Όλοι γνωρίζουμε ως εμπνευστή της αναβίωσης των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων τον Γάλλο παιδαγωγό και ιστορικό Πιέρ ντε Κουμπερτέν, αλλά η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική. Ήδη, από τη σύσταση του νεοελληνικού κράτους υπάρχει ξεκάθαρος προσανατολισμός στον κλασικό αθλητισμό της αρχαιότητας. Μόλις το 1833 ο φαναριώτης ρομαντικός πεζογράφος και ποιητής Παναγιώτης Σούτσος στο ποίημα του «Νεκρικός Διάλογος» απευθύνεται στους νεοέλληνες : 

Ads

«Δε με λέγετε που είναι οι αρχαίοι σας αιώνες;
Οι ωραίοι σας που είναι Ολυμπιακοί αγώνες;
Που τα Παναθήναιά σας;
Θα αναλάβει, σοφοί άνδρες, τον βαθμό της τον αρχαίον
προπορευόμενη πάλιν εις παν μέγαν και ωραίον.
Οι ερχόμενοι αιώνες θα ιδούν τους παρελθόντας
και οι πρόγονοι εκ νέου θ’ αναγεννηθούν στους ζώντας».

Ο Σούτσος όμως δεν μένει μόνο στην ποίηση. Το 1834, ως σύμβουλος στη Γραμματεία του υπουργείου Εσωτερικών, καταθέτει προτάσεις για επαναφορά εορτών της αρχαιότητας (Ολυμπιακοί Αγώνες, Ίσθμια, Πύθια, Νέμεα) καθώς και όρους διεξαγωγής τους (πόλεις τέλεσης, αγωνίσματα βραβεία κλπ), οι οποίες μένουν στο συρτάρι του υπουργού Εσωτερικών Ιωάννη Κωλλέτη. Παράλληλα, το 1837 ο δήμος Λετρίνων (Πύργος Ηλείας) δημιουργεί τοπική επιτροπή μελέτης της προοπτικής αναβίωσης των Ολυμπιακών Αγώνων στο τόπο που γεννιούνται, χωρίς όμως κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. 

Τη «σκυτάλη» της παράτολμης ιδέας παίρνει ο βαθύπλουτος Έλληνας της Βλαχίας  Ευάγγελος Ζάππας το 1856, όταν με επιστολή του στο βασιλιά Όθωνα, προτείνει την αναβίωσή τους, αποκλειστικά με δικά του έξοδα, κάτι που ο τελευταίος δεν μπορεί ν’ αρνηθεί ζητώντας όμως να γίνει παράλληλα και διοργάνωση βιοτεχνικής έκθεσης. Τα πρώτα «Ολύμπια» ξεκινούν στις 15 Νοεμβρίου 1859 όχι όμως στο χώρο του αρχαίου σταδίου όπως προβλεπόταν στην πρόταση -αφού παραμένει ακόμα αναξιοποίητο- αλλά κοντά στη σημερινή, αδημιούργητη τότε, πλατεία Ομονοίας.

Ads

image
«Ευάγγελος Ζάππας Ιδρυτής των Ολυμπίων» αναφέρει γκραβούρα της εποχής, και προπομπός των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων θα προσθέταμε εμείς.

Είναι προφανώς άδικο να συγκρίνουμε αυτή τη διοργάνωση (ή κατ’ άλλους «Έκθεση», «Ζάππεια», «Εμποροπανήγυρη» κλπ) με ότι γνωρίζουμε σήμερα ως Ολυμπιακούς Αγώνες, αφού είναι κάτι ανάμεσα σε εμπορικό πανηγύρι και αγώνες επίδειξης. Δεν υπάρχουν αθλητές αλλά απλά εθελοντές, λαμβάνουν μέρος μόνο Έλληνες, ενώ δίπλα σε εμπορικά προϊόντα από όλη τη χώρα (μεταξωτά υφάσματα της Κύμης, βυρσοδεψικά έργα της Σύρου, κεντήματα από την Καλαμάτα κλπ), γίνονται κάποια, άγνωστα σήμερα, αθλήματα όπως ακοντισμός προς ορισμένο στόχο, αναρρίχηση σε ιστό αλειμμένο με σαπούνι, ασκωλιασμός (ισορροπία πάνω σε ασκί γεμισμένο με κρασί…), ενώ υπάρχουν περίπτερα μουσικής, ζωγραφικής και γλυπτικής. Συνολικά σε αθλητές, εμπορεύματα και καλλιτέχνες δίνονται 44 χρυσά βραβεία,  414 αργυρά, 261 χάλκινα και 245 έπαινοι.  

image
Η απουσία σαφών κανόνων στα αγωνίσματα οδηγεί στην αυτονόητη γκρίνια την λογική απονομής μεταλλείων…

Στους νικητές των αγωνισμάτων, που ονομάζονται Ολυμπιονίκες, δίνεται στεφάνι ελιάς αλλά και σημαντικά χρηματικά ποσά κάτι που προκαλεί ζήλια προς τους νικητές και γκρίνια για την Ελλανόδικο επιτροπή των Αγώνων :«Εμείς λυπούμεθα βλέποντες ότι και εις την διανομήν ταύτην προσωπικά συμφέροντα συμπάθειαι (…) Φαίνεται ότι είναι πεπρωμένο παρ’ ημίν όλα να γίνονται στρεβλά, ίνα εξευτελιζώμεθα εις τον έξω κόσμον», σχολιάζει εφημερίδα της εποχής. Η επιτυχία της εμπορο- αθλητικής αυτής διοργάνωσης και, κυρίως, η χρηματοδότησή της αρχικά από τον Ζάππα και εν συνεχεία από το κληροδότημά του, οδηγεί στην επανάληψη της το 1870, 1875, και 1888. Έτσι, η χώρα διατηρεί το αθλητικό πνεύμα ζωντανό για μια τριακονταετία και όταν το 1894 στο Παρίσι το Α’ Διεθνές Συνέδριο αντιπροσώπων των αθλητικών οργανώσεων της αναθέτει τη διοργάνωση των πρώτων σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων, διαθέτει πλέον τη σχετική εμπειρία να τους κάνει.

image
Όπως βλέπουμε στο δημοσίευμα της εποχής, οι νικητές των αγωνισμάτων αναφέρονται ως Ολυμπιονίκες και ζητείται από την πολιτεία να δημιουργήσει μαρμάρινες προτομές τους…

image
Ο «Νέος Αριστοφάνης» βάζει τους πολιτικούς της εποχής να παρουσιάζουν την …πραμάτεια τους στα «Ολύμπια» του 1888.