Μια σειρά από ιστορικές ανορθογραφίες είναι συνδεδεμένες με τον δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά. Ο ιστορικός Σταύρος Παναγιωτίδης στο βιβλίο του «Μύθοι, παρεξηγήσεις και άβολες αλήθειες της ελληνικής ιστορίας» (εκδόσεις Κέδρος) παρουσιάζει κάποιες από αυτές, τις πλέον κυρίαρχες.

Ads

Η πιο γνωστή εξ αυτών αφορά το περίφημο «ΟΧΙ» στους Ιταλούς. Είναι γνωστό ότι ο λόγος για τον οποίο ο Μεταξάς αρνήθηκε την παράδοση της ελληνικής επικράτειας στον Μουσολίνι δεν ήταν ο «πατριωτισμός» του, αλλά το γεγονός ότι το βασικό στήριγμα της εξουσίας του ήταν ο βασιλιάς Γεώργιος Β΄, που τον είχε χρίσει πρωθυπουργό προτού εκείνος επιβάλει δικτατορία. Ο Γεώργιος Β΄ ήταν συνδεδεμένος με την Αγγλία, για αυτό η Ελλάδα στον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο δεν θα μπορούσε να συνταχθεί, άμεσα ή έμμεσα, με τις δυνάμεις του Άξονα, με τις οποίες ο Μεταξάς ήταν ιδεολογικά συγγενής. Επίσης, ο δικτάτορας, στην περίφημη συνάντησή του με τον Ιταλό πρέσβη Γκράτσι, ποτέ δεν εκστόμισε τη λέξη «ΟΧΙ», αλλά τη φράση «Alors, c’est la guerre», δηλαδή «Λοιπόν, έχουμε πόλεμο», στα γαλλικά, την τότε γλώσσα της διπλωματίας.

Ακόμα ένας ιστορικός μύθος είναι ότι ο Μεταξάς είχε προετοιμάσει αποτελεσματικά τον στρατό για την υπεράσπιση των δυτικών συνόρων της χώρας. Στην πραγματικότητα η προετοιμασία ήταν ανεπαρκέστατη, για αυτό ο στρατηγός Παπάγος, ως αρχηγός του στρατού, είχε πει τις παραμονές του πολέμου στον στρατηγό Γεωργούλη: «Θα πάτε επιτελάρχης εις το Τμήμα Στρατιάς και έχετε υπ’ όψιν σας ότι, αν γίνει τίποτε, πρέπει να ρίξωμε μερικές ντουφεκιές για την τιμή των όπλων». Μάλιστα ο ίδιος ο Μεταξάς, στο συμβούλιο αντιστρατήγων τον Μάιο του 1940 εξομολογήθηκε ότι «η σύρραξις η οποία θα μας επιβληθεί θα είναι βραχυχρόνιος και θα τελειώσει εντός ολίγων ημερών». Άλλωστε ο δικτάτορας, όπως όλοι οι παράγοντες του συντηρητικού χώρου της εποχής, θεωρούσε βασική απειλή τον «από Βορρά» κίνδυνο, δηλαδή τους Βουλγάρους.

Ωστόσο και εκεί, στα βόρεια σύνορα, η κατάσταση δεν ήταν καλύτερη. Η περίφημη «γραμμή Μεταξά», παρά την ηρωική αντίσταση στο Ρούπελ, αποδείχθηκε ένα σύνολο ασύνδετων μεταξύ τους οχυρών, για αυτό κατέρρευσε. Επιπλέον η εκκαθάριση των δημοκρατικών στοιχείων στο στράτευμα του είχε στερήσει πολλούς ικανούς αξιωματικούς, οι οποίοι είχαν αντικατασταθεί με γερμανόφιλους.

Ads

Πάντως, ο μύθος περί άριστης προετοιμασίας του στρατού από τον Μεταξά δεν συνάδει με την εικόνα μας για το αλβανικό έπος, δηλαδή ότι οι Έλληνες νίκησαν μολονότι ήταν επιχειρησιακά υποδεέστεροι των Ιταλών. Είναι αλήθεια ότι οι συνθήκες διεξαγωγής του πολέμου σε αρκετές περιπτώσεις ευνόησαν τους Έλληνες, είτε δημιουργώντας πλεονέκτημα για τους ίδιους είτε ακυρώνοντας το πλεονέκτημα των Ιταλών. Για παράδειγμα, ο ιταλικός στρατός είχε υπεροπλία σε τεθωρακισμένα οχήματα. Όμως στο ορεινό τοπίο της Πίνδου αυτά αποδείχθηκαν άχρηστα. Το ίδιο ίσχυε και για τα ιταλικά αεροπλάνα, για τα οποία οι συνθήκες ήταν εξαιρετικά δυσμενείς και σε πολλές περιπτώσεις δεν επέτρεπαν καν τη δράση τους.

Επίσης ο οπλισμός των Ιταλών αποτελούνταν κυρίως από μπερέτες, ένα όπλο το οποίο στο κρύο των αλβανικών βουνών πάγωνε και πάθαινε εμπλοκή, σε αντίθεση με τα Μάνλιχερ που χρησιμοποιούσε ο ελληνικός στρατός – ακόμη και τα ελληνικά πολυβόλα απέδιδαν καλύτερα από τα ιταλικά. Επιπλέον, θεωρητικά οι Ιταλοί είχαν το πλεονέκτημα της Μεραρχίας «Τζούλια», ενός μεγάλου Σώματος το οποίο μπορούσε να εξαπολύει μαζικές επιθέσεις. Ωστόσο, λόγω του εξαιρετικά βραχώδους εδάφους, η μεραρχία διασπάστηκε και απλώθηκε σε μεγάλη έκταση, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να δράσει όλη μαζί. Ακόμα και ο ρουχισμός του ελληνικού στρατού ήταν καταλληλότερος για τις χαμηλές θερμοκρασίες έναντι του ιταλικού, με αποτέλεσμα τα στρατεύματα του Μουσολίνι να έχουν περισσότερους οπλίτες με κρυοπαγήματα. Τέλος, οι ελληνικές δυνάμεις μετρούσαν πολύ περισσότερα μουλάρια από τις ιταλικές, γεγονός που στο ορεινό τοπίο της Αλβανίας ευνοούσε τον ανεφοδιασμό.

Όλα αυτά ασφαλώς δεν μειώνουν κατ’ ελάχιστον τον ηρωισμό των Ελλήνων στρατιωτών που αντιστάθηκαν στη φασιστική πολεμική μηχανή της Ιταλίας, ούτε το σθένος τους· απλά καταδεικνύουν ότι η Ιστορία δεν χρειάζεται μύθους, εθνικούς ή άλλους, και πως οι αναφορές στην «ελληνική ψυχή» και σε άλλα συναφή κλισέ περισσότερο συσκοτίζουν, λόγω της μονοδιάστατης υπερβολής, παρά ερμηνεύουν τα ιστορικά γεγονότα. Γενικά οι επιτυχίες στο μέτωπο της Αλβανίας μόνο στη σωστή προετοιμασία και στην οργάνωση του στρατού δεν οφείλονταν.

Στο ελληνικό στράτευμα κυριαρχούσε ένα πρωτόγνωρο δημοκρατικό πνεύμα κατά τη λήψη αποφάσεων, καθώς οι στρατιώτες συμβούλευαν τους αξιωματικούς για την τακτική και για επιχειρησιακά ζητήματα, όπως ο τρόπος με τον οποίο θα στήνονταν τα πολυβόλα. Είναι χαρακτηριστικό ότι συχνά οι κατώτεροι αξιωματικοί παράκουαν τις εντολές του Γενικού Επιτελείου, καθώς οι ίδιοι είχαν καλύτερη εικόνα των επιχειρήσεων, και σημείωναν μεγάλες επιτυχίες. Όσο για την ηγεσία του στρατού, είναι ενδεικτικό ότι ο Παπάγος είχε υπολογίσει λανθασμένα πως η κύρια επίθεση των Ιταλών θα εξαπολυόταν όχι από την Κορυτσά, αλλά από την Κοζάνη. Επιπλέον, σε όλη τη διάρκεια των πολεμικών επιχειρήσεων παρέμεινε κλεισμένος στο ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετανία».

Ιδιαίτερα δημοφιλής είναι ο μύθος περί φιλεργατικής πολιτικής του Μεταξά. Ωστόσο η στοιχειώδης ιστορική έρευνα, αλλά και μια απλή αναζήτηση στο διαδίκτυο – αρκούν για να τον διαψεύσουν. Σύμφωνα με αυτόν, ο Μεταξάς καθιέρωσε το οκτάωρο, ίδρυσε το ΙΚΑ και θέσπισε την κυριακάτικη αργία. Στην πραγματικότητα, το οκτάωρο ψηφίστηκε το 1913 και αρχικά αφορούσε μόνο όσους εργάζονταν κάτω από το έδαφος, κυρίως σε ορυχεία. Το 1920 «πέρασε» ο νόμος 2269 για την οκτάωρη εργασία στις βιομηχανίες, ενώ το 1932 επεκτάθηκε και σε άλλους επαγγελματικούς κλάδους.

Επί Μεταξά, το 1936, το οκτάωρο απλώς επεκτάθηκε σε περισσότερα επαγγέλματα. Το ΙΚΑ ιδρύθηκε με νόμο του 1934, και έκτοτε άρχισαν να οικοδομούνται τα υποκαταστήματά του. Το 1937 ο Μεταξάς απλώς εξέδωσε εφαρμοστικούς νόμους και εγκαινίασε τα πρώτα δύο υποκαταστήματα του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων σε Αθήνα και Πειραιά· λειτούργησαν όχι έπειτα από δική του πολιτική πρωτοβουλία, αλλά απλώς εφαρμόζοντας νόμο που είχε ήδη ψηφιστεί. H προπαγάνδα του καθεστώτος ανέφερε ότι «εγένετο έναρξις σήμερον της λειτουργίας του θεσμού των Κοινωνικών Ασφαλίσεων», καλλιεργώντας έτσι την εντύπωση ότι ο Μεταξάς δημιούργησε το ΙΚΑ.

Τέλος, η κυριακάτικη αργία ψηφίστηκε το 1910. Ωστόσο δεν προβλεπόταν να ισχύει οριζόντια, ούτε για όλες τις επαγγελματικές κατηγορίες ούτε για όλες τις περιοχές της χώρας. Σταδιακά οι διάφορες επαγγελματικές ομάδες κέρδιζαν το δικαίωμα συμπερίληψης στον νόμο, απλά κάποιες εξ αυτών το πέτυχαν και επί Μεταξά.