ που είχε εγκλωβιστεί στα σύνορα για περίπου τρεις μήνες, δήλωσε στη Διεθνή Αμνηστία ότι τον είχαν επαναπροωθήσει περισσότερες από 150 φορές, σε ορισμένες περιπτώσεις οχτώ φορές σε μία μόνο ημέρα.

Ο Hassan, ένας άλλος άντρας από το Ιράκ που πέρασε πέντε μήνες στα σύνορα, δήλωσε:

“Μας ανάγκαζαν να είμαστε εντελώς γυμνοί, μερικές φορές μάς χτυπούσαν όταν ήμασταν γυμνοί και στη συνέχεια μας ανάγκαζαν να περνάμε πίσω στη Λευκορωσία, συχνά έχοντας να διασχίσουμε ένα πολύ κρύο ποτάμι. Είπαν ότι θα μας πυροβολούσαν αν δεν περνούσαμε”.

Μεταξύ των επαναπροωθήσεων, οι άνθρωποι αναγκάζονταν να περνούν παρατεταμένες περιόδους αποκλεισμένοι στα σύνορα ή σε σκηνές που είχαν στήσει οι αρχές σε απομονωμένες περιοχές του δάσους. Οι αρχές της Λετονίας έχουν μέχρι στιγμής αρνηθεί ότι έχουν χρησιμοποιήσει τις σκηνές για οτιδήποτε άλλο εκτός από την παροχή «ανθρωπιστικής βοήθειας», αλλά τα ευρήματα της Διεθνούς Αμνηστίας δείχνουν ότι οι σκηνές ήταν αυστηρά φυλασσόμενοι χώροι που χρησιμοποιούνταν για την αυθαίρετη κράτηση προσφυγισσών/-ύγων και μεταναστριών/-ών και ως φυλάκια για παράνομες επιστροφές.

Όσες/-οι δεν κρατούνταν σε σκηνές κατέληγαν μερικές φορές να μένουν εγκλωβισμένοι στην ύπαιθρο στα σύνορα, καθώς οι θερμοκρασίες του χειμώνα έπεφταν κατά καιρούς στους -20 βαθμούς Κελσίου. Ο Adil, ένας άντρας από το Ιράκ, ο οποίος πέρασε αρκετούς μήνες στο δάσος από τον Αύγουστο του 2021, δήλωσε στη Διεθνή Αμνηστία: “Κοιμόμασταν στο δάσος πάνω στο χιόνι. Ανάβαμε φωτιά για να ζεσταθούμε, υπήρχαν λύκοι, αρκούδες”.

Στα σύνορα και στις σκηνές, οι αρχές προχωρούσαν σε κατασχέσεις των κινητών τηλεφώνων των ανθρώπων για να αποτρέψουν οποιαδήποτε επικοινωνία με τον έξω κόσμο. Ορισμένες οικογένειες έψαχναν για άτομα που ήταν γνωστό ότι βρίσκονταν για τελευταία φορά στη Λετονία, αλλά δεν μπορούσαν να επικοινωνήσουν τηλεφωνικά. Μια λετονική ΜΚΟ ανέφερε ότι μεταξύ Αυγούστου και Νοεμβρίου 2021 επικοινώνησαν μαζί της οι συγγενείς περισσότερων από 30 προσφυγισσών/-ύγων και μεταναστριών/-ών που φοβούνταν ότι είχαν εξαφανιστεί.

Η κράτηση μεταναστριών/-ών και προσφυγισσών/-ύγων σε σκηνές σε άγνωστες τοποθεσίες ή η εγκατάλειψή τους στα σύνορα χωρίς πρόσβαση σε επικοινωνία ή ασφαλείς εναλλακτικές λύσεις έναντι των συνεχών μπρος-πίσω μεταξύ μεταξύ Λετονίας και Λευκορωσίας συνιστά «μυστική κράτηση» και θα μπορούσε να ισοδυναμεί με εξαναγκαστική εξαφάνιση.

Αναγκαστικές επιστροφές, κακοποίηση και βασανιστήρια

Καθώς δεν υπήρχε αποτελεσματική πρόσβαση σε άσυλο υπό την κατάσταση έκτακτης ανάγκης, οι Λετονοί αξιωματικοί εξανάγκασαν ορισμένους ανθρώπους που κρατούνταν στα σύνορα να συμφωνήσουν να επιστρέψουν “εθελοντικά” στις χώρες καταγωγής τους ως μόνο τρόπο για να τους βγάλουν από το δάσος.

Άλλες/-οι εξαναγκάστηκαν ή παραπλανήθηκαν ώστε να δεχτούν την εθελοντική επιστροφή σε κέντρα κράτησης ή αστυνομικά τμήματα.

Ο Hassan, από το Ιράκ, δήλωσε στη Διεθνή Αμνηστία ότι προσπάθησε να εξηγήσει πως η ζωή του θα κινδύνευε αν επέστρεφε: «Το κομάντο απάντησε: “Μπορείς να πεθάνεις και εδώ”».

Ένας άλλος Ιρακινός, ο Omar, περιέγραψε πώς ένας αξιωματικός τον χτύπησε από πίσω και τον ανάγκασε να υπογράψει ένα χαρτί επιστροφής: «Μου κρατούσε το χέρι και μου έλεγε ότι πρέπει να βάλεις υπογραφή και στη συνέχεια με βία με ανάγκασε να βάλω υπογραφή».

Σε ορισμένες περιπτώσεις, ο εκπρόσωπος του ΔΟΜ για τη Λετονία αγνόησε τα στοιχεία ότι οι άνθρωποι που μεταφέρθηκαν στο πλαίσιο διαδικασιών «εθελοντικής» επιστροφής δεν είχαν δώσει τη γνήσια συγκατάθεσή τους για την επιστροφή.

«Η Λετονία, η Λιθουανία και η Πολωνία συνεχίζουν να διαπράττουν σοβαρές παραβιάσεις, με το πρόσχημα ότι δέχονται “υβριδική επίθεση” από τη Λευκορωσία. Καθώς πλησιάζει ο χειμώνας και οι μετακινήσεις στα σύνορα ξαναρχίζουν, η κατάσταση έκτακτης ανάγκης συνεχίζει να επιτρέπει στις αρχές της Λετονίας να επιστρέφουν παράνομα ανθρώπους στη Λευκορωσία. Πολλές/-οί περισσότερες/-οι θα μπορούσαν να εκτεθούν σε βία, αυθαίρετη κράτηση και άλλες καταχρήσεις, με περιορισμένη ή καθόλου ανεξάρτητη εποπτεία», δήλωσε η Eve Geddie.

«Η επαίσχυντη μεταχείριση της Λετονίας προς τους ανθρώπους που φτάνουν στα σύνορά της αποτελεί ζωτική δοκιμασία για τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, οι οποίοι πρέπει να λάβουν επειγόντως μέτρα για να διασφαλίσουν ότι η Λετονία θα τερματίσει την κατάσταση έκτακτης ανάγκης και θα αποκαταστήσει το δικαίωμα ασύλου σε ολόκληρη τη χώρα για κάθε άτομο που αναζητά ασφάλεια, ανεξάρτητα από την καταγωγή του ή τον τρόπο με τον οποίο έχει περάσει τα σύνορα».

Ιστορικό

Καθώς οι επαναπροωθήσεις στα σύνορα της Λευκορωσίας με τη Λετονία, τη Λιθουανία και την Πολωνία εντείνονται εκ νέου, το Συμβούλιο της Ε.Ε. θέτει ως προτεραιότητα την έκδοση κανονισμού για την «εργαλειοποίηση» των μεταναστριών/-ών και των αιτουσών/-ούντων άσυλο. Αυτό θα επέτρεπε στα κράτη-μέλη που αντιμετωπίζουν καταστάσεις «εργαλειοποίησης», όπως η Λετονία, να παρεκκλίνουν από τις υποχρεώσεις τους βάσει της νομοθεσίας της Ε.Ε. για το άσυλο και τη μετανάστευση. Η πρόταση επηρεάζει δυσανάλογα τα δικαιώματα των προσφυγισσών/-ύγων και των μεταναστριών/-ών και κινδυνεύει να υπονομεύσει την ενιαία εφαρμογή του δικαίου ασύλου της Ε.Ε.

Τον Ιούνιο, το Δικαστήριο της Ε.Ε. έκρινε ότι ο λιθουανικός νόμος για το άσυλο και τη μετανάστευση, ο οποίος περιόριζε τη δυνατότητα των ατόμων να υποβάλλουν αιτήσεις ασύλου υπό καθεστώς έκτακτης ανάγκης και προέβλεπε την αυτόματη κράτηση των αιτουσών/-ούντων άσυλο, ήταν ασυμβίβαστος με το δίκαιο της Ε.Ε.

Η ανάλυση και τα συμπεράσματα του δικαστηρίου θα πρέπει να ισχύουν άμεσα για την κατάσταση στη Λετονία, όπου, από τον Αύγουστο του 2021, η κατάσταση έκτακτης ανάγκης εμποδίζει ουσιαστικά την πρόσβαση στο άσυλο για τους περισσότερους ανθρώπους που εισέρχονται ή επιχειρούν να εισέλθουν «παράτυπα» από τη Λευκορωσία.