Ήταν καλοκαίρι του 1991 πρωί Κυριακής όταν χτύπησε το τηλέφωνο. Ένας συνάδελφος στην ΕΡΤ, με σπασμένη φωνή, μου ανήγγειλε το θάνατο του Ανδρέα. Του φίλου μας, του αδελφού μας. Στα 26 χρόνια του, με το παιδί του μόλις 18 ημερών, χάθηκε από άσκοπο πυροβολισμό σε κρητικό γάμο στην Αθήνα, την ώρα που βιντεοσκοπούσε. Του Κώστα Θ. Βασιλάκη.

Ads

 
Ένιωσα το έδαφος να φεύγει κάτω από τα πόδια μου. Οργίστηκα, ούρλιαξα, γέμισα θυμό. Αλλά δεν μπορούσα να κάνω τίποτα. Ο Ανδρέας δεν υπήρχε πια. Το καστανόξανθο παλικάρι, που ήρθε στην Κρήτη την άνοιξη του 1989, έζησε εδώ δύο χρόνια και αγάπησε με πάθος τον τόπο και τους ανθρώπους του, έφυγε άδικα μ’ έναν παράλογο τρόπο. Την επομένη όλοι πήγαμε στην κηδεία του στην Αθήνα. Με βουρκωμένα μάτια, συνοδεύσαμε τον Ανδρέα στην τελευταία του κατοικία.
Όσοι Κρητικοί ανεβήκαμε στο τελευταίο κατευόδιο νιώθαμε την ανάγκη να απολογηθούμε γι’ αυτό το λεγόμενο «έθιμο», γι’ αυτή τη βαρβαρότητα που έχει στείλει στον τάφο πολλούς ανθρώπους. Ουδείς όμως μάς το ζήτησε.
 
Έχουν περάσει 23 χρόνια από τότε, κανένας μας δεν μπορεί να ξεχάσει το παλικάρι από την Ήπειρο με το μόνιμο χαμόγελο στα χείλη, τα λαμπερά μάτια και το ασίγαστο πάθος για τη ζωή.
 
Κάθε φορά που η ειδησεογραφία φέρνει πρώτα σ’ εμάς το θλιβερό μαντάτο ενός θανάτου από άσκοπο πυροβολισμό, έρχεται στη μνήμη ο Ανδρέας. Αλλά και κάθε «Ανδρέας» που χάνεται στη δίνη αυτού του λεγόμενου εθίμου, που ντροπιάζει την Κρήτη και μας εκθέτει σ’ όλο τον κόσμο.
 
Εκφυλισμός
 
Τις τελευταίες μέρες μετά το νέο περιστατικό που έγινε στο Ρέθυμνο με θύμα τον 25χρονο, Γιώργο Γυπαράκη, ειπώθηκαν και γράφτηκαν πολλά, αλλά λίγοι στάθηκαν στην ουσία του προβλήματος.
 
Στην Κρήτη επικράτησε μετά την αποχώρηση των Γερμανών η στρεβλή αντίληψη ότι το νησί θα ήταν ελεύθερο και δεν θα το πατούσε μπότα καταχτητή, εάν δεν είχε αφοπλιστεί από τη δικτατορία του Μεταξά. Έτσι όσα όπλα έμειναν μετά την αντίσταση και την αποχώρηση των Ναζιστών φυλάχτηκαν στα σεντούκια.
 
Τότε όμως υπήρχε άλλη νοοτροπία και ένα επίπεδο παιδείας, υψηλότερο. Ένας παλιός Κρητικός, 85 ετών σήμερα, μου είπε σε μια κουβέντα που κάναμε για το ζήτημα αυτό: «Τα όπλα τα έχουμε παιδί μου μόνο εάν χρειαστούν. Πριν 30 χρόνια εάν τολμούσε κάποιος να βάλει το πιστόλι στη μέση του και να πάει στο καφενείο ήταν προσβολή. Ο κόσμος εάν το αντιλαμβανόταν τον αποδοκίμαζε και δεν ήξερε που να κρυφτεί». Αργότερα ήμουν αυτήκοος μάρτυρας σ’ ένα άλλο περιστατικό. Ένας 45χρονος ζήτησε από ένα μεγαλύτερο Κρητικό να του δείξει το όπλο του και εκείνος γεμάτος θυμό του απάντησε: «Εγώ μωρέ δεν το έχω για να το δείχνω και να παίζω στον αέρα».
 
Όλα αυτά μέχρι το τέλος της δεκαετίας του ΄70. Μετά «ήρθαν οι βάρβαροι». Η παράνομη οπλοφορία και οπλοχρησία έγιναν της… μόδας. Το εύκολο χρήμα γέμισε τα σπίτια με πανάκριβα όπλα, κάποιοι τα επιδείκνυαν κάνοντας τους καμπόσους, φωτογραφιζόταν και τα κρατούσαν σε κάθε κοινωνική εκδήλωση σε κάθε γλέντι, όπου κυριολεκτικά γινόταν «πόλεμος».
 
Γρήγορα δημιουργήθηκε και το επόμενο επάγγελμα, ο σφαιράς. Γύριζε σε κάθε εκδήλωση, όπου μυριζόταν… πελατεία, έχοντας το πορτμπαγκάζ της Μπεμβέ γεμάτο σφαίρες. Άνθρωποι που μπορεί να μην είχαν να αγοράσουν γάλα στα παιδιά τους έδιναν χρήματα για σφαίρες για να μην φανούν υποδεέστεροι. Τέτοιος εκφυλισμός.

Οι θάνατοι και οι τραυματίες πολλοί, αλλά οι αντιδράσεις χωρίς ουσία, περιεχόμενο και συνέχεια, αφού δεν υπήρχε η πολιτική βούληση πάταξης του φαινομένου. Τα όπλα και οι σφαίρες έγιναν ένα καλός τρόπος πλουτισμού για ορισμένους στην Κρήτη, που ασχολούνταν και με άλλες επικερδείς δραστηριότητες όπως η καλλιέργεια και η πώληση χασίς και άλλων ουσιών.
 
Εντυπωσιασμοί
 
Μετά από κάθε περιστατικό και λόγω της ειδησεογραφικής έκτασης γινόταν εντυπωσιακές και φαντασμαγορικές κινήσεις από υπουργούς και πολιτευτές, οι οποίοι «διερρήγνυαν τα ιμάτια τους» ζητώντας τη λήψη μέτρων. Μέχρι και ο τότε υπουργός Δημόσιας Τάξης κ. Βουλγαράκης παρέδωσε σε μια εκδήλωση το οικογενειακό κειμήλιο, ένα περίστροφο.
 
Δεν τολμούσε κανείς τους όμως να μιλήσει ή να αντιδράσει όταν στις μεγάλες συγκεντρώσεις των πολιτικών αρχηγών ΠΑΣΟΚ και ΝΔ οι σφαίρες έπεφταν βροχή. Τσιμουδιά μη χάσουμε την… πελατεία.
 
Πνευματικοί άνθρωποι της Κρήτης ή με καταγωγή από το νησί βγήκαν συνέταξαν επιστολές, έκαναν δηλώσεις, πήραν πρωτοβουλίες αλλά μέχρι εκεί. Η πολιτεία δεν έδινε σημασία και οι άνθρωποι κόντεψαν να γίνουν γραφικοί.
 
Αυτές τις μέρες μετά τον θάνατο του 25χρονου στα Μυριοκέφαλα οι περισσότεροι σιώπησαν. Βλέπετε σε λίγες μέρες έχουμε εκλογές για την Τοπική Αυτοδιοίκηση και δεν είναι καιρός για τέτοιες «παλικαριές». Αυτό είναι το χάλι μας. Κάποιοι ψέλλισαν μια δυο κουβέντες «έτσι για να περνά η ώρα».
 
Ο υποψήφιος ευρωβουλευτής της ΝΔ και πρώην υπουργός, Μανόλης Κεφαλογιάννης, έστειλε επιστολή στους υπουργούς Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης, ζητώντας την πάταξη του φαινομένου της παράνομης οπλοχρησίας, αλλά δεν είπε κουβέντα για την παράνομη οπλοκατοχή και οπλοφορία. Με λίγα λόγια σε κάθε γλέντι, σε κάθε γάμο και βάφτιση σε κάθε γιορτή να υπάρχει και ένας αστυνομικός. Γίνονται αυτά;
 
Το πρόβλημα πρέπει να παταχθεί στη βάση του. Να χτυπηθεί η παράνομη οπλοφορία και οπλοκατοχή. Τα υπόλοιπα είναι λόγια του αέρα. Αυτό δεν μπορεί να γίνει σε μια μέρα, μια εβδομάδα, ένα μήνα ή ένα χρόνο. Θέλει πολιτική βούληση, που δεν υπάρχει, οργανωμένες αστυνομικές επιχειρήσεις και γρήγορη απόδοση της Δικαιοσύνης με εφαρμόσιμες ποινές. Το αδίκημα να είναι διαρκές αυτόφωρο.

Παράλληλα απαιτείται να ξεκινήσει μια ενημερωτική εκστρατεία στα παιδιά. προκειμένου να γίνει κατανοητό ότι η οπλοφορία και η οπλοκατοχή δεν είναι ούτε μαγκιά ούτε παλικαριά. Λέω στα παιδιά γιατί αυτή η γενιά έχει… χαθεί.
 
Δεν είναι όλη η Κρήτη
 
Πρέπει να πούμε όμως κάτι εδώ. Οι γενικεύσεις βλάπτουν και οδηγούν σε λαθεμένες αποφάσεις. Όλοι ξέρουν που εστιάζεται το πρόβλημα. Όλοι ξέρουν σε ποιες περιοχές του νησιού υπάρχουν οπλοστάσια. Όλοι ξέρουν ποιες κοινωνικές ομάδες είναι εθισμένες σε αυτά τα φαινόμενα. Επομένως ξέρουν που πρέπει να δράσουν και πώς να το επιτύχουν. Αρκεί να το θέλουν.
 
 
Υ.Γ.
Με αφορμή το περιστατικό του άδικου θανάτου του 25χρονου, ο πρώην υπουργός του ΠΑΣΟΚ, Θεόδωρος Πάγκαλος, προέβη ξανά σε αμετροεπείς δηλώσεις, προχωρώντας ακόμη και στην αμφισβήτηση του πατριωτισμού των Κρητικών. Γι’ αυτό το θέμα έλαβε απάντηση από τους πνευματικούς ανθρώπους του νησιού. Δεν μας είπε όμως σε πόσες κοινωνικές εκδηλώσεις συμμετείχε στο νησί, ως κουμπάρος ή σύντεκνος, όπου χαλούσε ο κόσμος από τις μπαλωθιές. Τότε μάλλον το απολάμβανε.

Ads

Εξάλλου δε διαφέρει και πολύ από εκείνους που πυροβολούν χωρίς να χρησιμοποιήσουν το μυαλό τους. Το ίδιο πράττει με τη γλώσσα του. 

* Στη φωτογραφία ο Γιώργος Γυπαράκης