Σημαντικές αλλαγές αναμένεται να επιφέρει στον Δημόσιο τομέα το νέο σύστημα αξιολόγησης των δημόσιων υπαλλήλων, το οποίο θα τεθεί σε εφαρμογή εντός των επόμενων ημερών, μετά και από την ψήφιση της σχετικής τροπολογίας από την Ολομέλεια της Βουλής. Σύμφωνα με αυτή, ορίζεται αυστηρό χρονοδιάγραμμα προκειμένου να κατατεθούν οι εκθέσεις αξιολόγησης, ενώ προβλέπεται πως όσοι αξιολογητές δεν εκπληρώσουν την υποχρέωση αξιολόγησης των υφισταμένων τους, δεν θα μπορούν να συμμετάσχουν στις διαδικασίες επιλογής και τοποθέτησης προϊσταμένων.

Ads

Με αυτό τον τρόπο η κυβέρνηση ελπίζει να «ξεμπλοκάρει» τη διαδικασία, καθώς από τον Μάρτιο μέχρι και σήμερα η όλη προσπάθεια προχωράει με πολύ αργούς ρυθμούς εξαιτίας της απροθυμίας της συντριπτικής πλειοψηφίας των δημόσιων υπαλλήλων να συμμετάσχουν σε αυτή. Είναι χαρακτηριστικό πως από το Μάρτιο (οπότε και ψηφίστηκε ο επίμαχος νόμος 4369/2016) μέχρι και σήμερα λιγότερο από το 20% των δημόσιων υπαλλήλων δέχτηκε έστω να παραλάβει τα φυλλάδια της αξιολόγησης.

Σε κάθε περίπτωση, η άμεση ολοκλήρωση της διαδικασίας θεωρείται κεφαλαιώδους σημασίας για την κυβέρνηση, καθώς άπτεται κρίσιμων τομέων στο Δημόσιο, όπως η κινητικότητα, η επιλογή προϊσταμένων αλλά και το μισθολόγιο των δημόσιων υπαλλλήλων. Παράλληλα,  είναι δεδομένο πως η πορεία της θα βρεθεί στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος των εκπροσώπων δανειστών στο πλαίσιο της τρίτης αξιολόγησης, καθώς αποτελεί ένα από τα βασικά προαπαιτούμενά της.

Οι προθεσμίες, οι αξιολογητές και τα (αναμενόμενα) αποτελέσματα

Ads

Σύμφωνα με την εν λόγω τροπολογία, η αξιολόγηση διεξάγεται σε δυο φάσεις από δυο διαφορετικούς αξιολογητές. Αρχικά, δίνεται περιθώριο 10 ημερών σε αξιολογητές και αξιολογούμενους για να ολοκληρώσουν τις διαδικασίες που τους αναλογούν, ενώ προβλέπεται πως η έκθεση αξιολόγηση θα συνταχθεί ακόμη κι αν ο αξιολογούμενος αρνηθεί να συμμετάσχει στη διαδικασία.  Ακολούθως η έκθεση παραδίδεται, εντός 10ημέρου, στον δεύτερο αξιολογητή, ο οποίος έχει το ίδιο χρονικό περιθώριο για να συντάξει τη δική του έκθεση. Το χρονοδιάγραμμα αρχίζει να ισχύει από την δημοσίευση της ρύθμισης στο ΦΕΚ και η όλη διαδικασία θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί το αργότερο σε ένα μήνα.

Σε ό,τι αφορά τα κριτήρια της αξιολόγησης (όπως αυτά ορίζονται από το σχετικό νόμο που ψηφίστηκε τον περασμένο Μάρτιο) θα έχουν να κάνουν με τη γνώση του αντικειμένου, το ενδιάφερον, τη δημιουργικότητα, τις υπηρεσιακές σχέσεις, τη συμπεριφορά, αλλά και την αποτελεσματικότητα του υπαλλήλου. Η τελική βαθμολογία θα προκύπτει από το μέσο όρο των δύο βαθμολογητών.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν προφανώς τα αποτελέσματα της επίμαχης διαδικασίας στην επαγγελματική ζωή των δημοσίων υπαλλήλων. Αυτά, όπως προαναφέραμε αυτά θα άπτονται τομέων όπως η βαθμολογική ανέλιξη, η ανάδειξη σε θέσεις ευθύνης, η κινητικότητα αλλά και το μισθολόγιο. Πιο συγκεκριμένα, σε ό,τι έχει να κάνει με τη βαθμολογική ανέλιξη, δυο συνεχόμενες «άριστες» βαθμολογίες (βαθμός από 90 στα 100 και πάνω) θα δίνει τη δυνατότητα ταχύτερης προαγωγής κατά ένα έτος. Αντίθετα, σε όσους λάβουν χαμηλή βαθμολογία θα παρέχεται η δυνατότητα επιμόρφωσης.  Ακόμη μεγαλύτερη είναι η βαρύτητα της αξιολόγησης σε ό,τι αφορά τις επιλογής προσώπων σε θέσεις ευθύνης, καθώς πλην των πρώτων κρίσεων η συγκεκριμένη διαδικασία θα παίζει πρωτεύοντα ρόλο στην επιλογή τμηματαρχών, διευθυντών και γενικών διευθυντών.

Ζητούμενο αποτελεί την ίδια στιγμή ο τρόπος σύνδεσης της αξιολόγησης με τη μισθολογική εξέλιξη των δημόσιων υπαλλήλων. Σύμφωνα με  προηγούμενη εγκύκλιο του Χριστόφορου Βερναρδάκη, προβλέπεται ότι από τις αρχές του ερχόμενου έτους, όσοι υπάλληλοι βαθμολογηθούν με άριστα σε τρεις συνεχόμενες αξιολογήσεις, θα ανεβαίνουν ένα μισθολογικό κλιμάκιο. Στον αντίποδα,  σε «όλως εξαιρετικές περιπτώσεις» και για κάποιους που θα κριθούν «ανεπαρκείς» για τρεις συνεχείς αξιολγήσεις, υπάρχει η πρόβλεψη αναστολής της αυτόματης μισθολογικής εξέλιξης, το πολύ για ένα έτος.
  
Τέλος, το υπουργείο Διοκητικής Μεταρρύθμισης έχει ήδη θέσει, μόλις προ λίγων ημερών, μέσω εγκυκλίου σε εφαρμογή το νέο Ενιαίο Σύστημα Κινητικότητας, καθώς όλες οι υπηρεσίες πρέπει να στείλουν μέχρι τις 15 Σεπτέμβρη τα αιτήματά τους για την κάλυψη θέσεων με μετάταξη ή απόσπαση.  Κι εδώ η αξιολόγηση αποτελεί ένα από τα βασικά κριτήρια που θα λάβει μια υπηρεσία υπόψη, εφόσον έχει κάποιον υποψήφιο προς μετάταξη υπάλληλο.

Γεροβασίλη: Στόχος η αξιοκρατία

«Η έννοια της αξιολόγησης τα χρόνια διακυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ με αρμόδιο υπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ταυτίστηκε με διαθεσιμότητες και απολύσεις δημιουργώντας αρνητικά αντανακλαστικά και δυσανεξία» επεσήμανε σε πρόσφατη ραδιοφωνικής της συνέντευξη η Όλγα Γεροβασίλη, σχολιάζοντας την επιφυλακτικόηττα που παρατηρείται εκ μέρους μεγάλου τμήματος των δημιοσίων υπαλλήλων απέναντι στην όλη διαδικασία. Η υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης δηλώνει πως στόχος της αξιολόγησης είναι η αξιοκρατία, η διαφάνεια κι η κοινωνική λογοδοσία, ενώ απορρίπτει τους ισχυρισμούς ότι κάτι τέτοιο θα οδηγήσει εν τέλει σε διαθεσιμότητα κι απολύσεις εργαζομένων στο Δημόσιο.

ΑΔΕΔΥ: Μνημονιακή υποχρέωση, μας επιβάλλεται εκβιαστικά

Ιδιαιτέρως επιφυλακτική παρουσιάζεται η ΑΔΕΔΥ απέναντι στα κυβερνητικά σχέδια. «Πρόκειται για μια ακόμη μνημονιακή υποχρέωση, την οποία προσπαθούν να μας επιβάλουν με εκβιαστικό τρόπο, ιδιαίτερα μετά τη μαζικότατη αποχή μας από την προηγούμενη διαδικασία» υποστηρίζει μιλώντας στο tvxs ο προεδρεύων της Εκτελεστικής της ΑΔΕΔΥ, Ιωάννης Πάιδας. «Δεν είμαστε επί της αρχής κατά της αξιολόγησης, αλλά αυτό που προσπαθούν να περάσουν δεν έχει καμιά σχέση με την ανάγκη για επιστημονική, τεχνική κι επαγγελματική στήριξη των δημόσιων υπαλλήλων» επισημαίνει ο κύριος Πάιδας.

«Εμείς ζητάμε πρώτα να γίνει αξιοκρατική επιλογή των στελεχών της δικοίκησης, όπως ορίζει ο νόμος 4369/2016, τον οποίο η ίδια η κυβέρνηση ψήφισε», τονίζει ο ο προεδρεύων της ΑΔΕΔΥ, ισχυριζόμενος παράλληλα πως «Εδώ όμως έχουμε φτάσει στο σημείο το 2/3 των επιτελικών στελεχών  να αποτελείται από κομματικούς εγκάθετους ΣΥΡΙΖΑ κι ΑΝΕΛ».

Σήμερα το μεσημέρι η Εκτελεστική Επιτροπή της ΑΔΕΔΥ θα συνεδριάσει στη Θεσσαλονίκη, προκειμένου να καθορίσει την περαιτέρω στάση πάνω στο ζήτημα της αξιολόγησης.