Το κείμενο αυτό γράφεται εν θερμώ. Αλλά οι στιγμές που το βαθύ κράτος υποχωρεί μπρος σε καταστάσεις που δεν μπορεί να ελέγξει, εκλύουν από μόνες τους μια απόκοσμη θερμότητα, προκαλούν μια ταραχή, μια ανάταση, μια αγωνία που «λύει τον πανικό της και διαστέλλεται ξεσπώντας».

Ads

Είναι από τις φορές που το βαθύ κράτος δεν καίει απλά ένα χαρτί του για να σώσει τον πυρήνα του. Είναι από τις φορές που το βαθύ κράτος, αυτό που στην Ελλάδα αποκαλούμε σχεδόν αθώα «διαπλοκή», ηττάται με πάταγο και εξευτελισμό.

Γιατί αν και όλοι οι παροικούντες έκαναν ότι δεν γνώριζαν ο ένας τον άλλον, ήξεραν ότι αν το βρώμικο ύφασμα αρχίζει να ξηλώνεται, δεν θα μείνουν αλώβητοι. Από την αρχή μέχρι το τέλος, ο κρατικός και παρακρατικός υπόκοσμος έπαιξε τα ρέστα του να σώσει μια από τις ιερές του αγελάδες. Από την αμετανόητη άρνηση όλων των κατηγοριών με την επίκληση πολιτικής σκευωρίας μέχρι την συγκεκριμένη επιλογή συνηγόρου υπεράσπισης, ο Λιγνάδης προσπάθησε να δώσει την ύστατη μάχη με τα εργαλεία που γνώριζε εδώ και δεκαετίες: ελιτίστικο θράσος, ταξική αναισθησία, κτηνώδης αντικοινωνική στάση. Και το ότι μετήλθε αυτά τα μέσα, τελικά, έγινε η καταδίκη του.

Σήμερα κανείς δεν γιορτάζει, γιατί οι ανήλικοι που βιάστηκαν δεν θα ξαναγίνουν ποτέ ανήλικοι. Όμως η ενοχή του Λιγνάδη προστίθεται στις νίκες ενός καθημαγμένου λαού που όταν δεν βλέπει τα παιδιά του να φεύγουν μετανάστες, να εργάζονται σαν σκλάβοι με χρήματα που δεν φτάνουν ούτε για το ρεύμα, τα βλέπουν να θυματοποιούνται από διεστραμμένους εξουσιομανείς, από άρρωστα μυαλά που το μόνο που έχουν μάθει είναι να διατάζουν. Λόγω ή έργω.

Ads

Αυτός ο λαός, ο ελληνικός, ο διαλυμένος, ο ταπεινωμένος, διατηρεί στις τάξεις του ανθρώπους που δεν το βάζουν κάτω. Όχι entrepreneurs της μιας χρήσης και innovators της πλάκας και της ρεμούλας αλλά ανθρώπους που βάζουν το κεφάλι τους στον πάγκο του χασάπη ώστε η αληθινή κοινωνική καινοτομία, η ατόφια αλληλεγγύη, ο ανθρωπισμός που έχει γίνει μουσειακό θέμα στις πανελλαδικές εξετάσεις, να παλινορθωθούν. Αυτές οι συλλογικές νίκες μάς δίνουν ανάσα αμόλυντη από τον ιό του κοινωνικού κανιβαλισμού. Από τον καθημερινό πόλεμο που εκτυλίσσεται πίσω από κλειστές πόρτες διαμερισμάτων, στα ενδότερα απαστραπτόντων εταιρικών γραφείων, στα άβατα της κοσμικής και της θρησκευτικής εξουσίας.

Αυτοί οι άνθρωποι είναι η περιώνυμη «Ελλάδα που αντιστέκεται, η Ελλάδα που επιμένει». Γιατί «αν και βρέθηκαν στον υπόνομο, δεν έπαψαν να κοιτούν τ’ αστέρια». Να κοιτούν το φως και τη λύτρωση. Και σήμερα την ακούμπησαν για πρώτη φορά. Τους εύχομαι παντοτινά.