Λίγες ώρες πριν τον μικρό τελικό του Μουντιάλ μεταξύ της Βραζιλίας και της Ολλανδίας το ερώτημα που πολλοί θέτουν είναι τι έπεται για Βραζιλία μετά την ταπεινωτική ήττα στον ημιτελικό από τη Γερμανία με 7-1. Επιμέλεια: Τόνια Γκόρου. 

Ads

Ίσως να είναι πολύ νωρίς ακόμα για να απαντήσουμε. Προς το παρόν υπάρχει ένα κενό και μια επιφυλακτική. Η χώρα διοργάνωσε μια «ποδοσφαιρική γιορτή» για τον πλανήτη, αλλά αντί να είναι «η ωραία του χορού» κατέληξε να μοιάζει με την χειρότερη. Ωστόσο αυτό, μακροπρόθεσμα, θα μπορούσε να έχει επιπτώσεις που θα ξεπερνούν το ποδόσφαιρο.

Μετά το παιχνίδι, υπήρχε ο φόβος έξω από τη Βραζιλία ότι η χώρα θα ξεσπάσει, με την ήττα να λειτουργεί σαν το προσάναμμα για την αναζωπύρωση των διαμαρτυριών που σημειώθηκαν το προηγούμενο έτος. Ωστόσο, αυτές οι διαμαρτυρίες, ήταν περισσότερο μια ιστορική αφύπνιση από κάθε τι άλλο. Ήταν μια κάθαρση, ένα σημάδι ενός λαού που θέλει να αποτινάξει συναισθηματικά τα δεσμά της στρατιωτικής δικτατορίας. Επαναστατική φωτιά τέτοιας έντασης, είναι απίθανο να δημιουργηθεί αυτή την χρονική περίοδο.

Ας μη γελιόμαστε: αυτή η ήττα ήταν τραυματική! Κάνοντας μια αναδρομή, η Βραζιλία θα μπορούσε να προτιμήσει έναν «δραματικό θάνατο» της τελευταίας στιγμής, στον προηγούμενο γύρο με την Κολομβία. Τουλάχιστον τότε, θα μπορούσαν να αποχωρήσουν από την διοργάνωση με μια αίσθηση του ρομαντισμού, της τραγωδίας. Αλλά αυτό ήταν βάναυσο. Σε μια εποχή που η οικονομία της Βραζιλίας έχει πάρει την κατιούσα μετά από χρόνια ανάπτυξης, όταν τόσα πολλά ζητήματα, για υποδομές και δημόσιες υπηρεσίες, παραμένουν σε μεγάλο βαθμό, αυτό το καλοκαίρι είχε σκοπό να παράσχει μια ανάπαυλα από τα εθνικά προβλήματα. Όπως φαίνεται, η χώρα δεν μπορεί πλέον να υπολογίζει το ποδόσφαιρο σαν την «Μεγάλη Απόδραση» της.

Ads

Αυτό ήταν το σχέδιο, έτσι δεν είναι; Διοργάνωσε ένα τουρνουά ποδοσφαίρου. Κέρδισε το ή τουλάχιστον φτάσε στον τελικό. Μπες στους «θρύλους» του ποδοσφαίρου της Βραζιλίας. Χόρεψε κατά μήκος των παραλιών και στους δρόμους. Αλλά τώρα ο λογαριασμός έφτασε: και ενώ όλοι οι άλλοι είναι μεθυσμένοι, η Βραζιλία είναι αυτή που πρέπει να πληρώσει.

Λέγεται συχνά, ότι η χειρότερη ήττα στην ιστορία του ποδοσφαίρου της Βραζιλίας είναι ο τελικός του Παγκοσμίου Κυπέλλου το 1950, όταν η διοργανώτρια χώρα έχασε με 2-1 από την Ουρουγουάη, σε ένα γεγονός που αναφέρεται ως «εθνική τραγωδία». Όμως αυτό που συνέβη με την Γερμανία ενδέχεται να ξεπεράσει εκείνη την ιστορία.

Τα γεγονότα του 1950 έλαβαν χώρα σε μια εποχή που το να διοργανώσεις ένα διεθνές τουρνουά ήταν πολύ πιο εύκολα αποδεκτό, ως μια εντελώς λογική χρήση του δημοσίου χρήματος. Τώρα είμαστε πλέον σε μια εποχή όπου τέτοια σόου στις περισσότερες περιπτώσεις εμφανίζονται ως τεράστια έργα ματαιοδοξίας. Με τους Ολυμπιακούς αγώνες του Ρίο το 2016 να φθάνουν, μόνο μια νίκη στο Παγκόσμιο Κύπελλο θα μπορούσε να παρουσιαστεί ως επιτυχία. Σε ένα τέτοιο σκηνικό αποτυχίας, οι παίκτες της Βραζιλίας αισθάνθηκαν μια άνευ προηγουμένου πίεση. Αυτή η αίσθηση της αποτυχίας ήταν ιδιαίτερα εμφανής στα λόγια του δακρυσμένου μετά τον αγώνα David Luiz, τον πνευματικό ηγέτη της ομάδας. «Ήθελα απλώς να δω τους ανθρώπους μου χαμογελάνε», είπε με λυγμούς. «Οι Βραζιλιάνοι υποφέρουν τόσο πολύ και θα ήθελα απλώς να τους κάνω να χαμογελάσουν». Αυτό το βάρος τελικά αποδείχθηκε δυσβάσταχτο για την εθνική ομάδα.

Το 1970, η χώρα ήταν κάτω από τον ζυγό των στρατηγών οι οποίοι οδηγούσαν την χώρα σε οικονομική καταστροφή: στην συνέχεια είχαν όμως παίκτες του διαμετρήματος του Pele, Rivelinho, Jairzinho και Gerson, των οποίων ο θρίαμβος εκείνη την χρονιά στο Παγκόσμιο Κύπελλο «ανακούφισε» και δημιούργησε, άθελα ίσως, αντιπερισπασμό από τα εγχώρια δεινά. Αλλά αυτή η ομάδα των ποδοσφαιριστών δεν ήταν σχεδόν τόσο καλή, δεν είναι τόσο διανοητικά ισχυρή. Και, μακροπρόθεσμα, ένα σημαντικό θετικό μπορεί να προκύψει από αυτά τα συντρίμμια.

Είναι γεγονός πως το ποδόσφαιρο σημαίνει πάρα πολλά στη Βραζιλία, ενώ σε άλλες χώρες αντιλαμβάνονται πως από μόνος του ο αθλητισμός δεν μπορεί να είναι πάτα σωτήρας. Τον Απρίλιο, το Βιετνάμ αποσύρθηκε ως οικοδεσπότης των Ασιατικών Αγώνων για το 2019, θεωρώντας ότι θα ήταν οικονομικά ανεύθυνο να διοργανώσει το τουρνουά.

Ο πρωθυπουργός Minster Nguyen Tan Dung, σε δήλωση του στην ιστοσελίδα της κυβέρνησης εξήγησε ότι «διοργανώνοντας του αγώνες θα μπορούσε να βοηθήσει στην προώθηση της οικονομίας, της κοινωνίας και της εικόνας της χώρας. Ωστόσο, αν δεν είχαμε προετοιμαστεί προσεκτικά και με επιτυχία, θα μπορούσε να έχει το αντίθετο αποτέλεσμα. Ο κρατικός προϋπολογισμός είναι περιορισμένος και πρέπει να επικεντρώνονται σε επενδύσεις και σε άλλα επείγοντα έργα/καθήκοντα».

Φυσικά, το ποδόσφαιρο για πολλά χρόνια ακόμα θα παραμείνει το εθνικό πάθος στη Βραζιλία, αλλά, αν και αυτό ακούγεται τετριμμένο – είναι μερικές φορές που και τα τετριμμένα πρέπει να ειπωθούν – είναι μόνο ένα παιχνίδι. Να είστε σίγουροι: ενώ η εθνική ομάδα της Βραζιλίας μπορεί κάλλιστα να επιστρέψει θριαμβευτικά το 2018 στο Παγκόσμιο Κύπελλο στη Ρωσία, δεδομένου ότι έχουν μια εξαιρετική ομάδα νεαρών παικτών που έρχονται, κανείς δεν πρόκειται να ξεχάσει το 2014, όταν κυριολεκτικά υποθηκεύτηκε το μέλλον του έθνους με την προοπτική μιας νίκης που δεν ήρθε ποτέ.

Από το ΝewStatesman