Καθηγήτρια στο επάγγελμα, η Ανί Ερνό που βραβεύθηκε αυτή την εβδομάδα με το  Νόμπελ Λογοτεχνίας, είναι μία από τις αναφορές του γαλλικού φεμινισμού. Από τη δεκαετία του ’70, αφηγείται τον κόσμο μέσα από τη δική της εμπειρία, ως «κοριτσιού, που αντιμετώπισε την κοινωνική περιφρόνηση και την ανδρική κυριαρχία».

Ads

Για μεγάλο χρονικό διάστημα χαρακτηριζόταν ως μία άθλια συγγραφέας, που έγραφε για τη άνοστη παιδική της ηλικία στη Νορμανδία, πριν γίνει διάσημη. Στα 81 της, αποτελεί πηγή έμπνευσης για τους ακτιβιστές υπέρ της ισότητας των δύο φύλων, τις κοινωνικές τάξεις, την ισότητα.

Αυτόν το χειμώνα, έδειξε δημόσια την υποστήριξή της στον υποψήφιο της Αριστεράς Ζαν-Λυκ Μελανσόν. Η εφημερίδα Liberation την είχε συναντήσει για μία συζήτηση για την Αριστερά και την αλήθεια, εφ’ όλης της ύλης, από την οποία παραθέτουμε αποσπάσματα.

Ξαναδιαβάζετε τα βιβλία σας;

Ποτέ, εκτός εάν μου ζητηθεί για ένα συγκεκριμένο γεγονός. Έχω μερικά που έτυχαν μικρότερης αποδοχής. Η αντίδρασή μου είναι πάντα η ίδια: «Δεν μπορούσα να το ξαναγράψω, αλλά ειλικρινά, αυτό ήθελα να κάνω». Δεν έχω να μετανιώσω για τα βιβλία μου. Εκείνη τη στιγμή που τα έγραφα, δεν μπορούσα να γράψω τίποτα άλλο.

Ads

Πάντα με γοήτευε η συγγραφέας Μαργκερίτ Γιουρσενάρ  για το πώς χρησιμοποιούσε τα κείμενά της: η βελτίωση είναι ένας όρος που δεν γνωρίζω στη λογοτεχνία. Μπορούμε να βελτιώσουμε ένα πιάτο προσθέτοντας ένα συστατικό. Ένα βιβλίο, όχι: είναι μία οντότητα. Αλλά δεν ήρθατε για αυτό. Ήρθατε, για να μου μιλήσετε για τον Ζαν-Λιυκ Μελανσόν …

Μεταξύ άλλων, ήταν ένα καλό πρόσχημα. Αλλά ας προχωρήσουμε. Γιατί αποφασίσατε να ενταχθείτε στο «λαϊκό Κοινοβούλιο » που συγκεντρώνει προσωπικότητες από τον συνεταιριστικό, συνδικαλιστικό, πνευματικό και καλλιτεχνικό κόσμο;

Η πολιτική δράση αποτελεί κομμάτι του εαυτού μου, ακόμη και όταν δεν τη δημοσιοποιώ. Το 2012, είχα γράψει ένα μακροσκελές άρθρο στην εφημερίδα «Le Monde», για να υποστηρίξω τον Φρανσουά Ολάντ για το δεύτερο γύρο. Ο Μελανσόν, θα είναι η τρίτη φορά που τον ψηφίζω στον πρώτο γύρο. Δεν έκανα, λοιπόν, ένα μεγάλο άλμα.

Στο πρόγραμμά του, το οποίο έχω διαβάσει προσεκτικά, υπάρχουν προτάσεις που μου φαίνονται ουσιαστικές. Η ιδέα της συλλογικότητας, η επαναφορά του φόρου περιουσίας, η κατανομή του πλούτου, η οργάνωση της εργασίας. Και πρωτίστως υπάρχει αυτό το διάσημο μέτρο αλλαγής της Δημοκρατίας. (Υψώνει τη φωνή της.) Δεν θέλω αυτές τις γαμημένες προεδρικές εκλογές πια!

Ψηφίζω από το 1962. Ήταν η πρώτη φορά, ήμουν 21 ετών. Ήταν δημοψήφισμα. Ο Ντε Γκωλ είχε θέσει την ερώτηση: «Θέλετε να εκλέξουμε τον πρόεδρο με καθολική ψηφοφορία;». Και είχα ψηφίσει όχι. Ο Μελανσόν ενίοτε φρικάρει. (Γελάει.) Αλλά, συνολικά, βλέπω έναν καλλιεργημένο άνθρωπο, με ένα όραμα της ιστορίας, που τον αισθάνομαι αξιόπιστο. Αλλά δεν είμαι αντικειμενική: περιτριγυρίζομαι μόνο από ανθρώπους που τον ψηφίζουν.

Συνοδεύσατε τη μητέρα σας στην κάλπη το 1945. Ποιον είχε ψηφίσει;

Ήμουν πολύ νέα, για να θυμάμαι. Αλλά ήταν μια γυναίκα, που ψήφιζε για πρώτη φορά. Ήμουν στην κάλπη μαζί της. Ήταν περίεργο, ένιωσα σαν εξομολογήτρα..Αυτές οι δύο τελευταίες δεκαετίες οι εκλογές, όλες οι εκλογές, δεν ενδιαφέρουν πλέον κανέναν. Ή σχεδόν πια κανένα.

Εκτός αυτού, έχουμε δει δημοσκοπήσεις να εμφανίζονται, στα ΜΜΕ, θέτοντας ερωτήσεις όπως «Υπάρχουν πάρα πολλοί μετανάστες;». Το να το ρωτάς σημαίνει να το σκέφτεσαι. Τα τελευταία χρόνια χαρακτηρίστηκαν από μια ατομικιστική υποχώρηση, την οποία οι τρομοκρατικές επιθέσεις του 2015 δεν βοήθησαν. Αλλά τίποτα δεν έχει γίνει για τη συνοχή της γαλλικής κοινωνίας.

Αποδέχεστε τον χαρακτηρισμό της «στρατευμένης συγγραφέως»;

Αποδέχομαι αυτόν τον όρο. Έζησα τα νιάτα μου ανάμεσα σε στρατευμένους συγγραφείς. Οι Σαρτρ, Μποβουάρ,ο Καμύ, που δεν είχε πάρει αποστάσεις. Γνώρισα, επίσης, το Μάη του ’68.

Παρατηρώ, και λυπάμαι σιγά-σιγά για την απεμπλοκή των συγγραφέων. Θεωρώ καθήκον να παίρνουμε θέση. Ακόμα κι αν κάνω λάθος, θέλω να τοποθετηθώ.

Ρίχνω μια ματιά στην κοινωνία και τις γυναίκες, δύο κατευθύνσεις, δύο πόνους, που αντιστοιχούν στη βιογραφία μου: βίωσα την κοινωνική περιφρόνηση και ήρθα αντιμέτωπη, ως κορίτσι, με την ανδρική κυριαρχία.

Σήμερα, είναι πολύ δύσκολο να βγάλεις τα προς το ζην γράφοντας βιβλία. Οι συγγραφείς, εάν τοποθετηθούν, φοβούνται μήπως χάσουν τους αναγνώστες, μήπως πουλήσουν λιγότερα βιβλία. Μπορούμε να το καταλάβουμε, αλλά κατά τη γνώμη μου, αυτό είναι λάθος.

Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν περιορίζουν τη γραφή και, γενικότερα, την αφοσίωση;

Πράγματι, αυτός ο φόβος του να γίνεις ο στόχος… Σε ένα βιβλίο, είχα γράψει ένα κείμενο για τις γυναίκες που φορούν χιτζάμπ. Μέλη της κυβέρνησης είχαν τοποθετηθεί αρνητικά.

Είχα την περιέργεια να δω τις αντιδράσεις που προκάλεσε το κείμενό μου. Ήταν οδυνηρό: έχετε ανθρώπους που διαβάζουν αυτήν την εφημερίδα και που θα ήθελαν να απαγορεύονται οι γυναίκες από τα πάντα. Πουλώ βιβλία στη Γαλλία και στο εξωτερικό, με διαβάζουν σε κολέγια: ας πούμε, ότι καθόλου δεν με νοιάζει τι αντιδράσεις προκαλώ. Η ηλικία μπορεί να έχει σχέση με αυτό, αλλά όχι μόνο.

Το θεμέλιο της κοινωνικής ζωής είναι η λήθη. Ο Πούτιν είναι ένα καλό παράδειγμα. Είναι εδώ από το 1999. Δεν πρέπει να μένουν τόσο μεγάλο διάστημα, ειδικά πολιτικοί και τους δημοσιογράφοι. Είχε διεξάγει έναν φρικτό και εξαιρετικά βίαιο πόλεμο στην Τσετσενία. Στη συνέχεια, ήταν η Γεωργία, μετά περάσαμε στην Κριμαία. Αλλά ο κόσμος φαίνεται να το ανακαλύπτει τώρα. Η λήθη αφορά, επίσης, σε αυτή την πενταετία. Τα κίτρινα γιλέκα φαίνονται τόσο μακριά.

Αποκαλείτε τον Εμανουέλ Μακρόν «υπεροπτικό» κατά τη διάρκεια των κίτρινων γιλέκων. Ποια αίσθηση σας έδωσε, όταν εμφανίστηκε το 2017;

Είπα μέσα μου, «Μα, από πού ήρθε αυτός;». Διάβασα ότι υποστηρίζεται από τις τράπεζες. Δημιουργήθηκε από την εξουσία του χρήματος -με συγχωρείτε που μιλώ μαρξιστικά.

Μόλις εξελέγη, η κωμική πλευρά του επισκίασε τα πάντα. Τη στιγμή της πυρκαγιάς της Παναγίας των Παρισίων, έδωσε την εντύπωση ότι το παράκανε. Αν και ίσως αυτή είναι η φύση του, αφού έκανε θέατρο. Αλλά ποιο ήταν το νόημα να πει, στην αρχή της πανδημίας, «είμαστε σε πόλεμο».

Οι φράσεις του -«ας έρθουν να με βρουν» ή «διασχίστε το δρόμο, για να βρείτε δουλειά»- δεν είναι τυχαίες: αντανακλούν την ουσία μιας σκέψης, μία ταξική περιφρόνηση.

Περιβάλλεται από μαζορέτες, για να μείνει στο θέατρο, με τους βουλευτές της πλειοψηφίας του. Είμαστε δυνατοί από τις αδυναμίες των άλλων, σωστά;

Σας έχουν ποτέ εντυπωσιάσει δεξιές προσωπικότητες;

Πέραν της Σιμόν Βέιλ, δεν βλέπω άλλη – ήταν πραγματικά στη Δεξιά. Αναγνωρίζω ότι ορισμένες προσωπικότητες μπορούν να έχουν μία καλή οπτική ή να λάβουν σωστά μέτρα, όπως ο Ζακ Σιράκ το 2003, αντίθετος στον πόλεμο στο Ιράκ. Αλλά εντυπωσιασμένη, όχι, δεν είμαι. Από την άλλη πλευρά, εντυπωσιάστηκα από αριστερές προσωπικότητες, στις οποίες δεν αναγνωρίζω πλέον καθόλου τον εαυτό μου.

Νωρίτερα λέγατε ότι έχετε περιφρονηθεί κοινωνικά: πότε ήταν η τελευταία φορά;

Η περιφρόνηση μειώθηκε με το πέρασμα των χρόνων. Στον εκπαιδευτικό τομέα, βρήκα γρήγορα τη θέση μου ως καθηγήτρια. Αλλά στο λογοτεχνικό τομέα, εκεί, ειλικρινά, ήμουν θύμα περιφρόνησης. Ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του ’80, αφού κέρδισα το γαλλικό λογοτεχνικό βραβείο Renaudot για το «La Place». Ήμουν ο στόχος πολλών επικρίσεων, βίαιης ειρωνείας.

Βρισκόμουν σε κίνδυνο, όταν το «Passion simple» κυκλοφόρησε το 1992 (σημ.: αναφέρεται στην παθιασμένη σχέση της με έναν παντρεμένο άνδρα). Δεν υπήρχε τίποτα σε αυτό που θα μπορούσε να προσβάλει κοινωνικά την αστική τάξη, αλλά αυτή πήρε εκδίκηση για την επιτυχία του «La Place». Αυτό το βιβλίο μου έφερε πολλούς εχθρούς. Ήμουν μία γυναίκα, που δεν προερχόταν από το χώρο τους. Ήταν εξαιρετικά βίαιο.

Το πρίσμα των ανθρώπων άλλαξε μετά το βιβλίο «Les Années», το 2008. Σήμερα, ορισμένες επιθέσεις δεν θα ήταν πλέον δυνατές. Στο «Nouvel Observateur», με είχαν αποκαλέσει, ωστόσο, στο παρελθόν, «Madame Ovarie», για να πετύχουν με ένα σμπάρο, δυο τρυγόνια: τη «Madame Bovary» και τις «ωοθήκες». Ήταν δύσκολο.

Τι γίνεται με το φεμινισμό, που δημιουργήθηκε ως προτεραιότητα κατά τη διάρκεια της πενταετίας;

Χα! Χα! Χα! Χα! Αυτό είναι καλό!

Ο φεμινισμός έχει υποχωρήσει;

Δεν ξέρω, τουλάχιστον, δεν έχει προχωρήσει. Υπάρχει ένα χαρακτηριστικό με τον Μακρόν: ο τρόπος του να σέρνει τα πόδια του για όλα όσα σχετίζονται με τις γυναίκες. Η υποβοηθούμενη τεκνοποίηση υιοθετήθηκε μόλις πέρυσι, η 14η εβδομάδα του ορίου των αμβλώσεων είναι πολύ πρόσφατη. Φαίνεται να λαμβάνει αυτά τα μέτρα παρά τη θέλησή του.

Μιλάτε, για λήθη, για την ηλικία σας. Ποια είναι η εποχή που προτιμούσατε να ζήσετε;

Δεν νομίζω να έχει υπάρξει μία στιγμή, όπου να είπαμε «είμαστε χαρούμενοι». Είναι μια πολύ υποκειμενική ερώτηση. Σχετίζεται με την ηλικία, με την ατμόσφαιρα.

Εγώ, έχω μόνο μια ανάμνηση της εποχής, όπου βρήκα την πιο ενδιαφέρουσα να ζήσω. Είναι το 1968 και αυτό που ακολούθησε, θα έλεγα έως το 1975, παρά την πετρελαϊκή κρίση του 1973. Δεν πρόκειται μόνο για νέες ιδέες και για μια νέα αντίληψη της ελευθερίας με το Νόμο της Βέιλ. Υπήρχε αυτή η αίσθηση ότι μπορούσες να αγοράσεις πολύ συγκεκριμένα πράγματα. Ένα πλυντήριο πιάτων, πχ.. Ο σύζυγός μου και εγώ είχαμε αλλάξει την ασπρόμαυρη τηλεόρασή μας σε έγχρωμη.

Θα μπορούσαμε να επεκτείνουμε την περίοδο στις αρχές της δεκαετίας του ’80. Το προαστικό μετρό έφτασε, και ο Φρανσουά Μιτεράν, επίσης, παρά την απογοήτευση που ακολούθησε. Νιώθω ότι ήμασταν περισσότερο «έθνος».

Μερικές φορές, οι παλιοί λένε ότι αυτές οι εποχές ήταν ευλογημένες και ότι πληρώνουμε για μια ανωμαλία.

Τίποτα δεν είναι πιο ενοχλητικό από το να σε αποκαλούν «μπούμερ». Είναι μια αποδεκτή ιδέα: κατηγορούμε τον πληθυσμό ότι θέλει να είναι ευτυχισμένος. Όλοι θέλουν να είναι ευτυχισμένοι, σωστά; Είναι οι πολιτικές που έχουν βάλει τους Γάλλους εκεί που είναι σήμερα. Θυμάμαι τον Λιονέλ Ζοσπέν το 2002 που δήλωσε, στις προεδρικές εκλογές: «Το πρόγραμμά μου δεν είναι σοσιαλιστικό».

Εντελώς! Ποιο είναι το έργο του; Δεν είχα ψηφίσει τον Ζοσπέν, αλλά την Αρλέτ Λαγκιγέρ. (υποψήφια Τροτκιστών).Στην πραγματικότητα, υπήρξε αυτό το σημείο καμπής, όπου οι σοσιαλιστές έχασαν το αριστερό ιδεώδες, αυτό της επιθυμίας να εξυψώσουν ολόκληρη την κοινωνία.

Η λέξη «αριστερά» έχει ακόμα νόημα;

Για μένα, ναι. ..Η λέξη «αριστερά» φέρνει τη χειραφέτηση και την ελπίδα, ένα ιδανικό στραμμένο προς το μέλλον.

Η πολιτική δεν είναι καταστολή, αλλά δημιουργία. Ο Εμανουέλ Μακρόν δεν έκρυψε την υπερηφάνειά του μετά την κατάργηση του φόρου περιουσίας.

Έχω συχνά ακούσει τον Γιανίκ Ζαντό (ευρωβουλευτής, ηγετικό στέλεχος Πρασίνων), αλλά δεν θα του συγχωρήσω ότι πήγε σε αυτή τη διαδήλωση των αστυνομικών ενώπιον της Εθνοσυνέλευσης. (Κάνει μεγάλες χειρονομίες με το χέρι της.) Ποτέ! Και το ίδιο ισχύει για τον Φαμπιάν Ρουσέλ… ο οποίος είναι κομμουνιστής, όπως εγώ είμαι θρησκευόμενη.

Υπάρχουν αγώνες που έχετε ανακαλύψει;

Ανακαλύπτω λίγο κάθε μέρα. Ή ανακαλύπτω ξανά, όπως ο οικοφεμινισμός, που ήξερα και που είχε κάπως ξεχαστεί. Βασικά, είναι οι ερωτήσεις γύρω από τον φεμινισμό και το φύλο που συνεχίζουν να με προκαλούν.Εξακολουθώ να έχω περιέργεια για τις ιδέες και τα κινήματα που αλλάζουν την κοινωνία.

Δεν είναι καν θέληση, είναι τροπισμός. Διαβάζω πολλά στο διαδίκτυο και πιάνω τον εαυτό μου να ακολουθεί την επικαιρότητα κάθε ώρα. Είμαι εγγεγραμμένη στα πολυμέσα στο smartphone μου. Και όταν παραλαμβάνω τα νέα στο σπίτι ταχυδρομικώς, ξέρω ήδη τα πάντα.

Τούτου λεχθέντος, εξακολουθεί να υπάρχει για μένα η απόλαυση του χαρτιού. Δεν μου αρέσει να διαβάζω μεγάλα κείμενα στο διαδίκτυο. Δεν υπάρχει παραμόρφωση στο χαρτί. Είστε αντιμέτωποι με ένα υλικό πράγμα, είναι πραγματικά σημαντικό. Είχα μία ηλεκτρονική συσκευή ανάγνωσης, την οποία έβαλα στο ράφι: είχα την εντύπωση πως ό,τι διάβαζα εκεί ήταν το ίδιο.

Παρεμπιπτόντως, μπορείτε να χρονολογήσετε τη στιγμή, όπου γίνατε φεμινίστρια;

Δεν υπήρξε μία κομβική στιγμή. Στην πραγματικότητα, μου φαίνεται ότι ήμουν πάντα φεμινίστρια, ήμουν πάντα έστω και χωρίς να το γνωρίζω. Στην ανάγνωση του «Δεύτερου Φύλου» της Σιμόν ντε Μποβουάρ: συμφώνησα απόλυτα μαζί της ως προς την κατάσταση των γυναικών.

Ήμουν 18 και μισό χρονών, τα μισά μετράνε πολύ σε μια ζωή. Μπορώ να σας πω ότι πολλά πράγματα ξεκαθάρισαν για μένα εκείνη τη στιγμή, διότι είχα ήδη μία ζωή που σημαδεύτηκε από σκληρές εμπειρίες με τα αγόρια. Έχω καταλήξει σε ένα συμπέρασμα με την πάροδο του χρόνου. Οι κακές επιλογές που έκανα στη ζωή μου ήταν τις στιγμές, όπου έπαψα, κατά κάποιον τρόπο, να είμαι φεμινίστρια.

*Κεντρική φωτογραφία από BBC