Με την κυβέρνηση να έχει επιλέξει την καταστολή και την προώθηση των κλειστών κέντρων κράτησης ως «απάντηση» στην καταστροφή της Μόριας, το Tvxs.gr απευθύνθηκε στους Γιατρούς του Κόσμου σε μια προσπάθεια να «χαρτογραφήσει» την πραγματική εικόνα που υπάρχει αυτή τη στιγμή στη Λέσβο, τις πραγματικές ανάγκες των ανθρώπων που εγκατέλειψαν τη δομή και αν υπάρχουν – και ποιες – προοπτικές ουσιαστικής λύσης με κριτήριο το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Ads

«Είμαστε μάρτυρες μια απάνθρωπης κατάστασης. Είναι ντροπή να συμβαίνει αυτό σε έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το αντιμετωπίζουμε ως ζήτημα που αφορά στην παγκόσμια μετανάστευση και επικεντρώνουμε, σε εθνικό επίπεδο, στις πολιτικές αποτροπής» μας λέει ο Αναστάσιος Υφαντής, Επιχειρησιακός Διευθυντής των Γιατρών του Κόσμου.

Η πολιτική της αποτροπής είναι το κυρίαρχο «δόγμα» της ΕΕ και συμπυκνώνεται στη φράση – απειλή προς τους πρόσφυγες και μετανάστες: «Θα υποφέρεις αν έρθεις σε ευρωπαϊκό έδαφος». Η Μόρια, όπως τονίζει το στέλεχος της οργάνωσης είναι διαχρονικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις, εκτελώντας την πολιτική αποτροπής «η οποία βασανίζει δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους». Αυτή η πολιτική οδήγησε στο να έχουν στοιβαχτεί σε πέντε νησιά πάνω από 35.000 άνθρωποι, σε δομές που η χωρητικότητά τους είναι μεταξύ 5.000 και 6.000 θέσεων. «Αυτό έχει μεγάλη αρνητική επίδραση και επίπτωση στις ζωές παιδιών, γυναικών, ευάλωτων πληθυσμών και βέβαια το επιστέγασμα ήταν ο προαναγγελθέν θάνατος της δομής της Μόριας. Κάτι που έχουμε τονίσει πολλές φορές ότι ήταν θέμα χρόνου να συμβεί, γιατί οι φωτιές και οι εξεγέρσεις ήταν από εβδομάδα σε εβδομάδα, λόγω των άθλιων συνθηκών διαβίωσης των ανθρώπων εκεί.».

Άμεση ανάγκη στέγης

Αυτή τη στιγμή «οι πιο ευάλωτοι, αυτοί που δεν μπορούσαν να διαφύγουν από τις δύσβατες περιοχές γύρω από τη Μόρια, έχουν μαζευτεί έξω από την περιοχή του Καρά Τεπέ και στην ευρύτερη περιοχή που είναι περίπου 6 χιλιόμετρα από τη Μόρια αναζητώντας βοήθεια και περιμένοντας να δούνε τι θα γίνει» μας λέει ο Αν. Υφαντής. «Εκτιμάμε ότι είναι περίπου 3.500 – 4.000 άνθρωποι. Μωρομάνες, μικρά παιδιά, ηλικιωμένοι. Το ζήτημα είναι τι θα γίνει τις επόμενες μέρες. Νομίζω ότι ο πληθυσμός των προσφύγων θα εξουθενωθεί. Είναι πολύ ευάλωτος. Υπάρχει ζήτημα με τη σίτιση των παιδιών και των βρεφών, για την υγιεινή τους και όλα  αυτά εν μέσω αυξημένης διασποράς του COVID-19».

Ads

Τι γίνεται όμως με τους υπόλοιπους 10.000 που υπολογίζεται ότι διέμεναν στη δομή κατά τη στιγμή της πυρκαγιάς; Η οργάνωση δεν έχει ιδέα για το πού βρίσκονται. «Κάποιοι παραμένουν πέριξ της Μόριας, κάποιοι έχουν διασκορπιστεί, κάποιοι έχουν διαφύγει άγνωστο πού. Εμείς προσφέρουμε ανθρωπιστική βοήθεια και θέλουμε να τονίσουμε την ανάγκη άμεσης απόκρισης για την προστασία των πιο ευάλωτων. Έχουμε παρουσία στο Καρά Τεπέ και κινητή μονάδα σε συνεργασία με τις άλλες οργανώσεις και τον ΕΟΔΥ για να μπορέσουμε να καλύψουμε τις βασικές ιατρικές ανάγκες. Από την πρώτη μέρα φροντίσαμε εγκυμονούσες γυναίκες έξω από το καμένο ΚΥΤ και διασφαλίσαμε την πρόσβασή τους στο νοσοκομείο. Ωστόσο, η καταγραφή των αναγκών είναι δύσκολη γιατί ο πληθυσμός είναι διάσπαρτος και η κατάσταση είναι έκρυθμη. Οπότε προέχει η ασφάλεια όλων».

Το σημαντικότερο και αμεσότερο ζήτημα είναι πού θα στεγαστούν αυτοί οι άνθρωποι. «Η μεγαλύτερη πρόκληση είναι αυτή και συνδέεται με πάρα πολλούς παράγοντες. Ένας παράγοντας είναι η στάση της τοπικής κοινότητας και η στάση των αιτούντων άσυλο. Ωστόσο αυτό που πρέπει να τονιστεί είναι ότι ο κόσμος που δεν έχει εμπλακεί σε καμία σύγκρουση, οι μωρομάνες, οι ηλικιώμενοι, οι άνθρωποι με ειδικές ανάγκες, είναι αυτοί που το πληρώνουν και είναι αυτή τη στιγμή στον δρόμο. Αυτοί οι άνθρωποι θέλουν άμεση προστασία και φροντίδα. Εμείς γι’ αυτούς εργαζόμαστε και προσπαθούμε να υποστηρίξουμε. Οι επόμενες μέρες είναι καθοριστικές και ελπίζουμε οι άνθρωποι αυτοί να βρουν άμεση στέγαση και υποστήριξη».

Μεταξύ της αστυνομίας και των ρατσιστών

Σαν να μην έφταναν αυτά, οι πρόσφυγες και οι μετανάστες έχουν και τον φόβο της κρατικής και ρατσιστικής βίας. «Υπάρχει φόβος για βία. Νομίζω ότι οι Γιατροί του Κόσμου έχουν καταφέρει να έχουν ένα αξιόπιστο όνομα και αυτό μειώνει τον φόβο μας. Από την άλλη η ξενοφοβία, η ρητορική μίσους, έχει ενδυναμωθεί τα τελευταία χρόνια στην περιοχή και δυστυχώς είναι ο μεγάλος κίνδυνος, να ξεσπάσουν ρατσιστικά επεισόδια. Έχουν έρθει δυνάμεις καταστολής για την αποφυγή επεισοδίων, αλλά αυτό που βλέπουμε εμείς είναι ότι υπάρχει ένας αυξημένος κίνδυνος βίας. Έχουν οργανωθεί κάποιες ομάδες που εξαπολύουν απειλές και κατά των ΜΚΟ και κατά των προσφύγων. Αντίκεινται στη μετακίνηση του πληθυσμού σε διαφορετικές περιοχές και σε όποιο σχέδιο. Από την άλλη, ο προσφυγικός πληθυσμός δεν θέλει επ ουδενί να παραμείνει στο νησί. Και η πρόσβαση σε αυτόν είναι δύσκολη γιατί από τη μια έχουμε τα μπλόκα των ΜΑΤ, από την άλλη τα μπλόκα των κατοίκων.».

Κίνδυνος γρήγορης διασποράς του κοροναϊού

Ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι η άμεση και γρήγορη διασπορά της νόσου σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού τονίζει ο Αν. Υφαντής. Αυτό διότι «ο πληθυσμός αυτός ήταν σε πολύ άσχημες συνθήκες διαβίωσης, με επιβαρυμένη τη φυσική του κατάσταση, δεν μπορούσε να λάβει τα απαραίτητα μέτρα ατομικής προστασίας». «Αυτό που λέμε εμείς από την πρώτη στιγμή που έχει ξεσπάσει η πανδημία είναι ότι θα έπρεπε να υπάρξουν ειδικά μέτρα για τα ΚΥΤ και τις κλειστές δομές για την προστασία όλων».

Ωστόσο ο κοροναϊός είναι το «κερασάκι». Διότι «το θέμα είναι ότι αυτές οι δομές θα έπρεπε εδώ και χρόνια να λειτουργούν με διαφορετικό τρόπο και να υπάρχει μια ίση κατανομή σε περιοχές της χώρας. Παρόλ’ αυτά, λόγω της κοινής δήλωσης ΕΕ – Τουρκίας, του 2016, οι ανθρωποι αυτοί ήταν αναγκαμένοι να μείνουν στα νησιά. Μια επιδημία λοιπόν είναι αναμενόμενη, όχι μόνο για τον κοροναϊό αλλά για κάθε μολυσματική νόσο αφού ο χώρος αυτός ήταν ακατάλληλος ανεξάρτητα από τον κοροναϊό.».

«Συνεπώς», συνεχίζει ο συνομιλητής μας, «θα έπρεπε να υπάρχουν άμεσα μέτρα πρόληψης με πρώτο και καλύτερο τη μεταφορά ανθρώπων στην ενδοχώρα ή η μεταστγέγασή τους σε άλλες δομές στο νησί ή σε άλλα νησιά. Αυτό δεν έγινε λόγω της πολιτικής αποτροπής. Και δυστυχώς αυτό είχε τα αρνητικά αποτελέσματα που βλέπουμε τώρα και για τους πρόσφυγες και για τον ντόπιο πληθυσμό και για το ΕΣΥ στο νησί, το οποίο δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί σε περίπτωση που τα κρούσματα πολλαπλασιαστούν και υπάρξουν βαριά συμπτώματα. Από αυτά που διαβάζουμε  έχουν εντοπιστεί 8 από τα πρώτα 35 επιβεβαιωμένα κρούσματα του καταυλισμού και σίγουρα θα υπάρχουν και άλλες περιπτώσεις που δεν έχουν εξεταστεί. Διότι ήταν δειγματοληπτικός ο έλεγχος και ενδέχεται να υπάρχουν άγνωστα κρούσματα στον πληθυσμό που είναι άστεγος και ζει σε αυτές τις συνθήκες».

Δεν μπορούμε να κουνάμε το δάχτυλο σε ανθρώπους που γλίτωσαν από τους πολέμους μας

Για το στέλεχος των Γιατρών χωρίς Σύνορτα, «η χώρα μας και η ΕΕ πρέπει να έχουν μια πολιτική για τη μετανάστευση και το άσυλο που να βασίζεται στα ανθρώπινα δικαιώματα». «Πρέπει να δείξουν ένα πρόσωπο φιλοξενίας και αλληλεγγύης σε αυτούς τους ανθρώπους που υποφέρουν από τον πόλεμο και αναζητούν προστασία στις χώρες μας. Αυτό που έχει συμβεί στη Μόρια και αυτό που συνέβαινε διαχρονικά δεν τιμά κανέναν. Πρέπει άμεσα να βρεθούν λύσεις με ασφαλείς και αξιοπρεπείς διόδους από τις τρίτες χώρες στις χώρες της ΕΕ. Αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί. Το πιο θλιβερό παράδειγμα είναι η Μόρια. Ένα αρνητικό σύμβολο για τις πολιτικές αποτροπής. Δεν μπορούμε να κουνάμε το δάχτυλο σε ανθρώπους που έχουν εγκαταλείψει τις χώρες τους λόγω πολέμων, για τους οποίους η ΕΕ είναι υπόλογη».

Σε ό,τι αφορά στα κλειστά κέντρα που προωθεί η κυβέρνηση ο Αν. Υφαντής ξεκαθαρίζει: «Τα κλειστά κέντρα, με όρους βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και βασικών ζωτικών αναγκών των ανθρώπων, είναι απάνθρωπα».