Τις έντονες αντιδράσεις αρκετών ευρωβουλευτών προκάλεσαν τα όσα ακούστηκαν στην σημερινή συνεδρίαση της Εξεταστικής Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου PEGA. Οι ευρωβουλευτές ζήτησαν μεταξύ άλλων ταχύτερες έρευνες και μεγαλύτερη διαφάνεια, τόνισαν την ανάγκη να διερευνηθούν επειγόντως οι εταιρείες κατασκοπευτικού λογισμικού, επισημαίνοντας τον κίνδυνο καταστροφής αποδεικτικών στοιχείων. Υπογράμμισαν ακόμη τις αρνητικές συνέπειες του θέματος για τη δημοκρατία, την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης και την ελευθερία της έκφρασης και εξαπέλυσαν πυρά κατά της κυβέρνησης Μητσοτάκη. 

Ads

Ενδεικτική είναι η τοποθέτηση της Πολωνής ευρωβουλευτή από τους Φιλελεύθερους (Renew Europe), Ρόζα Τουν, η οποία ανέφερε χαρακτηριστικά: «Όσα καταθέτετε, τα ξέρω… Τις ίδιες πρακτικές εφάρμοσε η κυβέρνηση στην Πολωνία κατά της αντιπολίτευσης και δημοσιογράφων, προκειμένου να κρατήσει την εξουσία».

«Όταν ερευνούμε ευρωπαϊκές κυβερνήσεις για σκάνδαλα ηλεκτρονικών παρακολουθήσεων, η απάντηση που μας προβάλλουν οι κυβερνήσεις είναι εθνική ασφάλεια. Έχουμε πολλά ερωτηματικά όταν τα θύματα είναι πολιτικοί της αντιπολίτευσης, ακτιβιστές και δημοσιογράφοι. Αναρωτιόμαστε κατά πόσο το επιχείρημα της εθνικής ασφάλειας εσκεμμένα χρησιμοποιείται για αλλότριους σκοπούς και για λόγους που δεν έχουν καμία σχέση με την εθνική ασφάλεια. Είναι βάσιμες αυτές οι υποψίες» σημείωσε από την πλευρά του ο Τζορντι Σολε από την Ομάδα των Πρασίνων.

«Έχω σοκαριστεί λίγο γιατί στις τελευταίες τοποθετήσεις χάσαμε λίγο τους τύπους. Μέχρι και το σκάνδαλο αμφισβητήθηκε, αν είναι σκάνδαλο αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα. Εμείς θεωρούμε ότι είναι σκάνδαλο να παρακολουθούνται με λογισμικά όπως το Pegasus οι πολίτες. Για αυτό και δημιουργήσαμε αυτήν την εξεταστική επιτροπή. Είναι σκάνδαλο αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα – και στην Ευρώπη – με παράνομες παρακολουθήσεις δημοσιογράφων, βουλευτών, αντιφρονούντων. Έχουμε κανόνες. Όλοι οι ευρωβουλευτές έχουμε πλήρη ευρωβουλευτική ασυλία. Δεν μπορεί να παρακολουθηθεί ή να διωχθεί ευρωβουλευτής χωρίς να ζητηθεί από το ευρωκοινοβούλιο η άρση της ασυλίας» σημείωσε η Ντιάνα Ρίμπα ι Τζίνερ από την Ομάδα των Πρασίνων.

Ads

Έντονα ενοχλημένη από την επίκληση του απορρήτου εκ μέρους των Ελλήνων αξιωματούχων, που κατέθεσαν ενώπιον της αρμόδιας Εξεταστικής Επιτροπής Ευρωκοινοβουλίου για το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων εμφανίστηκε η εισηγήτρια της επιτροπής PEGA, Σόφι Ιντβελντ. Μάλιστα, σε ανάρτησή της στο twitter η Ολλανδή ευρωβουλευτής επεσήμανε: «Το δεύτερο πάνελ της επιτροπής PEGA δυστυχώς εξελίσσεται σε κωμικό σκετς τύπου “Ο υπολογιστής-λέει-Όχι” Σχεδόν καμία απάντηση, επειδή “δεν είναι μέσα στις δυνατότητές μας”, “κανένα σχόλιο για τις υποθέσεις”, “ζήτημα εθνικής ασφάλειας επομένως άκρως απόρρητο”».

Απαιτούνται ταχύτερες εθνικές έρευνες, τόνισαν οι ευρωβουλευτές στο σύνολό τους και υποστήριξαν ότι οι πολίτες χρειάζονται μεγαλύτερη διαφάνεια. Σε σχετική ανακοίνωση του ευρωκοινοβουλίου αναφέρεται πως οι ευρωβουλευτές «οι ευρωβουλευτές συμφώνησαν ότι πρέπει να διερευνηθούν επειγόντως οι εταιρείες κατασκοπευτικού λογισμικού, επισημαίνοντας τον κίνδυνο καταστροφής αποδεικτικών στοιχείων, ενώ τόνισαν τις αρνητικές συνέπειες του θέματος για τη δημοκρατία, την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης και την ελευθερία της έκφρασης».

Σημειώνεται ακόμη πως «έθεσαν ερωτήματα σχετικά με αναφορές για φακέλους της ΕΥΠ που έχουν καταστραφεί παράνομα και τόνισαν τις ευθύνες των αρχών προστασίας της ιδιωτικής ζωής στο πλαίσιο του γενικού κανονισμού της ΕΕ για την προστασία δεδομένων (GDPR). Ρώτησαν επίσης κατά πόσο το ισχύον νομικό πλαίσιο της ΕΕ είναι κατάλληλο για τη διερεύνηση τέτοιων ζητημάτων ψηφιακών επικοινωνιών και έθιξαν τις επιπτώσεις των γεγονότων στην Ελλάδα για όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, καθώς και για το ίδιο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο».

Αναλυτικά η ανακοίνωση του ευρωκοινοβουλίου

Την Πέμπτη 8 Σεπτεμβρίου, η εξεταστική επιτροπή του Κοινοβουλίου για τη διερεύνηση της χρήσης του λογισμικού Pegasus και ισοδύναμου κατασκοπευτικού λογισμικού επιτήρησης πραγματοποίησε δημόσια ακρόαση για την Ελλάδα. Μπορείτε να παρακολουθήσετε μαγνητοσκοπημένη την ακρόαση στο Κέντρο Πολυμέσων του Κοινοβουλίου.

Οι δημοσιογράφοι καταγγέλλουν τον αντίκτυπο των παρακολουθήσεων στις ευρωπαϊκές αξίες

Στο πρώτο μέρος της ακρόασης, οι ευρωβουλευτές άκουσαν μαρτυρίες από Έλληνες δημοσιογράφους οι οποίοι είτε έχουν στοχοποιηθεί με κατασκοπευτικό λογισμικό, είτε έχουν διερευνήσει υποθέσεις παρακολούθησης.

Ο Θανάσης Κουκάκης και ο Σταύρος Μαλιχούδης υποστήριξαν ότι το δημοσιογραφικό τους έργο οδήγησε στη στοχοποίησή τους. Ο κ. Κουκάκης σημείωσε ότι η παρακολούθησή του δεν θα είχε τεθεί στο σωστό πλαίσιο χωρίς την εξεταστική επιτροπή του ΕΚ και τους ελέγχους που πραγματοποιήθηκαν στα τηλέφωνα των ευρωβουλευτών, γεγονός που αποκάλυψε ότι το τηλέφωνο του Νίκου Ανδρουλάκη (Σοσιαλιστές, Ελλάδα) είχε τεθεί επίσης στο στόχαστρο. Ο κ. Μαλιχούδης σημείωσε ότι κατά την περίοδο της παρακολούθησής του είχε ξεκινήσει συνομιλίες για τη δημιουργία ενός διεθνούς δικτύου δημοσιογράφων για προσφυγικά θέματα, με αποτέλεσμα να έχουν αποκαλυφθεί ευαίσθητες πληροφορίες σχετικά με δημοσιογράφους σε άλλες χώρες.

Η Ελίζα Τριανταφύλλου μίλησε για το ερευνητικό της έργο σχετικά με τη χρήση κατασκοπευτικού λογισμικού στην Ελλάδα. Η κα. Τριανταφύλλου διαπίστωσε ότι οι επίσημες έρευνες για παραβιάσεις της ιδιωτικής ζωής φαίνεται να προχωρούν με αργούς ρυθμούς, ενώ οι έρευνες για διαρροές στα μέσα ενημέρωσης πολύ ταχύτερα. Υποστήριξε ότι απαιτούνται αξιόπιστες έρευνες σχετικά με τις δραστηριότητες της εταιρείας παροχής κατασκοπευτικού λογισμικού Intellexa.

Οι ευρωβουλευτές συμφώνησαν ότι πρέπει να διερευνηθούν επειγόντως οι εταιρείες κατασκοπευτικού λογισμικού, επισημαίνοντας τον κίνδυνο καταστροφής αποδεικτικών στοιχείων, ενώ τόνισαν τις αρνητικές συνέπειες του θέματος για τη δημοκρατία, την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης και την ελευθερία της έκφρασης. Ρώτησαν επίσης αν η Ελλάδα κινείται προς μια αυταρχική κατεύθυνση, με τους προσκεκλημένους ομιλητές να επισημαίνουν ότι τουλάχιστον οι δημοσιογράφοι βιώνουν αρνητικό κλίμα όταν ασκούν κριτική κατά της κυβέρνησης. Οι ευρωβουλευτές έδειξαν ενδιαφέρον για το θέμα των αδειών εξαγωγής κατασκοπευτικού λογισμικού στην Ελλάδα αλλά και στην Κύπρο.

Απαιτούνται ταχύτερες εθνικές έρευνες, λένε οι ευρωβουλευτές

Στο δεύτερο μέρος, οι ευρωβουλευτές συνομίλησαν με Έλληνες αξιωματούχους, οι οποίοι τόνισαν τους σοβαρούς περιορισμούς που τους επιβάλλει ο νόμος όσον αφορά τη δημοσιοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών, και ότι δεν πρέπει να επηρεάσουν τις εν εξελίξει έρευνες και την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης μέσω δημόσιων παρατηρήσεων σχετικά με τα ζητήματα αυτά. Ο Αθανάσιος Στάβερης  (Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης) περιέγραψε την εθνική στρατηγική ασφάλειας και το χρονοδιάγραμματης κυβέρνησης, καθώς και τις προσπάθειες για την ενσωμάτωση της νομοθεσίας της ΕΕ για την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο (για παράδειγμα την οδηγία NIS2) στο εθνικό δίκαιο.

Ο Πάνος Αλεξανδρής (Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Δικαιοσύνης) εξέφρασε την ικανοποίησή του για το έργο της επιτροπής και τόνισε τα δικαιώματα στην ιδιωτική ζωή, την οικογενειακή ζωή και την προστασία των δεδομένων που προβλέπονται από την ελληνική νομοθεσία. Τόνισε επίσης τον ρόλο της ανεξάρτητης Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ) στη διασφάλιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων της ιδιωτικής ζωής. Τέλος, ο Πρόεδρος της ΑΔΑΕ Χρήστος Ράμμος μίλησε για τον εποπτικό ρόλο της Αρχής και τους νομικούς περιορισμούς που αντιμετωπίζει όσον αφορά τις εισαγγελικές διώξεις.

Οι ευρωβουλευτές υποστήριξαν ότι οι πολίτες της ΕΕ χρειάζονται μεγαλύτερη διαφάνεια, σημείωσαν ότι η κυβέρνηση έχει υποσχεθεί να διερευνήσει γρήγορα τις εν λόγω υποθέσεις και την παρότρυναν να σημειώσει ταχύτερη πρόοδο. Έθεσαν ερωτήματα σχετικά με αναφορές για φακέλους της ΕΥΠ που έχουν καταστραφεί παράνομα και τόνισαν τις ευθύνες των αρχών προστασίας της ιδιωτικής ζωής στο πλαίσιο του γενικού κανονισμού της ΕΕ για την προστασία δεδομένων (GDPR). Ρώτησαν επίσης κατά πόσο το ισχύον νομικό πλαίσιο της ΕΕ είναι κατάλληλο για τη διερεύνηση τέτοιων ζητημάτων ψηφιακών επικοινωνιών και έθιξαν τις επιπτώσεις των γεγονότων στην Ελλάδα για όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, καθώς και για το ίδιο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.