Ο Μάρκος Μέσκος που έφυγε ήταν σαν ποιητής κάρφος στο μάτι όσων κάνουν δημόσιες σχέσεις πρώτα με τον εαυτό τους και μετά με τους άλλους… Η ίδια η ύπαρξη του, εμμονική όσο και η ανάσα του κορμιού, θύμιζε τους “άβολους άλλους”, τους ‘ανύπαρκτους’ σε κάθε τόπο και σε κάθε εποχή, τους ‘προδότες’ εθνικών κρατών μα και όλων των πολιτικών συστημάτων. Δεν έχει σημασία πώς τους ονόμασαν χθες και πως θα τους ονομάσουν αύριο. Θύτης και θύμα αλλάζουν ρόλους, αλλά δεν αλληλοαναιρούνται ποτέ. Αναλώσιμη ύλη στην φωτιά που καίει τα σωθικά του πλανήτη ολόκληρου.

Ads

Ο Μέσκος λοιπόν, ο Σλαβο-Μακεδόνας, από τα ξεχασμένα, ξαναβαπτισμένα με νέα ονόματα χωριά με την “παράνομη γλώσσα”, που ποτισμένος με τον διεθνισμό των ανθρώπων (όχι των περισσότερων πια ΜΚΟ και των κυνικών επαγγελματιών) αρνήθηκε να δηλητηριαστεί με εθνικισμό κι ας ήταν γεμάτος αγάπη για τις 2 πατρίδες του. Πώς να χωρέσει η ιστορία των “μικρών” ανθρώπων όπως ο Μέσκος στις μεγάλες αφηγήσεις του έθνους, της τάξης, της θρησκείας, της πολιτικής, που αυτό το ναρκισσευόμενο εξάμβλωμα στην ράχη του πλανήτη, ο άνθρωπος, εφευρίσκει για να ξεγελά την φυσική τάξη του θανάτου του που του θυμίζει πόσο ασήμαντος για την ζωή που κυλάει είναι… Λοιπόν; Σε ποιο κουτί θα βάλουμε τον Μέσκο; Υπήρξε άραγε; Θα σεβαστούμε το “μυστικό” του; Κι η διδαχή ποια είναι τώρα που η αποπολιτικοποίηση, (αποτέλεσμα κέντρων καταναλωτικού-καπιταλιστικού προσανατολισμού, βολής των πολλών μα και της προδοσίας των εργολάβων της αριστερής πολιτικής) οδηγεί τους παρίες αντί σε πολιτικές σε θρησκευτικές οργανώσεις σε όλον τον κόσμο; Είμαστε στ’ αλήθεια καλύτερα;

«Ο παρίας από την Αλγερία που ερχόταν στην Γαλλία, έμπαινε το 60 στις οργανώσεις του Κομμουνιστικού κόμματος. Τώρα μπαίνει στον ISIS, σύμφωνα με την ανάλυση σημαντικού φίλου.» Η Γενιά του Μέσκου, αν το επέλεγε, είχε διαφυγή άλλη. Ευτυχώς! Μα προδόθηκαν. Δυστυχώς…  Κι ο ίδιος είχε ένα θείο ταλέντο. Εαν τον τιμήσετε να τον τιμήσετε γι αυτό που ήταν. Μην τον βάλετε σε βολικό κουτί. Στο ξόδι του τουλάχιστον, σε μια απάνθρωπη ανθρωπότητα, που οι ανώτεροι σκοποί κρύβουν συνήθως ποταπές στοχεύσεις ας αποτίσουμε ΣΕΒΑΣΜΟ στις αλήθειες… Αλλιώς θυμίζουμε τις βολικές, καταναλωτικές αφηγήσεις των γιορτών που πριμοδοτούν την αποστειρωμένη, χαμογελαστή οικογένεια ως θεμέλιο λίθο της ηθικής και της προόδου, αφήνοντας (σε αντίθεση με το ιστορικό πρόσωπο του Ιησού) «απέξω όσους κι όσες σε αυτόν τον τ(ρ)όπο δεν χωράνε. Σε αυτούς που έχουν να διαπραγματευτούν με την αόρατη μοναξιά τους, δηλαδή, πάλι, με την «ανυπαρξία» τους…

Σκαλίζει ο κόσμος το πρόσωπο του «εχθρού του» αναπαράγοντάς το τελικά, νομιμοποιώντας διαρκώς αυτό που καταγγέλλει, σ’ έναν αιμάτινο κύκλο, τρεις χιλιάδες χρόνια τώρα, ανίκανο ν’ αλλάξει το πρόσωπο, αφού κυνηγά το προσωπείο. Αλλά η ποίηση (όχι οι ποιητές) θα ναι το νύχι που θα σκαλίζει τον Σισύφειο βράχο μπας και ξεπηδήσει λίγο Φως… Κι ο Μέσκος, ο «ουμανιστής κομμουνιστής χωρίς κομματική ταυτότητα» όπως χαρακτηριζόταν αφού δεν ήθελε να παραδώσει τα όνειρα του σε κυνικούς κι εμπόρους, αλλά ούτε και στους απολιτίκ ηλίθιους, θα αποτελεί για πάντα κομμάτι της. “Μαζί είμαστε τα πάντα. Μόνος του δεν είναι κανείς τίποτα”

Ads

Δύο ποιήματα… 

XVIII

Τω καιρώ εκείνω η χώρα πάλι δυστυχούσε.
Αόρατοι πόλεμοι μα θανατηφόροι εξίσου, αρρώστιες συχνά και το φριχτον τέλος όχι στην όμορφη θέα του μοναστηριού που οι καλόγεροι κρατούν στη μέση τα κλειδιά των κρανίων μήτε στον λόφο με τα κυπαρίσσια• μα στη σκόνη μέσα και στα σκου¬πίδια και στα υπόγεια αζήτητοι νεκροί –με το στανιό τα μάτια ορθάνοιχτα για τη φωτογραφία και την επικήρυξη. Και άλλη πείνα και ανέχεια ψυχής κάτω απ’ τον ίδιο πάντοτε ουρανό του κόσμου.
Στο διηνεκές τότε διάλεξε την ώρα ο Βασιλιάς και μια μέρα εκατέβη στην αγορά όπου το ψέμα συνωστίζεται και η απάτη και οι σιωπηλές φωνές του κέρδους. Παραμέρισαν οι ρακένδυτοι να περάσει η συνοδεία και να σταθεί στο κέντρον ο Μεγαλειό¬τατος με τις πορφύρες. Εκείνος, ο θεόπνευστος, σήκωσε τα χέρια ψηλά τρις, κάθε φορά γεμίζοντας τις χούφτες του διαμα¬ντικά και γρόσια και χρυσάφια τινάζοντάς τα προς τα σύννεφα, σημάδι, λένε, πως αγαπούσε τους ανθρώπους και τον λαό και πως τα χάριζε σκορπώντας τα έτσι.
Αλαλάζοντας συρφετός χύμηξε ποιος να προλάβει πρώτος χτυπώντας και υβρίζοντας ο εις τον άλλον. Γρηγορότερα από τις αστραπές της βροχής συνάχτηκαν οι ξαφνικές λάμψεις στο χώμα και το στερνό φλουρί ακόμα που κυλούσε προς τον υπόνομο.
Η πομπή ξεκίνησε από τα μάτια του Βασιλιά για το παλάτι με το κνούτο μπροστά που πρίν λίγο σιγούσε. Κι από τους τυχερούς της ημέρας άλλοι ταχύτατα λάκισαν σφίγγοντας τον κόρφο για το καλύβι, άλλοι βροντώντας τις τσέπες πέρασαν στίς ανάγκες και στα καπηλειά• μα κάποιοι στη γωνιά, αμέτοχοι στην εξαγορά του βίου τους, σφίγγοντας τα δόντια έκλαιγαν.

Αξιωματικός

Στο σκολειό, πολλές φορές η δασκάλα μάς ρωτούσε :
– Και τι θα γίνετε σα μεγαλώσετε, τι θα γίνετε
όταν σκορπίσετε από δω,
σαν γίνετε άντρες;
Kατέβαζα το κεφάλι κι έλεγα μέσα μου :
– Αξιωματικός πάνω στο άλογο, αξιωματικός ! …
Μα τώρα που γνωρίζω τι σημαίνουν τα παράσημα,
τ’ αστέρια πάνω στις επωμίδες, τώρα που γνωρίζω
τι σημαίνουν οι γυαλισμένες μπότες, τι σημαίνουν
τα σπιρούνια και οι ματωμένες σάλπιγγες,
προτιμώ να ‘ μαι βοσκός με τα γελάδια
όλη μέρα, βρέχει, χιονίζει, στο δάσος…