Τον κώδωνα του κινδύνου για τα υπερχρεωμένα κράτη μέλη της ΕΕ, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, κρούει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε έκθεσή της που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα για την ποιότητα των δημόσιων οικονομικών στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 2010. Η έκθεση αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο λήψης νέων μέτρων στην περίπτωση της Ελλάδας. Την ίδια στιγμή, έκθεση του Κέντρου Ευρωπαϊκής Πολιτικής (European Policy Centre, EPC) κατατάσσει στην τελευταία θέση τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών της Ελλάδας, της Πορτογαλίας και της Ιταλίας.

Ads

Όσον αφορά στην έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, επισημαίνεται ότι το δημόσιο χρέος της Ελλάδας προβλέπεται να ξεπεράσει το 130% του ΑΕΠ το 2011. Την ίδια χρονιά, το δημόσιο χρέος της Ιταλίας εκτιμάται ότι θα πλησιάσει το 120% του ΑΕΠ, του Βελγίου θα αγγίξει το 100%, της Πορτογαλίας θα ξεπεράσει το 90% και της Γαλλίας θα αγγίξει το 90%.

Η «βίαιη» δημοσιονομική προσαρμογή, αποτελεί τη «μοναδική βιώσιμη λύση» για ορισμένα υπερχρεωμένα κράτη μέλη της ΕΕ, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία επίσης σημειώνει ότι δεν υπάρχει «μία συνταγή» και πως η δημοσιονομική κατάσταση κάθε χώρας παίζει σημαντικό ρόλο στο σχεδιασμό της σωστής στρατηγικής. Τονίζει ότι είναι προτιμότερη μία σταδιακή προσαρμογή που βασίζεται σε περικοπές δαπανών από μία «βίαιη» προσαρμογή που βασίζεται στην αύξηση των εσόδων. Ωστόσο, η έκθεση σημειώνει ότι για τις χώρες με χαμηλό επίπεδο εσόδων, η προσαρμογή που βασίζεται στην αύξηση των κρατικών εσόδων, κυρίως μέσω αύξησης του ΦΠΑ και του φόρου ιδιοκτησίας, θα μπορούσε να είναι αποτελεσματική.

Στην περίπτωση της Ελλάδας, η έκθεση επισημαίνει ότι για το 2010 εφαρμόζονται μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής τα οποία βασίζονται περισσότερο στην αύξηση των κρατικών εσόδων και λιγότερο στη μείωση των δαπανών. Υπενθυμίζεται ωστόσο ότι τα μέτρα αυτά περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα σταθεροποίησης της ελληνικής οικονομίας, το οποίο η Ελλάδα διαπραγματεύτηκε με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Ads

Η έκθεση τονίζει πως βάσει του προγράμματος σταθερότητας το δημόσιο έλλειμμα της χώρας θα μειωθεί το 2010 στο 9,3% του ΑΕΠ, ενώ αν δεν υπάρξει αλλαγή της οικονομικής πολιτικής, το έλλειμμα θα ξανανέβει στο 9,9% του ΑΕΠ το 2011. Δηλαδή, η Επιτροπή αναφέρει ότι στην υποθετική περίπτωση που ο προϋπολογισμός του 2011 είχε ακριβώς τα ίδια χαρακτηριστικά με τον προϋπολογισμό του 2010, το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας θα εμφάνιζε αύξηση κατά 0,6%.

Τα επόμενα χρόνια, τα μέτρα για την αύξηση των εσόδων και τις περικοπές των δαπανών θα είναι περισσότερο ισορροπημένα, σύμφωνα με την Επιτροπή, ενώ για το 2011, το 2012 και το 2013 τονίζει πως τα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής δεν είναι αρκετά λεπτομερή και επισημαίνει τον κίνδυνο από ενδεχόμενες καθυστερήσεις στην αυστηρή εφαρμογή των δημοσιονομικών μέτρων και των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.

Επιπλέον, επισημαίνει τον κίνδυνο που ενέχει η προσπάθεια δημοσιονομικής προσαρμογής για το 2010, καθώς βασίζεται κυρίως στη βελτίωση των φοροεισπρακτικών μηχανισμών και στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. Έτσι, δεν αρκεί μόνο η αυστηρή εφαρμογή των μέτρων που προβλέπει το ελληνικό πρόγραμμα σταθερότητας, αλλά και η ετοιμότητα της χώρας να λάβει πρόσθετα μέτρα αν κριθεί απαραίτητο.

Καταλήγοντας, η έκθεση της Επιτροπής σημειώνει ότι το δημόσιο χρέος της Ελλάδας, το οποίο παραμένει μεταξύ των υψηλότερων στην ΕΕ, επηρεάζει αρνητικά την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών, ενώ τονίζει ότι οι χώρες που είδαν τα δημόσια οικονομικά τους να επιδεινώνονται σημαντικά, την περίοδο της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, ήταν αυτές οι οποίες έπασχαν από χαμηλή ανταγωνιστικότητα, υψηλά εμπορικά ελλείμματα και υψηλές πιστώσεις.

Στην τελευταία θέση η βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών της Ελλάδας

Στην τελευταία θέση κατατάσσει τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών της Ελλάδας, της Πορτογαλίας και της Ιταλίας, έκθεση του Κέντρου Ευρωπαϊκής Πολιτικής (European Policy Centre, EPC).

Συγκεκριμένα, στην κατηγορία των ισχυρότερων οικονομιών βρίσκονται η Σουηδία, η Δανία, η Εσθονία και η Φινλανδία. Ακολουθεί ομάδα χωρών με πολύ καλές επιδόσεις, όπως η Ολλανδία, η Γερμανία, το Λουξεμβούργο και η Αυστρία, ενώ μέτρια θεωρείται η οικονομική κατάσταση της Μ. Βρετανίας, της Βουλγαρίας, της Τσεχίας, της Σλοβακίας, της Πολωνίας, του Βελγίου και της Γαλλίας.

Σε κατάσταση που χαρακτηρίζεται «επικίνδυνη» βρίσκονται οι οικονομίες της Ιρλανδίας, της Σλοβενίας, της Κύπρου, της Λιθουανίας, της Μάλτας, της Ουγγαρίας, της Ρουμανίας, της Λετονίας και της Ισπανίας, ενώ στην κατηγορία των «μη βιώσιμων» οικονομιών, όπως προαναφέρθηκε, βρίσκονται η Ελλάδα, η Πορτογαλία και η Ιταλία.

Η κατάταξη του EPC βασίζεται σε δείκτη στον οποίο συνυπολογίζονται το δημοσιονομικό έλλειμμα και το χρέος, ο ρυθμός ανάπτυξης, η ανταγωνιστικότητα, ο τρόπος διακυβέρνησης / διαφθορά και οι κρατικές δαπάνες λόγω της γήρανσης του πληθυσμού.

Ειδικότερα, η βαθμολογία της Ελλάδας με βάση τον δείκτη βιωσιμότητας είναι (-0,93) και ακολουθούν η Ιταλία (-0,38), η Πορτογαλία (-0,29) και η Ισπανία (-0,23). Η Σουηδία βρίσκεται στην πρώτη θέση με 0,55 και ακολουθούν η Δανία και η Εσθονία (0,45 και οι δύο). «Η Ελλάδα βρίσκεται στην τελευταία θέση αλλά παράλληλα είναι η χώρα με τις χειρότερες επιδόσεις σε σχεδόν όλα τα πεδία που διαμορφώνουν το δείκτη», αναφέρει η σχετική ανακοίνωση του EPC.

Στους τομείς που διαμορφώνουν τον δείκτη βιωσιμότητας η κατάταξη της Ελλάδας έχει ως εξής:

Ως προς τους ρυθμούς ανάπτυξης την τελευταία διετία, η Ελλάδα βρίσκεται στην τελευταία θέση (-1,75%) και ακολουθούν η Λετονία και η Ισπανία. Ως προς το δημοσιονομικό έλλειμμα η Ελλάδα είναι τρίτη (μετά από Ιρλανδία και Μ. Βρετανία) με μέσο όρο διετίας 9,6% του ΑΕΠ. Η Ελλάδα έχει το υψηλότερο δημοσιονομικό χρέος (124,9% του ΑΕΠ) και έχει το δεύτερο χειρότερο δείκτη ανταγωνιστικότητας 4,04. Η Ελλάδα, μαζί με τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία εμφανίζουν το υψηλότερο επίπεδο διαφθοράς.

Λ. Κατσέλη: Υπεύθυνοι για την ακρίβεια είναι οι φόροι

Από την πλευρά της, η υπουργός Οικονομίας επέμεινε στη θέση ότι βασικός υπεύθυνος για την ακρίβεια είναι οι φόροι που έχουν επιβληθεί.

Η Λούκα Κατσέλη σημείωσε πως η άνοδος του πληθωρισμού οφείλεται κατά 4% στην αύξηση του Φ.Π.Α και των ειδικών φόρων κατανάλωσης. Ενδεικτικά σε ανακοίνωση της σημείωσε πως η μεταβολή του Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, με σταθερούς τους φόρους για τα βασικά προϊόντα παρουσιάζει πτωτική τάση, καθώς από 1,9% τον Ιανουάριο του 2010 έχει μειωθεί σε 1,3% τον Μάιο 2010.

Διαβάστε επίσης: Πρώτη η Ελλάδα σε πληθωρισμό στην ευρωζώνη