Το μεγαλύτερο πειραματικό εργαστήριο στην ιστορία της ανθρωπότητας με πειραματόζωα τα κράτη και τους λαούς. Η Ελλάδα είναι ένα απ’ αυτά και μέρος του μεγάλου πειράματος που περιλαμβάνει όλα τα συμμετέχοντα στην ΕΕ κράτη. Αυτή η ΕΕ, όπως τη ζούμε τόσα χρόνια κι έτσι που την κατάντησαν, αλίμονο αν έχει πάνω από δέκα (το πολύ) χρόνια ζωής. Ευτυχώς δεν θα τα έχει.

Ads

Ευτυχώς για τους λαού της, που γαλουχήθηκαν με τις ιδέες του διαφωτισμού και της Γαλλικής επανάστασης. Της Δημοκρατίας, της ελευθερίας, της κοινωνικής χειραφέτησης και της κοινωνικής δικαιοσύνης. Με τις ιδέες του μαρξισμού, του σοσιαλισμού, των αντιφασιστικών αγώνων και τις νίκες των λαών εναντίον του φασισμού και των δικτατορικών καθεστώτων, αλλά και τους αγώνες του Μάη του 68, του Πολυτεχνείου κ.λπ. Όλα αυτά δηλαδή που ο αγοραίος νεοφιλελευθερισμός των οικονομικών ελίτ της ΕΕ δεν θέλει ούτε «ζωγραφιστά».

Όμως ακριβώς αυτά ήταν η αφετηριακή συναίνεση των λαών στο αρχικό εγχείρημα της ΕΕ. Μιας ΕΕ που έχει μπει σε τροχιά αποσύνθεσης και διάλυσης. Οι ιστορικές προοπτικές για μια Ευρώπη των λαών είναι άδηλες, οι αμφιβολίες και αμφιθυμίες μεγάλες και το όνειρο θολό. Οι μισοί ευρωπαίοι πολίτες εμφανίζονται τουλάχιστον επιφυλακτικοί για το μέλλον της ΕΕ, ενώ ένα σημαντικό ποσοστό, που συνεχώς αυξάνεται, τάσσεται ανεπιφύλακτα κατά. Η ΕΕ θεσπίστηκε ως θεσμός (ως «όχημα») αλλά όχι ως ευρωπαϊκός λαός, ως ευρωπαϊκή κοινωνία και κοινότητα. Στο DNA της είχε εξ’ αρχής ελλείμματα. Οργανωτικά, Πολιτικά, Δημοκρατικά ακόμα και Λογικά. Στην πορεία δεν εμβάθυνε τις ευρωπαϊκές αξίες. Το αντίθετο, αύξησε αυτά τα ελλείμματα ενώ πρόσθεσε και νέα.

Το μεγάλο πείραμα ξεκινά το 1992 που είναι έτος σταθμός. Η επανένωση έχει ήδη γίνει και έχει επιστρέψει η αυτοπεποίθηση της Γερμανίας. Αρχίζει να δημιουργείται η γερμανική Ευρώπη με κράτη κατ’ εικόνα και ομοίωση των κρατιδίων της Γερμανίας. Το ίδιο γίνεται με την ΕΚΤ με copy και paste της γερμανικής κεντρικής τράπεζας. Η Γερμανία αρχίζει να κρατά μόνη της το τιμόνι στην ΕΕ και να αποκτά τον πρώτο και τελευταίο λόγο. Η συνθήκη του Μάαστριχ το 1992 ήταν η επικύρωση του μεγάλου πειράματος. Το έδαφος για όλα αυτά είναι ιδανικό.

Ads

Ο νεοφιλελευθερισμός έχει εδραιωθεί θεσμικά στον πολιτικό κόσμο αλλά και στον κόσμο της διανόησης. Ηγεμονεύει σε όλατα «κάστρα». Πανεπιστήμια, ακαδημαϊκά ιδρύματα, ερευνητικά κέντρα, επιχειρήσεις και κρατικές γραφειοκρατίες.[1] Με την κατάρρευση του Σοβιετικού μοντέλου, οι αγορές εμφανίζονται ως μονόδρομος. Σχεδόν εξαφανίζεται ακόμα και η ιδέα πως μπορεί να υπάρξει ένα άλλο «πρότυπο». Ένα άλλο μοντέλο που μπορεί να προτιμηθεί από τους λαούς για λόγους ηθικής, πολιτικής και κοινωνικής οργάνωσης, οικονομικής αποτελεσματικότητας. Ο οικονομικός νεοφιλελευθερισμός αρχίζει να σαρώνει τα πάντα. Η μία μετά την άλλη οι βασικές αρχές του φιλελευθερισμού κατεδαφίζονται.

Στα χρόνια που ακολουθούν το 1992, οι Δημοκρατίες παύουν να είναι αυτές που ξέραμε πριν. Τα κατά τον Αριστοτέλη «Συστήματα μεσοτήτων». Δημιουργείται μια ολιγαρχία πλούτου έξω και πάνω από τα κράτη. Δεν πρόκειται για μια αριστοκρατία ή μια εθνική αστική τάξη. Απέναντι σ’ αυτήν την ολιγαρχία οι αντιστάσεις μειώνονται και αυτό γίνεται εις βάρος των λαών. Του βιοτικού επιπέδου, της υγείας κλπ. Εις βάρος του «ευ ζην». Στον καπιταλισμό το κράτος ήταν πάντα ένας ταξικός θεσμός που παρείχε μια μορφή διαμεσολάβησης στο δημόσιο χώρο. Αναπαρήγαγε τις οικονομικές και κοινωνικές σχέσεις μέσω μιας κοινωνικής σύμβασης των δυνάμεων της εργασίας και του κεφαλαίου. Η νεοφιλελεύθερη πλήρης απελευθέρωση των χρηματαγορών επέφερε μια ανελέητη επίθεση του χρηματοπιστωτικού συστήματος στα κράτη που τελικά μετατράπηκαν σε φέουδα του παρασιτικού χρηματικού κεφαλαίου (βλέπε: Τι σόι καπιταλισμό έχουμε;).

Θα ήταν αφέλεια να πιστέψει κανείς ότι τα δημοκρατικά, πολιτικά κ.λπ. ελλείμματα ήταν μια αμέλεια, μια παράλειψη που στην πορεία και την κοινή διαδρομή θα διορθωνόταν. Όταν το 1861 δημιουργήθηκε η Ιταλία, ο Μάσιμο Ντ’ Αζέλιο είπε μια πολύ σοφή φράση. «Φτιάξαμε την Ιταλία, μένει να φτιάξουμε τους Ιταλούς»[2]. Εννοώντας ότι η ιταλική κοινωνία και κοινότητα, όπως και όλες, δεν είναι υπόθεση των ελίτ αλλά υπόθεση των μαζών. Στην ΕΕ η αντίστοιχη εκδοχή ήταν: «Φτιάξαμε ΕΕ, μένει να προσέξουμε ΜΗΝ φτιάξουμε και Ευρωπαίους». Τα κατάφεραν, δημιουργώντας το DNA της ΕΕ έτσι ώστε να ελαχιστοποιείται οποιαδήποτε παρέμβαση στην κατεύθυνση συνοχής και ομοιογένειας.

Ενδεικτικά. Το οικονομικό πλεόνασμα δεν ανακυκλώνεται. Όμως η ιστορική κατασκευή όλων των νεοτερικών κρατών και κοινωνιών επέβαλε αλλά και προϋπέθετε ενεργές και συνεχείς παρεμβάσεις με μακροχρόνιο ορίζοντα. Το σπουδαιότερο, τις συστηματικές και ηθελημένες μεταφορές πόρων από τις πλουσιότερες στις φτωχότερες περιοχές γιατί μόνο έτσι κλείνει η ψαλίδα ανάμεσά τους. Π.χ. στην Ιταλία ακόμα και σήμερα (150 χρόνια από την ίδρυσή της), παρότι μεταφέρονται πόροι από το βορά στο νότο εξακολουθούν να υπάρχουν διαφορές. Αλλά και στη Γερμανία 25 χρόνια μετά την επανένωση, παρότι κι εκεί πάνε δις από την π. Δυτική στην π. Ανατολική, οι διαφορές είναι τεράστιες.[3] Φανταστείτε τώρα την Ιταλία ή την π. Ανατολική Γερμανία χωρίς μεταφορές πόρων.

Στους ηγέτες της ΕΕ αυτά ήταν γνωστά. Δείτε όμως, έφτιαξαν κοινοτικό προϋπολογισμό μικρότερο του 1% του κοινοτικού ΑΕΠ !! Εξαφάνισαν τα ΜΟΠ και το ίδιο κοντεύουν να κάνουν με την ΚΑΠ. Τα παντελώς ανεπαρκή κοινοτικά ταμεία είναι αδύνατο να πετύχουν την ευρωπαϊκή κοινωνική και κοινοτική ομοιογένεια. Αν βέβαια υποθέσουμε πως την ήθελαν, που δεν την ήθελαν και δεν τη θέλουν. Το πρόβλημα της πολιτικής και κοινωνικής συνοχής, επαφίεται στα κράτη μέλη χωρίς το «όλον» της ΕΕ να έχει λόγο (παρά μόνο ρητορικό). Μπορείτε να φανταστείτε να συμβαίνει κάτι τέτοιο σε μια πολιτεία των ΗΠΑ, ή σε μια περιφέρεια της Ελλάδας, της Ιταλίας, της Γαλλίας κ.λπ.; Προφανώς όχι, γιατί η αλληλεγγύη και η ευθύνη του όλου για το επιμέρους είναι όχι μόνο δεδομένα προφανής αλλά και δομική.

Δείτε ακόμα την τελευταία διεύρυνση προς ανατολάς. «Σε μια νύκτα» 200 εκατ. νέων πτωχών προστέθηκαν σε ένα έτσι κι αλλιώς ανομοιογενές σύνολο 300 εκατ.. Σα να λέμε ότι οι ΗΠΑ σε «μια νύκτα» ενσωμάτωσαν το Μεξικό και ολόκληρη την κεντρική Αμερική!! Αποτέλεσμα. Οι ανατολικοί φτωχοί μαζί με τους προϋπάρχοντες φτωχούς (που όλο και αυξάνονται), καλούνται να συνυπάρξουν με τους πλούσιους (που όλο και λιγοστεύουν). Χωρίς μάλιστα τα εκατοντάδες εκατομμύρια των φτωχών να εμφανίζονται ούτε καν ως αντεπιστέλλοντα μέλη μιας κοινής και αλληλέγγυας κοινότητας.

Θυμίζω ότι η διαδικασία διεύρυνσης έγινε πάρα πολύ εύκολα και με συνοπτικές διαδικασίες. Μήπως λοιπόν έγινε γιατί ακριβώς είχε στόχο να κάνει την ΕΕ αδύνατη (ου μην αλλά και αδιανόητη); Μήπως πρόσθετε εξαρτημένους λαούς με υπάκουες κυβερνήσεις; Δοθέντος ότι οποιοδήποτε συλλογικό υποκείμενο που συγκροτείται από μέρη με διαφορετικές ταχύτητες, δεν μπορεί να λειτουργήσει ως ενιαίο υποκείμενο, είναι αντίφαση «εν τοις όροις», τα ερωτήματα είναι φιλολογικά οπότε πάμε παρακάτω.

Η δομή της ευρωπαϊκής εξουσίας πηγάζει από τους ευρωπαϊκούς λαούς; Είναι προϊόν δημοκρατικής αντιπροσώπευσης; Όχι βέβαια.  Αρκεί μια ματιά στο ευρωκοινοβούλιο. Παρότι διευρύνθηκαν οι αρμοδιότητές του, παραμένει διακοσμητικό. Οι επιλογές συζητούνται δημόσια ή προκύπτουν σε κλειστές αίθουσες; (Που κάθε μια «θέλει το Γερμανό της»). Μήπως η ΕΕ λειτουργεί ως αδιαίρετη Δημοκρατία και δεν το καταλάβαμε; Ο Γερμανός κοινωνιολόγος Ουλριχ Μπεκ (απεβίωσε την πρωτοχρονιά), πριν λίγα χρόνια είχε επισημάνει την εξής παραδοξολογία. «Αν η σημερινή ΕΕ είχε θέσει υποψηφιότητα να γίνει δεκτή στην ΕΕ, θα απορρίπτονταν ως ανεπαρκώς δημοκρατική».

Στο εσωτερικό των κρατών μελών υπήρχαν πάντα πολιτικές αντιπαραθέσεις (σε κάποια και έντονες). Σε ευρωπαϊκό όμως επίπεδο υπάρχει (ή υπήρχε πριν γίνει κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ), μια απόλυτη σύγκλιση πολιτικών. Γιατί το πρώτιστο (για να μην πω και αποκλειστικό) μέλημα της ευρωπαϊκής εξουσίας (της γερμανικής ΕΕ), είναι η διαδικαστική συναινετική αναπαραγωγή της υφιστάμενης πραγματικότητας. Δηλαδή, ένας απόλυτος πραγματισμός που προϋποθέτει πως όλοι «οι παίκτες» παίζουν το «παιχνίδι», αποδεχόμενοι άνευ ετέρου και a priori τους κανονισμούς του «παιχνιδιού». Ενός στημένου «παιχνιδιού» με θύματα τους λαούς και που για τις οικονομικές ελίτ έχει έναν και μόνο κανόνα. Μονά κερδίζω, ζυγά χάνεις.

Όλοι (νεοφιλελεύθεροι, φιλελεύθεροι, συντηρητικοί, σοσιαλδημοκράτες), παίζουν το «παιχνίδι» με τους ίδιους όρους. Συνακόλουθα, η πολιτική δεν ασκείται κατ’ αντιπαράθεση. Όμως αν είναι κάτι πρόδηλο στην πολιτική, είναι το γεγονός πως αυτή δεν υπάρχει χωρίς (πολιτικούς) αντιπάλους, αφού δεν είναι δυνατόν να ταυτίζονται απόψεις και επιλογές. Η αντιπαλότητα είναι η πεμπτουσία της πολιτικής. Στην ΕΕ η πολιτική γίνεται απλώς αντικείμενο μιας διαχείρισης, και πάντα εντός των δεδομένων και αμετακίνητων ορίων. Ηγεσίες και όργανα είναι εκ προοιμίου εγκλωβισμένα σε προδιαγεγραμμένες σκοπιμότητες και δεοντολογίες.

Το πιο εξωφρενικό. Η όποια απόφαση πρέπει να έχει την έγκριση του γερμανικού κοινοβουλίου. Αν την εγκρίνει, έχει καλώς. Αν όχι, δεν περνάει. Και τα κοινοβούλια των άλλων κρατών; Αυτά ως γνωστόν «κατούρησαν στο πηγάδι». Το ίδιο και με τις κυρώσεις. Η Γερμανία, π.χ. τα τελευταία πέντε χρόνια, παραβιάζει συστηματικά και κατ’ εξακολούθηση το ανώτατο επιτρεπτό (από τις συνθήκες) όριο για το εμπορικό πλεόνασμα. Ο Νότος και οι υπόλοιποι τσιμουδιά, κι ας ξέρουν ότι το πλεόνασμα αυτό είναι μέρος των δικών τους ελλειμμάτων.

Υπάρχει παρακμή της αυτονομίας του δημόσιου λόγου και των βουλησιαρχικών πολιτικών ηγεσιών. Εκφυλισμός του ευρωπαϊκού πολιτικού λόγου και επικράτηση μιας συρρικνωμένης ιδεολογικής μονογλωσσίας. Γραφειοκράτες και τεχνοδιαχειριστές, μιλούν χωρίς έμπνευση και φαντασία. Δεν χρειάζονται ούτε καν ρηχές ιδέες. Πόσο μάλλον φυγή στο μέλλον. Μας έμειναν αμανάτι οι γκρίζοι και άχρωμοι πολιτικοί (τύπου Σόιμπλε, Ντάισεμπλουμ κ.λπ.), να μιλούν μια υπέρμετρα ξύλινη γλώσσα και να λάμπουν με μια απίστευτα συμβατική μετριότητα.

 

Η συνέχεια στο επόμενο…

[1] Είναι ενδεικτικό αυτό που συνέβη στην π. Αν. Γερμανία. Ξηλώθηκε ΟΛΟ το εκπαιδευτικό προσωπικό. Από δασκάλους στα χαμηλότερα επίπεδα εκπαίδευσης μέχρι καθηγητές στα πανεπιστήμια, εκδιώχθηκαν ΟΛΟΙ. Η Παιδεία παραδόθηκε στη δυτική πλευρά, ώστε να αποφευχθεί η «μόλυνση» με την άλλη κουλτούρα. Το ίδιο έγινε και με τις 25 ανατολικογερμανικές εφημερίδες και το προσωπικό τους. Αν αναρωτιέστε για τον εμπνευστή και εκτελεστή του σχεδίου, το όνομα αυτού είναι Β. Σόιμπλε (τότε Υπουργού Εσωτερικών). Σιγά μην εκπλαγήκατε.

[2] Ο βουλευτής Μάσιμο Ντ’ Αζέλιο (ένας από τους πρωταγωνιστές της ενιαίας Ιταλίας) είπε τη φράση αυτή στην εναρκτήρια συνεδρίαση του Κοινοβουλίου της ενιαίας Ιταλίας εννοώντας αυτό που ανέφερα και όχι βέβαια πως δεν υπήρχαν Ιταλοί. Άλλωστε αν δεν υπήρχαν Ιταλοί ποιοι έκαναν την ιταλική ενοποίηση; Ούτε εννοούσε την ιταλική διάλεκτο (που είχε καθιερωθεί ως επίσημη γλώσσα το 1860). Παρότι αυτή μιλιόταν μόνο από το 3% των κατοίκων. Ακόμα και σήμερα υπάρχουν πολλές ιταλικοί διάλεκτοι (Ναπολιτάνικα, Σικελιάνικα, Λομβαρδέζικα κ.λπ.) που μερικοί θεωρούν ξεχωριστές γλώσσες.

[3] Ενδεικτικά στοιχεία. Σήμερα οι πρώην ανατολικές περιοχές παραμένουν οι πιο φτωχές της Γερμανίας. Ο μέσος μισθός σ’ αυτές είναι 2.000 ευρώ, όταν στη δυτική είναι 3.000. Η ανεργία είναι στο 11 %, όταν στη δυτική είναι στο 5%. Η μέση περιουσία ενός νοικοκυριού είναι 65.000 ευρώ, όταν στη δυτική είναι 160.000.