Τι θυμήθηκα προχθές, παρακολουθώντας στην τηλεόραση τον αγώνα μπάσκετ Ελλάδας-Τουρκίας;

Ads

Πέρυσι, την ίδια εποχή, είχα γράψει σ’ αυτήν εδώ τη στήλη, ότι ήταν απορίας άξιον, πώς η Ελληνική Ομοσπονδία Μπάσκετ, αντί να προωθήσει στην Εθνική έναν από τους πολλούς καλούς νέους έλληνες προπονητές, επέμενε στον παλιομοδίτη Γιάνας Κασλάουσκας, που ναι μεν είχε κερδίσει το χάλκινο μετάλλιο στην Πολωνία, αλλά γενικά δεν έπειθε ότι μπορούσε να κρατήσει με στιβαρότητα το τιμόνι της ομάδας.

Εν όψει του παγκοσμίου πρωταθλήματος που έγινε στην Τουρκία, το άρθρο εκείνο θεωρήθηκε ότι απέβλεπε στην αποσταθεροποίηση της Εθνικής και γι’ αυτό αναρτήθηκε, συνοδευόμενο με αποδοκιμαστικά σχόλια, στον πίνακα ανακοινώσεων που υπάρχει στο γραφείο του γενικού γραμματέα! Ετσι λοιπόν, κάθε επισκέπτης είχε τη δυνατότητα, για αρκετό καιρό, να ενημερώνεται για τον… ανατρεπτικό μου ρόλο και προς αποφυγή παρεξηγήσεων, να λαμβάνει καταλλήλως τα μέτρα του…

Είχε, εν τέλει, πλάκα εκείνη η ιστορία, γιατί αμέσως μετά το Μουντομπάσκετ, όπου η Εθνική απέτυχε παταγωδώς, ο Κασλάουσκας επέστρεψε άρον άρον στην πατρίδα του και αφού πέρασαν κάποιοι μήνες, η ομοσπονδία αναγκάστηκε να καταφύγει σε έναν από τους «πολλούς καλούς έλληνες προπονητές», στους οποίους είχα αναφερθεί το προηγούμενο καλοκαίρι.

Ads

Αυτά λοιπόν θυμήθηκα βλέποντας το προχθεσινό φιλικό με την Τουρκία. Οχι γιατί η Εθνική μας κέρδισε με «κάτω τα χέρια» τους δευτεραθλητές κόσμου, ούτε γιατί οι εμφανίσεις της προεξοφλούν την επίτευξη των στόχων της στο ευρωμπάσκετ της Λιθουανίας, αλλά γιατί, κάτω από εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες, ο νέος της προπονητής, Ηλίας Ζούρος, έχει βάλει στα σκαριά μια ομάδα η οποία μπορεί να διεκδικήσει πολλά περισσότερα απ’ όσα θεωρητικά θα επέτρεπαν οι απουσίες των Διαμαντίδη, Σπανούλη, Παπαλουκά, Σχορτσανίτη, Μαυροκεφαλίδη, Περπέρογλου…

Προσοχή όμως. Ας μην θεωρηθεί ότι το βάθος του ελληνικού μπάσκετ είναι αστείρευτο, ώστε να επιτρέπει την άνευ σοβαρού κόστους αναπλήρωση παικτών που έγραψαν ιστορία. Τόσο σε εθνικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο. Οχι δεν συμβαίνει αυτό και το αποδεικνύουν, αφενός η επιστράτευση τριών ελληνοαμερικανοπαίδων (Καλάθης, Κουφός, Μπράμος) και αφετέρου, το χάσμα που υπάρχει ανάμεσα στη γενιά του ’84-’85 (Σχορτσανίτης, Βουγιούκας, Μαυροκεφαλίδης, Περπέρογλου, Βασιλόπουλος, Βασιλειάδης, Ξανθόπουλος, Πρίντεζης) και σ’ εκείνη του ’90, (Παπανικολάου, Σλούκας, Μάντζαρης), που μόλις τώρα παίρνει θέσεις στην εθνική ομάδα.

Από το 2004 που μπήκαν στην ομάδα ο Ζήσης με τον Σπανούλη, κανένας ελληνικής παραγωγής γκαρντ δεν φόρεσε τη φανέλα της Εθνικής, παρ’ ότι πίσω από τους «τέσσερις σωματοφύλακες» υπήρχε πάντα θέση και για έναν πέμπτο, που όμως δεν φάνηκε ποτέ στον ορίζοντα. Για την Εθνική οι γενιές του ’86, του ’87, του ’88 και του ’89, πήγαν χαμένες και αυτό έχει ένα κόστος που κάποια στιγμή θα κληθούμε να πληρώσουμε, παρ’ ότι η εξ Αμερικής βοήθεια φαίνεται να μπαλώνει προς το παρόν τις αδυναμίες.

Ολ’ αυτά δεν σημαίνουν ότι ο Ηλίας Ζούρος είναι θαυματοποιός. Οχι. Απλά είναι ένας πολύ καλός προπονητής, με διεθνή εμπειρία, που ήδη έχει βάλει τη σφραγίδα του σ’ αυτή τη νέα εθνική ομάδα. Οσο για την απουσία των μεγάλων, μπορεί από τη μία να δημιουργεί ένα σοβαρό έλλειμμα ποιότητας και προσωπικότητας, αλλά από την άλλα κάνει πιο εύκολη τη διαχείριση των καταστάσεων για έναν προπονητή που μέχρι τώρα δεν είχε δουλέψει με «ιερά τέρατα» του μπάσκετ.

Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, οι οποίες γίνονται πολύ πιο ισχυρές, μετά την επιστροφή του τραυματία Καλάθη, η ομάδα θα διεκδικήσει με αξιώσεις την επίτευξη του στόχου της, που είναι μια θέση στην εξάδα και η οποία, με τη σειρά της, εξασφαλίζει συμμετοχή, του χρόνου, στο προολυμπιακό τουρνουά για το Λονδίνο. Το μόνο που πρέπει να προσέξουν οι υπεύθυνοι της ομοσπονδίας, είναι η διαχείριση δύσκολων στιγμών, ενδεχομένως μέσα από μια απρόβλεπτη ήττα. Εκεί λοιπόν θα χρειαστούν μια ιδιαίτερη στήριξη, κυρίως οι νεαροί και άπειροι παίκτες, αλλά και ο προπονητής, που μέσα στα χίλια καλά του, στα δύσκολα έχει την τάση να βλέπει ότι τον κυνηγάνε φαντάσματα..

Πηγή:Ελευθεροτυπία