Τη διαφαινόμενη μεσολάβηση της Εύας Καϊλή από τη θέση της αντιπροέδρου του Ευρωκοινοβουλίου και του συντρόφου της Φραντσέσκο Τζόρτζι -βοηθό του Αντόνιο Παντσέρι, πρώην ευρωβουλευτή που βρίσκεται στο επίκεντρο του σκανδάλου διαφθοράς- στο λόμπινγκ των εφοπλιστών Βαγγέλη Μαρινάκη και Γιώργου Προκοπίου, αποκαλύπτουν έγγραφα της δικογραφίας του Qatargate, για την απόκτηση κατασχεμένων ρωσικών τάνκερ και την εξαίρεση υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) από τις κυρώσεις της ΕΕ κατά της Ρωσίας.

Ads

Η αποκάλυψη στο πλαίσιο του Qatargate είναι αποτέλεσμα της δημοσιογραφικής έρευνας των Reporters United σε συνεργασία με το πανευρωπαϊκό δίκτυο EIC και τη βελγική εφημερίδα Le Soir, η οποία έχει στην κατοχή της και τα σχετικά έγγραφα. Όπως αναφέρουν, τα στοιχεία εντοπίστηκαν στο λάπτοπ του Φραντσέσκο Τζόρτσι, τότε σύντροφο της Εύας Καϊλή, σε φάκελο με τίτλο «Business».

Ο συγκεκριμένος φάκελος είχε τέσσερις υποφακέλους με τίτλους: Nitrato, Q8, Covid test, Russia. Όπως αναφέρεται στην έρευνα των Reporters United, EIC, Le Soir, «όλοι τους ακολουθούν ένα κοινό νήμα: Ένας επιχειρηματίας ή μια επιχείρηση, σχεδόν πάντα ελληνικών συμφερόντων, ζητά τις υπηρεσίες του κ. Τζόρτζι ή ανθρώπων στον κύκλο της κ. Καϊλή, όπως ο δικηγόρος της με έδρα τις Βρυξέλλες, Σπύρος Παππάς, και ο πρώην υπουργός Άμυνας της Ιταλίας και πλέον λομπίστας, Μάριο Μάουρο».

Τα νέα στοιχεία που εισφέρουν στο Qatargate και τη συμμετοχή της Εύας Καϊλή, δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στον υποφάκελο Russia (Ρωσία) καθώς «αφορά δύο ξεχωριστές επιχειρήσεις λόμπινγκ μεταξύ του κ. Παππά και δύο κορυφαίων εφοπλιστών: Του κ. Βαγγέλη Μαρινάκη και του κ. Γιώργου Προκοπίου».

Ads

Συγκεκριμένα προκύπτουν τα εξής:

-Τον Απρίλιο και τον Αύγουστο του 2022, η αντιπρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου προσεγγίστηκε από τους δύο Έλληνες εφοπλιστές, για να τους παράσχει βοήθεια έναντι των κυρώσεων της ΕΕ κατά της Ρωσίας. Και τις δύο φορές μεσολάβησε ώστε να συνάψουν συμφωνίες με τον δικηγόρο Σπύρο Παππά και τον λομπίστα Μάριο Μάουρο.

-Το κύριο πρόσωπο στο οποίο ανατίθεται το λόμπινγκ είναι ο Σπύρος Παππάς – τον οποίο η κ. Καϊλή γνώριζε ήδη: Όταν ο Παππάς προσλαμβάνεται από τους Έλληνες εφοπλιστές, ήδη εκπροσωπεί την Καϊλή στην υπόθεσή της με τον OLAF. Και είναι αυτός που θα κληθεί να την εκπροσωπήσει τις πρώτες δύσκολες ώρες μετά τη σύλληψή της για το Qatargate.

-Ο κ. Τζόρτζι ισχυρίζεται ότι ο δικός του ρόλος και της συντρόφου του τελείωσαν με τις συστάσεις. Αυτό διαψεύδεται από σημαντικά στοιχεία που βρέθηκαν στο λάπτοπ του: Πρώτον, αντίγραφο της σύμβασης λόμπινγκ μεταξύ εταιρείας Μαρινάκη και του κ. Παππά. Δεύτερον, μέιλ με την οικογένεια Προκοπίου. Η εξήγηση που έδωσε ο ίδιος: «Έσωσα τη σύμβαση ως template (υπόδειγμα) για τον εαυτό μου».

-Και στις δύο περιπτώσεις, οι λομπίστες ανέλαβαν να παράσχουν στους εφοπλιστές πρόσβαση στα ευρωπαϊκά κέντρα εξουσίας σχετικά με τις αποφάσεις για κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας: Στην περίπτωση Μαρινάκη, ώστε «να γίνουν οι απαραίτητες επαφές με την Επιτροπή και πιθανώς με εκπροσώπους των κρατών μελών και του Συμβουλίου», με σκοπό να δοθεί «άδεια από την Επιτροπή» για αγοραπωλησίες τεσσάρων ρωσικών τάνκερ. Στην περίπτωση Προκοπίου, ώστε «να εντοπιστούν αμέσως οι άνθρωποι-κλειδιά που επηρεάζουν διαδικασίες και πολιτικές αποφάσεις».

-Για τα ρωσικά τάνκερ, η σύμβαση Παππά με την εταιρεία Μαρινάκη προέβλεπε αμοιβή σε περίπτωση επιτυχίας («success fee») ύψους 1,2 εκατ. δολαρίων στον κ. Παππά. (Τόσο η ναυτιλιακή Μαρινάκη όσο και ο κ. Παππάς δηλώνουν ότι η αμοιβή τελικά δεν καταβλήθηκε.)

-Χειρόγραφες σημειώσεις στα ελληνικά που κατασχέθηκαν στο διαμέρισμα του Τζόρτζι αναφέρονται συγκεκριμένα στις επιχειρηματικές δραστηριότητες του κ. Μαρινάκη. Μια σελίδα έχει τίτλο «Mission V» (Επιχείρηση V) και αποκαλεί τα μίντιά του «υπερόπλο».

-Και στις δύο περιπτώσεις, οι Έλληνες εφοπλιστές πέτυχαν τον σκοπό τους: Ο κ. Μαρινάκης αγόρασε τέσσερα ρωσικά τάνκερ από την ολλανδική τράπεζα ING τα οποία λίγες μέρες πριν ανήκαν στη ναυτιλιακή Sovcomflot, που ελέγχεται από το ρωσικό δημόσιο, παρότι αυτό είναι αρκετά πιθανό να είχε συμβεί και χωρίς τις υπηρεσίες του κ. Παππά. Όσο για τον κ. Προκοπίου, η επιδίωξη του να πετύχει εξαίρεση από τις κυρώσεις για συμπυκνώματα υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) υιοθετήθηκε σε επόμενο πακέτο κυρώσεων της ΕΕ.

Τι λέει ο Τζόρτζι

Σύμφωνα με τα νέα στοιχεία, σε δακτυλογραφημένες σημειώσεις που κατέσχεσαν οι βελγικές αρχές, ο Φραντσέσκο Τζόρτζι αναφέρει για Μαρινάκη – Προκοπίου:

«Δύο εφοπλιστές ρώτησαν την Εύα αν ήξερε κάποιον στην ΕΕ που να ασχολείται με τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας, διότι και οι δυο τους ήταν ανήσυχοι. Μιλήσαμε σχετικά και της συνέστησα κάποιον που γνώριζα, τον Μάριο Μάουρο, πρώην υπουργό Άμυνας, πρώην ευρωβουλευτή και τώρα λομπίστα. […] Ο Μάριο Μάουρο πρότεινε να προσεγγίσουμε τον Σπύρο Παππά και έτσι εγώ έκανα τις συστάσεις, χωρίς να εμπλακώ ο ίδιος. Η μία περίπτωση αφορούσε την απόκτηση τεσσάρων κατασχεμένων τάνκερ, και η άλλη την εξαγωγή ενός ειδικού είδους συμπυκνωμένου LPG που υπόκειτο σε κυρώσεις».

Η εκδοχή που παρουσιάζει ο Φρ. Τζόρτζι αμφισβητείται στην έρευνα καθώς όπως αναφέρεται:

«Αντίθετα με ό,τι λέει ο Τζόρτζι, πηγή με καλή γνώση της υπόθεσης μάς είπε ότι ήταν η ίδια η Εύα Καϊλή που έφερε σε επαφή τον κ. Παππά με την πλευρά Μαρινάκη, αφού άλλωστε ήδη την εκπροσωπούσε για την υπόθεση του OLAF σχετικά με φερόμενη κακοδιαχείριση κονδυλίων που αφορούσαν πρώην συνεργάτες της. Προτού εργαστεί ως δικηγόρος στις Βρυξέλλες, ο κ. Παππάς διετέλεσε Γενικός Διευθυντής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (1995-2001). Από το 2020 είναι εγγεγραμμένος στο μητρώο λομπιστών της ΕΕ. Μετά την επαφή με την κ. Καϊλή, ανώτατο στέλεχος της Capital Product Tankers (εταιρείας συμφερόντων Μαρινάκη και εισηγμένης στο χρηματιστήριο Nasdaq), επικοινωνεί με τον κ. Παππά και ξεκινούν τη συνεργασία για την υπόθεση».

Η υπόθεση αφορούσε την εταιρεία Sovcomflot, μία από τις μεγαλύτερες ναυτιλιακές στον κόσμο, η οποία βρισκόταν στα πρόθυρα κατάρρευσης εξαιτίας των κυρώσεων αλλά και των δανείων προς μια κοινοπραξία δυτικών τραπεζών υπό την ολλανδική ING. Η Sovcomflot αποφασίζει να πουλήσει μέρος του στόλου της, κάτι το οποίο συμφέρει και την ING, που φοβάται για την τύχη των δανείων της. Το ερώτημα όμως που απασχολεί όλα τα μέρη είναι το εξής: Εκτός από συμφέρον, είναι και νόμιμο; Ή μήπως παραβιάζει τις κυρώσεις;

Στις 21 Απριλίου, Capital και Παππάς υπογράφουν τη συμφωνία τους, η οποία είναι σχεδόν ίδια με αυτήν που βρέθηκε στο λάπτοπ του συντρόφου της Εύας Καϊλή και την οποία έχουν στη διάθεσή τους το Reporters United και το EIC. Η συμφωνία προέβλεπε πως ο κ. Παππάς θα παρείχε «νομικές και πολιτικές συμβουλές» […] για την απόκτηση τεσσάρων τάνκερ αργού πετρελαίου της PAO Sovcomflot αντί περίπου 200 εκατ. δολαρίων από την ING».

Η Κομισιόν στέλνει τον Μαρινάκη στην ελληνική κυβέρνηση

Στις 20 Απριλίου, ο Παππάς στέλνει επιστολή στην Κομισιόν με την οποία ονοματίζει τον κ. Μαρινάκη ως «τελικό πραγματικό δικαιούχο» της CSM και ζητά «επιβεβαίωση ή αν είναι απαραίτητο να δοθεί άδεια» για την απόκτηση των τάνκερ της Sovcomflot από την ING.

Η επιστολή, που έχει τη σήμανση «αυστηρά εμπιστευτικό» και «επιχειρηματικά μυστικά» – στη διάθεση του Reporters United και του EIC -, ουσιαστικά ρωτά την Κομισιόν αν η συναλλαγή εμπίπτει στην εξαίρεση του άρθρου 5aa του πακέτου κυρώσεων, η οποία επέτρεπε για μεταβατική περίοδο δύο μηνών (ως τις 15 Μαΐου) την πραγματοποίηση συναλλαγών με ρωσικές οντότητες που αφορούσαν προϋπάρχουσες συμβάσεις.

Στις 11 Μαΐου, η Κομισιόν απαντάει στον Παππά και τη CSM. Αντί να εμποδίσει ή να επιτρέψει τη συναλλαγή, τους παραπέμπει στο ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών ως την αρμόδια αρχή. Τα νέα είναι ασφαλώς καλοδεχούμενα για τον κ. Μαρινάκη, με δεδομένη τη στάση της ελληνικής κυβέρνησης εναντίον των κυρώσεων της ΕΕ – θέμα στο οποίο η κυβέρνηση Μητσοτάκη ταυτίζεται πλήρως με τις θέσεις της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών.

Τι απαντά η Capital, συμφερόντων Βαγγέλη Μαρινάκη

Στο πλαίσιο της έρευνας, Reporters United, EIC και Le Soir απευθύνθηκαν στον Τζέρι Καλογηράτο, διευθύνοντα σύμβουλο της Capital Products Tanker, επειδή αυτός υπέγραφε το αντίγραφο της σύμβασης που βρέθηκε στο λάπτοπ του Τζόρτζι. Η εκδοχή του, όπως εκφράστηκε μέσω γραπτής απάντησης, είναι αρκετά διαφορετική.

«Σε ό,τι αφορά τη συμφωνία που έχουμε στη διάθεσή μας, ο κ. Καλογηράτος επιβεβαιώνει ότι η “Capital Ship Management προσέλαβε τον Παππά”. Η εταιρεία «αναζήτησε συμβουλές ως προς τον τρόπο με τον οποίο το καθεστώς κυρώσεων της ΕΕ θα εφαρμοζόταν στην εν δυνάμει συναλλαγή», αναφέρεται στο δημοσίευμα.

Ο κ. Καλογηράτος, συνεχίζει το δημοσίευμα, επιβεβαιώνει ότι υπήρχε πρόβλεψη για «αμοιβή επιτυχίας», αλλά δεν καταβλήθηκε.

Το διακύβευμα, όπως αναφέρεται στην έρευνα, ήταν η εξαίρεση από τις ευρωπαϊκές κυρώσεις ορισμένων συμπυκνωμάτων φυσικού αερίου, ιδίως όσων παράγονταν από εργοστάσια LNG στη Ρωσία ή εισάγονταν από τη Ρωσία.

Ο Σπύρος Παππάς έστειλε επιστολή στην Κομισιόν, με την οποία επιχειρηματολόγησε υπέρ της εξαίρεσης που ζητούσαν οι πελάτες του ενώ το ζήτημα συζητήθηκε στο Coreper, την Επιτροπή των Μονίμων Αντιπροσώπων των εθνικών κυβερνήσεων.

Στις 16 Δεκεμβρίου 2022, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, ανακοίνωσε το ένατο πακέτο κυρώσεων, τροποποιώντας τον Κανονισμό 2022/2474. Ανάμεσα στα μέτρα που υιοθετήθηκαν, το Συμβούλιο και η ΕΕ αποφάσισαν να «εξαιρεθούν από τις κυρώσεις τα συμπυκνώματα φυσικού αερίου που παράγονται σε εργοστάσια παραγωγής υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG).

ING, Sovcomflot και Κομισιόν

Στην επιστολή Παππά προς την Κομισιόν υπάρχει μια ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια: Η Capital αναφέρει ότι ήταν η ολλανδική τράπεζα ING που προσέγγισε την ελληνική εταιρεία με την πρόταση πώλησης των τάνκερ – άρα δεν ενδιαφέρθηκε πρώτα η ελληνική εταιρεία, ούτε επρόκειτο για πρόταση της Sovcomflot. Συνεπώς, απαντήσεις στα εύλογα ερωτήματα θα έπρεπε να προσφέρει η ολλανδική τράπεζα.

Απαντώντας στο EIC και το Reporters United, η ING αναφέρει πως «οι συγκεκριμένες συναλλαγές βασίζονταν σε προηγούμενες συμβάσεις (πριν τον Μάρτιο 2022) και ολοκληρώθηκαν αρκετά πριν την προθεσμία της 15ης Μαΐου 2022. Συνεπώς, η ING έχει πλήρως συμμορφωθεί με τις κυρώσεις της ΕΕ και του Ηνωμένου Βασιλείου».

Όμως παρά τις συγκεκριμένες ερωτήσεις μας με στόχο τη διακρίβωση του τι πραγματικά συνέβη, η ολλανδική τράπεζα δεν θέλησε να μας δώσει καμία πληροφορία για τη διπλή συναλλαγή, στο επίκεντρο της οποίας βρέθηκε η ίδια: «Αποτελεί πολιτική μας να μη μοιραζόμαστε με τα ΜΜΕ πληροφορίες σχετικά με συγκεκριμένους πελάτες, ούτε για το αν αυτοί αποτελούν πελάτες μας».

Ανάλογη στάση σιωπής επέδειξε η ρωσική Sovcomflot.

Ακόμα πιο προβληματική όμως είναι η παρατεταμένη σιωπή της ίδιας της Κομισιόν για το θέμα. Παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις του EIC, ούτε οι εκπρόσωποι τύπου, ούτε η ειδική υπηρεσία που αφορά τις κυρώσεις, ούτε η επικεφαλής της Αλίνα Νεντέα δέχτηκαν να απαντήσουν. Ευρωπαίος ειδικός σε θέματα ναυτιλιακών κυρώσεων, σχολίασε υπό τον όρο της ανωνυμίας για το ζήτημα:

«Το γεγονός πως τόσα διαφορετικά μέρη δεν επιθυμούν να δώσουν καμία πληροφορία, σε συνδυασμό με το ότι δεν υπάρχουν σε δημόσιες βάσεις δεδομένων στοιχεία για την ιδιοκτησία των πλοίων από την ολλανδική τράπεζα, προκαλεί σοβαρές απορίες».