Φοροαποφυγή είναι η εφαρμογή καλά σχεδιασμένων λογιστικών πρακτικών ως απόρροια προσεκτικής μελέτης της εμπορικής νομοθεσίας, της φορολογικής πρακτικής, των διεθνών προτύπων χρηματοοικονομικής πληροφόρησης, καθώς και των δικαστικών και υπουργικών αποφάσεων με απώτερο σκοπό τη μείωση της φορολογητέας ύλης ενός φυσικού ή νομικού προσώπου. Αυτή πραγματοποιείται στο πλαίσιο καλά μελετημένου φορολογικού σχεδιασμού, όπου δημιουργούνται σενάρια και εναλλακτικές, μέχρις ότου προσδιοριστεί ο ελάχιστος δυνατός φόρος, που είναι -ως επί το πλείστον- στα πλαίσια του νόμου. Η φοροαποφυγή είναι η οποιαδήποτε νόμιμη διαδικασία ή ένας τρόπος -νόμιμος ή στα όρια της νομιμότητας- για την αποφυγή πληρωμής των φόρων.

Ads

Τι προκαλεί η φοροαποφυγή;

Η ύπαρξη συστηματικής και εκτεταμένης φοροαποφυγής διαφθείρει τα εισοδηματικά συστήματα, υποσκάπτοντας τη δυνατότητα του κράτους να παρέχει κοινωνικές υπηρεσίες. Αυτοί που φοροαποφεύγουν είναι φυσικά και νομικά πρόσωπα, που -συνήθως- βρίσκονται σε περίοπτη κοινωνική, πολιτική ή οικονομική θέση. Αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους ως την ελίτ του συστήματος και αποκομμένοι από την καθημερινότητα, απορρίπτουν τις όποιες υποχρεώσεις απορρέουν από την οικονομική τους επιφάνεια. Είναι πλούσιοι, μεγαλοεισοδηματίες, υψηλόβαθμα στελέχη, ακριβοπληρωμένοι ελεύθεροι επαγγελματίες και επιστήμονες, με άμεση ή έμμεση εμπλοκή σε εξωχώριες εταιρείες, ημικρατικούς και μη κυβερνητικούς οργανισμούς, μη κερδοσκοπικές επιχειρήσεις και συμβουλευτικές υπηρεσίες. Ουσιαστικά η φοροαποφυγή είναι η συμπαιγνία ιδιωτικών και δημόσιων παικτών, οι οποίοι εκμεταλλεύονται το προνομιακό καθεστώς που απολαμβάνουν ή τους έχει εκχωρηθεί από το κράτος, για να αποδομήσουν τα φορολογικά συστήματα.

Ads

Που οδηγεί η φοροαποφυγή;

Η αποτυχία αντιμετώπισης της φοροαποφυγής οδηγεί στην ανομία, επηρεάζοντας την εμπιστοσύνη και την ακεραιότητα που οφείλει να διέπει το κράτος δικαίου και την ευνομούμενη πολιτεία. Η φοροαποφυγή από τους πλούσιους, μετατοπίζει τα φορολογικά βάρη στους μισθωτούς, συνταξιούχους, μικροεπαγγελματίες και μικρέμπορους, αυξάνοντας την κοινωνική και οικονομική ανισότητα, ζημιώνοντας τις προοπτικές ανάπτυξης και μειώνοντας τις αναγκαίες επενδύσεις για υγεία, παιδεία, κοινωνικές παροχές και υποδομές. Πέραν αυτών, ευρύτερα κοινωνικά στρώματα θεωρούν ότι η ύπαρξη «δύο μέτρων και δύο σταθμών» είναι η απόδειξη της αποτυχίας του κράτους και των ελεγκτικών μηχανισμών του, είναι η επιβεβαίωση της διαπλοκής και μια αιτιολόγηση εκ μέρους των, για τη δική τους εμπλοκή στην φοροαποφυγή. Η φοροαποφυγή οδηγεί σε ένα ιδιότυπο κοινωνικό αυτοματισμό, όπου ο καθένας ιδιωτικά, εν κρυπτώ και με δόλια σκέψη προσπαθεί να αποφύγει την πληρωμή των φόρων, πιστεύοντας ότι κατ’ αυτόν τον τρόπο τιμωρεί το εκφυλισμένο κράτος και τις διαπλεκόμενες σχέσεις.

Τι κάνουμε με τη φοροαποφυγή;

Για την καλύτερη και αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της φοροαποφυγής, ο προσανατολισμός το κράτους και της πολιτικής του πρέπει να μετατοπιστεί σε όλους εκείνους που τη διευκολύνουν μέσω της προσφοράς και της παροχής. Και αυτοί είναι:
 

  1. Οι παρέχοντες δικαιοδοσίες και αρμοδιότητες σε ιδιώτες και φορείς, μέσω κυβερνητικών αποφάσεων, προσφέροντας κατ’ αυτόν τον τρόπο, πιθανούς χώρους απόκρυψης οικονομικών κεφαλαίων και ύποπτων συναλλαγών, βοηθώντας στην ανάδειξη της φοροαποφυγής.

  2. Οι υπηρεσίες και οι μεσάζοντες του ιδιωτικού τομέα, συμπεριλαμβανομένων των τραπεζών, των νομικών και των οικονομικών συμβούλων, των φοροτεχνικών και των συμβολαιογράφων, οι οποίοι μέσα από τις δραστηριότητές τους, έχουν τη δυνατότητα και τις ευκαιρίες να ενθαρρύνουν ή να παραβλέπουν μη σύννομες οικονομικές πρακτικές.

  3. Τα ανώτερα στελέχη επιχειρήσεων, που είναι υπεύθυνα για συναλλαγές που συνεισφέρουν στη διαρροή κεφαλαίων, στη φοροδιαφυγή και στη φοροαποφυγή.

Η επικέντρωση των ελεγκτικών μηχανισμών, μέσα από την αξιοποίηση της πληροφορικής τεχνολογίας και των βάσεων δεδομένων, σε συνδυασμό με την ανταλλαγή πληροφοριών και την εκμετάλλευση των βέλτιστων πρακτικών που υπάρχουν σε άλλα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι καίρια θέματα που χρήζουν άμεσης προτεραιότητας, καθώς έχουν τη δυνατότητα να επιτύχουν έναν τριπλό στόχο: Να κυνηγήσουν τα πρόσωπα και τις επιχειρήσεις που συστηματικά φοροαποφεύγουν, να αποθαρρύνουν την ανάπτυξη νέων πρακτικών και φαινομένων φοροαποφυγής και να παράσχουν ένα θετικό κοινωνικό, δημοκρατικό και αναδιανεμητικό πρόσημο στα κοινωνικά στρώματα, απολύτως αναγκαίο για την επικράτηση του αισθήματος δικαίου και ισονομίας στην κοινωνία.