Τους τελευταίους έξι μήνες, το κατά πόσο ο COVID-19 είναι επικίνδυνος για τη σωματική ακεραιότητα και υγεία των παιδιών, έχει συζητηθεί αρκετά. Αντίθετα, λιγότερη προσοχή έχει δοθεί στην επίδραση των ιδιαίτερων συνθηκών που βιώνει ένα παιδί στην “εποχή του COVID-19”, όσον αφορά τον ψυχικό του κόσμο.
 
Πιο συγκεκριμένα, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η έρευνα σχετικά με όσα “νιώθει” ένα παιδί σήμερα, με τις έντονες ανακατατάξεις και διαφοροποιήσεις στη ζωή και τις συνήθειες του να αποτελούν πραγματικότητα και να επηρεάζουν τις σκέψεις και τα συναισθήματα του.

Ads

Τι νιώθει ένα παιδί στην εποχή του κορονοϊού;
 
“Ο «κορονοϊός» – ό,τι κ όσο ακατανόητο να είναι αυτό το «κορονοϊός» για ένα παιδί – είναι ένα από τα πολλά νέα πράγματα του κόσμου που καλείται να ανακαλύψει κ να εμπλακεί”, δηλώνει στο tvxs ο Αθανάσιος Μαρβάκης, καθηγητής στο παιδαγωγικό τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, με ειδίκευση στην κλινική κοινωνική ψυχολογία.
 
Ο καθηγητής συνεχίζει, αναφέροντας ότι “όπως και για όλα τα άλλα πράγματα αυτού του κόσμου «προς ανακάλυψη κ εμπλοκή» έτσι κ με τον κορονοϊο η «επαφή» κ η γνωριμία δεν πραγματοποιείται άμεσα αλλά διαμεσολαβημένα – από πράξεις, λόγια, αντικείμενα. Δεδομένων των – κοινωνικών κι γνωστικών – περιορισμών των παιδιών, οι πράξεις και παραλήψεις, τα λόγια, τα αντικείμενα αυτά που διαμεσολαβούν (σ)τη σχέση τους με τον κόσμο προέρχονται αφενός από τον άμεσο κοινωνικό περίγυρο – τους γονείς, συγγενείς, γείτονες, φίλους, παιδαγωγούς”.
 
Επεξηγώντας με ακόμη μεγαλύτερη σαφήνεια τα όσα προαναφέρει, ο κ. Μαρβάκης δηλώνει επίσης πως “το παιδί, δηλαδή, δεν «γνωρίζει» τον κορονοϊό – άμεσα, αλλά, συνήθως, ακούει (για) κάτι, μέσα από τις πράξεις/παραλήψεις, τα λόγια (κάποιοι ονομάζουν κάτι ως «κορονοϊο») και τα αντικείμενα με τα οποία έχει ή έρχεται σε επαφή. Για τα (μικρά) παιδιά σημαντικές, κυρίαρχες είναι (ακόμη) οι παραστάσεις (π.χ. εικόνες) και τα συναισθήματα που ακούν, βλέπουν, αντιλαμβάνονται – και όχι (ακόμη) «αφηρημένες» έννοιες – όπως «ιός», κλπ”. Με άλλα λόγια λοιπόν, ο κύριος Μαρβάκης, επισημαίνει την υποκειμενική υπόσταση του ερωτήματος “τι νιώθει ένα παιδί σήμερα, στην εποχή του κορονοϊού”.
 
Μάλιστα, ενδέχεται το ερώτημα αυτό να μην έχει καν βάση, αν συλλογιστεί κανείς πως η έννοια του κορονοϊού, ερμηνεύεται και επεξηγείται διαφορετικά από κάθε παιδί, ανάλογα τα ερεθίσματα που λαμβάνει (και τον τρόπο που τα σκέφτεται).  Άλλωστε, “οι πράξεις/παραλήψεις, τα λόγια, τα αντικείμενα, οι παραστάσεις κλπ. του κοινωνικού περίγυρου και των προσβάσιμων media είναι το «υλικό» με  οποίο το κάθε παιδί συν-δημιουργεί ενεργά κ δημιουργικά τον δικό του ψυχικό «κόσμο» και αναπτύσσει κ καλλιεργεί σχέσεις με τον υπόλοιπο κόσμο”, όπως αναφέρει ο καθηγητής.

“Είναι σχεδόν αυτονόητο για τα παιδιά να καλούνται να αντιδράσουν σε πράγματα που δεν είναι αποτελέσματα δικών τους πράξεων”

Βέβαια, παρά την υποκειμενικότητα στον τρόπο ερμηνείας που αναφέρθηκε προηγουμένως, υπάρχουν ορισμένες (σχεδόν) αντικειμενικές σταθερές, οι οποίες άλλαξαν αρκετά τη ζωή και τις συνήθειες ενός παιδιού εν έτει 2020. Πιο συγκεκριμένα, γίνεται λόγος για το κλείσιμο των σχολείων την Άνοιξη, την καραντίνα αλλά και την ενδεχόμενη παραμονή στο σπίτι για περισσότερες ώρες (τουλάχιστον κατά τους πρώτους μήνες της εξάπλωσης του COVID-19).

Ads

“Για τα παιδιά, είναι σχεδόν αυτονόητο να συμβαίνουν και να αλλάζουν πράγματα γύρω τους τα οποία δεν είναι αποτέλεσμα δικών τους πράξεων και στα οποία καλούνται να (αντι)δράσουν. Συνεχείς αλλαγές – και αντίστοιχες (αντι)δράσεις τους – είναι, συνεπώς, κάτι το αυτονόητο και καθημερινό”, δηλώνει ο καθηγητής Μαρβάκης, ο οποίος βέβαια επισημαίνει ότι οι σημαντικότερες επιδράσεις από τις σημερινές αλλαγές στην καθημερινότητα ενός παιδιού, χωρίζονται σε δύο.

Πιο συγκεκριμένα, αναφέρει: “Σημαντικότερο – ως «επίδραση» – είναι αφενός το «κλίμα» που υπάρχει ή δημιουργείται γύρω από αυτήν την «αλλαγή» – είτε στον κοινωνικό περίγυρο των παιδιών ή στα media στα οποία τα παιδιά έχουν πρόσβαση. Επίσης, σημαντικό σε τέτοιες «αλλαγές» είναι οι συνέπειες για τις ευκαιρίες και δυνατότητες των παιδιών να γνωρίσουν τον κόσμο και να συμμετέχουν σ’ αυτόν. Για παράδειγμα, στο βαθμό που το σχολείο αποτελούσε έναν «ευχάριστο» χώρο κοινωνικής αλληλεπίδρασης, η έλλειψη του, ως έλλειψη ευκαιριών, συνιστά απώλεια για το παιδί – η οποία απώλεια μπορεί να επιδεινωθεί επιπλέον από την ενδεχόμενη απομόνωση, π.χ. στο σπίτι”.

Όταν εγώ ήμουν παιδί.. υπήρχε ο κορονοϊός

Βέβαια, λαμβάνοντας υπόψη τα λεγόμενα του καθηγητή, ενδεχομένως να προκύπτουν εύλογα ερωτήματα, σχετικά με το πως θα επηρεάσουν οι συγκεκριμένες συνθήκες την ευρύτερη και μελλοντική ψυχοσύνθεση του σημερινού παιδιού, και κατ’ επέκταση, του μελλοντικού ενήλικα.

Αξίζει στο σημείο αυτό βέβαια, να αναφερθεί ότι σύμφωνα με τον κ. Μαρβάκη, οι ιδιάζουσες συνθήκες που ονομάζονται εν συντομία “η εποχή του κορονοϊού”, δεν είναι αποτέλεσμα του ίδιου του COVID-19 αλλά “πολύ συγκεκριμένες πολιτικές  (και παραλήψεις πολιτικών) – ως πράξεις”.

Εντός λοιπόν του συγκεκριμένου πλαισίου, γίνεται κατανοητό πως “δεν υπάρχει καμία εύκολη και απλή γραμμή «επαφής» ή και «υπαιτιότητας» που ξεκινάει από κάτι που το ονομάζουμε «κοροναϊό» και τελειώνει σε κάτι που το ονομάζουμε «ψυχοσύνθεση του παιδιού» (ως ίσως παθητικού απο/δέκτη)”, όπως αποσαφηνίζει ο καθηγητής Μαρβάκης και συνεχίζει, τονίζοντας πως “αυτό με το οποίο (και) τα παιδιά έρχονται σε επαφή – και άρα μπορεί να αποτελέσει ερέθισμα, ανάμνηση, βίωμα, κλπ. για την καλλιέργεια των σχέσεων τους με τον εαυτό τους και με τον κόσμο τους – είναι μια σειρά από ανθρώπους (σίγουρα όχι μόνο οι γονείς τους), καταστάσεις, λόγια, αντικείμενα και media στον προσβάσιμο «περίγυρο» τους που διαμορφώνουν το υλικό, το πλαίσιο μέσα στο οποίο τα παιδιά καλούνται να διαμορφώσουν τις επιθυμίες και ανάγκες τους, τις δεξιότητες και σχέσεις τους, δηλαδή την προσωπικότητα τους”.

Με άλλα λόγια λοιπόν, παράγοντες όπως το γονεϊκό, κοινωνικό αλλά και πληροφοριακό περιβάλλον ενός παιδιού, παίζουν σημαντικό ρόλο, στον τρόπο με τον οποίο όλη αυτή η κατάσταση, θα αποτελέσει “ερέθισμα, ανάμνηση και βίωμα” για τη μελλοντική ψυχοσύνθεση ενός παιδιού.

Βέβαια, ενδεχομένως όλη αυτή η κατάσταση να αποτελέσει και ένα “μάθημα” για τα παιδιά του σήμερα, σύμφωνα με τον καθηγητή, όταν εκείνα πλέον θα έχουν μεγαλώσει και θα μπορούν να “αντιληφθούν τον κόσμο γύρω τους με αφηρημένες έννοιες”: “Ότι τα ίδια συνεχίζουν να παραμένουν περιορισμένα και εξαρτημένα από τους λιγοστούς πόρους που μπορούν να τους παράσχει (ή όχι) ο κοινωνικός τους περίγυρος – όσο σύγχρονες και αναπτυγμένες να αυτοαποκαλούνται οι κοινωνίες στις οποίες ζούνε.”