Στο έλεος των υπολογισμών κέρδους και ζημίας των φαρμακευτικών εταιριών και του κράτους βρίσκονται χιλιάδες ασθενείς που δεν βρίσκουν τα φάρμακα που χρειάζονται, ακόμη και αν απειλείται η υγεία τους. Φαρμακοποιοί και γιατροί σηκώνουν τα χέρια ψηλά, μάλιστα ενδεικτικό είναι ότι στη Βόρεια Ελλάδα προτρέπουν τους πολίτες να απευθυνθούν σε φαρμακεία στα Σκόπια ή στη Βουλγαρία. Οσο για τους αρμόδιους κρατικούς φορείς, σε μια συνήθη τακτική, μεταθέτουν τις ευθύνες που τους αναλογούν.

Ads

Οι φαρμακευτικοί σύλλογοι ανά την επικράτεια, από τον Έβρο ως τα Χανιά, καταγγέλλουν το γεγονός και τονίζουν ότι καταγράφουν ελλείψεις περίπου 400 σκευασμάτων πρώτης γραμμής.

«Το πρόβλημα με τις ελλείψεις φαρμάκων είναι χρόνιο, όμως όσο πάνε τα πράγματα χειροτερεύουν. Εδώ και μήνες, δεν μπορώ να σας πω πόσα ακριβώς φάρμακα δεν υπάρχουν, όμως για να καταλάβετε, αυτή τη στιγμή, σε μια παραγγελία που δίνουμε με 100 φάρμακα, τα 60 είναι σε έλλειψη. Το πρόβλημα είναι τρομερό», λέει στο tvxs.gr ο πρόεδρος του Φαρμακευτικού Συλλόγου Αττικής, Κωνσταντίνος Λουράντος.

Ενδεικτική είναι και η περίπτωση της ασθενούς, Ευδοκίας Τσίμπα, η οποία, όπως περιγράφει στο tvxs.gr, «από τον Ιούνιο αναζητώ το φάρμακο dianicotyl tab 100 mg. Επείγει διότι έχω κολλήσει το βακτηρίδιο της φυματίωσης, αυτό είναι το βασικό, κοινό, αντιφυματικό φάρμακο, το οποίο πρέπει να πάρω ώστε αφού αντιμετωπιστεί η φυματίωση να μπορέσω να πάρω τη θεραπευτική αγωγή για τη ρευματολογική πάθησή μου. Αυτά είναι κατόπιν εξετάσεων, διάγνωσης και συνεννόησης μεταξύ πνευμονολόγου και ρευματολόγου. Το φάρμακο αυτό δεν υπάρχει πουθενά. Ούτε στην πόλη μου τη Θεσσαλονίκη αλλά και σε όποια πόλη έβαλα συγγενείς και γνωστούς να ψάξουν. Οι φαρμακοποιοί μας λένε ότι δεν υπάρχει από το Μάιο και οι ασθενείς περιμένουν στην ουρά. Δεν υπάρχει ούτε το γενόσημό του. Μάλιστα, μας προέτρεψαν να πάμε στα Σκόπια να το πάρουμε. Εν τω μεταξύ εγώ υποφέρω από τους πόνους και απλώς περιμένω».

Ads

Τι συμβαίνει

Υπεύθυνο για τις παραγγελίες των φαρμάκων είναι το Ινστιτούτο Φαρμακευτικής Έρευνας & Τεχνολογίας (ΙΦΕΤ), που δραστηριοποιείται στην παραγωγή, εισαγωγή και διάθεση φαρμακευτικών προϊόντων, τα οποία δεν κυκλοφορούν στην ελληνική αγορά από ιδιωτικές φαρμακευτικές επιχειρήσεις, πλην όμως κρίνονται ως απολύτως απαραίτητα για την θεραπεία των ασθενών και την προστασία της δημόσιας υγείας.

Είναι θυγατρική εταιρεία του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (ΕΟΦ) και λειτουργεί βάσει των εντολών και οδηγιών του.

Που οφείλεται η τραγική έλλειψη τόσων πολλών και τόσο σοβαρών φαρμάκων στην ελληνική αγορά;

Όπως εξηγεί ο κ. Λουράντος «σε πολλούς λόγους. Καταρχάς, επανεξάγονται γιατί πωλούνται πιο ακριβά στο εξωτερικό. Τα φάρμακα στην Ελλάδα θεωρούνται για τις εταιρίες φθηνά, έτσι τα εξάγουν ή τα επανεξάγουν στο εξωτερικό, όπου τους συμφέρει περισσότερο. Δεν υπάρχει λοιπόν επαρκής εφοδιασμός από τις εταιρείες. Οι ελληνικές ιδιωτικές φαρμακευτικές εταιρίες δεν έχουν έλλειψη σε αυτά τα φάρμακα. Απλώς τις συμφέρει να τα πουλάνε στο εξωτερικό. Ο ΙΦΕΤ που είναι υπεύθυνος ώστε εφόσον χρειάζονται να τα παραγγείλει από έξω, δεν τολμά να τα εισάγει γιατί στο εξωτερικό είναι ακριβότερα, τα αγοράζει ακριβότερα, δεν συμφέρει δηλαδή. Είναι τραγικό όμως. Υποτίθεται ότι προέχει η υγεία του ελληνικού λαού. Το κράτος οφείλει να το ρυθμίσει. Ο ΕΟΦ πρέπει να ελέγχει την ελληνική αγορά και να φροντίζει να υπάρχει επάρκεια φαρμάκων. Η δικαιολογία ότι δεν το εισάγει φάρμακα γιατί είναι ακριβά, είναι απαράδεκτη. Είναι ντροπή».

Πως γίνεται όμως και παρά το ότι οι τιμές των φαρμάκων στην Ελλάδα είναι χαμηλές, οι ασθενείς έρχονται αντιμέτωποι με πολύ υψηλές συμμετοχές στα φαρμακεία;
Για τον ίδιο λόγο που υπάρχει και η έλλειψη φαρμάκων στην αγορά, λόγω παράλληλης εξαγωγής.

Όπως εξηγεί ο Ανδρέας Γραμμενίδης, από το Φαρμακευτικό Σύλλογο Έβρου, «μέσα από διάφορα κανάλια, τα προϊόντα εισάγονται σε πρώτη φάση στην Ελλάδα φτηνά και μετά τα ίδια αυτά φάρμακα εξάγονται σε άλλες χώρες με ακριβότερη τιμή. Συνεπώς σημειώνεται έλλειψη στην ελληνική αγορά, διότι τα φάρμακα εξάγονται σε χώρες όπου πωλούνται ακριβότερα με στόχο το ίδιον κέρδος των χονδρεμπόρων από τις φαρμακαποθήκες. Σε πρώτη φάση θα πρέπει να σταματήσουν οι εξαγωγές – οι οποίες είναι μεν νόμιμες, δεν ξέρω όμως κατά πόσο είναι ηθικές. Θα έπρεπε να υπάρχει μια καλύτερη διαχείριση του στοκ απ’ τις φαρμακαποθήκες», λέει, επισημαίνοντας πως ο Πανελλήνιος Φαρμακευτικός Σύλλογος έχει κάνει εκκλήσεις και ενέργειες προς πάσα κατεύθυνση, αλλά «δυστυχώς το αποτέλεσμα δεν είναι το επιθυμητό».

Οι συστηματικές ελλείψεις φαρμάκων ήταν το αντικείμενο συζήτησης και προβληματισμού και στην προ ημερών συνέλευση των φαρμακοποιών της Λάρισας.

Όπως εξήγησε και ο πρόεδρος του Πανελλήνιου Φαρμακευτικού Συλλόγου, Απόστολος Βαλτάς, «οι ποσότητες φαρμάκων που προμηθεύουν οι εταιρείες προς τα φαρμακεία μας είναι συνεχώς μειούμενες, γιατί τα φάρμακα είναι φθηνά. Υπάρχουν εταιρείες στη Ελλάδα που επειδή τα φάρμακα είναι φθηνά, αντί να τα προμηθεύσουν στα φαρμακεία, τα εξάγουν νομίμως στο εξωτερικό. Κι ενώ το κράτος είναι υποχρεωμένο να προφυλάξει τον Έλληνα ασφαλισμένο και να του εξασφαλίσει τα φάρμακά του, επιτρέπει τις εξαγωγές προς αγορές όπως Γερμανία, Ισπανία Γαλλία και άλλες, οι οποίες πωλούν τα σκευάσματα ακριβότερα».

Την ίδια ώρα στον απολογισμό των ενεργειών του 2021, που δημοσιοποίησε πριν λίγες εβδομάδες η διοίκηση του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (ΕΟΦ) αναφέρεται και στις ελλείψεις φαρμάκων στην ελληνική αγορά, λέγοντας πως στα τέλη του 2019 υπήρχαν σημαντικές ελλείψεις σε ογκολογικά φάρμακα.

«Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, και παρά τις δυσκολίες σε παγκόσμιο επίπεδο καταφέραμε και μειώσαμε τις ελλείψεις σε αυτά τα φάρμακα, αλλά και γενικότερα σε άλλα φάρμακα, με αποτέλεσμα η τριετία αυτή να είναι η περίοδος με τις μικρότερες ελλείψεις, οι οποίες υπάρχουν σε όλες τις χώρες και θα συνεχίσουν να υπάρχουν και στη χώρα μας για διαφόρους λόγους που δεν είναι επί του παρόντος», σημειώνει χαρακτηριστικά.

Σύμφωνα, με τα πρόσφατα στοιχεία του ΕΟΦ, λείπουν από τα ράφια των φαρμακείων 114 σκευάσματα για διάφορες παθήσεις, εκ των οποίων τα 12 είναι νοσοκομειακά και τα 4 εμβόλια.

Το tvxs.gr επικοινώνησε με επιμονή με το ΙΦΕΤ, που είναι υπεύθυνο για τις παραγγελίες, θέτοντας το ζήτημα, ωστόσο δεν έλαβε επίσημη απάντηση μέχρι τη στιγμή δημοσίευσης αυτού του ρεπορτάζ.