Ως ένα άτομο με έπαρση, καταχρηστική και εξουσιαστική συμπεριφορά που όταν άκουγε «όχι» γινόταν αγρίμι και το μετέφραζε αυθαίρετα σε «ναι» περιέγραψε τον Πέτρο Φιλιππίδη η εισαγγελέας του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Αθήνας, Στέλλα Στόγια.

Ads

«Καταχράστηκε την ισχυρή του θέση ο κατηγορούμενος, ενεργώντας με έπαρση, έχοντας εξουσιαστική συμπεριφορά, συμπεριφερόταν σαν κακομαθημένο παιδί που δεν μπορούσε να ακούσει όχι. Και όταν άκουγε το όχι γινόταν αγρίμι. Το όχι το άκουγε σαν ναι. Δεν μπορούσε να δεχθεί ότι νέες ηθοποιοί τού λένε όχι. Είχε το σύνδρομο του εξουσιαστή, ο μάρτυρας Μπιμπίλας κατέθεσε για τον αυτοκράτορα Φιλιππίδη » είπε χαρακτηριστικά στην αγόρευσή της.

«Βρισκόταν στο απόγειο της καριέρας του, νόμιζε μπορούσε να έχει ό,τι ήθελε, όποια ήθελε» συνέχισε, ενώ απάντησε και στον ισχυρισμό του ίδιου του Πέτρου Φιλιππίδη κατά την απολογία του «δεν είμαι βιαστής, δεν έχω λόγο να είμαι» λέγοντας:

«Αναρωτιέμαι χρειάζεται λόγος; Ο βιαστής σκέφτεται έχω το δικαίωμα να κυριαρχώ επί του άλλο ατόμου… ».

Ads

Αναγνωρίζοντας το οδυνηρό της διαδικασίας για τις τρεις καταγγέλλουσες, υπερασπίστηκε συνολικά τα θύματα σεξουαλικής βίας που καταγγέλλουν σε δεύτερο χρόνο του θύτες απαντώντας στο «γιατί τώρα» της υπεράσπισης του κατηγορουμένου ως εξής:   

«Γιατί τώρα ένιωσαν έτοιμες, γιατί τώρα ένιωσαν δυνατές».

Στην έναρξη της αγόρευσής της, η εισαγγελέας ζήτησε από τους συνέδρους και ενόρκους να μην επηρεαστούν από τη δημοσιότητα και το αρνητικό κλίμα για τον κατηγορούμενο, να μην τον κρίνουν για την ηθική υπόστασή του, αλλά να κρίνουν με βάση τα πραγματικά περιστατικά σε σχέση με τις κατηγορίες που του αποδίδονται για βιασμό συναδέλφου του το 2008 και για απόπειρα βιασμού ακόμα δύο ηθοποιών το 2010 και το 2014.

Επίσης, απέρριψε κατηγορηματικά τα περί «οργανωμένου σχεδίου γυναικών» σε βάρος του, που ισχυρίστηκε στην απολογία του ο ηθοποιός, σημειώνοντας:

«Η θέση περί οργανωμένου σχεδίου για να «ξαναμοιραστεί η πίτα» που εκφράζει ο κατηγορούμενος δεν κρίνεται πειστική. Σήμερα η υπεράσπιση με τα στοιχεία που κατέθεσε θεωρεί πως μας έφερε το «κομματάκι που έλειπε από το παζλ». Όμως για την ύπαρξη οργανωμένου σχεδίου απαιτείται ένας αρχηγός, ένας εγκέφαλος. Σε αυτό ο κατηγορούμενος δεν μας έδωσε οριστικές απαντήσεις. Πώς γνώριζαν οι αρχικές καταγγέλλουσες για την ιστορία των τριών φερόμενων θυμάτων; Αυτές οι κύριες (σσ καταγγέλλουσες) αποφάσισαν να υποβάλλουν εαυτούς σε μία οδυνηρή διαδικασία, να εκθέσουν την προσωπική τους ζωή για να πλήξουν τον κατηγορούμενο; Εθελόντριες όπως λέει ο ίδιος; Τελικά μετά την αποκαθήλωση του κατηγορούμενου ξαναμοιράστηκε η πίτα;»

Πρόταση ενοχής για τις δύο απόπειρες βιασμού

Την ενοχή του κατηγορουμένου για τις δύο απόπειρες βιασμού ζήτησε η εισαγγελέας, απορρίπτοντας τους ισχυρισμούς του Πέτρου Φιλιππίδη περί «συναίνεσης».

Συγκεκριμένα, αναφερόμενη στο δεύτερο περιστατικό απόπειρας βιασμού το 2010 στο Θέατρο Μουσούρη, διετύπωσε την άποψη ότι η πράξη του βιασμού δεν ολοκληρώθηκε, σύμφωνα με τα καταγγελόμενα, για διάφορους λόγους. «Η πράξη του δεν ολοκληρώθηκε όχι επειδή με δίκη του βούληση τη σταμάτησε, αλλά γιατί όπως κατέθεσε η καταγγέλλουσα “ξενέρωσε”», σημείωσε η εισαγγελέας.

Η ίδια παρατήρησε, επίσης, ότι η καταγγέλουσα αναφέρει όλα τα περιστατικά που εξιστορεί με τον ίδιο τρόπο σε όλες τις καταθέσεις της.

Στον ισχυρισμό της υπεράσπισης ότι η καταγγέλουσα τον εκδικείται για στοιχεία και σημεία κατά τη διάρκεια του επαγγελματικού βίου τους, η εισαγγελέας τόνισε πως «αν ήταν συναινετικό αυτό που έγινε γιατί δεν πήρε τον ρόλο; Γιατί στη συνέχεια δεν συνεργάστηκαν ποτέ; Γιατί δεν έπαιξε στις δύο σειρές του mega;». Όπως επεσήμανε, η υπεράσπιση επιχείρησε να ακυρώσει την αξιοπιστία της, υπογραμμίζοντας, μεταξύ άλλων, ότι η δεύτερη καταγγέλλουσα απαντούσε στα τηλέφωνα του κατηγορουμένου και στα όσα ερωτικά της απηύθυνε.

Για την πρώτη απόπειρα, το 2014, στο αυτοκίνητο του κατηγορούμενου στο Παλαιό Ψυχικό, η κ. Στόγια τόνισε πως η «καταγγέλουσα, κατά την κατάθεσή της, είχε πάθει κρίση εκείνη τη στιγμή. Έκανε σαν αγρίμι και προσπαθούσε να αποτρέψει τον κατηγορούμενο από το εγκληματικό σχέδιό του, που ήταν να του κάνει πεολειχία. Μέσα στον πανικό της, της είχε μείνει η εντύπωση πως ήταν κλειδωμένη η πόρτα. “Είναι εκείνη η στιγμή που λες, πως δεν το έκανα. Γιατί δεν δοκίμασα να ανοίξω; Και τα βάζεις με τον εαυτό σου”, μας κατέθεσε εδώ στο δικαστήριο. Η θέση του κατηγορουμένου απέναντι στην κατηγορία είναι πως υπήρχε ερωτική διάθεση. Αν υπήρξε συναίνεση γιατί δεν τον αναζήτησε αργότερα; Γιατί δεν επιδιώκει να τον συναντήσει ξανά; Έγινε λόγος για το ημερολόγιό της. Πώς είναι δυνατόν, είπε η υπεράσπιση, για αυτό που της συνέβη να μη γράψει κάτι; Και γιατί να γράψει; Γιατί να καταγράψει κάτι φρικτό που της συνέβη. Οι σελίδες εκείνες τις ημέρες είναι κενές. Είναι ενδεικτικό και αυτό».

«Αθώος λόγω αμφιβολιών» για τον βιασμό

«Εκτιμώντας όλο το αποδεικτικό υλικό αδυνατώ να καταλήξω στο τι ακριβώς συνέβη. Έχω αμφιβολίες. Μπορεί να συνέβησαν τα γεγονότα όπως τα λέει η καταγγέλλουσα στο δικαστήριο, αλλά το δικαστήριο δε μπορεί να καταδικάσει με αμφιβολίες. Οι διαφοροποιήσεις στις καταθέσεις της πρώτης καταγγέλλουσας δεν είναι λεπτομέρειες. Υπάρχουν αμφιβολίες για το τι ακριβώς συνέβη. Για τον κατ’ εξακολούθηση βιασμό θα προτείνω να τον κηρύξει αθώο» σημείωσε στην αγόρευσή της για την πρώτη καταγγέλλουσα η εισαγγελική λειτουργός. Αναλύοντας το σκεπτικό της, ανέφερε:

«Οφείλουμε να ελέγξουμε την αξιοπιστία της μαρτυρίας όταν είναι το μόνο αποδεικτικό μέσο που υπάρχει. Για τον πρώτο καταγγελόμενο βιασμό η καταγγέλλουσα είχε καταθέσει ότι υπήρχε χειραγώγηση. Ήταν στο όριο, είχε καταθέσει η καταγγέλλουσα».

Για το δεύτερο περιστατικό βιασμού που κατήγγειλε η ίδια γυναίκα, είπε:

«Η καταγγέλλουσα είπε πως πήγε με βαριά καρδιά θεωρώντας πως θέλει να επανορθώσει ο κατηγορούμενος. Η καταγγέλλουσα στην ανακρίτρια είχε καταθέσει ότι ενθουσιάστηκε ασχέτως με ό,τι είχε γίνει, ενθουσιασμό που επιβεβαίωσε και η μητέρα της. Γεννώνται ερωτηματικά. Βεβαίως ήταν χαρούμενη στην προοπτική επαγγελματικής αποκατάστασης. Όμως μια γυναίκα που έχει υποστεί τέτοια πράξη επουδενί δεν πηγαίνει χαρούμενη στον βιαστή της. Είπε ότι “έτσι έχουμε γαλουχηθεί στο θέατρο”. Μέχρι ποια συμπεριφορά; Μέχρι τη διάπραξη κακουργήματος και μάλιστα από αυτά με τη μεγαλύτερη απαξία; Κατά την άποψη της ομιλούσας, όχι».

Η εισαγγελέας εκτίμησε ότι στις καταθέσεις της πρώτης καταγγέλλουσας υπάρχουν αντιφάσεις, τις οποίες ανέφερε αναλυτικά, υπογραμμίζοντας ότι το δεύτερο περιστατικό βιασμού της υπενθυμίστηκε από φίλο της και αναφέρθηκε στο στάδιο της ανάκρισης.

«Σε ερωτήσεις προς την καταγγέλλουσα για τις διαφοροποιήσεις που υπάρχουν στις καταθέσεις της, εκείνη υποστήριξε: “Ήταν όλα σε ένα σκοτεινό δωμάτιο. Όταν μου τα θύμισε ο Παναγιώτης (φίλος της), ήταν σαν να άνοιξε αυτή την πόρτα”. Η καταγγέλλουσα σε τρία διαφορετικά όργανα κατέθεσε διαφορετική αποτύπωση των γεγονότων. Άλλα στο ΣΕΗ, άλλα στον εισαγγελέα, άλλα στην ανάκριση. Γιατί δεν είπε στον εισαγγελέα όσα είπε στον ανακριτή; Η καταγγέλλουσα προσήλθε στον εισαγγελέα για να καταγγείλει όσα υπέστη, όχι να τα χαρακτηρίσει νομικά. Το τόσο σοβαρό γεγονός το καταθέτει πρώτη φορά στην ανακρίτρια. Αν το είχε καταθέσει στον εισαγγελέα, θα είχα διαφορετική τοποθέτηση, δεχόμενη ότι στο ΣΕΗ ήθελε να καταγράψει μια καταγγελία. Ανακάλυπτε όμως κάτι νέο σε κάθε επόμενο στάδιο».

Αυτές οι διαφοροποιήσεις δημιούργησαν ερωτηματικά στην εισαγγελέα της έδρας. «Ήταν ένα περιστατικό που της είχε ξανασυμβεί; Η πρώτη καταγγέλλουσα υποβάθμισε τα γεγονότα λέγοντας ότι αυτά συμβαίνουν στο θέατρο. Αν ήταν έτσι για ποιο λόγο το απώθησε ως γεγονός;», αναρωτήθηκε.

Συμπλήρωσε ότι όλοι οι επιστήμονες που εξετάσθηκαν συμφώνησαν σε ένα πράγμα, ότι «το βίωμα του βιασμού δεν μπορεί να σβήσει από τη μνήμη του θύματος».

«Η πρώτη καταγγέλλουσα είναι ηθοποιός και γνωρίζει τους κανόνες της υποκριτικής, επεσήμανε η εισαγγελέας και ανέφερε φράσεις της όπως «στο θέατρο ματώνουμε».

«Σε κανένα επαγγελματικό χώρο δεν μαθαίνουν οι δάσκαλοι στους νέους καλλιτέχνες να ανέχονται εγκλήματα. Συμπεριφορές ναι, πίεση ναι, αλλά όχι κακουργήματα ή κακοποιητικές συμπεριφορές», είπε χαρακτηριστικά.

«Μου προκάλεσε εντύπωση ότι σε αίτημα για αναπαράσταση η πρώτη καταγγέλλουσα είπε: “Θα δεχτώ να γίνει αναπαράσταση αν το κάνει ο ιδιος. Μπορεί;”. Στη συνέχεια είπε ότι ήταν χιούμορ και ειρωνία και πως το θεωρεί αναχρονιστικό. Επιτρέψτε μου όμως ότι με τον βιαστή σου δεν μπορείς να κάνεις χιούμορ. Θα εκτιμηθεί και η συμπεριφορά του θύματος. Το θύμα δεν απολογείται για τη συμπεριφορά του, αλλά αξιολογείται η κατάθεσή του».