Η εξαγγελία της νέα υφυπουργού εργασίας για χορήγηση επιδόματος σε όσες γυναίκες τεκνοποιούν και είναι κάτω από 30 ετών, έχει δύο εκδοχές.

Ads

Η πρώτη είναι ότι δεν γνωρίζει τις σύγχρονες ανάγκες των γυναικών και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν για να τις καλύψουν καθώς και την πρόοδο της επιστήμης σε σχέση με τη δυνατότητα ασφαλής τεκνοποίησης των γυναικών σε μεγαλύτερη ηλικία.

Η δεύτερη είναι ότι παραβλέπει τα παραπάνω γιατί είναι δέσμια των συντηρητικών αντιλήψεων και αναχρονιστικών ιδεοληψιών που θεωρούν ότι οι γυναίκες αποκλειστικά πρέπει να ασχολούνται με το νοικοκυριό και την οικογένεια, άρα είναι υπεύθυνες για την υπογεννητικότητα.

Σήμερα στην ελληνική όπως και στην υπόλοιπη ευρωπαϊκή πραγματικότητα, οι γυναίκες επιθυμούν να σπουδάσουν (είναι περισσότερες οι φοιτήτριες και οι απόφοιτες των Πανεπιστημίων από τους φοιτητές), θέλουν να εργαστούν (καμία νέα γυναίκα δεν δηλώνει «οικιακά» αλλά «άνεργη»), θέλουν να έχουν εξέλιξη στην εργασία τους (καριέρα) και πολλές θέλουν να γίνουν μητέρες εφόσον εξασφαλίσουν τουλάχιστον τα δύο πρώτα (σπουδές και εργασία).

Ads

Αν λοιπόν υπολογίσεις πόσα χρόνια χρειάζονται για να ικανοποιηθούν όλες αυτές οι φιλοδοξίες των γυναικών – η κανονικότητα τους δηλαδή, όπως είναι και των ανδρών άλλωστε- μπορεί και να ξεπεράσουν την ηλικία των 30 χρόνων. Εδώ ας υπολογίσουμε βέβαια και κάποιες γυναίκες που για άλλους λόγους απέκτησαν η θέλουν να αποκτήσουν παιδί πάνω από τα τριάντα. Άρα από το επίδομα των 2.000 ευρώ μένουν έξω οι περισσότερες γυναίκες.

Δεν μπορώ όμως να πιστέψω ότι αυτή την πραγματικότητα την αγνοεί η σημερινή κυβέρνηση και η νέα υφυπουργός εργασίας, πόσο μάλλον που και η ίδια έχει κάνει καλές σπουδές και μια καλή καριέρα για την ηλικία της.

Συμπεραίνω λοιπόν ότι ισχύει η δεύτερη εκδοχή. Η κυβέρνηση και η υφυπουργός εργασίας είναι οπαδοί της επιστροφής των γυναικών πάλι στο σπίτι, αποκλειστικά ως νοικοκυρές και μάνες – κι αν χρειαστούν και κανένα χαρτζιλίκι, ας δουλεύουν από το σπίτι. Ξαναζεσταμένες θεωρίες δηλαδή με νέο περιτύλιγμα που σήμερα δυστυχώς αναβιώνουν και στην υπόλοιπη Ευρώπη από ακροδεξιές και συντηρητικές κυβερνήσεις που ταυτόχρονα εφαρμόζουν πολιτικές λιτότητας και περικοπών γυναικείων κατακτήσεων και δικαιωμάτων (π.χ απαγόρευση αμβλώσεων), προκειμένου να αντιμετωπίσουν το υπαρκτό πρόβλημα της υπογεννητικότητας.

Το φεμινιστικό κίνημα και οι γυναικείες οργανώσεις, όμως διαχρονικά έχουν δώσει αγώνες για να διασφαλίσουν το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση του σώματος τους και απέδειξαν ότι το πρόβλημα της υπογεννητικότητας δεν αφορά αποκλειστικά τις γυναίκες αλλά είναι ένα σύγχρονο θέμα που αφορά όλη την κοινωνία.

Επιπλέον αντιμετωπίζεται στο βαθμό που υπάρχει δίκαιη ανάπτυξη και κοινωνική συνοχή, οι οποίες εξασφαλίζονται με περισσότερα μέτρα και πολύμορφες πολιτικές ισότητας των φύλων, κοινωνικές παροχές και μόνιμα επιδόματα ως συστατικά στοιχεία του κράτους πρόνοιας που θα αφορούν όλους και όλες και θα στηρίζουν όλες τις σύγχρονες μορφές οικογένειας, χωρίς οποιασδήποτε μορφής διακρίσεις και διαχωρισμούς.

Πολιτικές που θα διασφαλίζουν και θα ενισχύουν τη σύγχρονη κανονικότητα των γυναικών που είναι η απαίτηση τους για επαρκή μόρφωση-αξιοπρεπή εργασία-εξέλιξη και οικογένεια με εναρμόνιση χωρίς το ένα να εμποδίζει το άλλο και χωρίς να κινδυνέψουν να θεωρηθούν «ψυχικά νοσούσες» οι γυναίκες που αγωνίστηκαν και συνεχίζουν και σήμερα να αγωνίζονται για την κοινωνική τους χειραφέτηση.

Από αυτή τη σκοπιά θα κρίνουμε καθημερινά το έργο της σημερινής κυβέρνησης, υπερασπίζοντας ότι μέχρι σήμερα έχουμε πετύχει αλλά και με ότι προγραμματικά έχουμε σχεδιάσει για την εφαρμογή της ουσιαστικής ισότητας των Φύλων (και έχουμε γι αυτό ένα ολόκληρο νομοσχέδιο ψηφισμένο που περιμένει την εφαρμογή του)

Είναι θετικό η δέσμευση τους για την ενίσχυση του προγράμματος των σχολικών γευμάτων – θυμίζω ότι είχαν λοιδορηθεί ως «συσσίτια» όταν τα καθιερώσαμε ως κυβέρνηση- μένει βέβαια να το δούμε στην πράξη.

Ελπίζω επίσης να διατηρηθεί το δικαίωμα της άνεργης μητέρας να πηγαίνει το παιδί της στο δημόσιο σταθμό, να διατηρηθεί το επίδομα ενοικίου στα νέα ζευγάρια και τόσα άλλα μέτρα που έχουμε θεσμοθετήσει.

Τέλος καταθέτω για άλλη μια φορά την αντίρρηση μου για την υποβάθμιση της Γενικής Γραμματείας Ισότητας των Φύλων με τη μεταφορά της από το Υπουργείο Εσωτερικών στο Υπουργείο Εργασίας και την μετονομασία της σε Γενική Γραμματεία Οικογενειακής πολιτικής και Ισότητας των Φύλων.

Θεωρώ ότι η ανάπτυξη των πολιτικών της ουσιαστικής ισότητας λόγω του μεγάλου και πολύμορφου εύρους των δράσεων που απαιτούνται αλλά και όπως το διαπίστωσα από τη θέση της ΓΓΙΦ την προηγούμενη τετραετία, καθιστά αναγκαίο την δημιουργία και στη χώρα μας ενός Υπουργείου Ισότητας των Φύλων.

* Η Φωτεινή Κούβελα ήταν Γενική Γραμματέας Ισότητας των Φύλων