Πόση είναι η απόσταση του ενός αιώνα από τα γεγονότα που σφράγισαν τον Ποντιακό Ελληνισμό; Αρκετή για να επικρατήσουν οι καρικατούρες!  Παλιά το προσφυγικό ζήτημα ήταν προνομιακό για την Αριστερά και η Δεξιά το αντιμετώπιζε αμήχανα, ένοχα ή και απροκάλυπτα εχθρικά!

Ads

 Ένα προσφυγικό χωριουδάκι στην Καστοριά, η Αυγή, που μεταφέρθηκε από το Καρς στον Γράμμο, έδωσε στην ΕΔΑ τον πρόεδρο της, τον Πόντιο Γιάννη Πασαλίδη. Στην Καβάλα η κόκκινη δημαρχία του Μήτσου Παρτσαλίδη από την Τραπεζούντα, ο Ν. Ζαχαριάδης από την Ανατολική Θράκη. Προπολεμικά στο Κιλκίς και τις γύρω περιοχές, η αριστερά έπαιρνε ποσοστά Καισαριανής κι όχι Λακωνίας. Δεν έλειψαν βέβαια και η φασιστική οργάνωση Τρία Έψιλον με προσφυγική στελέχωση και ο εμπρησμός του εβραϊκού Κάμπελ στην Θεσσαλονίκη. Εκεί επικράτησε από νωρίς η μάχη των συμφερόντων κι άνθισε η μισαλλοδοξία.

Στο τραγούδι προπολεμικά μεσουρανούσαν ο Παπαιωάννου από τα Μουδανιά και ο Χατζηχρήστος από την Σμύρνη. Την εποχή σφράγισε ο Ναπολέων Σουκατζίδης, ο μορφωμένος προλετάριος του Σκοπευτηρίου, που γλύτωσε από τον Κεμάλ αλλά όχι κι από τον μαθητή του. Όποιος δεν το έμαθε ότι αντίσταση στην Αθήνα σήμαινε Προσφυγιά, ας «ιχνηλατήσει» τα μπλόκα: Κοκκινιά, Δουργούτι, Καισαριανή, Βύρωνας, Καλογρέζα κ.ο.κ.

Η Αριστερά συνετρίβη στα βουνά αφού πρόφτασε να τα κάνει κουλουβάχατα με την «αυτοδιάθεση». Σταδιακά, οι κοινότητες των «τουρκόσπορων» μετατράπηκαν σε εργαλείο εξελληνισμού και εθνικοφροσύνης. Είχε προηγηθεί η συστηματική αξιοποίηση των τουρκόφωνων προσφύγων της Μακεδονίας από την γερμανική κατοχή αλλά και άλλων προσφύγων όπως ο διαβόητος φον Γιοσμάς της υπόθεσης Λαμπράκη. Η μετεμφυλιακή εθνικοφροσύνη στην περιοχή, εν πολλοίς βασίστηκε σε ανθρώπους που δεν ήξεραν ελληνικά. Πόντος έγινε πια ο Νίκος Ξανθόπουλος που μας διαβεβαίωνε: «είμαι γνήσιος Μακεδόνας, βέρος Θεσσαλονικιός!» ενώ ο Καζαντζίδης έφευγε κάποια Παρασκευή από Νέα Ιωνία για Μόναχο. Η δεύτερη γενιά ψηλαφούσε το τραύμα του ξεριζωμού, μέσα από το δεύτερο τραύμα της ήττας και του μετεμφυλίου.

Ads

Αργότερα, τους βρίσκουμε μάλλον ξεχασμένους στα στερεοτυπικά ανέκδοτα του ‘αφελούς’ Ποντίου, με αρκετούς εξ αυτών να άδουν: « Όσο αξίζεις εσύ Κώστα μου Καραμανλή, δεν αξίζουν μαζί … Παπανδρέου και λοιποί». Μέχρι τότε, άλλες προσφυγικές ομάδες είχαν διεκδικήσει αποτελεσματικά την μερίδα τους στην ταυτότητα του έθνους-κράτους και είχαν, ιδιαίτερα οι πλουσιότεροι, εμπλουτίσει το Ελλαδικό κατεστημένο. Οι κοινότητες των Ποντίων βραδυπορούσαν κι άρχισαν να διεκδικούν την διαφορά μάλλον με την Μεταπολίτευση.

Εκείνος που τους εξέφρασε πολιτικά και ανέδειξε το βίωμα τους σε συλλογική μνήμη, μετέχουσα στο εθνικό αφήγημα, ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου. Ανοιχτόμυαλος, χωρίς σκελετούς  στην ντουλάπα του, τους συνάντησε στην Παναγία Σουμελά και λίγο πριν πεθάνει, καθιέρωσε την σημερινή επέτειο. Τιμή στην γενοκτονία των Ποντίων! Για όσους δεν θυμούνται, με τις αντιρρήσεις της συντηρητικής παράταξης και υπό τις ιαχές θριάμβου των «Ιταλών», της «πατριωτικής πτέρυγας» του ΠΑΣΟΚ.

Γνώριζε ότι η γενοκτονία ήταν μία και ενιαία (Ελλήνων, Αρμενίων  & Ασσυροχαλδαίων). Όπως γνώριζε και ότι είχαν μεσολαβήσει υπερβολές & ανακρίβειες στις περιγραφές. Ωστόσο, μαζί με τόσες άλλες σιωπές δεκαετιών συνέτριψε και την omerta του κίβδηλου πατριωτισμού των πολιτικών κληρονόμων του Βασιλιά & της ψωροκώσταινας  (και όψιμων … βενιζελικών σήμερα) αλλά και της μονομερούς τριτοδιεθνιστικής ανάγνωσης της ιστορίας. «Για ότι ως τώρα μάχεται λειψό»! Ο καημός που φεύγει από τα σώψυχα και καθίσταται επίκεντρο του δημοσίου διαλόγου, απελευθερώνει. Τα ήξερε αυτά …

Ακολούθησαν οι λιμπεραλιστικές αναγνώσεις που επέφερε, σε όλο το πολιτικό φάσμα, η έκπαγλος Ο.Ν.Ε. Η ευρωπαίζουσα Ελλάδα δεν άκουγε πια Καζαντζίδη. Επιπλέον οι Πόντιοι δεν ήταν μόνο μνήμη. Ανατροφοδοτούντο με 250.000 νεοπρόσφυγες λόγω των εξελίξεων στην πρώην ΕΣΣΔ. Δεν ήταν λοιπόν κάτι το ανώδυνο από το παρελθόν ούτε κάτι μακρινό σαν τους συμπαθείς… Βάσκους αλλά κάτι ζωντανό που διεκδικούσε χώρο και πόρους.

Μπαίνοντας στον 21ο αι. δεν γυρίσαμε πίσω στην αυταρχική απαγόρευση κάθε κακής κουβέντας για τον τουρκικό εθνικισμό – μιλιταρισμό, όπως αυτή που είχε επιβάλει ο Ιωάννης Μεταξάς και διατηρήθηκε επί μακρόν λόγω των ψυχροπολεμικών υποχρεώσεων. Ήταν κάτι πιο συναινετικό και βασιζόταν στην στρατηγική της ευγενούς διαμεσολάβησης μας περί την ευρωπαική προοπτική της Τουρκίας. Μόνο που η Άγκυρα δεν ήταν ούτε Τίρανα ούτε Σκόπια.…

Με τούτα και με εκείνα, οι πολιτικοί κληρονόμοι της ένοχης παράδοσης βρέθηκαν να διεκδικούν από πάνω και την αποκλειστικότητα στο ζήτημα του πατριωτισμού. Ήταν η ίδια  παράταξη που απαγόρεψε την έξοδο του ελληνικού πληθυσμού όταν κατέρρευσε το μέτωπο, αυτή που σχεδόν μια δεκαετία μετά την καταστροφή πρέσβευε την ακύρωση του αναδασμού, αυτή που εξεγείρετο και μόνο στην ιδέα ένταξης έστω και ενός Ποντίου στα εθνικώς ολοκάθαρα ψηφοδέλτια της!

Σύμβολο της ρεβάνς: Πανίκας Ψωμιάδης, κι είχε έρθει η ώρα ενός νέου ανεκδότου, ακόμη πιο κρύου. Από το όλοι οι Πόντιοι είναι «αφελείς» περάσαμε στο όλοι οι Πόντιοι είναι εθνικιστές! Διαλύθηκαν και οι «Ιταλοί» στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Από τον ΣυΡιζΑ έως την ακροδεξιά …

Η συζήτηση για την μνήμη έμεινε πάντως στη μέση και το ανεπίλυτο τραύμα συχνά οδηγεί σε περίεργες αντιδράσεις. Για όσους δεν το πρόσεξαν ήδη με την παράδοξη επιρροή της Χρυσής Αυγής στις γειτονιές των μπλόκων, ας το προσέξουν τώρα με την σαφέστατη αντιδημοφιλία κάθε συζήτησης για το προσφυγικό … των άλλων. Μετράει κανείς πόσες από τις ακρότητες σημειώθηκαν σε προσφυγομάνες περιοχές;
Αυτά παρέλαβε η κυβέρνηση Τσίπρα και πέρασε μέσα από καυδιανά δίκρανα στο θέμα, προσπαθώντας συχνά να συγκεράσει τα άκρα αντίθετα στο εσωτερικό της. Ίσως, δεν αντελήφθη την ιστορική φόρτιση του θέματος και το αντιμετώπισε με ελιγμούς, λιγότερο ή περισσότερο ευφυείς. Είναι αναλυτική η κριτική του Βλάση Αγτζίδη. 
 

Ο κυνισμός της Δεξιάς, επί Πρεσπών, της προσπόρισε εκλογικά κέρδη και αποτέλεσε ανάχωμα στην επιρροή της Αριστεράς.   Ακόμη ψευδέστερο υπήρξε το αφήγημα της αδιάλλακτα πατριωτικής δεξιάς Αυτό αποδείχθηκε, σύντομα, στα ανοιχτά εθνικά ζητήματα. Το πολιτικό κόστος στη συμφωνία των Πρεσπών ορθώς κατεβλήθη, δεδομένου ότι πάντα προέχει το εθνικό συμφέρον του κομματικού.

Τώρα που βγαίνουμε από την φυσική απομόνωση και αναμένεται η επανέναρξη των προσυνεδριακών διαδικασιών του ΣυΡιζΑ θα ήταν καλό, θέματα όπως η μάχη της μνήμης στο Ποντιακό να ξανατεθούν στο τραπέζι. Η αναδημιουργία της νικηφόρου δημοκρατικής παράταξης, που μόνο ξεπερασμένη ανάγκη δεν φαίνεται, είναι μια ευκαιρία. Σηματοδοτήθηκε με την Προοδευτική Συμμαχία, που φιλοξενεί εξάλλου όλες τις σχετικές απόψεις. Δεν εννοώ άγονες σκιαμαχίες σαν του παρελθόντος αλλά μια συζήτηση που θα εμβαθύνει στο ηθικό ζήτημα και θα είναι, ως εκ τούτου, πολιτικά επίκαιρη.

Η κοινωνία δεν έχει κανένα ενδιαφέρον για την ποσόστωση στα όργανα του ΣυΡιζΑ και θα προσπεράσει αν δεν πάρει το μήνυμα ότι δυο ποτάμια αληθινά συγκλίνουν (π.χ. Άρδας & Έβρος), οπότε η ροή καθίσταται τυρβώδης. Κι αυτό δεν πρόκειται να συμβεί αν τυχόν επικρατήσει το συντηρητικό πνεύμα του «να μην αλλάξει τίποτε». Και σε πρόσωπα αλλά κυρίως σε ιδέες.

 (*) anadan babadan, από μάνα και πατέρα, στην τουρκική γλώσσα